Κίνδυνος ή διέξοδος για το βιβλίο η ψηφιακή εποχή;

Βίκη Τσιώρου, εφ. Ελευθεροτυπία, 26/9/2006

Η πρόθεση του Google να διαθέσει στο δίκτυο χιλιάδες βιβλία που είναι απαλλαγμένα συγγραφικών δικαιωμάτων, έχει δημιουργήσει μια αναστάτωση στους λογοτεχνικούς κύκλους και πολλές σκέψεις. Η εξαφάνιση του τυπωμένου σε χαρτί βιβλίου και η απόλαυση της παραδοσιακής ανάγνωσης αλλά και η εμπορευματοποίηση του ίδιου του συγγραφέα αποτελούν πηγές άγχους για πολλούς ανθρώπους των γραμμάτων.

«Βιβλιοπώλες, είστε το αλάτι του κόσμου των βιβλίων. Είστε η εμπροσθοφυλακή η οποία, όσο ο συγγραφέας ναρκώνεται καπνίζοντας το όπιό του, εσείς συναντιέστε, έρχεστε σε επαφή με τους ιδιόρρυθμους και μυστήριους Αμερικανούς που είναι διατεθειμένοι να δώσουν 20 ευρώ για ένα βιβλίο. Τα βιβλιοπωλεία λούζουν με φως τους δρόμους, δίνουν πολιτισμό στις γειτονιές», γράφει ο συγγραφέας Τζον Απντάικ, σε άρθρο του σε αμερικανικό περιοδικό, με αφορμή «τον επερχόμενο κίνδυνο».

Θυμάται σε αυτό τις βόλτες που έκανε με τη μητέρα του στα βιβλιοπωλεία της πόλης όπου ζούσε με την οικογένειά του, στην Πενσυλβανία, αλλά και όλα τα ονόματα των βιβλιοπωλών. Αργότερα, όταν πήγε στο Πανεπιστήμιο είχε μείνει έκθαμβος από την πληθώρα των βιβλιοπωλείων γύρω από την πλατεία του Χάρβαρντ:

«Εκτός από το Coop και άλλα μέρη όπου οι φτωχοί φοιτητές, όπως εγώ, μπορούσαμε να αγοράσουμε μεταχειρισμένα και σημειωμένα στο περιθώριο από άλλους αναγνώστες βιβλία, υπήρχαν βιβλιοπωλεία που εφοδίαζαν την αριστοκρατία, τους καθηγητές και τους πλούσιους φοιτητές, οι οποίοι διέθεταν χρήμα και χρόνο για να διαβάσουν».

Όταν αργότερα φοίτησε στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, τα βιβλιοπωλεία και τα σημαντικά βιβλία στις βιβλιοθήκες τον θάμπωσαν, όπως λέει και ο ίδιος: «Για άπειρες ώρες τριγύριζα στο λαβύρινθο των θησαυρών του βιβλιοπωλείου Blackwell's, στην οδό Μπρόουντ: ολόκληρα ράφια του Every man's και τα πλήρη έργα του Θωμά του Ακινάτη σε μπλε-γαλάζιο εξώφυλλο στα λατινικά και στα αγγλικά... Αργότερα, πήγα στη Νέα Υόρκη, την εποχή που η Πέμπτη λεωφόρος ήταν ακόμη γεμάτη με βιβλιοπωλεία: του Scrinbner's, με την εσωτερική κεντρική σκάλα και τα μεταλλικά κιγκλιδώματα των μπαλκονιών, διακοσμημένα με σπείρες, και του Doubleday's λίγα τετράγωνα πιο κάτω, με μια στριφογυριστή σκάλα πίσω από ένα χοντρό κρύσταλλο. Σήμερα, ζω σε μια γειτονιά που μοιάζει με χωριό, σε μια μικρή πόλη της Νέας Αγγλίας και στην οποία υπάρχει -ευτυχώς- ένα ανεξάρτητο βιβλιοπωλείο, ένα από τα λίγα που επιβιώνουν έξω από τις γνωστές αλυσίδες. Αλλά όπως φαίνεται, κάνω λάθος. Τον περασμένο Μάιο, το περιοδικό The New York Times Magazine δημοσίευσε ένα εκτενές άρθρο που προέβλεπε με ενθουσιασμό το τέλος του βιβλιοπωλείου και κατά συνέπεια και το τέλος του συγγραφέα. Γραμμένο από τον Κέβιν Κέλι, ο οποίος χαρακτηρίζεται "παλαιός αντικομφορμιστής", του περιοδικού Wired, το άρθρο περιγράφει τη θριαμβευτική ψηφιοποίηση όλης της γραπτής γνώσης. Σύμφωνα με τον Κέλι, το σχέδιο που εξήγγειλε το Google να περάσει στο δίκτυο το περιεχόμενο πέντε σημαντικών βιβλιοθηκών έρευνας και να υπάρχει η δυνατότητα αναζήτησης δεδομένων, αναπτέρωσε το όνειρο της παγκόσμιας βιβλιοθήκης. "Η εκρηκτική ανάπτυξη του ηλεκτρονικού δικτύου που πέρασε από το τίποτε σε όλα, τα τελευταία δέκα χρόνια", γράφει ο Κέλι, "μας κάνει να πιστέψουμε στο αδύνατο. Μπορεί η τόσο αναμενόμενη μεγάλη βιβλιοθήκη όλης της γνώσης να φθάσει σε εμάς;" Και ο Κέλι συνεχίζει: "Αυτό θα ήταν μια πραγματική δημοκρατία που θα πρόσφερε οποιοδήποτε βιβλίο στον οποιονδήποτε". Ομως, η αναρχική φύση της πραγματικής δημοκρατίας θα αναδυθεί σιγά σιγά: "Από τη στιγμή που θα περάσουν στο δίκτυο -γράφει- θα μπορούμε να ξεχωρίσουμε τα βιβλία και να τα παρουσιάσουμε σε μία μόνο σελίδα ή να τα περιορίσουμε ακόμη περισσότερο σε μικρά αποσπάσματα". Αυτά τα αποσπάσματα θα αναμιγνύονται εκ νέου σε επαναδιοργανωμένα βιβλία και σε ψηφιακά βιβλιοπωλεία. Η παγκόσμια βιβλιοθήκη θα ενισχύσει τη δημιουργία των εικονικών ραφιών, μια συλλογή κειμένων, ορισμένων μιας μόνο παραγράφου, αλλά και άλλων ολόκληρων έργων. Εκ των πραγμάτων, ορισμένοι συγγραφείς θα αρχίσουν να γράφουν βιβλία για να διαβαστούν ως αποσπάσματα ή για να μετατραπούν εκ νέου σε βιβλία από χαρτί".

