Ήταν στραβό το... κλήμα το 'φαγε και η βαρεμάρα

Τάκης Μίχας, εφ. Ελευθεροτυπία, 1/11/2002

ΕΛΛΗΝΕΣ ΜΑΘΗΤΕΣ: Αρνητική εικόνα σε πειθαρχία, κίνητρα-πίεση για επιτυχία, χρήση πόρων, σύμφωνα με την έρευνα του ΟΟΣΑ

Πολύ αρνητικό είναι το μαθησιακό κλίμα που επικρατεί στα σχολεία της Ελλάδας, σύμφωνα με την έκθεση του ΟΟΣΑ «Η Παιδεία με μια ματιά».

Τα αποτελέσματα αυτά βασίζονται σε απαντήσεις και αξιολογήσεις των ίδιων των μαθητών. Όμως σε γενικές γραμμές στους μαθητές αρέσει το σχολείο τους, αν και συχνά το βαριούνται.

Ανάμεικτη είναι η εικόνα των αποδοχών του διδακτικού προσωπικού της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Από τη μια πλευρά, οι αποδοχές τους είναι σχετικά χαμηλές, σε απόλυτα μεγέθη, σε σχέση με τους συναδέλφους άλλων χωρών του ΟΟΣΑ. Όμως ως ποσοστό του ΑΕΠ είναι υψηλότερες σε σχέση με αυτούς των συναδέλφων τους πολλών άλλων χωρών του ΟΟΣΑ.

Επίσης, οι Έλληνες δάσκαλοι και καθηγητές έχουν μικρότερο φόρτο εργασίας.

Κακό μαθησιακό κλίμα

Τα παιδιά ηλικίας 6 - 15 ετών δαπανούν κατά μέσον όρο 900 ώρες ετησίως στο σχολείο, όπου μαθαίνουν να συνεργάζονται με το διδακτικό προσωπικό και μεταξύ τους. Η ποιότητα αυτών των σχέσεων και ο τρόπος με τον οποίο χρησιμοποιούν το χρόνο τους προσδιορίζουν σε μεγάλο βαθμό τα οφέλη, τα οποία αποκομίζουν από το σχολείο.

Οι κυριότεροι συντελεστές που προσδιορίζουν τον ιδιαίτερα σημαντικό παράγοντα του μαθησιακού κλίματος είναι η πειθαρχία, τα κίνητρα και η πίεση για επιτυχία καθώς και η χρήση των πόρων που έχει το σχολείο. Σ' όλους αυτούς τους δείκτες η εικόνα της Ελλάδας είναι εξαιρετικά αρνητική.

Μια από τις πιο σημαντικές παραμέτρους του μαθησιακού κλίματος είναι η πειθαρχία. Όπως δείχνει η έρευνα, σε όλες τις χώρες υπάρχει θετική σχέση μεταξύ της πειθαρχίας και της επίδοσης των μαθητών. Όταν οι μαθητές λένε οι ίδιοι ότι δεν μπορούν να εργαστούν στην τάξη ή ότι δεν ακούν τον καθηγητή/δάσκαλο είναι προφανές ότι η μάθηση κωλύεται.

Όσον αφορά την παράμετρο της πειθαρχίας η Ελλάδα βρίσκεται σε μια από τις χειρότερες θέσεις. Εχει τα μεγαλύτερα προβλήματα πειθαρχίας μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ, ακολουθούμενη από τη Νορβηγία, την Ιταλία και την Ολλανδία. Στο αντίθετο άκρο βρίσκονται η Ιαπωνία, η Ελβετία και η Πολωνία.

Αναλυτικότερα, σύμφωνα με το 46% των ερωτηθέντων Ελλήνων δεκαπεντάχρονων μαθητών σημαντικό πρόβλημα είναι ο θόρυβος που επικρατεί στην αίθουσα (μέσος όρος χωρών ΟΟΣΑ 30%) Επίσης, 58% των μαθητών στην Ελλάδα ανέφεραν ως σοβαρό πρόβλημα την απώλεια χρόνου προτού αρχίσει το μάθημα (μέσος όρος χωρών του ΟΟΣΑ 39%). Ακόμη το 39% των Ελλήνων αναφέρουν ότι δεν μπορούν να εργαστούν καλά στην τάξη (μέσος όρος ΟΟΣΑ 19%). Τέλος, το 43% δηλώνει ότι ο καθηγητής είναι αναγκασμένος να περιμένει πολλή ώρα μέχρι να ηρεμήσει η τάξη (μέσος όρος ΟΟΣΑ 32%).

