Αρχική σελίδα → Προσωπικά Ενδιαφέροντα → Μουσική

Ο μπαγλαμάς του Τσιτσάνη και χιλιάδες ανέκδοτα τραγούδια

Μικέλα Χαρτουλάρη, εφ. Τα Νέα, 26/1/1998

ΑΝΕΚΤΙΜΗΤΟΙ ΡΕΜΠΕΤΙΚΟΙ ΘΗΣΑΥΡΟΙ ΣΤΟ ΑΡΧΕΙΟ ΤΟΥ ΗΛΙΑ ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΥ ΣΤΗ ΓΕΝΝΑΔΕΙΟ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΠΟΥ ΕΤΟΙΜΑΖΕΙ ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΚΟΙΝΟ

Σχέδια, σκονάκια και επιστολές

Ηλίας Πετρόπουλος: «Βλέπω τα πράγματα ανορθόδοξα»

Ο μπαγλαμάς του Βασίλη Τσιτσάνη με την υπογραφή του στο ηχείο. Και ο μπαγλαμάς του Μπάτη που γράφει «ο μάγκας» στο ηχείο. Κι ακόμα, ένα σκαφτό μπουζούκι της φυλακής από τις αρχές του αιώνα με ζωγραφισμένο ηχείο που γράφει «Ακροναυπλία». Και πλήθος χειρόγραφες παρτιτούρες με τη μουσική ρεμπέτικων τραγουδιών. Και δεκάδες, εκατοντάδες ρεμπέτικα τραγούδια, ανορθόγραφα γραμμένα σε χειρόγραφα ή δακτυλόγραφα, με την υπογραφή συχνά του δημιουργού τους, ή με τη σφραγίδα της λογοκρισίας του Μεταξά...

Ο μπαγλαμάς του Τσιτσάνη με την υπογραφή του στο ηχείο βρίσκεται σήμερα στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη χάρη στον Ηλία Πετρόπουλο, ο οποίος το χάρισε με ολόκληρο το πολύτιμο αρχείο ρεμπέτικων που διέθετε

Πού βρίσκονται όλα αυτά; Στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη που διευθύνει σήμερα η Χάρη Καλλιγά. Δύο χιλιάδες εκατόν εξήντα πέντε ντοκουμέντα για το ρεμπέτικο τραγούδι. Ένα υλικό μοναδικό που απέκτησε με θεμιτό ή καμιά φορά αθέμιτο τρόπο ο Ηλίας Πετρόπουλος τη δεκαετία του '60, όταν ετοίμαζε τη μνημειώδη και καθοριστική έκδοση «Τα ρεμπέτικα τραγούδια». Μία μελέτη, που του κόστισε το 1968 μία καταδίκη σε πεντάμηνη φυλάκιση. «Πέρασα σαν σκούπα πριν απ' όλους», έλεγε στα «ΝΕΑ» τις προάλλες. Και πράγματι διέσωσε έτσι ένα ανεκτίμητο υλικό για το ρεμπέτικο και την κουλτούρα του. Ένα υλικό, που λίγα χρόνια αργότερα άρχισαν να το διεκδικούν, έναντι αδρών ποσών, αμερικανικές βιβλιοθήκες και μεγάλα ερευνητικά κέντρα.

Όλα αυτά τα ντοκουμέντα είναι σήμερα ανοικτά στον μελετητή. Ο Ηλίας Πετρόπουλος δώρισε το 1974 το πολύτιμο αρχείο του στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη, πράγμα ιδιαίτερα σημαντικό δεδομένου ότι μόνο το 10% των ντοκουμέντων για το ρεμπέτικο είναι γνωστά και δημοσιευμένα.

Εμπλουτίζει μάλιστα συστηματικά αυτή του τη δωρεά, στέλνοντας κούτες από το Παρίσι όπου κατοικεί, πρόκειται μάλιστα να στείλει και μία λατέρνα.

