Αρχική σελίδα → Προσωπικά Ενδιαφέροντα → Μουσική

Η επιστροφή του Ψαρονίκου

Δηµήτρης Ν. Μανιάτης, εφ. Τα Νέα, 7/2/2011

Ο Ψαρονίκος,ο «Αρχάγγελος της Κρήτης»– κατά τον µεγάλο µας φιλόλογοΓ.Π. Σαββίδη – έκανε το δικό του µακρύ ταξίδι µέσα στη µουσική και τηνεώτερη Ιστορία γράφοντας τη σελίδα του στον Πολιτισµό. Σήµερα, που το downloading γνωρίζει δόξες, η αναλογική δισκογραφία φθίνει και η ρευστότητα του µουσικού τοπίου πυροδοτεί αµηχανία, αναζητήσεις και νέους τρόπους δηµιουργίας, η µεγάλη του παρακαταθήκη, το µοναδικό του παίξιµο στη λύρα (µια πλευρά της πορείας του που αγνοήθηκε αδίκως απ’ το ευρύ κοινό), τορεπερτόριο, η δισκογραφία του αλλά και η κοινωνική του στάση παραµένουν θέµατα προςανακάλυψη απ’ τους νεώτερους.

∆εν είναι τυχαίο πως και τώρα που η πιο εµπορική πτέρυγα της νεοκρητικής σκηνής έχει γίνει µόδα (και όχι µόνον στην Κρήτη), ο Ξυλούρης και ηδισκογραφία του ανήκουν στα πιοευπώλητα της µουσικής βιοµηχανίας, νέοι όλων των αφετηριών περνούναπ’ το ιστορικό δισκάδικο της µονάκριβης γυναίκας του Ουρανίας Μελαµπιανάκη στη Στοά Πεσµαζόγλου και ζητούν τους πιο αγνώστους δίσκους του ενώ αφιερώµατα στήνονται καιξαναστήνονται για εκείνον.

Κορυφαία µάλιστα για τη χρονιά που πέρασε ήταν η ∆ιήµερη Συνάντηση για τονΝίκο Ξυλούρη στη γενέτειρά του, στα Ανώγεια, στις 26 και 27 Ιουνίου πουπεριελάµβανε συµπόσιο αποτίµησης του έργου του, εκδηλώσεις και ένα µεγάλο γλέντιπου διοργάνωσε η µεγάλη µουσική οικογένεια των Ξυλούρηδων.

Και κάπως έτσιξανασκύβουµε στη λούπα του χρόνου µε αφορµή µάλιστα ένα νέο βιβλίο - αφιέρωµα στον Νίκο Ξυλούρη. Ένα βιβλίο που συµπίπτει µε τατριανταένα χρόνια απ’ το φευγιό του, µια έκδοση µε ανέκδοτο υλικό και φωτογραφίες, δεκάδες κείµενα (ανάµεσά τους και πολλών συνεργατών και φίλων του Ψαρονίκου) και άγνωστες πληροφορίες. «Ο Ξυλούρης είχε το πλεονέκτηµα οτιδήποτε και αν τραγούδησε να το κάνει κτήµα όλων,γεγονός πουχαρακτηρίζειµόνο τους πολύ µεγάλους ερµηνευτές. Κι αυτό γιατί δεν ήταν απλώς ένας µεσολαβητής τωντραγουδιών αλλά µύστης µιας τελετουργίας. Είπε βέβαια, και σπουδαία τραγούδια. Αυτός ο συνδυασµός είχε ως αποτέλεσµα να παραµείνει αλώβητος στοπέρασµα του χρόνου και να καταφέρνει να περνά από γενιά σε γενιά», σηµειώνει εύστοχα στον πρόλογό του στην έκδοση «Νίκος Ξυλούρης... τραγουδάµε για να σµίξουµε τον κόσµο» (εκδ. Μετρονόµος) ο επιµελητής της Θανάσης Συλιβός. Και έτσι είναι, αφού τώρα αποτιµάµε την αξία των πιο άγνωστων στιγµών του στη δισκογραφία (δώστε εκ νέου βάση στις δουλειέςτου µε τον Χριστόδουλο Χάλαρη, τα υπέροχα ποιήµατα που µελοποίησε ο Λουκάς Θάνος στο «Σάλπισµα» ή τα «Αντιπολεµικά» του Λίνου Κόκοτου), ή επανερχόµαστε στα παλιά και δοκιµασµέναπου ακούγονται στις µικρές µουσικές σκηνές απ’ τους νεώτερους καλλιτέχνες αλλάκαι σε YouTube και facebook.

