Αρχική σελίδα → Προσωπικά Ενδιαφέροντα → Μουσική

Ένας λυπημένος Πάρις με χριστιανικό σεξαπίλ

Γιώργος Ε. Παπαδάκης, εφ. Ελευθεροτυπία, 9/7/2003

Αλκίνοος Ιωαννίδης, Οι περιπέτειες ενός προσκυνητή, παραγωγή Mercury

«Ο Αλκίνοος φαίνεται ο πιο καλλιεργημένος της γενιάς του, γενικότερα ως άνθρωπος»

Δεκατρία καινούργια τραγούδια στα οποία, και πάλι, είναι εμφανέστερη από την καλλιτεχνική αξία, μια αγαθή πρόθεση και μια, θα έλεγα, φροντισμένη ανυποκρισία στην έκφραση του δημιουργού τους.

Ο Αλκίνοος Ιωαννίδης, ας υπενθυμίσουμε, είναι κατά κάποιο τρόπο «ανακάλυψη» της Δήμητρας Γαλάνη, η οποία τον παρουσίασε στο πρόγραμμα του νυκτερινού κέντρου «Χάραμα» το 1993. Η σταδιοδρομία του από το 1989 που ήρθε από τη Λευκωσία στην Αθήνα, διέγραψε μια μάλλον ασυνήθιστη ανοδική τροχιά. Μικρά άλματα από το επιτυχές στο επιτυχέστερο.

Πρώτα σπουδές στη Σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Εμφανίστηκε μάλιστα και δυο φορές στην Επίδαυρο ως ηθοποιός (το καλοκαίρι του 1993 στο έργο «Σαμία» του Μένανδρου και το 1996 στην «Άλκηστη» του Ευριπίδη). Στα 23 του εγκαταλείπει το θέατρο υπέρ του τραγουδιού. Οι δύο πρώτοι δίσκοι του (Β movies εδώ που τα λέμε) είχαν μεγάλη εμπορική επιτυχία.

Τι ήταν όμως αυτό που «πέτυχε» διά μιας και τόσο γρήγορα; Η καλλιτεχνική αξία των τραγουδιών που έπεσε ως κεραυνός εν αιθρία; Η τεχνική - δεξιοτεχνική δεινότης; Ανεπιφύλακτα όχι. Κατά τη γνώμη μου ήταν το, καταλλήλως προωθούμενο, πλήρωμα (συμπλήρωμα) ενός κενού που υπήρχε στην αγορά. Ενα κενό στις απαιτήσεις του αποδοτικότερου (για τους εμπόρους της μουσικής) τάργκετ γκρουπ, το οποίο αποτελείται από ανέμελους νεαρούς και νεαρές (κυρίως) καταναλωτές που για πολλούς λόγους αναζητούν και κατασκευάζουν φωνητικά και οπτικά ινδάλματα για ένα χρονικό διάστημα μέχρι να τους απορροφήσει ο κανονικός και αδυσώπητος κοινωνικός τους ρόλος.

Τι ήταν λοιπόν αυτό που δεν υπήρχε μέχρι τότε και που το κατέθεσε θριαμβευτικά ο Αλκίνοος Ιωαννίδης; Ηταν, κατά τη γνώμη μου, ένας φωνητικός χαρακτήρας που καλλιεργούσε, υπονοούσε ή και υπέβαλε την εικόνα ενός νεαρού, ευειδούς και ευαίσθητου άνδρα (από την Ιλιάδα του Ομήρου θα διαλέγαμε τον Πάρι), ο οποίος περιβάλλεται από μια αύρα, ή ένα πέπλο, θλίψης και αποπνέει έναν εφηβικό γλυκό πόνο που του προκαλεί η σκληρή πραγματικότητα την οποία δοκιμάζει διστακτικά, σαν τρυφερή παρθένος που πριν λουσθεί στον ποταμό, βάζει πρώτα το δαχτυλάκι του ποδιού της στο νερό και ανατριχιάζει. Ένας λυπημένος Πάρις ανάμεσα σε τραχείς, άξεστους και πολυμήχανους Οδυσσείς μαζί με ένα, θα το ονόμαζα, χριστιανικό σεξαπίλ. Τι άλλο θέλουν οι νεαρές μαθήτριες που βρίσκονται στα πρόθυρα, στις θύρες, ή και στα ενδότερα των ερωτικών τους δραστηριοτήτων; Και τι περιμένετε να κάνουν οι έμποροι της μουσικής; Οι νέοι αυτοί αγοράζουν τους περισσότερους δίσκους.