Πάντως, ήδη μπορεί κάποιος να ανασυστήσει, μέσα από το αρχείο του στη Γεννάδειο, τη ζωή των ρεμπετών και μαζί τής λούμπεν κοινωνίας. Υπάρχουν φωτογραφίες από τα σπίτια τους, από τα νυχτερινά κέντρα και τα συγκροτήματα της εποχής, υπάρχουν λίστες χειρόγραφες με τα προγράμματα που παρουσίαζαν, αλλά και τα συμφωνητικά τους με τις δισκογραφικές εταιρείες, υπάρχουν αυτόγραφα σημειώματα ρεμπετών, η «ιστορία του μπουζουκιού» όπως την υπαγόρευσε ο Κερομύτης στον Πετρόπουλο, ο αυτοβιογραφικός «Λαθραίος» του Γ. Παπαϊωάννου και το τετράδιο με τα 300 τραγούδια, που κατέγραψε το 1944 ο μπάρμπα Μιλάνος, αγγελτήρια κηδειών και αποκόμματα εφημερίδων...

Κι όλα αυτά δεν είναι παρά ένα μέρος της δωρεάς του Πετρόπουλου. Το Αρχείο του στη Γεννάδειο είναι εθνολογικό, λαογραφικό, μουσικολογικό και λογοτεχνικό, περιλαμβάνει την αλληλογραφία του, πίνακες ζωγραφικής, προσωπικά έγγραφά του, έντυπο υλικό για τον Καραγκιόζη και το Θέατρο Σκιών, βιβλία κ.λπ. Το επιμελούνται η Αγγελική Κοσμοπούλου και η Ναταλία Βογκεΐκωφ και είναι ένα από τα καλύτερα οργανωμένα αρχεία.

Αυτός ο πληθωρικός και πολυπράγμων συγγραφέας που έχει κάνει τρία χρόνια φυλακή, αυτή η αιρετική προσωπικότητα που αρέσκεται να προκαλεί τον καθωσπρεπισμό της «πολιτισμένης κοινωνίας», αυτός ο λαογράφος και ποιητής που αμφισβητεί κάθε ιερό και όσιο και δεν διστάζει να υιοθετεί καμιά φορά αγοραίο ύφος, αποτελεί, με την οργάνωση του αρχείου του, το όνειρο κάθε αρχειονόμου. Τα ντοκουμέντα του, αριθμημένα, σφραγισμένα με τη σφραγίδα του, τοποθετημένα σε φακέλους, ταξινομημένα και ταυτισμένα φυλάσσονται στην ειδική αίθουσα Αρχείων της Γενναδείου σε αντιόξινες χαρτονένιες κούτες, έτσι που ο μελετητής να μπορεί εύκολα να τα αποκρυπτογραφήσει.

«ΤΑ ΝΕΑ» παρουσιάζουν σήμερα αυτό το αρχείο.

Αφορμή οι μουσικές εκδηλώσεις και η μεγάλη έκθεση που ετοιμάζει η Γεννάδειος Βιβλιοθήκη με υλικό από το Αρχείο Πετρόπουλου για τα 70 χρόνια φέτος του συγγραφέα. Γι' αυτόν τον λόγο, μάλιστα, ο Ηλίας Πετρόπουλος θα επιστρέψει στην Ελλάδα για πρώτη φορά μετά 24 χρόνια.

Ο Οδυσσέας Ελύτης, ο Νίκος Καρούζος και ο Γιάννης Σκαρίμπας επαινούν με τα καλύτερα λόγια τον Ηλία Πετρόπουλο για τη δουλειά του στα «Ρεμπέτικα Τραγούδια». «Σαν Έλληνας σ' ευχαριστώ και σαν φίλος σού σφίγγω το χέρι», του γράφει ο Ελύτης στις 5 Αυγούστου 1968. «ΤΑ ΝΕΑ» δημοσιεύουν τις επιστολές Καρούζου και Σκαρίμπα, που είναι επίσης χαρακτηριστικές

Ένα βαλιτσάκι με αυτοκόλλητες ετικέτες-ενθύμια από την παραμονή του Ηλία Πετρόπουλου στην Ασφάλεια και τις φυλακές. Ένας φάκελος, με την ένδειξη «Υπήρξα σπουδαίος μαθητής», γεμάτος «σκονάκια» του συγγραφέα για τις σχολικές εξετάσεις. Ένας άλλος με τίτλο «Καλαμπάκα 1952» ­ εκεί έκανε τη στρατιωτική του θητεία ­ γεμάτος σχέδια από σπίτια κυρίως και τοποθεσίες που ζωγράφιζε ως φαντάρος.

Ένα άλλο μπλοκ, όπου θα δει κανείς ζωγραφισμένο και το σπίτι της Άννας Φρανκ. Πλήθος φωτογραφίες που αποτυπώνουν μια ζωή που χάθηκε, π.χ. μια συλλογή ναργιλέδες, μουσικά όργανα, εργόχειρα της φυλακής».