Μια άλλη σημαντική παράμετρος του μαθησιακού κλίματος είναι η πίεση για επιτυχία, την οποία βιώνουν οι μαθητές. Οι μαθητές βελτιστοποιούν τις προσπάθειες μάθησης, ακολουθώντας τα προσωπικά τους ενδιαφέροντα και στόχους, τις υποδείξεις των γονιών τους και τις απαιτήσεις των δασκάλων τους. Ένα από τα πιο δύσκολα έργα του καθηγητή είναι να μπορεί να θέτει επιθυμητούς και υλοποιήσιμους στόχους και παράλληλα να ενθαρρύνει τους μαθητές να τους επιτύχουν.

Η έκθεση του ΟΟΣΑ έθεσε το ερώτημα στους δεκαπεντάχρονους πόσο συχνά ο καθηγητής τους ζητάει να καταβάλουν μεγαλύτερη προσπάθεια, να προσέξουν τη δουλειά τους πόσο συχνά τους ενθαρρύνει να βελτιωθούν και τους ενεργοποιεί να μάθουν περισσότερα. Από τις απαντήσεις των ερωτηθέντων μαθητών διαμορφώνεται ο δείκτης της «πίεσης για επιτυχία».

Τα αποτελέσματα από την Ελλάδα είναι και εδώ απογοητευτικά. Σύμφωνα με τις απαντήσεις των μαθητών, η «πίεση για επιτυχία» στην Ελλάδα είναι χαμηλότερη από το μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ. Στην ίδια κατηγορία βρίσκονται και χώρες, όπως η Αυστρία, το Βέλγιο, η Κορέα και η Ιαπωνία. Αντίθετα, χώρες όπου τα παιδιά έχουν μεγάλη υποστήριξη από τους δασκάλους είναι η Βρετανία, οι ΗΠΑ και η Ιταλία.

Άλλη σημαντική, επίσης, διάσταση του μαθησιακού κλίματος είναι οι πόροι που έχει στη διάθεσή του το σχολείο και ο τρόπος που τους χρησιμοποιεί (επιστημονικά εργαστήρια, βιβλιοθήκες, υπολογιστές, πολυμέσα κτλ.). Αυτά τα εκπαιδευτικά εργαλεία μπορούν να διευρύνουν τις ευκαιρίες μάθησης στα σχολεία και η διαθεσιμότητά τους αποτελεί μια πολύ σημαντική προϋπόθεση για την αποτελεσματική διδασκαλία. Όμως η επιτυχής ενσωμάτωσή τους στο πρόγραμμα διδασκαλίας εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον καθηγητή.

Και εδώ η έκθεση του ΟΟΣΑ διαμόρφωσε ένα δείκτη «χρήσης των πόρων» στη βάση ερωτηματολογίου, το οποίο έθεσε στους μαθητές. Τα αποτελέσματα είναι για μια ακόμη φορά απογοητευτικά. Σύμφωνα με την έκθεση, η Ελλάδα μαζί με την Ιαπωνία κάνουν τη χειρότερη χρήση των υλικών αυτών πόρων. Στο αντίθετο άκρο, βρίσκονται η Αυστραλία, η Σουηδία και η Δανία.

Πιο αναλυτικά, σχεδόν ένας στους δέκα δεκαπεντάρηδες στην Ελλάδα χρησιμοποιεί τακτικά τη βιβλιοθήκη του σχολείου. Αντίθετα άνω του 30% των ερωτηθέντων σε Αυστραλία, Δανία, Μεξικό, Σουηδία δήλωσαν ότι κάνουν συχνή χρήση της βιβλιοθήκης. Εξ ίσου τραγική είναι η κατάσταση όσον αφορά τη χρήση επιστημονικών εργαστηρίων. Στην Ελλάδα λιγότεροι από δύο στους δέκα μαθητές αναφέρουν ότι χρησιμοποιούν τα εργαστήρια μερικές φορές το μήνα. Αντίθετα, σε χώρες όπως η Αυστραλία, η Δανία, η Ιρλανδία και η Νορβηγία, οκτώ στους δέκα απάντησαν ότι χρησιμοποιούν πολλές φορές τα εργαστήρια κατά τη διάρκεια του μήνα.

