Αρχική σελίδα → Προσωπικά Ενδιαφέροντα → Μουσική

Πενιές και φεµινισµός

∆ηµήτρης Ν. Μανιάτης, εφ. Τα Νέα, 15/11/2010

Το στοιχείο της «ελεύθερης γυναίκας» του ’30 αποτυπώνεται τόσο στη µουσικό της ορχήστρας όσο και στη χορεύτρια σε µια εικόνα από «προχωρηµένο» καφέ αµάν (λαϊκό  καφενείο µε τραγουδιστές-αµανετζήδες) της εποχής

Γυναίκες οµοφυλόφιλες που µπαίνουν σε τεκέδες µεταµφιεσµένες σε άνδρες. Γυναίκες που διαλέγουν εκείνες – και µάλιστα επιθετικά– τους άνδρες. Γυναίκες που κάνουν καµάκι. Γυναίκες που δεν φοβούνται τους µάγκες...

Τα ρεµπέτικα τραγούδια της δεκαετίας του ’30 που περιγράφουν τις πρώιµες φεµινίστριες είναι παραπάνω από 80 και ακόµη και σήµερα προκαλούν και εντυπωσιάζουν. Γράφτηκαν από συντηρητικούς, άνδρες συνθέτες. Τραγουδήθηκαν από συντηρητικές στα ήθη ερµηνεύτριες. Και αποτυπώνουν τα υπαρκτά χαρακτηριστικά ενός τύπου γυναίκας που σήµερα µοιάζει εξωτική.

«Αυτές οι γυναίκες ήταν ελεύθερες χωρίς να χρειάζονται νόµους, ποσοστώσεις και πλακάτ για τη διεκδίκηση µιας πέτσινης ισότητας. Ηταν ελεύθερες µε τη µαγκιά τους και ζούσαν ισότιµα µε τους άνδρες», σηµειώνει στα «ΝΕΑ» ο ερευνητής του ρεµπέτικου τραγουδιού Πάνος Σαββόπουλος. Με αφορµή την πρωτότυπη µουσική παράσταση «Οι ελεύθερες ρεµπέτισσες του ’30» που ο ίδιος επιµελείται µας αποκαλύπτει µια υποφωτισµένη περίπτωση γυναίκας – και όχι θηλυκού ανδροειδούς όπως τονίζει µε οξύτητα κατά του σύγχρονου µοντέλου.

«Εχω εντοπίσει 80 ρεµπέτικα που περιγράφουν τις πρώιµες ελληνίδες φεµινίστριες. Αυτές που άδικα κατηγορήθηκαν ως πόρνες. Πώς αλήθεια θα χαρακτηριζόταν µια γυναίκα των αρχών της δεκαετίας του’30 που τραγουδούσε “ούζο πίνω και µεθάω κι όλα τα ποτήρια σπάω”; αναρωτιέται µε ρητορικό τρόποο κ. Σαββόπουλος και περιγράφει επιτυχίες του ρεµπέτικου που επιβεβαιώνουν τη σηµερινή σεµνοτυφία του κοινού, την ανεπιτήδευτη αλήθεια του µουσικού είδους, την πρωτοποριακή σκέψη των δηµιουργών του ‘30– ακόµη και των πιο συντηρητικών (όπως του Παναγιώτη Τούντα ή του Κώστα Σκαρβέλη).

INFO

«Οι ελεύθερες ρεµπέτισσες του ’30», απόψε στις 21.00, στο cafe του «Ιανού» (Σταδίου 24, τηλ. 210-3217.810). Με τις Νάντια Καραγιάννη, Κατερίνα Τσιρίδου, Αννούλα Βασιλείου, Κλάουντια Ροσίνι, ∆ήµητρα Κωστάκη, Μαρία Σταφυλοπάτη, Κριστέλλα ∆ηµητρίου, Ελευθερία Κουρλιά. Συµµετέχει ο Αγάθων. Παρέµβαση: Μίµης Ανδρουλάκης. Επιµέλεια: Πάνος Σαββόπουλος. Είσοδος: 10 ευρώ.

Επώδυνη χειραφέτηση

«Οι ρεµπέτισσες του ’30 συγκρούστηκαν µε το στερεότυπο της εποχής για τις γυναίκες που τις ήθελε να υποδύονται έναν συγκεκριµένο ρόλο. Στην περίπτωσή τους έχουµε µια επώδυνη χειραφέτηση – αν και ηµιτελής και αντεστραµµένη – που όµως υπάρχει και στα παραδείγµατα γυναικών του τάνγκο ή των µπλουζ», αναφέρει στα «ΝΕΑ» ο Μίµης Ανδρουλάκης που θα παρέµβει στην αποψινή παράσταση στον Ιανό για ένα από τα προσφιλή του θέµατα.

