Αρχική σελίδα → Προσωπικά Ενδιαφέροντα → Μουσική

«Διανοούμενοι σε κατάσταση αλαλίας...»

Συνέντευξη στη Γιούλη Επτακοίλη, εφ. Καθημερινή, 19/11/2006

Σε κρίση οι δισκογραφικές, όχι το τραγούδι τονίζει ο στιχουργός Κώστας Τριπολίτης

«Οι διανοούμενοι εδώ και τρεις δεκαετίες είναι σε μια κατάσταση περίπου αλαλίας». Ο Κώστας Τριπολίτης σχολιάζει τη γενικότερη σύγχρονη πολιτιστική πραγματικότητα χωρίς να χαρίζεται ή να μετράει τα λόγια του. Ποτέ δεν το κάνει κι ας επιλέγει να μη μιλάει πολύ υποστηρίζοντας ότι «η ευθύνη ενός γραφιά εξαντλείται μεταξύ γραφίδας και χαρτιού». Με αφορμή το εξαιρετικό αφιέρωμα του Δεύτερου Προγράμματος της ΕΡΑ σε σημαντικούς σύγχρονους Έλληνες στιχουργούς –Λευτέρης Παπαδόπουλος, Θοδωρής Γκόνης, Ισαάκ Σούσης, Κ. Χ. Μύρης, Μανώλης Ρασούλης, Μάνος Ελευθερίου, Λίνα Νικολακοπούλου, Κώστας Τριπολίτης κ.ά.– (κάθε Τετάρτη στο βιβλιοπωλείο Ιανός) ο Κώστας Τριπολίτης δέχθηκε να μιλήσει στην «Κ» για το ελληνικό τραγούδι και τη στιχουργική, μεταξύ πολλών άλλων. Με λόγο οξύ, βαθιά στοχαστικό, ανατρεπτικό και σύγχρονο, όπως τον έχουμε γνωρίσει μέσα από τους στίχους του που σφραγίζουν την ελληνική τραγουδοποιία από τις αρχές του ’70 μέχρι σήμερα.

— Πώς ξεκίνησε η περιπέτεια της στιχουργικής;

— Ξεκίνησε εκ λάθους το 1972. Κάποια ποιήματα που έγραφα μικρός βρέθηκαν σε χέρια ανθρώπων που τα μελοποίησαν. Μετά άρχισα σιγά σιγά να παρακολουθώ τον χώρο του τραγουδιού. Με ενδιέφερε η δυνατότητα που έχει το μαζικό μέσο λόγω της ευρύτητάς του.

— Πόσα τραγούδια έχετε γράψει;

— Δεν τα έχω μετρήσει, δεν κρατάω καν αρχείο. Πρέπει να είναι γύρω στα εκατό, ίσως κάτι παραπάνω. Ξέρετε, μέχρι και το ’80 έχω γράψει διάφορα τραγούδια. Σοβαρά, λιγότερο σοβαρά έως και φαιδρά, μερικά με την προφανή πρόθεση να γίνουν επιτυχίες. Το ’80 αποφάσισα ότι ήθελα να γράψω ουσιαστικά πράγματα και σταμάτησα να εμπλέκομαι σε αυτήν την αγοραία χρήση του τραγουδιού. Ό,τι έχω γράψει από κει κι έπειτα το υποστηρίζω με σθένος. Δεν αποκηρύσσω τα προηγούμενα αλλά δεν είμαι και περήφανος γι’ αυτά.

Δεν είχα έμπνευση

— Τι σας οδηγεί να γράψετε;

— Σίγουρα όχι η έμπνευση. Μάχομαι την έννοια έμπνευση όπως και κάθε μεταφυσική άποψη. Άλλωστε, δεν είχα ποτέ μου έμπνευση. Κάθε μέρα αθροίζω πληροφορίες, επεξεργάζομαι εικόνες, μαζεύω υλικό για τους συνανθρώπους μου. Από κει και πέρα υπάρχει μόνο η αφορμή που θα δοθεί, συνήθως με την εμφάνιση κάποιου συνεργάτη, οπότε όσα έχω συναθροίσει κατά καιρούς στον νου εκείνη τη στιγμή αρθρώνονται.