Ένα από τα ελάχιστα θετικά στοιχεία της γενικότερης εικόνας είναι το γεγονός ότι οι Ελληνες μαθητές σε γενικές γραμμές είναι περισσότερο ευχαριστημένοι από το σχολείο τους σε σχέση με τους ομολόγους τους των άλλων χωρών του ΟΟΣΑ.

Αναλυτικότερα το 22% των Ελλήνων μαθητών δηλώνει ότι δεν θέλει να πάει στο σχολείο (μέσος όρος των χωρών του ΟΟΣΑ 29%). Πιο ενθουσιασμένοι με το σχολείο τους είναι οι μαθητές του Μεξικού (9% δεν θέλει να πάει), ενώ οι πλέον δυσαρεστημένοι είναι του Βελγίου (42%) και των ΗΠΑ (35%).

Όμως, ένα ιδιαίτερα υψηλό ποσοστό Ελλήνων μαθητών δηλώνει ότι «βαριέται συχνά στο σχολείο» (66% έναντι μέσου όρου 38%). Υψηλά επίπεδα ανίας με το σχολείο τους εμφανίζουν και οι Ιρλανδοί (67%)και οι Αμερικανοί (61%). Εκείνοι που βαριούνται λιγότερο είναι οι Πορτογάλοι (23%) και οι Ούγγροι (29%).

Αποδοχές εκπαιδευτικών

Ανάμεικτη εμφανίζεται η εικόνα των αποδοχών και αποζημιώσεων του διδακτικού προσωπικού της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.

Όσον αφορά τις αποδοχές τους ενός καθηγητή Γυμνασίου με 15 έτη προϋπηρεσίας οι αποδοχές τους βρίσκονται κάτω από το μέσο όρο των χωρών του ΟΟΑ (24.000 ευρώ έναντι 31.000).

Στην κορυφή των αποδοχών βρίσκονται οι εκπαιδευτικοί στην Ελβετία (53.000 ευρώ), την Κορέα και την Ιαπωνία (42.000).

Όμως η εικόνα αυτή αλλάζει ριζικά αν συγκρίνουμε τις αποδοχές των Ελλήνων εκπαιδευτικών ως ποσοστού του κατά κεφαλήν ΑΕΠ σε σχέση με αυτές των άλλων χωρών του ΟΟΣΑ. Στο επίπεδο αυτό οι αποδοχές των Ελλήνων εκπαιδευτικών υπερβαίνουν αυτές των συναδέλφων τους σε Σουηδία, Γαλλία, ΗΠΑ, Αυστρία, Φινλανδία.

Ζητήσαμε από τον καθηγητή του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Γεώργιο Μπήτρο, να μας αναλύσει τη σημασία αυτών των στοιχείων:

«Τα στοιχεία αυτά δείχνουν ότι η παραγωγικότητα των Ελλήνων καθηγητών /δασκάλων είναι μικρότερη σε σχέση με αυτή των συναδέλφων τους άλλων χωρών του ΟΟΣΑ. Αυτό μπορεί με τη σειρά του να οφείλεται στην ύπαρξη δυσαναλογίας μεταξύ του αριθμού των διορισμένων εκπαιδευτικών και των ωρών διδασκαλίας. Μπορεί, επίσης, να οφείλεται στο γεγονός ότι η επαγγελματική αυτή ομάδα έχει την ικανότητα να αποσπά μεγαλύτερο μερίδιο του ΑΕΠ από τις άλλες επαγγελματικές ομάδες στο επίπεδο της εισοδηματικής αναδιανομής».