Οι χήρες και το τρίο

Υπόδειγµα απελευθέρωσης της εποχής είναι το τραγούδι «∆ύο χήρες» (στίχοι: Κώστας Μακρής, Στρογγυλός, µουσική: Κώστας Καρίπης), που µιλάει για ένα τρίο:

«Μια χήρα από την Κοκκινιά,µια χήρα παιχνιδιάρα εµάλωσε µε µια Σµυρνιά τσαχπίνα και ναζιάρα. Το φίλο της τής πείραξε κι έχασε τα µυαλά της κι από τη χήρα η Σµυρνιά εβρήκε τον µπελά της. Σµυρνιά τον καψουρεύτηκες τον όµορφό µου φίλο, µα αν σε δω να του µιλάς θα σου πατήσω ξύλο. Κι έτσι µαλώσανε οι δυο οι όµορφες οι χήρες, όχι σου πήρα τον µικρό, όχι εσύ τον πήρες.

Μα έπειτ’ αγαπήσανε και τον οµορφονιό τους, όπως εσυµφωνήσανε τον είχανε κι οι δυο τους».

«... και φωνάζαν µε λαχτάρα, αχ, αγοροκοριτσάρα»

«Μη περάσεις απ’ τη γειτονιά µου /  µάγκα µη σε ξαναδώ µπροστά µου /  Εµαθα µες στο Πασαλιµάνι / αγαπάς  µια µόρτισσα αλάνι» τραγουδούσε ο  Στελλάκης Περπινιάδης στο... γυναικείο τραγούδι «Τράβα ρε αλάνη» του  Κώστα Σκαρβέλλη (αριστερά, η ετικέτα του δίσκου 78 στροφών). Την ίδια  εποχή η Μαρίκα Νίνου τολµούσε να  τραγουδήσει ένα αντρικό τραγούδι:  «Είσαι η γυναίκα που µ’ αρέσει»

Ογδόντα χρόνια πριν οι ρεµπέτισσες, αλλά και το κοινό τους, ήταν πιο απελευθερωµένες και πιο ελεύθερες από το σηµερινό γυναικείο κοινό.

Οι στίχοι των τραγουδιών τους ήταν σχεδόν επιθετικοί και πάντως προχωρηµένοι, ειδικά σε ερωτικό επίπεδο.

Μια έρευνα στην πιο ελεύθερη εποχή του γυναικείου τραγουδιού καταλήγει τώρα σε µια µουσική παράσταση.

«Σου τοείπα καιστο λέγω θέλω να 'χω εγώ πολλούς», λέει το ρεµπέτικο «Στους Ποδαράδες µια Πολίτισσα» του Αντώνη ∆ιαµαντίδη, που ερµηνεύει σε µια εκτέλεση ο Γρηγόρης Ασίκης (υπάρχει και η εκτέλεση του Ζαχαρία Κασιµάτη) και ανοίγει την κουβέντα για τα ήθη της δεκαετίας του '30, τον τρόπο που αυτά αποτυπώνονται στα ρεµπέτικα της εποχής, αλλά και πώς σκιαγραφείται ένας ξεχασµένος τύπος γυναίκας – των αρχών του 20ού αιώνα – ξένος προς την καριέρα, τα µπλάκµπερι, τα meetings, τα καλά εστιατόρια ή και τα ντιβάνια των ψυχαναλυτών.

Κατ’ αρχάς ξαφνιάζει πώς τα περίπου 80 ρεµπέτικα µε αναφορά σε αυτές τις γυναίκες – που συγκέντρωσε ο ερευνητής του ρεµπέτικου Πάνος Σαββόπουλος – γράφτηκαν από άνδρες συνθέτες και µάλιστα απ’ τους πιο νοικοκύρηδες ή και ορθολογιστές τηςεποχής όπως τον Παναγιώτη Τούντα, που διετέλεσε και καλλιτεχνικός διευθυντής της Columbia, αλλά καιτης His Master’s Voice από το 1931 έωςτο 1940. Υπάρχουν ρεµπέτικα µεθέµα τη γυναίκα της εποχής – που πάντως δεν ήταν και η πλειονότητα – που εντυπωσιάζουν. Σε κάποια απ’ αυτά η γυναίκα αποφάσιζε πώς θέλει τον άνδρα. Υπάρχουν ρεµπέτικα που απαξίωναν το χρήµα. Αλλα περιέγραφαν το γυναικείο καµάκι. Ορισµένα είναι ακόµη πιο τολµηρά και θυµίζουν µικρά σενάρια µε πρωταγωνίστρια µία οµοφυλόφιλη – το «Γίνοµαι άντρας» του Παναγιώτη Τούντα είναι ένα τέτοιο. Μάλιστα ορισµένα είναι ακραία τραγούδια ακόµη και για τησηµερινή εποχή που διανύσαµε τόσα χιλιόµετρα διεκδίκησης δικαιωµάτων και ενθάρρυνσης της καλλιτεχνικής δηµιουργίας. Το ρεµπέτικο «Οι δύο χήρες» του Κώστα Καρίπη µιλάει για δύο χήρες (µια Κοκκινιώτισσα και µια Σµυρνιά) που αγάπησαν τον ίδιο άνδρα λόγω λειψανδρίας της εποχής (πόλεµοι, µετανάστευσή κ.ά.). Είναι αποκαλυπτικό πώς τελειώνει: «Και τον οµορφονιό τους όπως εσυµφωνήσανε τον είχανε κι οι δυο τους».

