Από τις σελίδες στην οθόνη

Εριφύλη Μαρωνίτη, εφ. Τα Νέα, 15/12/2007

Oι καλοί ηθοποιοί και οι καλές ερμηνείες σώζουν μερικές φορές και τα βιβλία που γίνονται ταινίες και τους σκηνοθέτες που αναλαμβάνουν το στοίχημα. Παρόλα αυτά υπάρχουν και αρκετές περιπτώσεις όπου η κινηματογραφική μεταφορά ενός λογοτεχνικού έργου είναι ισοδύναμη

ίσως και πιο ενδιαφέρουσα από το πρωτότυπο

«Mικροσκοπικά αυγά, ακίνητα και φαινομενικά νεκρά». Όταν ανοίξουν θα απελευθερώσουν τη νύμφη που θα αφήσει πίσω της χίλια μέτρα ακατέργαστου νήματος...» Μετάξι, σαν το ομότιτλο και με παγκόσμια επιτυχία αφήγημα του Αλεσάντρο Μπαρίκο (Πατάκης), με τον λιτό λόγο και τη μεθυστική γλώσσα. Μια μεγάλη ιστορία (έρωτα;) σ΄ ένα μικρό βιβλίο, που διαδραματίζεται τη χρονιά που ο Φλομπέρ γράφει τη Σαλαμπό (1861) και ο ηλεκτροφωτισμός είναι ακόμη μια εικασία! Μια επιδημία θα καταστρέψει τα αυγά στα ευρωπαϊκά εκκολαπτήρια στέλνοντας τον ήρωά μας Ερβέ στο «τέλος του κόσμου»- στην Ιαπωνία, τη χώρα με το καλύτερο μετάξι- και τον συγγραφέα, σε μια υπνωτιστική, περίπου αισθησιακή (θα διαβάσετε κι ένα από τα πιο αισθαντικά κι απερίφραστα ερωτικά γράμματα γυναίκας) ελαφρώς μελαγχολική, νωχελική, σχεδόν ρυθμική αφήγηση. Ο σκηνοθέτης Φρανσουά Ζιράρ έπιασε αυτόν τον «μεταξωτό χιτώνα, που όταν τον κρατάς ανάμεσα στα δάχτυλα είναι σαν να μη σφίγγεις τίποτα» κι έπλασε μια κινηματογραφική διήγηση που παρακολούθησε- πέρα από τον βασικό ιστό της ιστορίας- όλα τα ποιοτικά της στοιχεία, απέφυγε τη μίμηση και την προσκόλληση στο μυθιστορηματικό πρότυπο, επιδίωξε τη μετάλλαξη, εικονογράφησε τις σιωπές, κατέγραψε τους τόπους όπως αποτυπώνονται στις ψυχές των ταξιδιωτών κι ευτύχησε με την Κίρα Νάιτλι, αλλά και τους Μάικλ Πιτ, Άλφρεντ Μολίνα, Κότζι Γιακούσο και Σέι Ασίνα.

Για όσους στον εξωτισμό και τη βραδύτητα της Ανατολής αντιτάσσουν τον ορθολογισμό και τον ανορθολογισμό της Δύσης, προτιμώντας αστικά διανοητικά παιχνίδια σε εύθραυστες ισορροπίες και σε αφηγήσεις σύνθετες μα τόσο άρτιες, η εκ νέου κυκλοφορία της Επιστροφής στο Χάουαρντς Εντ, (Μεταίχμιο) αποτελεί υπόμνηση διπλή: του δεξιοτεχνικού μυθιστορήματος του Ε.Μ. Φόρστερ, μια σπουδή σχέσεων με φόντο την εδουαρδιανή Αγγλία και πρωταγωνιστές την οικογένεια των διανοούμενων και τολμηρότερων Σλέγκελ απέναντι στους πραγματιστές (τραπεζίτες) Γουίλκοξ· υπόμνηση και της αριστοτεχνικής κινηματογραφικής μεταφοράς σε σκηνοθεσία Τζέιμς Άιβορι, με τις εκπληκτικές ερμηνείες των Έμα Τόμσον (Όσκαρ), Βανέσα Ρεντγκρέιβ, Άντονι Χόπκινς, Έλενα Μπόναμ Κάρτερ, σ΄ ένα μάθημα ενσωματωμένης και σοφά επεξεργασμένης δραματουργίας.