Τελικά, τι αποκαλύπτει το «Αρχείο» που δώρισε το 1974 ο Ηλίας Πετρόπουλος στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη;

Από τη μια, η ενότητα του Ρεμπέτικου Αρχείου, που είναι και η μεγαλύτερη, δίνει πολύτιμες ­ άγνωστες και αδημοσίευτες ­ πληροφορίες για τους ρεμπέτες, την κουλτούρα τους και τον υπόκοσμο. Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα είναι και η ενότητα με τις φωτογραφίες που αποτυπώνουν, εν πολλοίς, μια εποχή που χάνεται. Π.χ. μέσα από τις φωτογραφίες των ναργιλέδων, των μουσικών οργάνων, των νυχτερινών κέντρων. Πολύτιμα επίσης τα ανώνυμα τραγούδια από Ελληνίδες Εβραίες κρατούμενες στο Άουσβιτς, που συνέλεξε και αφιέρωσε στον Πετρόπουλο ο Έντουαρντ Ροντίτι. Κι ακόμα δύο αδημοσίευτα μασονικά έγγραφα του 1846 και του 1888, δύο ποιήματα του φίλου του, Νίκου Καρούζου, αλλά και ένας αρκετά πλούσιος φάκελος Καραγκιόζη με άρθρα και μελέτες σχετικά, με φιγούρες του Καραγκιόζη, φιγούρες χαρτοκοπτικής, έντυπα κείμενα για παραστάσεις Καραγκιόζη κ.λπ.

Από την άλλη μεριά, είναι όλο εκείνο το υλικό που αποκαλύπτει τα πολλά πρόσωπα του Ηλία Πετρόπουλου. Και πρώτη πρώτη την αγάπη του για τη ζωγραφική και τους ζωγράφους. Θα βρει κανείς στο Αρχείο μπλοκ με αξιοπρόσεκτα σχέδιά του, αλλά και δεκάδες σχέδια του Φασιανού για τα διάφορα βιβλία του Πετρόπουλου, σχέδια του Μποστ, του Καραβούζη, του Τσόκλη, του Καναβάκη, τα ερωτογραφικά σχέδια για την ποιητική συλλογή «In Berlin» που ο Πετρόπουλος δημοσίευσε μόνο στα αγγλικά. Κι ακόμα πλήθος πορτρέτα του Πετρόπουλου ζωγραφισμένα από τον Αργυράκη, τον Σπεράντζα, τον Μάθεση, τον Καραβούζη ή τον Φασιανό.

Είναι έπειτα το εκλογικό του βιβλιάριο ­ «δεν ψήφισα ποτέ στην Ελλάδα» ­ και τα έγγραφα της φυλακής (1972-1973), οι προσωπικές του φωτογραφίες και η αλληλογραφία του. Τα γράμματα που του έστειλαν ο Καστοριάδης, ο Ελύτης, ο Καρούζος (σήμερα ένα από αυτά τα ανέκδοτα δημοσιεύεται στα «ΝΕΑ»), ο Μάριο Βίττι, ο Χατζιδάκις, ο Σκαρίμπας κ.ά. Είναι το μόνο απόρρητο υλικό, που θα ανοιχθεί μετά τον θάνατό του και θα δημοσιοποιηθεί μόνο με άδεια των επιστολογράφων ή των κληρονόμων τους.

Τέλος, είναι το χειρόγραφό του για το βιβλίο του «Το παράθυρο στην Ελλάδα», απ' όπου προκύπτει ο τρόπος που εργάζεται, αλλά και τα σαράντα βιβλία του, τα οποία εντάσσονται αυτόματα στη Βιβλιοθήκη της Γενναδείου και είναι προσβάσιμα στο κοινό της. Κι ακόμα το αντίτυπο των «Ρεμπέτικων» που ανήκε στον Σκαρίμπα με τις υπογραφές γνωστών ρεμπετών κ.ά.

Απ' όλα αυτά προκύπτει η πολυπραγμοσύνη αυτού του συγγραφέα, αλλά κατά κάποιον τρόπο και η ανεπίσημη ιστορία αυτού του αιώνα.

