Θύματα ενδοσχολικής βίας 15% των μαθητών

Πέννυ Mπουλούτζα, εφ. Καθημερινή, 6/10/2010

Μειωμένη διάθεση ή ακόμα και άρνηση να πάει σχολείο με πρόσχημα κάποια αδιαθεσία, ξαφνική «πτώση» των σχολικών επιδόσεων, χαμηλή αυτοπεποίθηση, αναίτιοι πονοκέφαλοι ή πόνοι στο στομάχι, ξαφνική αλλαγή στη διάθεση. Αυτά είναι μερικά μόνο από τα χαρακτηριστικά σημάδια που εμφανίζουν παιδιά που έχουν πέσει θύμα βίας και εκφοβισμού στο σχολείο. Το φαινόμενο δεν είναι σπάνιο: στην Ελλάδα, τα δεδομένα διαφόρων ερευνών έχουν δείξει ότι το 10% - 15% των μαθητών παιδιών και εφήβων πέφτει θύμα διαφόρων μορφών βίας (λεκτική, κοινωνική ή και σωματική) στο σχολείο, ενώ ποσοστό μεγαλύτερο από το 5% των μαθητών ασκεί βία στους συνομιλήκους του. Και πάντα υπάρχουν οι σιωπηλοί παρατηρητές: Συμμαθητές που φοβούνται να μιλήσουν. Δάσκαλοι που δεν παραδέχονται το φαινόμενο, φοβούμενοι την αντίδραση των ανωτέρων τους ή τη δημιουργία «κακής φήμης» του σχολείου. Γονείς που αρνούνται ότι μπορεί το δικό τους παιδί να πέσει θύμα βίας και αποδίδουν το φαινόμενο σε κάποιο είδος παιδικού παιχνιδιού. Το αποτέλεσμα; Οι μισοί από τους μαθητές - θύματα βίας δεν αναφέρουν πουθενά το γεγονός. Οι υπόλοιποι μισοί συνήθως το αναφέρουν σε φίλους τους και σπανιότερα στους εκπαιδευτικούς ή τους γονείς τους.

Στην αναγκαιότητα πρόληψης και αντιμετώπισης της ενδοσχολικής βίας και του εκφοβισμού (bullying) στη χώρα μας αναφέρθηκε χθες με αφορμή την 10η Οκτωβρίου-Παγκόσμια Ημέρα Ψυχικής Υγείας ο αναπληρωτής καθηγητής Παιδοψυχιατρικής και επιστημονικός υπεύθυνος της Εταιρείας Ψυχοκοινωνικής Υγείας του Παιδιού και του Εφήβου (ΕΨΥΠΕ) κ. Γιάννης Τσιάντης.

Το ΕΨΥΠΕ υλοποιεί το διακρατικό πρόγραμμα DAPHNE για το διάστημα 2006 - 2010, στο πλαίσιο του οποίου έχει δημιουργηθεί εγχειρίδιο για εκπαιδευτικούς της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης με δραστηριότητες που πραγματοποιούν με τους μαθητές στην τάξη κατά τη διάρκεια του σχολικού προγράμματος και οι οποίες προϋποθέτουν μία καλύτερη «εκπαίδευση» των δασκάλων ως προς το φαινόμενο. Οι δραστηριότητες που περιγράφονται στο εγχειρίδιο υλοποιήθηκαν πιλοτικά σε δημοτικά σχολεία της Αθήνας και του Έβρου. Η πρώτη αξιολόγηση των αποτελεσμάτων κατέδειξε μείωση των θυμάτων, αύξηση των μαθητών «παρατηρητών» που θέλησαν να βοηθήσουν τα θύματα και αύξηση των παιδιών που δήλωσαν τα περιστατικά στους δασκάλους ή τους γονείς τους.

Όπως τόνισε ο κ. Τσιάντης, το πρόβλημα μπορεί να αντιμετωπιστεί με καλύτερη ενημέρωση των εκπαιδευτικών και των γονέων, ενώ πρότεινε μεταξύ άλλων τη θεσμοθέτηση επιτροπής κατά της ενδοσχολικής βίας σε κάθε σχολείο (με τη συμμετοχή γονέων, εκπαιδευτικών και μαθητών), την καλύτερη εποπτεία των παιδιών από τους εκπαιδευτικούς και καταγραφή του φαινομένου.