Οι επιπτώσεις αυτού του παραδείσου των αποσπασμάτων που θα ρέουν ελεύθερα προσεγγίζονται με έναν ψεύτικο αυτοσχεδιασμό, σαν κάτι που πέφτει από το δικό του βάρος, ένα ζήτημα αδυσώπητου μαρξιστικού απανθίσματος. Όταν το σημερινό οικονομικό μοντέλο εκλείψει, γράφει ο Κέλι, "η βάση του πλούτου θα περάσει στις σχέσεις, στους δεσμούς, στην επικοινωνία και στη συμμετοχή". Αντί να πωλούν αντίτυπα των έργων τους, οι συγγραφείς και οι καλλιτέχνες θα κερδίζουν τη ζωή τους πουλώντας συμπεριφορές, πρόσβαση στον δημιουργό, προσωποποίηση, συμπληρωματικές πληροφορίες, απροσεξίες (μέσω αγγελιών), δικαιώματα ή περιοδικές συνδρομές. Εν κατακλείδι, όλες τις αφειδείς αξίες που δεν μπορούν να αντιγραφούν. Το φτηνό αντίτυπο μετατρέπεται σε "εργαλείο ανεύρεσης" που θα εμπορευματοποιεί αυτές τις άλλες άψαυστες αξίες.

Όσο περισσότερο διαβάζω γι' αυτό το σχέδιο, τόσο τρομακτικότερο μου φαίνεται. Συμπεριφορές, πρόσβαση στον δημιουργό, προσωποποίηση, ό,τι κι αν σημαίνουν όλα αυτά, μήπως μας γυρίζουν πίσω σε κοινωνίες αναλφάβητων, όπου μόνο τα πρόσωπα που είναι ζωντανά και παρόντα μπορούν να προκαλέσουν εντύπωση και να προσφέρουν αξία; Ίσως οι συγγραφείς δεν έχουν φανταστεί, από την αρχή της επανάστασης του Γουτεμβέργιου πως στα γραπτά και τυπωμένα κείμενά τους έχουν ήδη δώσει μια "πρόσβαση στον συγγραφέα" πιο άμεση, πιο αναλογική και πιο φορτωμένη με αισθητική αξία και πληροφορίες από ό,τι μια συζήτηση μη επεξεργασμένη και ευγενική.

Τα ηλεκτρονικά θαύματα που αφθονούν στο περιβάλλον μας, χρησιμεύουν στο να διεγείρουν τη λιγότερο σοβαρή και χωρίς κριτική αίσθηση άποψη που έχουμε. Οι οθόνες των υπολογιστών μας μάς κοιτούν σαν να λένε «να πάρει η οργή», μία έκφραση που αφοπλίζει με την ταπεινοφροσύνη της και ανησυχεί με τη δειλία της».