Ο Ηλίας Πετρόπουλος

Στην οδό Μουφτάρ, εκεί στην αριστερή όχθη του Σηκουάνα, όπου συγκεντρώνονται τα περισσότερα ελληνικά εστιατόρια, στο Παρίσι, κοντά στις γειτονιές των φοιτητών, κατοικεί ο Ηλίας Πετρόπουλος. Σε ένα σπίτι του 18ου αιώνα, όπου φθάνεις ανεβαίνοντας μια στενή επικίνδυνη ξύλινη σκάλα.

Το βασίλειό του είναι... ένας διάδρομος. Είναι τόσα τα βιβλία, τα λεξικά του ­ «χωρίς λεξικά δεν μπορείς να δουλέψεις» ­ οι φάκελοι με χαρτιά και ντοκουμέντα που τον περιστοιχίζουν, οι δίσκοι ­ ακούει πάντα μουσική όταν γράφει ­ τα σχέδια και οι τολμηρές φωτογραφίες που συμπληρώνουν το ντεκόρ, ώστε μετά βίας χωράει μία καρέκλα για τον καλεσμένο του. Κι όμως, εκεί γεννιούνται όλα αυτά τα βιβλία του που χαρτογραφούν τον ελληνικό υπόκοσμο, την παραδοσιακή τέχνη, τη γλώσσα και τις συνήθειες του ελληνικού λαού, την επίδραση των τουρκικών παραδόσεων στις ελληνικές, τις ιστορικές μνήμες. Εκεί καλλιεργεί μία στενή σχέση με εκείνες τις εκφάνσεις της ελληνικής καθημερινότητας που μέχρι πριν από λίγα χρόνια δεν τις κατέγραφε κανείς, είτε γιατί δεν ήσαν καθωσπρέπει είτε γιατί δεν συμβάδιζαν με την κατεστημένη ηθική είτε γιατί κρίνονταν πολύ ταπεινές ή ασήμαντες.

Εκεί συμπληρώνει την «Ιστορία της Καπότας» (θα κυκλοφορήσει από τις Εκδόσεις Νεφέλη), γράφει για την επανάσταση που έφερε το «Κλύσμα» ή για τη σημασία της «Κλανιόλας», μελετά την ιστορία της «Τραγιάσκας» και τη σχέση του Έλληνα με το καπέλο (το σχετικό βιβλίο θα κυκλοφορήσει από τις Εκδόσεις Πατάκης), ταξινομεί το αρχείο του με φωτογραφίες από τα ελληνικά νεκροταφεία. Εκεί διορθώνει το «Πολιτικό Λεξικό» του, που είναι σίγουρος ότι θα ενοχλήσει πολλούς και συμπληρώνει τις 7.000 λέξεις που έχει καταγράψει από τη γλώσσα της σύγχρονης νεολαίας και οι οποίες θα ενταχθούν σε ένα βιβλίο με τίτλο «Τα φλοράδικα». «Είναι οικονομικό να δουλεύεις πολλά βιβλία ταυτόχρονα», σχολιάζει...

Από εκεί λοιπόν στέλνει κάθε χρόνο διάφορες κούτες με φωτογραφίες, επιστολές, άρθρα ή ντοκουμέντα για τον εμπλουτισμό του Αρχείου του στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη.

«Δεν νοσταλγώ την Ελλάδα», τονίζει στα «ΝΕΑ» κι ας ζει εδώ η 34χρονη κόρη του Λήδα, μία αρχιτεκτόνισσα. «Και δεν έχω διάθεση να επιστρέψω. Φοβάμαι μη στεναχωρεθώ». Δεν είναι τυχαίο ότι ακόμα επικρέμαται πάνω του μια καταδίκη σε τέσσερις μήνες φυλάκιση για εξύβριση της θρησκείας. Ούτε είναι τυχαίο ότι εκτός από την καταδίκη του για τα «Ρεμπέτικα» που πρωτοκυκλοφόρησαν χωρίς την άδεια της ελληνικής λογοκρισίας το 1968, καταδικάστηκε το 1972 για το ποίημα «Σώμα» και το 1980 για την έκδοση του βιβλίου «Εγχειρίδιον του Καλού Κλέφτη».