Οι άγνωστες ιστορίες του Ξυλούρη

Βραβεύτηκε σε φεστιβάλ στο Σαν Ρέµο αλλά και από τη Γαλλική Ακαδηµία - αν και αρχικά οι γονείς του δεν τον ήθελαν µουσικό. Ελάχιστα γνωστές πτυχές της ζωής του µεγάλου τραγουδιστή συγκεντρώνονται σε µια νέα έκδοση

Από µουσική οικογένεια – παππούς τουήτανο λυράρης Αντώνης Σκουλάς ή Καραµουζαντώνης –, γεννήθηκε στα Ανώγεια Ρεθύµνου και µετά την ολοσχερή καταστροφή του χωριού από τους Γερµανούς το 1941 µετεγκαταστάθηκε µε την οικογένειά τουστην επαρχία Μυλοποτάµου. Ο δάσκαλος του Νίκου Ξυλούρη στο σχολείο, ο Μενέλαος ∆ραµουντάνης, εντόπισε πρώτος το ταλέντοτου Νίκου στη φωνή και έπεισε τον πατέρα του (που δεν ήθελε) να του αγοράσει µια λύρα.

Παππούς του ήταν ο θρυλικός Ψαράκης (Αντώνης Ξυλούρης), ένας απ’ τους σηµαντικότερους κρητικούς οπλαρχηγούς επί Τουρκοκρατίας µε τη φήµη των παράτολµων ενεργειών του. Γρήγορος σαν το ψάρι, του έβγαλαν το παρατσούκλι Ψαράκηςπου κληρονόµησε στα παιδιά του, στα εγγόνια του, εξ ου και Ψαρονίκος (αλλά και Ψαραντώνης, ο επίσης σπουδαίος µουσικός και αδελφός του). Στα δεκαέξι του ο Ψαρονίκος κατεβαίνει στο Ηράκλειο και πιάνει δουλειά στο «Κάστρο», ζώντας µε λιγοστά χρήµατα και σ’ ένα φόντο που θέλει τους αστούς ντόπιους να διασκεδάζουν περισσότερο µε βαλς,ρούµπες και τανγκό παρά µε µαντινάδες.

«∆εν σε έσφαξα που τον πήρες, θα σε σφάξω όµως αν ποτέ τον χωρίσεις».

Ο πατέρας της Ουρανίας Μελαµπιανάκη – παντοτινής γυναίκας τουΞυλούρη – δεν είδε µε καλόµάτι το ειδύλλιο της κόρης τουµε τον νεαρό ανωγειανό µουσικό. Οι δύο νέοι,σε πείσµα των καιρών και των ταξικών φραγµών, κλέφτηκαν το 1958 και παντρεύτηκαν. Μόλις το 1963 έσπασε ο πάγος – και εξαιτίας ενός προβλήµατος υγείας του τρίχρονου τότε Γιώργη – και η οικογένεια Μελαµπιανάκη αποδέχθηκε οριστικάτον Ξυλούρη ως γαµπρό της.