— Γράφετε συνεχώς;

— Όχι. Απορώ με τους ανθρώπους που λένε έχω στο συρτάρι μου τραγούδια. Οι βασικοί τίτλοι των δίσκων μου έχουν προκύψει σε ένα βράδυ. Κατά καιρούς μόνο, γράφω κάποια πεζογραφήματα.

— Τι πρέπει να διαθέτει ένας στιχουργός για να υπηρετεί καλά την τέχνη του;

— Όταν ασχολείσαι με τη στιχουργική και πράγματι είσαι ικανός και συνειδητός, οφείλεις να είσαι καινοτόμος ως προς τη μορφή αλλά και οι μορφές που θα επιλέξεις να είναι τέτοιες ώστε να δώσεις τη δυνατότητα στο μουσικό να αναπτύξει νέες φόρμες και στον ερμηνευτή να δοκιμάσει τον εαυτό του σε νέα πεδία. Εγώ έτσι λειτουργώ. Ευτυχώς, τις απόψεις μου συμμερίστηκαν όλοι οι συνθέτες που συνεργάστηκα. Ήταν άνθρωποι που ήξεραν ότι η μουσική κάθε φορά οφείλει να πλαταίνει. Άσχετα αν πετύχαιναν περισσότερο, λιγότερο ή καθόλου. Πρέπει να σας πω ότι κάποιες φορές έβρισκαν τους στίχους μου εξαιρετικά παράξενους. Αποδείχθηκε ότι δεν ήταν. Στιγμάτισαν συγκεκριμένες περιόδους και πολλά τραγούδια έμειναν.

— Η άποψη αυτή να υποθέσω ότι σας οδήγησε και σε αρνήσεις;

— Πολλές φορές αρνήθηκα συνεργασίες και μάλιστα, πολύ δελεαστικές οικονομικά. Εχω, όμως, μια αλλεργία προς τα χρήματα και προς αυτό που λέμε ίδιον όφελος. Τα τραγούδια μου δεν ήταν ποτέ προϊόν παραχώρησης και ίσως γι’ αυτό διατηρούν την καθαρότητά τους. Αλλά αυτή είναι μια απόλυτα προσωπική επιλογή. Είμαι ο τελευταίος που θα κρίνω κάποιον επειδή γράφει αμήχανους στίχους για να επιβιώσει.

Αν ζήλευα δεν θα έγραφα

— Έχετε ζηλέψει άλλους στιχουργούς;

— Μου αρέσουν πολλά τραγούδια αλλά δεν έχω ζηλέψει, για τον πολύ απλό λόγο: αν ζήλευα δεν θα έγραφα. Εχω ζηλέψει όμως ποιήματα, ξένων κυρίως ποιητών και υπήρξαν στιγμές που είπα «γιατί να μην μπορώ να γράψω κι εγώ έτσι;».

— Υπάρχει κάποιος Έλληνας στιχουργός που ξεχωρίζετε;

— Ο Ιάκωβος Καμπανέλλης. Έχει γράψει λίγα αλλά ήταν μορφολογικά καινοτόμος, ουσιαστικός και έπιανε τον παλμό των ανθρώπων. Και είναι κρίμα που δεν έχει φωτιστεί καθόλου αυτή η πτυχή του. Δεν μπορεί να μη γνωρίζουν το κλασικό τραγούδι του Θεοδωράκη «Τι ωραία που είναι η αγάπη μου» ένα τραγούδι δομημένο ακριβώς κατά τα πρότυπα της αρχαίας ελληνικής τραγωδίας.

— Πάντως, στο σύγχρονο ραδιόφωνο, με ελάχιστες εξαιρέσεις, τραγούδια σαν κι αυτό δύσκολα βρίσκουν θέση.

— Δεν πιστεύω ότι ο κόσμος είναι ηλίθιος και μ’ ενοχλεί αυτή η τρέχουσα αντίληψη διαφημιστών και στατιστικολόγων. Οποιος υπηρετεί ή κατέχει ένα μέσο μαζικής μετάδοσης, εάν αποδεχθεί την κυριαρχία του μέσου όρου –την πεποίθηση ότι ο κόσμος αρέσκεται στο εύκολο, στο βατό, στο εύπεπτο, στο μελό, στο γαργαλιστικό, μπορείτε να βάλετε όσα επίθετα θέλετε– το μόνο βέβαιο είναι ότι θα κατεβάσει το μέσο επίπεδο. Με λίγα λόγια, το Μέσο φτιάχνει κλισέ, κοινοτοπίες, και στο τέλος γίνονται η τρέχουσα στερεοτυπία από την οποία δεν μπορεί κανείς να απεμπλακεί. Αυτό συμβαίνει.