Τυφλός φόβος

«Υπάρχουν πράγματα τόσο φριχτά και ζοφερά- όπως και πράγματα εξαίσιας ομορφιάςπου δεν χωρούν να περάσουν μέσα από τις στενές πόρτες της ανθρώπινης αντίληψης», μονολογεί κοντά στο διφορούμενο, τύπου «Χίτσκοκ φινάλε», ο κεντρικός (αντί-) ήρωας της Ομίχλης (Επιλογή), ως άλλη συγγραφική περσόνα του Στίβεν Κινγκ. Παίρνοντας το αφηγηματικό νήμα από το σημείο όπου ο «υγιής ιστός της πραγματικότητας αρχίζει να αποσυντίθεται», ο μαέστρος του είδους στήνει μια νουβέλα τρόμου. Κάτι σαν αλληγορία ενός πολιτισμού που εκών άκων παραπαίει στο χείλος του γκρεμού, εγκλωβίζοντας περίπου ογδόντα άτομα στο πέπλο ενός εφιάλτη, όπου τα συμβατικά κι αναγνωρίσιμα τέρατα του λογοτεχνικού είδους ωχριούν τελικά μπροστά στις προκαταλήψεις, τον αναλλοίωτο συντηρητισμό και την υπόλοιπη κληρονομιά του θρησκόληπτου πουριτανισμού, την ασπίδα των φιλήσυχων πολιτών μπροστά στον «τυφλό φόβο». Τις λεπτές, μα τόσο πρόσφορες αφηγηματικά, ισορροπίες τρόμου ανάμεσα στην αλήθεια και το ψέμα, το αληθοφανές και το παράλογο, το πιστευτό και την ψευδαίσθηση, τις ρωγμές της πραγματικότητας που δοκιμάζονται από τα τέρατα εντός κι εκτός μας, όχι απλώς παρακολουθεί, αλλά προάγει και συνθέτει σε μια αδυσώπητη περιπέτεια για πολύ γερά νεύρα η κινηματογραφική μεταφορά του Φρανκ Ντάραμποντ. (Πράσινο Μίλι, Τελευταία Έξοδος: Ρίτα Χέιγουορθ). Μια ανάγνωσηπου σέβεται το βιβλίο, απελευθερώνοντας με δραματουργική τόλμη τη δάνεια ιστορία, μέχρι το αντίηρωικό, διαφορετικό κι ανατρεπτικό φινάλε, που μην αφήσετε κανέναν να σας το πει!

Σας αρέσει το έπος;

Αν ναι, τότε μάλλον περιοριστείτε στην ταινία Βeowulf του Ζεμέκις , με το εντυπωσιακό καστ, την τρισδιάστατη αφήγηση, τους επιλεκτικά μεταφρασμένους ή μεταμορφωμένους συμβολισμούς, τη συμπλοκή της ιστορίας και μύθου και τα αιώνια θέματα του παραμυθιού, που μπαινοβγαίνουν με την άνεση μιας απίστευτης τεχνολογίας από το παρελθόν στο παρόν και τούμπαλιν. Γιατί η ανάγνωση του αρχαιότερου αγγλοσαξονικού έπους, (Αφοί Κυριακίδη), που η αρχικά προφορική και σε μορφή πεζού από άγνωστο ποιητή σύνθεσή του ανάγεται στον 8ο αιώνα, μάλλον θα απογοητεύσει τουλάχιστον όσους έχουν μια στοιχειώδη αντίληψη (προς Θεού, όχι συγκρίσεις!) των ομηρικών επών.

Αν, αντιθέτως, αναζητάτε την ανάγνωση ενός πλούσιου σε δράση, περιπέτεια, φαντασία αλλά και στοχασμό ιστορικού μυθιστορήματος, που να επιβεβαιώνει, με φόντο τη ρωμαϊκή αυτοκρατορία και μέσα από τη ματιά του δρυΐδη Μερίδιου Αμβροσίνου ότι καμία υπερδύναμη δεν είναι αιώνια βυθιστείτε στην Τελευταία Λεγεώνα (Λιβάνης) του γνώστη του είδους και του αρχαίου κόσμου Βαλέριο Μάσιμο Μανφρέντι. Όσο για την ομότιτλη κινηματογραφική ταινία του Νταγκ Λεφλέρ, με την αφαιμαγμένη της διήγηση και τη μάλλον απούσα αφηγηματικά και δραματουργικά περιπέτεια, δεν νομίζω ότι έχει, κάτι σημαντικό ή απολαυστικό να επιδείξει πλην της Ινδής καλλονής Αϊσβαρίγια Ρέι και των αμήχανων Κόλιν Περ και Σερ Μπεν Κίνγκσλεϊ.

Από τα σκληρά στα... μαλθακά και στ΄ αληθινά δύσκολα!

«Είναι ανάγκη να διαβάζουμε βιβλία κάποιων πεθαμένων λευκών που φοράγανε στενοβράκια σαν καλσόν;», ρωτά ένας από τους «ανεπίδεκτους μαθήσεως» στο γυμνάσιο του Λονγκ Μπιτς, στον πρώτο χρόνο διδασκαλίας της Έριν Γκρούβελ; Ευτυχώς γίνονται και θαύματα: εκείνη θα εγκαταλείψει τις μικροαστικές της προκαταλήψεις, αναγνωρίζοντας ότι σε μια τάξη- μ΄ έναν λευκό μαθητή!- όπου όλοι οι έφηβοι έχουν χάσει φίλο ή αδελφό, έχουν γίνει στόχος ένοπλης επίθεσης, θύμα κακοποίησης, εγκατάλειψης, έξωσης ή μέλος συμμορίας και αγνοούν πώς είναι ο κόσμος ελάχιστα χιλιόμετρα πιο κάτω στη «δη μοκρατική» Αμερική, πρέπει να πείσεις για τα άλλα όπλα (των φτωχών και περιθωριοποιημένων;) την πένα και τη γνώση. Κι επειδή τα θαύματα είναι η εξαίρεση, η (αληθινή) ιστορία έγινε βιβλίο, Οι Συγγραφείς της Ελευθερίας- Εrin Gruwell (Άγκυρα), αλλά και ταινία (απευθείας σε DVD) με την πολύ καλή Χίλαρι Σουόνκ σε σκηνοθεσία Ρίτσαρντ Λαγκραβενίζ. Αν όμως η αλήθεια πέφτει λίγο δύσπεπτη υπάρχει η αβάσταχτη ελαφρότητα της Νταντάς.

Ούτε χίλια Gucci δεν αποκαθιστούν τη χαμένη σε όλα τα επίπεδα επικοινωνία. Η Σκάρλετ Γιόχανσον προσδίδει χιούμορ κι επιτέλους ειρωνεία στην ομότιτλη ταινία, αντιθέτως με το Ημερολόγιο μιας Νταντάς (Λιβάνη) των Έμα ΜακΛαφλιν- Νίκολα Κράους, που απεγνωσμένα προσπαθούν να μεταφράσουν το μάλλον ανύπαρκτο δράμα τους σε λογοτεχνία.