«Με λένε αναρχικό, εξηγεί, και όμως πιστεύω ότι οι αναρχικοί είναι και αυτοί μια μαφία. Με λένε αιρετικό και πορνογράφο, όμως, η σύντροφος μου, η Μαίρη Κουκουλέ, με λέει πουριτανό. Κομπολόι δεν είχα ποτέ και σιχαίνομαι τα ναρκωτικά. Το μόνο μου χαρακτηριστικό είναι ότι δεν υπακούω σε κανένα δόγμα. Όλα θέλω να τα ψαύω και να υπογραμμίζω τις αντιφάσεις τους. Εκείνο που μ' ενδιέφερε πάντα, ήταν να μη βλέπω όπως βλέπουν οι άλλοι. Δάσκαλός μου σ' αυτό ήταν ο Πεντζίκης. Εκείνος μ' έμαθε να βλέπω τα πράγματα ανορθόδοξα, στερεοσκοπικά, παλαβιάρικα».

Τώρα που έχασε δύο μεγάλους φίλους του στο Παρίσι, τον ζωγράφο Τοπόρ και τον Κορνήλιο Καστοριάδη, ο Πετρόπουλος ρίχτηκε με ζήλο στην προετοιμασία ενός μεγάλου λευκώματος με 400 φωτογραφίες, κριτικογραφία, θετική και αρνητική, και επιστολές διασήμων προς αυτόν. Η έκδοση αυτή, με τίτλο «Ηλίας Πετρόπουλος. Τα εβδομήντα χρόνια», θα έχει εξώφυλλο έναν πίνακα του, επίσης φίλου του, Τσόκλη, και θα κυκλοφορήσει τούτη τη χρονιά από τις Εκδόσεις Πατάκης.

Αλλά ο συγγραφέας διευκρινίζει: «Δεν πρόκειται για αυτοβιογραφία. Δεν θα γράψω ποτέ κάτι τέτοιο. Το βρίσκω πολύ ναρκισσιστικό». Και προσθέτει: «Εγώ γράφω ποιήματα, αλλά δεν παριστάνω τον ποιητή. Και ο προσδιορισμός "λαογράφος", μου φθάνει και μου περισσεύει». Πρόκειται πάντως για έναν ιδιότυπο λαογράφο που, όπως λέει: «Μόνον παρουσιάζω στοιχεία. Ποτέ δεν εξηγώ. Αφήνω τον αναγνώστη να βγάλει μόνος του τα συμπεράσματά του. Δεν φθάνω σε θεωρίες».

Για τις γλώσσες των διαφόρων κοινωνικών ομάδων που έχει μελετήσει, έχει πάντως σαφή άποψη.

«Η πιο εύφωνη γλώσσα, η ομορφότερη, είναι η μάγκικη (π.χ. φέρτον/ε) που τη μιλούσαν ωραία οι Αρβανίτες. Τα πιο γλυκά ελληνικά τα μιλούσαν οι Σμυρνιοί, μ' αυτό π.χ. το διπλό "λάμδα" τους. Η πιο κλειστή γλώσσα είναι η γλώσσα των πρεζάκηδων, πιο κλειστή και από τα καλλιαρντά, που κατέγραψα 3.300 λέξεις. Τώρα ετοιμάζω τα "φλοράδικα" από τη γλώσσα των νέων. "Φλόρος" είναι μια παλιά μάγκικη λέξη που σημαίνει μαμμόθρεφτο. Ήταν εκείνα τα παιδιά που είχαν πάντα χαρτζιλίκι και ξηγιόνταν χωροφυλακίστικα. Τώρα είναι αυτοί που λένε "μη μου τη λες" (μη μου τη βγαίνεις) ή "έγινε της Πόπης", ή "αχταρμάς" ­ λέξη που προέρχεται από μέθοδο ειδικής κλοπής στα πεζοδρόμια, κ.λπ.».

Το βιβλίο όμως της ζωής του είναι άλλο, όπως λέει. Δεν είναι τα «Ρεμπέτικα» ούτε τα ερωτογραφικά κείμενά του με τις τολμηρές εικαστικές απεικονίσεις. Είναι ένα βιβλίο που ετοιμάζει με τίτλο «Ελλάδος Κοιμητήρια», γιατί «τα νεκροταφεία είναι πραγματικές πόλεις, με πλατείες, λαϊκές συνοικίες κ.λπ.». Εκεί θα μελετά «την κηδεία ως παρέλαση, την αρχιτεκτονική των τάφων, την πολεοδομία των νεκροταφείων κ.λπ. Τελικά δεν είμαι ρεμπετολόγος. Είμαι θανατολόγος, με ό,τι αυτό σημαίνει».