— Αν σας ζητούσα να κρίνετε τη σύγχρονη παραγωγή πού θα στεκόσασταν περισσότερο;

— Στο ότι το τραγούδι δεν ήταν ποτέ σε κρίση. Η δισκογραφία ονομάζει τις δικές της κρίσεις, κρίσεις του τραγουδιού. Τα καλά τραγούδια πάντα ήταν λίγα. Σήμερα βρίσκω τραγούδια με ενδιαφέρον. Και μάλιστα είναι απορίας άξιο πώς μπορεί μέσα σ’ ένα χρόνο να υπάρχουν κάποια καλά τραγούδια, τη στιγμή που όλα συγκλίνουν στο να μην υπάρχει καθόλου αληθινή παραγωγή. Ναι, σίγουρα στο παρελθόν μπορεί να υπήρχαν περισσότερα, αλλά σε μια κοινωνία μη πολυδιασπασμένη, με λίγο πολύ αποσαφηνισμένες πεποιθήσεις και συγκεκριμένο καταμερισμό εργασίας, με ταυτότητα. Σήμερα στην εποχή της απόλυτης σύγχυσης ζητάμε κάτι άλλο; Πάντως μ’ ενδιαφέρει περισσότερο αυτό που δεν θα έπρεπε να γίνεται απ’ αυτό που θα επιθυμούσα να γίνεται. Τι εννοώ; Στο σκυλοπόπ ή στο ελεκτρογάβ μπορεί να βρω περισσότερες αλήθειες απ’ ό,τι σε ένα τραγούδι που θέλει να υποδυθεί το έντεχνο. Κι αυτό θα πρέπει να προβληματίσει όλους όσοι γράφουν.

Tο υλικό μου οι άνθρωποι

— Πότε προσέχετε ένα τραγούδι;

— Όταν ο στίχος λέει γνωστά πράγματα με καινούργιο τρόπο.

— Όταν επιστρέφετε σε πράγματα που έχετε γράψει στο παρελθόν ποιο συναίσθημα κυριαρχεί;

— Δεν επιστρέφω σε τραγούδια που έχω γράψει κι όταν είμαι υποχρεωμένος να το κάνω κυριαρχεί μόνο ένα συναίσθημα: ντροπή. Ντρέπομαι με τον ίδιο τρόπο που θα ντρεπόμουν αν συναντούσα μια παλιά ερωμένη. Θα κοκκίνιζα διότι γνωρίζει τις πιο μικρές λεπτομέρειες του εαυτού μου, τις πιο μύχιες σκέψεις μου.

— Ποιο είναι το πιο κολακευτικό σχόλιο που έχετε ακούσει για τη δουλειά σας;

— Θα σας απαντήσω με μια παραδοξολογία που απηχεί όμως την πραγματικότητα. Πάνω από επτά ή οκτώ φορές, έχω δει σε νεκροταφεία γραμμένα αποσπάσματα από στίχους μου επάνω σε μνήματα. Οταν το είδα κλονίστηκα. Αλλά μετά σκέφτηκα ότι αυτοί οι άνθρωποι επέλεξαν δικά μου λόγια να συντροφεύσουν τους οικείους τους και πήρα απόφαση ότι ο λόγος μου είναι εγχάρακτος επί μαρμάρω. Με το τραγικό και το κωμικό της υπόθεσης.

— Ένα τραγούδι πότε δικαιολογεί τον χαρακτηρισμό διαχρονικό;

— Όταν συνοψίζει, σκέψεις, επιθυμίες, απόψεις, αγωνίες πολλών άλλων πλην του εαυτού σου. Πιστεύω ότι η συνειδητή γραφή είναι «πλην εγώ». Κι αυτό γίνεται με μια διαδικασία ενσυναίσθησης. Ο πραγματικός συγγραφέας έχει δύο δυνατούς δρόμους. Ο ένας είναι αυτός κατά τον οποίο γράφει για τη ζωή που δεν έζησε και θα επιθυμούσε να ζήσει. Ο άλλος δρόμος είναι να γράφει κανείς από το περίσσευμα της ζωής που έχει ζήσει. Ό,τι περισσεύει το βγάζει και το συνταιριάζει με των υπολοίπων. Εδώ ανήκω. Δεν γράφω κάτι για μένα. Το υλικό μου είναι οι άνθρωποι. Ούτε γενικά και αφηρημένα η γλώσσα. Είναι η γλώσσα που λαλούν οι άνθρωποι και ό,τι αυτή περιέχει μέσα.

Δεν έχουμε συνθέτες με μουσική παιδεία

— Συμφωνείτε με την άποψη ότι η θεματολογία των τραγουδιών σήμερα είναι ρηχή και εξαντλημένη;

— Σίγουρα κυριαρχούν τα ερωτικά τραγούδια. Δεν φταίει όμως η θεματολογία που μοιάζει ρηχή κι εξαντλημένη. Φταίει το ότι οι ίδιοι οι δημιουργοί δεν έχουν αρκετά αποθέματα επινοητικότητας, ευρηματικότητας ή ενδεχομένως δεν έχουν την κατάλληλη παιδεία. Έχουμε όμως και πολιτικό στίχο σήμερα, απλώς δεν είναι τόσο ευδιάκριτος γιατί δεν γίνεται πια διάγγελμα παρατάξεων ή κομμάτων όπως συνέβαινε στο παρελθόν.

Ο ρόλος του στιχουργού

— Πολλοί μιλούν για τη συρρίκνωση του ρόλου του στιχουργού. Μήπως είναι κι αυτός ένας λόγος της «φτώχειας» που επικρατεί;

— Η αλήθεια είναι ότι δεν δίνεται μεγάλη σημασία στα λόγια και δεν φτιάχνονται τραγούδια με γνώμονα τον στίχο. Υπάρχουν συνθέτες που παίρνουν ένα στίχο και μετά ψάχνουν να βρουν καινούργιες μουσικές φόρμες. Τώρα, γράφουν πρώτα τη μουσική και μετά ο στιχουργός είναι περιορισμένος να γράψει μέσα στα πολύ ασφυκτικά όρια, μιας, μάλλον κυκλικής μουσικής φράσης. Και προσπαθώντας να κάνει επιτυχία επιλέγει μια αβανταδόρικη θεματολογία: τον έρωτα. Αυτή είναι η καινούργια πραγματικότητα. Η έννοια του στιχουργού όπως τη γνωρίσαμε στη δεκαετία του ’80 και πιο πριν έχει εκλείψει όπως και η έννοια του συνθέτη. Δεν έχουμε συνθέτες. Εχουμε ανθρώπους που είναι πολύ καλοί τεχνικοί των κομπιούτερ και της κονσόλας, αλλά χωρίς ευρεία μουσική παιδεία. Είμαι ευτυχής που συνεργάστηκα με συνθέτες που είχαν παιδεία και αναζητούσαν πραγματικό στίχο.

— Η παραγωγή στίχων σε ποιο βαθμό αντικατοπτρίζει την ποιητική παραγωγή;

— Κατά κανόνα η ποίηση προηγείται και τα πιο κοινότοπα στοιχεία της, τα οποία όμως είναι καινοτόμα, εντέχνως τα υποκλέπτουν επιτήδειοι στιχουργοί. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η ποίηση είναι ένας δοκιμαστικός σωλήνας για τη στιχουργική. Ας μη σταθούμε όμως μόνο εκεί. Σε κανένα επίπεδο δεν είμαστε καλά και αυτό δεν είναι μόνο ελληνικό φαινόμενο. Οι αυτοπροσδιοριζόμενοι ως διανοούμενοι εδώ και τρεις δεκαετίες είναι σε μία κατάσταση περίπου αλαλίας. Χαμένοι μεταξύ μοντερνικότητας και μεταμοντερνικότητας. Φλυαρούν ασταμάτητα περί των ορίων της νεωτερικότητας και αυτό δεν δείχνει τίποτα άλλο παρά μια σύγχυση, μια αδυναμία να κατανοήσουν τις νέες εξελίξεις σε όλους τους τομείς. Ετσι λοιπόν, αυτή η αδυναμία εκφράζεται σε έργο που στην πραγματικότητα δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένα εκλεκτικό και επιλεκτικό αναμάσημα από παλαιότερα είδη και μορφές, το οποίο ονομάσαν post modern για να είναι όλοι βολεμένοι.

— Θα ήθελα να μου μιλήσετε λίγο για το ραδιόφωνο. Με ποια κριτήρια επιλέγετε τα τραγούδια κάθε εκπομπής; (Κάθε Τρίτη τα μεσάνυχτα στο Δεύτερο πρόγραμμα 103.7)

— Με γνώμονα το κείμενο. Γι’ αυτό και δεν έχω περιορισμούς. Μπορώ να περάσω από ένα σόουλ κομμάτι σ’ ένα ρεμπέτικο ή από ένα έθνικ σ’ ένα κλασικό. Για κάθε εκπομπή προετοιμάζομαι αρκετές μέρες. Το δύσκολο σε κάθε εκπομπή είναι να κατανοήσεις το στίγμα. Δηλαδή, τι απασχολεί εκείνες τις μέρες τους περισσότερους ακροατές, και που αυτό συναρτάται με την ποίηση ή την πεζογραφία. Τι θα ανασύρεις, τι θα προτάξεις; Από την εκπομπή και την ανταπόκριση των ακροατών κατάλαβα κάτι πολύ σημαντικό: ο ποιητικός λόγος μπορεί να είναι καθημερινός και δημόσιος σε αντίθεση με την αντίληψη ότι είναι πολυτελής, απομονωμένος και ιδιωτικής χρήσεως. Τώρα, γενικά για το ραδιόφωνο, συμβαίνει ό,τι και με το τραγούδι, την ποίηση, τη λογοτεχνία, τον κινηματογράφο. Αλλά τα πράγματα θ’ αλλάξουν κι αυτό είναι τόσο βέβαιο όσο και το ότι η Γη γυρίζει.

Σκόρπια λόγια

«Έβγαλε βρώμα η Ιστορία ότι ξοφλήσαμε / είμαστε λέει, το παρατράγουδο στα ωραία άσματα / και επιτέλους· σκασμός οι ρήτορες πολύ μιλήσαμε / στο εξής θα παίζουμε σε αυτό το θίασο μόνο ως φαντάσματα»

Από το τραγούδι «Ανεμολόγιο» που βρίσκεται στο δίσκο «Συγγνώμη για την άμυνα» του Θάνου Μικρούτσικου. Ερμηνεία Γιώργος Νταλάρας.

«Η ζωή σου έτσι κι αλλιώς/τρύπιο γόνατο κι ανάπηρος βηματισμός/Η ζωή σου εδώ κι εκεί/απομόνωση στην ίδια σου τη φυλακή/Η ζωή σου όπου κι αν πας/άδειο τρίκυκλο και φαγωμένος μουσαμάς»

Από το τραγούδι «Έτσι κι αλλιώς».

«Αλλάζεις κάθε βράδυ/το βράδυ, ρούχα κι ονόματα/χαμένος μες στης νύχτας τα κυκλώματα/ χαμένος μες στη νύχτα /χαμένος, στα κυκλώματα /αλλάζεις το βράδυ ονόματα. Δεν είμαστε στην ίδια την συχνότητα/ Δεν είμαστε στον ίδιο τον σταθμό/ Τα όνειρά μου έχουνε ταυτότητα /Τα όνειρά σου έχουν αριθμό»

Από το τραγούδι «Συχνότητα». Όπως και το προηγούμενο βρίσκεται στα «Σκουριασμένα χείλια» του Σταμάτη Κραουνάκη. Ερμηνεία Βίκυ Μοσχολιού.

«Περνάν οι νύχτες, τα δευτερόλεπτα βαριά

στους λεπτοδείκτες/Ζητώντας κάτι που

να μη γίνεται ουρλιαχτό κι οφθαλμαπάτη

Ξέρω τ’ όνομά σου...

Στων χιλιομέτρων την ερημιά και στη σιωπή

των χρονομέτρων/Ακούγονται τώρα σειρήνες,

μεταγωγικά κι ασθενοφόρα

Ξέρω τ’ όνομά σου...

Δε λες κουβέντα...»

Από το «Δε λες κουβέντα». Δίσκος «Φράγμα», του Δήμου Μούτση. Ερμηνεία Σωτηρία Μπέλλου.