Ωστόσο ο Αλκίνοος, εκτός από σύμβολο, τυχαίνει να είναι και ο πιο καλός, κατά τη γνώμη μου, εκπρόσωπος των τραγουδοποιών του είδους του και της γενιάς του. Ο πιο καλός διότι φαίνεται να είναι ο πιο καλλιεργημένος γενικότερα ως άνθρωπος και όχι μόνο ως μουσικός. Διότι, απλώς, ό,τι κι αν κάνει ένας καλλιεργημένος άνθρωπος, θα το κάνει μάλλον καλύτερα από ένα ξύλο απελέκητο. Αυτό ακριβώς είναι που κάνει τον Αλκίνοο να ξεχωρίζει από τους άλλους «επιτυχημένους» των δίσκων των συναυλιών, των κέντρων και των... άκρων.

Βέβαια, όπως είναι γνωστό, από την επιστήμη και την τέχνη, όλα τα μεγέθη είναι σχετικά. Με αυτή τη σχετικότητα, υπ' όψιν, δεν θα διαφωνήσω με όσους δηλώνουν εντυπωσιασμένοι από τον καινούργιο δίσκο του Αλκίνοου. Εξωτερικώς, είναι πράγματι κάτι ξεχωριστό, μέσα στο πέλαγος της ευτέλειας που επικρατεί στο χώρο του τραγουδιού. Ευπρεπείς μελωδίες, φροντίδα ενορχηστρωτική που ερανίζεται πότε από το αναγεννησιακό, πότε από το ρομαντικό πότε από το «μοντέρνο» τυπικό και πνεύμα. Στιχοπλοκή που ερωτοτροπεί με τον ποιητικό λόγο και άλλοτε άλλα πρότυπα υπαινίσσεται. Περιεχόμενο που έχει την πρόθεση να μη μείνει στην επιφάνεια του υγρού τέλματος, αλλά να το αναδεύσει κάπως με το μικρό, έστω, πνευματικό κοχλιάριο που διαθέτει. Ολα αυτά είναι καλά και ευγενή.

Δεν λείπουν όμως και τα άλλα, που είναι κατ' εξοχήν αντικείμενο της κριτικής, η οποία, στην πιο καλή των περιπτώσεων, μπορεί και να φανεί χρήσιμη στο δημιουργό που θα καταδεχτεί να γυρίζει να την κοιτάξει. Ετσι λοιπόν, μέσα σε όλες τις χάρες της, η νέα αυτή εργασία διαθέτει και τα ψεγάδια της, σχετικώς πάντα, εχόντων των πραγμάτων. Δεν λείπουν π.χ. από τη στιχουργική τα τετριμμένα και τα στερεότυπα. Αφαιρέσεις, παρομοιώσεις, αντιθέσεις, σχήματα και άλλα «καλολογικά στοιχεία» όπως π.χ. «Τα λόγια γίνονται σκουριά» ή «Πνίγω τα λόγια στο ποτήρι» «Μοιράζονται το ίδιο αστέρι, η Πούλια κι ο Αυγερινός», τα οποία αδίκως μεν, αλλά μοιραίως, μοιάζουν να έχουν ξανακουστεί σε διάφορα παλιά ελαφρολαϊκοέντεχνα της Βίκης Μοσχολιού ή του Λευτέρη Παπαδόπουλου.

Δεν λείπουν ακόμη μουσικά στερεότυπα από τα διάφορα είδη μουσικής που αποτελούν τη δεξαμενή από όπου αντλεί την έμπνευσή του ο συνθέτης. Δεν καταλαβαίνω μάλιστα γιατί αυτό (η μεταποίηση δηλαδή τύπων και στιλ της κλασικής, τζαζ, ροκ, κ.λπ. μουσικής) θεωρείται οιονεί πλεονέκτημα, όταν δεν αποδεικνύει το λόγο, την αιτία για την οποία καταφεύγει εκεί ένας δημιουργός που υποτίθεται πως δεν του λείπει το ταλέντο, η έμπνευση και η δύναμη, ώστε να μη χρησιμοποιεί τα οικεία κοινά κεκτημένα ως σωσίβια.

Άσχετη ίσως απορία: Συνδέεται άραγε ο τίτλος του δίσκου «Οι περιπέτειες ενός προσκυνητή» με το ομώνυμο χριστιανικό σύγγραμμα που κυκλοφορεί κατά μετάφρασιν του Μητροπολίτου Κορίνθου Παντελεήμονος Καρανικόλα; (Εκδόσεις Αστήρ - Παπαδημητρίου). Το μόνο σχετικό είναι η δήλωση του Αλκίνοου ότι ο δίσκος του είναι θρησκευτικός.