Ο «έντρομος νεοσύλλεκτος»!

Χρήστος Κάτσικας, εφ. Τα Νέα, 9/9/2005

Xιλιάδες παιδιά και έφηβοι παρουσιάζουν έντονα σχολειοφοβικά συμπτώματα

Μία από τις φάσεις της μαθητικής ζωής στην οποία παρουσιάζονται σχετικά συχνά σχολειοφοβικά συμπτώματα είναι όταν πρωτοπηγαίνει το παιδί στην A' τάξη του Δημοτικού σχολείου.

Πράγματι οι πρώτες μέρες στο σχολείο για χιλιάδες εξάχρονους μαθητές είναι μέρες «συναισθηματικής ανισορροπίας». H εγκατάλειψη του γνώριμου οικογενειακού περιβάλλοντος και η είσοδος σ΄ ένα νέο περιβάλλον με διαφορετικούς κανόνες συμπεριφοράς ξεπερνιέται, βέβαια, εύκολα ή δύσκολα για τα περισσότερα παιδιά, όμως όχι σπάνια, μπορεί να οδηγήσει - ιδιαίτερα αν δεν έχει προηγηθεί φοίτηση σε παιδικό σταθμό ή νηπιαγωγείο - και σε τραυματικές εμπειρίες, σε φοβίες και αρνητικές στάσεις απέναντι στο σχολείο.

H σχολική φοβία εκδηλώνεται συχνά με σωματικά συμπτώματα για τα οποία δεν συγκροτείται επαρκής ιατρική δικαιολογία όπως ευερεθιστότητα, νευρικότητα, ανησυχία, κλάμα, δυσκολία του παιδιού να κοιμηθεί ή και διαταραγμένος ύπνος, κοιλιακοί πόνοι, ναυτία, εμετός, διάρροια, ταχυκαρδία, πονοκέφαλος, δυσκολίες στο φαγητό κ.ά. τα οποία, βέβαια, επιδεινώνονται όσο πλησιάζει η ώρα του σχολείου.

Το «κλάμα του αποχωρισμού» στην πρώτη είσοδο στο Δημοτικό Σχολείο μπορεί να είναι η πρώτη, όχι όμως και η τελευταία εκδήλωση της σχολικής φοβίας που χαρακτηρίζει ένα μέρος του μαθητικού πληθυσμού σε όλη τη διάρκεια της σχολικής του ζωής.

Σύμφωνα με έρευνες, χιλιάδες παιδιά και έφηβοι εμφανίζουν σχολειοφοβικά συμπτώματα και πολύ περισσότερα παρουσιάζουν φοβίες και άγχη για το σχολείο.

Είναι τελικά η σχολική φοβία ιδιότητα της ταυτότητας κάποιων κοινωνικά «μειονεκτούντων» μαθητών, σύμπτωμα της οικογενειακής παθολογίας ή δημιούργημα - προϊόν των σχολικών συνθηκών που επικρατούν;

Με άλλα λόγια η σχολική φοβία είναι απλά ιδιότητα της ταυτότητας κάποιων μαθητών ή ένα ακόμη κοινωνικό πρόβλημα που σχετίζεται παράλληλα και με την σχολική πραγματικότητα.

Το σχολείο έχει βασικές ευθύνες στη δημιουργία της σχολειοφοβίας.

Κατ' αρχήν η σχολική αποτυχία, ως μια «ανεπαρκής ανταπόκριση του μαθητή στην προσδιορισμένη σχολική αξίωση για επιτυχία» λιπαίνει το έδαφος για την ανάπτυξη και παγίωση συναισθημάτων φόβου και άγχους απέναντι σ' αυτό (στο σχολείο, στον δάσκαλο, στον συμμαθητή) που τον απαξιώνει. Οι μαθητές από φτωχά και μειονεκτικά περιβάλλοντα, με συσσωρευμένες σχολικές αποτυχίες και στιγματισμούς, παρουσιάζουν σε πολύ μεγαλύτερα ποσοστά σχολειοφοβία σε σχέση με συμμαθητές τους που προέρχονται από ευνοημένα κοινωνικά στρώματα.

Κι ενώ η σχολική αποτυχία μπορεί να δημιουργήσει σχολική φοβία, από την άλλη, με τη σειρά της, η σχολική φοβία γίνεται υπεύθυνη για νέα σχολική αποτυχία.

Παράλληλα, η ίδια η σχολική πραγματικότητα, κοντολογίς, το έντονα ανταγωνιστικό κλίμα του σχολείου, οι πιέσεις από τους γονείς για υψηλές επιδόσεις, η υπερφόρτωση με σχολική και εξωσχολική εργασία (φροντιστήρια κ.λπ.) και ο περιορισμένος ελεύθερος χρόνος μπορούν εύκολα να συμβάλλουν κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις που σχετίζονται με αρνητικές επιδράσεις του οικογενειακού περιβάλλοντος, στη δημιουργία φοβίας, άγχους, ανασφάλειας και γενικά αρνητικών συναισθημάτων «σύνδεσης» με τον σχολικό περίγυρο.

Στο σημείο αυτό είναι πολύ σημαντικός ο ρόλος του δασκάλου, γιατί φοβία δεν προκαλούν, βέβαια, μόνον οι περιστάσεις που αναφέρονται στις εξετάσεις ή στο σχολείο γενικά αλλά και οι καθημερινές συγκρούσεις ανάμεσα σε μαθητές και εκπαιδευτικούς καθώς και ανάμεσα στους ίδιους τους μαθητές μέσα σε ένα γενικότερο σχολικό κλίμα που αντί να δημιουργεί στηρίγματα στους ευάλωτους πελάτες του (αδύναμοι μαθητές, μαθητές από αδικημένα κοινωνικά στρώματα) πολλές φορές φοβίζει, στιγματίζει, περιθωριοποιεί.