Τα πρώτα δύο τραγούδια που ηχογράφησε ο Ξυλούρης το 1958 σε δίσκο 78 στροφών απ’ την Odeon ήταν τα «Κρητικοπούλα» («Μια µαυροφόρα όταν περνά») και «∆εν κλαίνε οι δυνατές καρδιές». Στο λαούτοτον συνόδεψε ο αδελφός του Γιάννης (Ψαρογιάννης), ενώ δεύτερη φωνή έκανε η γυναίκα του. Για να πεισθεί η εταιρεία και να κυκλοφορήσει τον δίσκο, χρειάστηκε να επέµβει ο πολιτικός και οικονοµικός παράγοντας Παύλος Βαρδινογιάννης, ο οποίος εγγυήθηκε πως, αν δεν πουλήσει ο δίσκος,θα καλύψει εκείνος τη ζηµιά! ∆εν χρειάστηκε βέβαια ποτέ να γίνει κάτι τέτοιοκαι τα πράγµατα πήραν τον δρόµο τους.

Στη µετέπειτα δισκογραφία του,µάλιστα, είναι άγνωστο αλλά µε τη δική του αξία το γεγονός πως επέµενε να µπαίνει στη µίαπλευρά των δίσκων του ένα ριζίτικο τραγούδι. Τότε µάλιστα αυτά τα κοµµάτια δεν τραγουδιόντουσαν – όπως διαβάζουµε στην έκδοση «Νίκος Ξυλούρης… τραγουδάµε για να σµίξουµε τον κόσµο» – ευρέως στην Κρήτη, αλλά µόνο στα Χανιά και σε κάποια πεδινά χωριά του Ρεθύµνου. Επίσης, για πρώτη φορά έγραψε τέσσερις καινούργιες µελωδίες πάνω στον µαλεβιζιώτικο χορό (µέχρι τότε οι λυράρηδες έπαιζαν τον έναν και µοναδικό σκοπό του µαλεβιζιώτικου) και άρα ο Ξυλούρης –όπως σηµειώνει ο ερευνητής Αλέξης Βάκης – συνέβαλε αποφασιστικά στην ανανέωση του σολιστικού ρεπερτορίου της λύρας.

Το 1966, µάλιστα, απέσπασε το πρώτο βραβείο σε διεθνή φολκλορικό διαγωνισµό στο Σαν Ρέµο της Ιταλίας.

Επαιξε ακόµα και συρτάκι µε τη λύρα και εξέπληξε τους παρευρισκόµενους. Τρία χρόνια µετά µετακοµίζει στην Αθήνα, εµφανίζεται στο «Κονάκι», συνεργάζεται µε τον Γιάννη Μαρκόπουλο και αργότερα ηχογραφεί τα «Ριζίτικα», σε µια εποχή που η επιστροφή στις ρίζες θέτει τα δικά της θεµέλια. Για την ακρίβεια και επειδή ο Μαρκόπουλος ανήκε µε συµβόλαιο στη Philips και ο Ξυλούρης στην Columbia, οι δύο εταιρείες συµφώνησαν να κυκλοφορήσει από ένας δίσκος στην καθεµιά µε τη συµµετοχή και των δύο. Αποτέλεσµα αυτής της συµφωνίας ήταν το «Χρονικό» (1970) και τα «Ριζίτικα» (1971). Παράλληλα οι φοιτητές στριµώχνονται στην µπουάτ «Λήδρα» για να απολαύσουν τον Ξυλούρη και τον Γιάννη Μαρκόπουλο σ’ ένα πρόγραµµα που γνωρίζει επιτυχία υπό το άγρυπνο βλέµµα της Ασφάλειας. Πέντε χρόνια µετά την κυκλοφορία των «Ριζίτικων» – και έπειτα από µια πλούσια δισκογραφία – του απονεµήθηκε το βραβείο ερµηνείας από την Ακαδηµία Charles Cros της Γαλλίας για τον παραπάνω δίσκο. Παραδόξως, ο δίσκος του εξωτερικού δεν αναφέρει καθόλου το όνοµά του!

INFO

Με µια µατιά