Οι μικρές εκπλήξεις του χειμώνα

Δημήτρης Μπούρας, εφ. Καθημερινή, 20/1/2011

Μετά το «Μέλι», ήρθε το προγενέστερο «Αυγό», πρώτο μέρος της τριλογίας του Τούρκου σκηνοθέτη Σεμίχ Καπλάνογλου

Μια ανάσα πριν από τα Όσκαρ, η χρονιά δείχνει απογοητευτική για διανομείς και αιθουσάρχες, καθώς τα μούλτιπλεξ μοιάζουν σαν μια φούσκα λίγο πριν από το μεγάλο μπαμ. Ελάχιστες ταινίες δεν καταποντίστηκαν και κατάφεραν να γίνουν μικρά κινηματογραφικά γεγονότα. Είναι η χολιγουντιανή «Ζωή μετά» του Κλιντ Ιστγουντ, το ιταλικό δράμα «Είμαι ο έρωτας» του άγνωστου Λούκα Γκουαντανίνο, το χειροποίητο «Μέλι» του Σεμίχ Καπλάνογλου. Ειδικά το παράδειγμα του «Μελιού», που προβαλλόταν από τα μέσα του περασμένου Οκτωβρίου μέχρι την προηγούμενη εβδομάδα, δείχνει τη δυναμική που μπορούν να αποκτήσουν κάποιες ταινίες, φαινομενικά αντιεμπορικές, εάν αφεθούν να δουλέψουν σε βάθος χρόνου. Η μικρή ευχάριστη έκπληξη του «Μελιού» έφερε σε μια αθηναϊκή αίθουσα, το «Τριανόν», και το παλαιότερο «Αυγό» του ίδιου Τούρκου σκηνοθέτη.

Το τσόφλι...

«Όταν ο άνθρωπος χάνει την ουσία του, χάνει την πραγματικότητά του επίσης. Θα πρέπει να ανακαλύψει ξανά τον εαυτό του και να οριστεί ξανά στη σύγχρονη ζωή μέσα από την κουλτούρα από την οποία προέρχεται», τονίζει ο Σεμίχ Καπλάνογλου στη συνέντευξή του στην «Κ» με αφορμή το «Μέλι» (17/10/2010). Είναι εύγλωττος και για ό,τι βρίσκεται κάτω από το τσόφλι του «Αυγού», την ταινία που άνοιξε την τριλογία του Γιουσούφ.

Το «Αυγό» είναι ο πρώτος σταθμός ενός φανταστικού, σχεδόν ονειρικού, ταξιδιού του Καπλάνογλου στο παρελθόν με οδηγό το κινηματογραφικό alter ego του, τον νεαρό ποιητή Γιουσούφ. Αφορμή του ταξιδιού δεν είναι η νοσταλγία ούτε η διάθεση φυγής, αλλά η αίσθηση του κενού και του μετέωρου που κυριεύει τον Γιουσούφ όταν συνειδητοποιεί το οριστικό της απουσίας της μητέρας. Με την είδηση του θανάτου της, το έδαφος υποχωρεί κάτω από τα πόδια του και αυτός μπαίνει σε μια διαδικασία μετάβασης σε έναν ξεχασμένο κόσμο.

Οι πρώτες πινελιές στο πορτρέτο του Γιουσούφ από τον Καπλάνογλου σχηματίζουν το στερεότυπο περίγραμμα της μυθιστορηματικής εικόνας ενός ποιητή. Ο Γιουσούφ φαίνεται αυτάρκης και συναισθηματικά αρραγής μέσα στο μικρό μελαγχολικό ιδιόκτητο παλαιοβιβλιοπωλείο του στην Κωνσταντινούπολη. Εχει εκδώσει την πρώτη του συλλογή και έχει ήδη ένα μεγάλο βραβείο ποίησης στο ενεργητικό του. Σε μιαν άλλη διάσταση της ταινίας, το εσωστρεφές alter ego του Καπλάνογλου εκπροσωπεί μια Τουρκία μετέωρη ανάμεσα στην παράδοση, όπου το άτομο είναι αναπόσπαστο μέρος του σύμπαντος, και στον ανθρωποκεντρικό ευρωπαϊκό εκσυγχρονισμό της.

...και το όνειρο

Και τα τρία μέρη της τριλογίας έχουν έναν ονειρικό πρόλογο, που ο απόηχός του διακόπτει ποιητικά τη γραμμική αφήγηση που ακολουθεί. Στο πρόσφατο «Μέλι», για τα παιδικά χρόνια του Γιουσούφ, η ζωή ενός μελισσοκόμου (του πατέρα του Γιουσούφ) κρέμεται από μια κλωστή έτοιμη να σπάσει: ένα σχοινί αγκιστρωμένο σε ένα κλαδί στην κορυφή ενός πανύψηλου δέντρου. Στο «Γάλα», που δεν έχει προβληθεί στις ελληνικές αίθουσες, μια νεαρή γυναίκα (η μητέρα του Γιουσούφ) πρωταγωνιστεί σε ένα παγανιστικό ξόρκισμα του κακού: την κρεμούν σε ένα δένδρο με τα πόδια ψηλά και το κεφάλι ανάποδα, πάνω από έναν τέντζερη στον οποίο βράζει γάλα, για να πέσει ο «σατανάς» που μπήκε μέσα της: ένα φίδι. Η συμβολική αναφορά στον φαλλό προλογίζει μια ταινία γύρω από την εφηβεία του Γιουσούφ και από τη δυσκολία του να αποδεχτεί το δικαίωμα της χήρας μητέρας του στον έρωτα. Στο «Αυγό», η ηλικιωμένη μητέρα του Γιουσούφ είναι σαν αλλόκοτη σκιά σε έναν ου-τόπο. Εμφανίζεται στην ομίχλη του πρωινού, κοντοστέκεται, και κατόπιν κάνει μεταβολή για να χαθεί στον λευκό ορίζοντα.

Στο «Αυγό», οι σκηνές ονείρου του Γιουσούφ, που διαδέχονται η μια την άλλη σε τακτά χρονικά διαστήματα, είναι σαν αρθρώσεις στην αφήγηση του Καπλάνογλου. Ο Γιουσούφ επιστρέφει στο χωριό του για την κηδεία της μητέρας του και είναι σαν να μπαίνει σε έναν φανταστικό κόσμο, όπου κυριαρχεί ο παγανισμός ή ο «μυστικισμός» της φύσης. Το όνειρά του έχουν μια ψυχαναλυτική λειτουργία, τον βάζουν σε μια εσωτερική τροχιά αναζήτησης γύρω από την ύπαρξή του. Στην πιο κομβική και διφορούμενη για τον ρεαλισμό της σκηνή, ο Γιουσούφ θα ’ρθει αντιμέτωπος με ένα σκυλί, φύλακα ενός κοπαδιού, για να λυτρωθεί(;) από τον φόβο του θανάτου.

Αυγό (Yumurta, 2007)

H πρώτη ταινία της τριλογίας Γιουσούφ από τον Τούρκο σκηνοθέτη Σεμίχ Καπλάνογλου. Ενας ποιητής, ο Γιουσούφ, που ζει μόνος(;) στην Κωνσταντινούπολη, επιστρέφει στο χωριό του κοντά στη Σμύρνη για την κηδεία της μητέρας του. Εχει χρόνια να επισκεφτεί το πατρικό του και δεν γνωρίζει ότι μια μακρινή συγγενής του, η νεαρή Αϊλά, ζούσε μαζί με τη μητέρα του. Η Αϊλά μεταφέρει στον Γιουσούφ την τελευταία επιθυμία της μητέρας του, να θυσιάσει ένα κριάρι σύμφωνα με ένα ξεχασμένο έθιμο. Συμπαραγωγός αυτού του μικρού διαμαντιού, που θα αγνοούσαμε την ύπαρξή του εάν δεν είχε προβληθεί το μεταγενέστερο «Μέλι», είναι και το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου. Παίζουν: Νεζάτ Ισλέρ, Σααντέτ Ακσού. (Προβάλλεται στις αίθουσες)

Γάλα (Sut, 2008)

Το δεύτερο μέρος της τριλογίας. Ο έφηβος Γιουσούφ ζει με τη χήρα μητέρα του και αντιδρά σιωπηρά στη σχέση της με τον σταθμάρχη του χωριού. Παράλληλα, περιμένει με αγωνία τη δημοσίευση ενός ποιήματός του σε ένα λογοτεχνικό περιοδικό. Παίζουν: Μελίχ Σελτζούκ, Βαζάκ Κοκλούκαγια. (Αναζητήστε τη στο Διαδίκτυο με αγγλικούς υποτίτλους)

Μέλι (Bal, 2010)

Ο τελευταίος σταθμός στο ταξίδι της επιστροφής του Καπλάνογλου στον χρόνο είναι η παιδική ηλικία του Γιουσούφ. Ο μικρός, που δεν μπορεί να διαβάσει φωναχτά, μαθαίνει από τον μελισσοκόμο πατέρα του να αφουγκράζεται τη φύση. Χρυσή Αρκτος στην περσινή Μπερλινάλε. Παίζουν: Μπόρα Αλτάς, Ερντέλ Μπεσίκιογλου. (Aναμένεται σε dvd)