Γιατί τα πραγματικά δράματα είναι αλλού, όπως φάνηκε στο Σκάφανδρο και η πεταλούδα του Ζαν Ντομινίκ Μπομπί, την αληθινή ιστορία όπου ο εκδότης του Εlle «γράφει» γράμμα γράμμα, κουνώντας το αριστερό του μάτι, ό,τι του απέμεινε από το σώμα που παρέλυσε στα 42 του χρόνια, έπειτα από εγκεφαλικό. Το πικρό χιούμορ και η σαρκαστική απόσταση του βιβλίου (Ψυχογιός) μπορεί να μη διασφαλίζουν την κάθαρση, μια και ο Μπομπί αφήνει την τελευταία πνοή τρεις μέρες μετά την κυκλοφορία του, δεν εγκλωβίζουν όμως τον αναγνώστη στη μονοδιάστατη οπτική του παράλυτου εκδότη, όπως συμβαίνει στην ομότιτλη κινηματογραφική ταινία του Τζούλιαν Σνέιμπελ, που τελικά περισσότερο στενοχωρεί παρά συγκινεί!

Μήπως θα προτιμούσατε λίγη... σοκολάτα;

Η Ζιλιέτ Μπινός δίνει τον τόνο της γλυκιάς παραβατικότητας προσφέροντας γλυκά σοκολατένια

Καυτή, όπως στο βιβλίο της Τζοάν Χάρις(Ψυχογιός) ή απλώς Σοκολάτα όπως στην κινηματογραφική μεταφορά (θυμάστε; Ζιλιέτ Μπινός, Τζούντι Ντεντς, Λένα Όλιν και Τζόνι Ντεπ), να αποτελεί τον αφροδισιακό αλλά και ανατρεπτικό μοχλό της ζωής και της αφήγησης που εκτυλίσσεται στο χωριό Λανσκιέ, σε απροσδόκητες παραλλαγές, συνώνυμη της πρόκλησης και της γλυκιάς παραβατικότητας, καθώς βουτάς το δάχτυλο στο απαγορευμένο και ποθητό κορμί της! Κάτι Σαν νερό για καυτή σοκολάτα, (τηςΛάουρας Εσκιβέλ, Ωκεανίδα) με τον κρυφό έρωτα της Τίτα και του Πέδρο να φλογίζεται από τα πικάντικα φαγητά, να δοκιμάζει τα όρια της αρμονίας σε μια εποχή επαναστατικών αλλαγών, να ζητά πρόσκαιρη λησμονιά σε σάλτσες από καρύδια και αποδοχή από αυταρχικούς γο νείς, να παραμένει ατελής και να εικονογραφείται δίχως εκπτώσεις στην ανταπόκριση και την προδοσία από τον Αλφόνσο Αράου, στην ομότιτλη ταινία.

Τα τραύματα, όπου κι αν υπάρχουν, απαλύνονται από μια υπερπαραγωγή χρωμάτων, ευρηματικότητας, μουσικής, παραμυθένιων σχημάτων και τυμπανοκρουσίας γεύσεωνόλα με και για τη σοκολάτα, με οδηγό τον Τσάρλι και την αμαρτία οριστικά εξορισμένη από το εργοστάσιο της σοκολάτας. Το (παιδικό) βιβλίο του Ρόαλντ Νταλ (Ψυχογιός) δεν ήταν παρά το αφηγηματικό πρόσχημα για τον Τιμ Μπάρτον (και τους υπόλοιπους συντελεστές, Τζόνι Ντεπ, Έλενα Μπόναμ Κάρτερ, Κρίστοφερ Λι, Τζέιμς Φοξ) - όπως και τα παιδιά το «εισιτήριο» για τους ενήλικες συνοδούς τους. Άλλωστε η ιστορία του διάσημου εργοστασιάρχη σοκολάτας Βόνκα μικρή σημασία έχει μπροστά στο εικονογραφικό της ισόποσο. Καθώς ο απροκάλυπτα σχηματικός συμβολισμός σε καταρράκτες χτυπητής κρέμας ή λίμνες σοκολάτας και ο φτωχός πλην συναισθηματικός και είρων ήρωας κερδίζει στο τέλος, το μόνο ερώτημα που παραμένει βασανιστικά μετέωρο είναι: εσείς θυμάστε την πρώτη σοκολάτα που φάγατε; Με άλλα λόγια, καλές γιορτές!