Ο Πάνος Σαββόπουλος προσθέτει ένα ακόµη ενδιαφέρον στοιχείο: «Οι τραγουδίστριες που τα ερµήνευσαν, ήταν µαζεµένα κορίτσια, µπορούµε να πούµε συντηρητικά, δεν ήταν χαρακτηριστικά παραδείγµατα ρεµπετισσών.Η Ρίτα Αµπατζή ή η Ρόζα Εσκενάζυ δεν ζούσαν (ακριβώς) σαν ρεµπέτισσες».

Μάλιστα πολλά ρεµπέτικα µεκυρίως θέµα τις γυναίκες των τεκέδωνµε τη σπάνια εξωστρέφεια (που αδίκως ταυτίστηκε µε την πορνεία) τραγουδήθηκαν από…άνδρες, όπωςοι «∆ύο Χήρες» πουερµήνευσε ο Στελάκης Περπινιάδης.

Κι αλήθεια, ποιος έχει γράψει τραγούδι σήµερα για γυναικείο καµάκι όπως την «Αγιοθοδωρίτισσα» του Βαγγέλη Παπάζογλου; Εδώ η πρωταγωνίστρια – κάτοικος του χωριού της Αττικής – πειράζει τους «σοφέρηδες» που έρχονται απ’ την Αθήνα. Ακόµη, στο «Γκαρσόν» του Γρηγόρη Ασίκη (γράφτηκε το 1933), µια γυναίκα µιλάει τρυφερά για ένα γκαρσόνι µε τη φωνήτης Ρόζας Εσκενάζυ ενώ στο «Μαριανθάκι»του Παναγιώτη Τούντα έχουµε µιασαφή απαξίωση του χρήµατος απ’ τη µεριά του «ασθενούς» φύλου: «Είµαι το Μαριανθάκι / που δεν αγάπησα ποτέ µου τα λεφτά / ε, ρε, να δεις µεράκι, κουβαρνταλίκι /µε τους µάγκες στα γερά». Το διαχρονικό µουσικό είδος του ρεµπέτικου υπήρξε πολύ πρωτοποριακό για την εποχήτου και παρά την αρχική αµφισβήτηση, σήµερα µοιάζει να διεµβολίζει όλατα κοινωνικά στρώµατα και να βρίσκει απήχηση στη νεολαία. Η τολµηρή θεµατική των στίχων του, η απλότητα (και µουσικά), η ανεπιτήδευτη ειλικρίνεια, αποτελούν τα δυνατά χαρτιά του, ενώ οι σύλλογοι και τα συγκροτήµατα µε ρεµπέτικα ξεφυτρώνουν σε όλο τον κόσµο. «Εχουµε σήµερα συλλόγους σεΓαλλία, Βέλγιο, Ολλανδία, Σουηδία, ακόµη και γκρουπ για τον Μάρκο Βαµβακάρη στην Ιαπωνία!», περιγράφει στα «ΝΕΑ» ο Πάνος Σαββόπουλος. «Τα ρεµπέτικα ελκύουν τη νεολαία. Ντρέποµαι όταν πηγαίνω στα ρεµπετάδικα αφού το κοινό έχει µέσο όρο ηλικίας 25-30 ετών και νιώθω µεσήλικας. Σε αυτό το είδος θα δείτε και ερασιτέχνες µουσικούς από άλλα επαγγέλµατα όπως τον Γιώργο Νινιό ή τον Ιεροκλή Μιχαηλίδη ή τον Παύλο Κοντογιαννίδη. Επίσης, σε µεγάλο βαθµό ακούν ρεµπέτικα και οι γυναίκες», συµπληρώνει.

Ποιος έχει γράψει τραγούδι σήµερα για γυναικείο καµάκι όπως την «Αγιοθοδωρίτισσα» του Βαγγέλη Παπάζογλου;

Η πρωταγωνίστρια, κάτοικος του χωριού της Αττικής, πειράζει τους «σοφέρηδες» που έρχονται απ’ την Αθήνα

Ρεµπέτικoς φεµινισµός

Σαν εµένανε, τσαχπίνα, δεν έχ’ άλλη στην Αθήνα, γίνοµ’ άντρας πρώτο πράµα µε πιστόλι και µε κάµα κι έχω γκόµενα µια δούλα και της τα ‘χω πάρει ούλα.

Ένα βράδυ µαζευτήκαν κι όλοι απάνω µου ριχτήκαν και αρχίσαν µαστορόδια µε τη γλώσσα τους τη τόφια και φωνάζαν µε λαχτάρα, αχ, αγοροκοριτσάρα «Γίνοµαι άντρας», του Παναγιώτη Τούντα.