Περνώντας τώρα στο θέμα των ωρών διδασκαλίας των εκπαιδευτικών της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης των χωρών του ΟΟΣΑ, οι Έλληνες εκπαιδευτικοί βρίσκονται αναμφίβολα σε πλεονεκτική θέση. Οι ώρες διδασκαλίας τους είναι λιγότερες από αυτές του μέσου όρου των χωρών του ΟΟΣΑ.

Όσον αφορά την πρωτοβάθμια εκπαίδευση, ο μέσος ετήσιος αριθμός ωρών διδασκαλίας είναι 780 (μέσος όρος χωρών του ΟΟΣΑ 792), στο Γυμνάσιο 629 ώρες (μέσος όρος 720) και στο Λύκειο 629 (μέσος όρος 648).

Στον αντίποδα των Ελλήνων εκπαιδευτικών, όσον αφορά τις ώρες εργασίας, είναι οι συνάδελφοί τους από τη Νέα Ζηλανδία και τις ΗΠΑ, των οποίων οι ώρες εργασίας υπερβαίνουν τις 900 ετησίως.

«Τι δεν μπορούμε ν' αγνοήσουμε - τι θα κάνουμε»

Σταμάτης Αλαχιώτης*, εφ. Ελευθεροτυπία, 1/11/2002

Η αναθέρμανση του ενδιαφέροντος για την έρευνα του ΟΟΣΑ (PISA: programme of internation student achivment) σχετικά με το βαθμό αξιοποίησης των γνώσεων και δεξιοτήτων των μαθητών στην καθημερινή ζωή έχει πάντα την επικαιρότητά της. Και τούτο, γιατί, παρά τις όποιες αμφισβητήσεις μπορεί να εκφράσει κανείς ως προς τη μεθοδολογία της σχετικής έρευνας και την ερμηνεία των πορισμάτων της ακόμη και πέρα και πριν απ' αυτήν την έρευνα, η προσπάθεια αναβάθμισης της ποιότητας του εκπαιδευτικού μας συστήματος πρέπει να είναι συνεχής. Γιατί δεν μπορούμε να αγνοήσουμε:

*Ότι οι μαθητές μας είναι οι σκληρότερα εργαζόμενοι Έλληνες πολίτες.

*Ότι πρέπει να ενισχυθεί το σχολικό παιδαγωγικό περιβάλλον.

*Ότι το σχολείο πρέπει να είναι δημιουργικό, βιωματικό, ενδιαφέρον και ελκυστικό, με το μαθητή στο επίκεντρο της εκπαιδευτικής διαδικασίας.

*Ότι πρέπει να προσαρμόζεται συνεχώς στη δυναμική των καιρών για να μπορούμε να μιλάμε για την ανάπτυξη της κριτικής σκέψης και της φαντασίας των μαθητών, για την καλλιέργεια της προσωπικότητάς τους και για την αρμονική ένταξή τους στη γοργά μεταβαλλόμενη σύγχρονη κοινωνία μας.

Μέσα από αυτούς τους στόχους και στη βάση των νέων αναλυτικών προγραμμάτων σπουδών, που ήδη έχει εκπονήσει το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο -προγράμματα τα οποία εμπεριέχουν πολλές παιδαγωγικές καινοτομίες με αποκορύφωμα τη σφαιρική και ολιστική εν πολλοίς απόκτηση της γνώσης- πιστεύουμε ότι θα αντιμετωπιστούν με τον καλύτερο τρόπο τα όποια προβλήματα λειτουργικού αναλφαβητισμού παρατηρούνται και θα αναβαθμιστούν οι διάφοροι γραμματικοί στόχοι, όπως λόγου χάρη ο γλωσσικός, μαθηματικός, ο φυσικοεπιστημονικός, ο τεχνολογικός.

Με μια τέτοια πορεία θα αυξηθούν οι δυνατότητες εκσυγχρονισμού της ελληνικής εκπαίδευσης και θα τεθούν συστηματικά οι βάσεις, ξεκινώντας από την υποχρεωτική εκπαίδευση, για μια σοβαρή εσωτερική αλλαγή του εκπαιδευτικού μας συστήματος που θα φέρει τη χώρα μας σε μια πρωτοποριακή θέση.

*Πρόεδρος του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου