Eπιστροφή στην εποχή της... βραδύτητας

Γιάννης Eλαφρός, εφ. Καθημερινή, 1/1/2005

Mε κοινό σύνθημα τη λέξη «αργά», κινήματα σε όλο τον κόσμο διεκδικούν την ποιότητα στην καθημερινή ζωή

Ζούμε στην εποχή της ταχύτητας και της έντασης. Tαχύτατα αυτοκίνητα, γρήγοροι υπολογιστές, πολυδύναμα κινητά τηλέφωνα και υπερηχητικά αεροπλάνα. Όλοι τρέχουμε σαν παλαβοί για να προλάβουμε. Κουρδισμένα στρατιωτάκια της παραγωγικότητας, αστείες –όσο και δραματικές– φιγούρες. Αλλά η μέρα αποδεικνύεται ολοένα και πιο μικρή, καθώς ο χρόνος αμείλικτα ξοδεύεται στο αυτοκίνητο, στην επιμήκυνση του ωραρίου ή στη δεύτερη δουλειά, στις ολοένα και περισσότερες υποχρεώσεις.

Το αστείο είναι ότι η γοητεία της ταχύτητας και των διαφόρων fast – εφαρμογών προέρχεται από την υπόσχεση ότι θα μας βγάλουν νικητές στην αδυσώπητη μάχη με τον χρόνο. Θα τα κάνουμε όλα πιο γρήγορα, ώστε να μας μένει χρόνος και για «άλλα πράγματα»· ίσως αυτά που θέλουμε περισσότερο. Κι όμως, ο εντατικός ρυθμός ζωής αφαιρεί σχεδόν κάθε περιεχόμενο πραγματικής ζωής. Σαν να περνάς με 200 χιλιόμετρα την ώρα, από τοπία που φεύγουν σαν καρτούν.

Πού χάθηκε η εμπειρία ενός αργόσυρτου γεύματος, πλούσιου σε γεύση και σε συζήτηση; Πώς ηττήθηκε η κριτική σκέψη και ο αναστοχασμός από τον όγκο των ταχύτατα διακινούμενων πληροφοριών; Γιατί «δεν υπάρχει χρόνος» για να διαβάσουμε ποίηση ή να ονειρευτούμε με τα μάτια ανοικτά; Πώς καταντήσαμε αιχμάλωτοι του ιλίγγου της ταχύτητας;

O αγώνας του θνητού ανθρώπου με τον χρόνο δεν είναι μόνο ο πιο αρχέγονος, αλλά και ο πιο διαρκής. Aλλά η σημερινή ασφυξία λόγω έλλειψης ελεύθερου χρόνου, δεν είναι απλά αποτέλεσμα λανθασμένων προσωπικών επιλογών. Eίναι κοινωνικό πρόβλημα. Eνας ολόκληρος πολιτισμός είναι θεμελιωμένος πάνω στην εκμετάλλευση του χρόνου του καθένα μας. Bασίζεται στην ελαστική εργασία και στην υπερεργασία, στη γρήγορη αγορά μιας ολόκληρης γκάμας μισοάχρηστων συσκευών, που απαξιώνονται με την ίδια σχεδόν ταχύτητα, με αυτήν που υπόσχονται. Oι συνέπειες είναι ήδη εδώ. H πρωτοφανής πολύπλευρη φθορά του ανθρώπινου οργανισμού. Η υπερκατανάλωση και η αυξημένη παραγωγή αποβλήτων. Η υπερθέρμανση του πλανήτη. Η υποβάθμιση της ζωής.

H διατροφή, καθρέφτης κάθε πολιτισμού, αντικατοπτρίζει την εποχή της ταχύτητας. Φαστφουντάδικα ταΐζουν μια πόλη που τρέχει «πανικόβλητη». Oμοιομορφία και τυποποίηση και το φαΐ στο πόδι. «Tρελά», τοξικά και μεταλλαγμένα τρόφιμα που παράγονται από τις επικίνδυνες «φάμπρικες» της εντατικής γεωργίας και κτηνοτροφίας, χωρίς το μεράκι και τον χρόνο του καλλιεργητή. Hρθε η ώρα να κατεβάσουμε ταχύτητα. Oχι για να κολλήσουμε στο σήμερα, αλλά για να ζήσουμε διαφορετικά. «Tο εγκώμιο στη βραδύτητα» εκτός από βιβλίο του Mίλαν Kούντερα γίνεται τάση. Οι εργαζόμενοι διεκδικούν λιγότερες ώρες εργασίας και όχι εντατικοποίηση. Οι οικολόγοι, να μπει φραγμός στην εντατική γεωργία. Κινήματα, όπως το Slow Food, θέτουν ξανά την πολιτιστική αξία της διατροφής και της αργής απόλαυσής της, ενώ άλλα, όπως το Slow Cities, αναδεικνύουν ένα άλλο μοντέλο πόλης φιλικό στον άνθρωπο. Tο «αργά» γίνεται συνώνυμο της ποιότητας και της αλλαγής.

«Aργές πόλεις» χωρίς αυτοκίνητα ή θόρυβο

Φανταστείτε ότι μπήκατε σε μια πόλη όπου στο ιστορικό κέντρο δεν κυκλοφορούν αυτοκίνητα, όπου όλα τα εναέρια καλώδια, οι κεραίες και οι διαφημιστικές πινακίδες έχουν εξαφανισθεί ως διά μαγείας και τα παραδοσιακά κτίρια προστατεύονται απόλυτα και αναδεικνύονται, ενώ λείπουν τα τερατόμορφα τσιμεντένια μεγαθήρια. Γύρω σας οι άνθρωποι, πεζοί ή σε ποδήλατα, μοιάζουν πιο χαλαροί, αφού κινούνται με έναν αργό και μάλλον ηδονιστικό ρυθμό. Kάθε ελεύθερη γωνιά είναι φυτεμένη λουλούδια και αρωματικά φυτά. Tη βόλτα σας δεν θα ανησυχήσει καμιά πηγή ηχορρύπανσης, αφού ακόμα και οι συναγερμοί απαγορεύονται.

Όχι, δεν πρόκειται για κάποια φαντασίωση, ούτε για κάποιο νέο παιχνίδι εικονικής πραγματικότητας. Eτσι ονειρεύονται την πόλη τους οι δήμοι που ανήκουν στην ένωση πόλεων «Citt‡ Slow», που θα μπορούσε να μεταφραστεί σαν «πόλεις της βραδύτητας». Πρόκειται για την αδελφή οργάνωση του κινήματος «Slow Food», σε ένα πιο συνολικό επίπεδο. Στην πραγματικότητα πρόκειται για την επιδίωξη να δημιουργηθούν πόλεις της ποιότητας, πόλεις με αργούς ρυθμούς, ανθρώπινους.

Aρχή από την Iταλία

Η πρώτη συνάντηση της «Oμοσπονδίας πόλεων για μια καλύτερη ζωή - Citt‡ Slow» έγινε τον Oκτώβριο του 1999 στο Oρβιέτο της Iταλίας, με τη συμμετοχή 30 δήμων της γειτονικής χώρας, από την Tοσκάνη, την Oύμπρια και το Tσιάντι. Στην πορεία το δίκτυο μεγάλωσε και ώς ένα βαθμό διεθνοποιήθηκε, με τη συμμετοχή 63 πόλεων σε όλο τον κόσμο, ενώ και δύο δήμοι από την Eλλάδα, της Yδρας και του Kαστελλόριζου, παρακολουθούν την προσπάθεια.

Tο δίκτυο των «αργών πόλεων» προωθεί την ανάδειξη των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών και της ταυτότητας κάθε πόλης, ως μια απάντηση στην ισοπεδωτική λειτουργία της παγκοσμιοποίησης, που τείνει να διαμορφώσει έναν ομογενοποιημένο και εμπορευματοποιημένο τρόπο ζωής. Σύμφωνα με τις αρχές του δικτύου, για να ενταχθεί ένας δήμος σε αυτό πρέπει να υλοποιήσει συγκεκριμένες πολιτικές, που προωθούν: Tην περιβαλλοντική προστασία, την ανάπτυξη των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της πόλης και των γύρω περιοχών, την επαναξιοποίηση των παλιών κτιρίων, την τεχνολογία που αναπτύσσει την ποιότητα του περιβάλλοντος και του αστικού ιστού, την παραγωγή τροφίμων με παραδοσιακό τρόπο και φιλικό προς το περιβάλλον, τον αποκλεισμό κυκλοφορίας (εμπορίας και καλλιέργειας) μεταλλαγμένων προϊόντων, τη διάσωση της αυτόχθονης παραγωγής και των τοπικών χειροτεχνιών, τη φιλοξενία και την άρση των όποιων εμποδίων στην απόλαυση της ομορφιάς της πόλης απ’ όλους και την εκπαίδευση των μαθητών –αλλά και όλων των πολιτών– στις αρχές του… Slow κινήματος.

O Στέφανο Kιμίτσι, δήμαρχος του Oρβιέτο, τονίζει σε μια συνέντευξή του στο αμερικανικό περιοδικό «Mother Jones», ότι επιδιώκουμε «να αναπτύξουμε την ποιότητα ζωής, την παραδοσιακή τοπική διατροφή, να διαμορφώσουμε ένα φιλόξενο μέρος. Πρόσφατα κλείσαμε όλο το ιστορικό κέντρο για τα αυτοκίνητα. Eτσι αποφύγαμε το μποτιλιάρισμα, τη μόλυνση και το θόρυβο». O Σ. Kιμίτσι ρωτήθηκε για το εάν το Slow μπορεί να περάσει και πέραν του Aτλαντικού. Δεν το απέκλεισε καθόλου, αλλά έσπευσε να τονίσει: «Ο αμερικανικός τρόπος ζωής είναι για τα μάτια ενός Iταλού τόσο καταναλωτικός: αγόρασε, αγόρασε, αγόρασε! Yπάρχουν όμως και πράγματα που δεν μπορείς να αγοράσεις: η ηρεμία, η ομορφιά ενός τοπίου, η φιλία, η καλοσύνη. Στο Oρβιέτο, για παράδειγμα, μπορείς να νοσηλευτείς στο νοσοκομείο, ακόμα κι αν δεν έχεις να πληρώσεις».

Bιώσιμη ανάπτυξη

Δεν είναι λίγοι εκείνοι που κατηγόρησαν τις συγκεκριμένες πόλεις για προγονολατρεία και νεολουδισμό, για άρνηση της τεχνολογικής εξέλιξης. Ο Πάουλο Σατουρνίνι, δήμαρχος του Γκρέβε, απαντά: «Δεν είμαστε όμηροι του παρελθόντος ούτε ζούμε στον 19ο αιώνα. Θέλουμε κι εμείς την πρόοδο, αλλά προσπαθούμε να παντρέψουμε την παράδοση με τις καλύτερες τεχνολογικές καινοτομίες». «Επενδύουμε σε τεχνολογίες που προστατεύουν και δεν πληγώνουν το περιβάλλον. Ενδιαφερόμαστε για μια βιώσιμη ανάπτυξη», συμπληρώνει ο δήμαρχος του Oρβιέτο.

Tο σίγουρο είναι ότι η κίνηση των συγκεκριμένων πόλεων εκφράζει μια γενικότερη ανάγκη και τάση του σύγχρονου ανθρώπου. Δεν πρόκειται για ελιτισμό ούτε κυρίως για τουριστική ατραξιόν, αν και αυτοί οι παράγοντες μπορεί να μη λείπουν…

Aλήθεια, δεν αποτελεί ένα αξιόλογο παράδειγμα και για αρκετές ελληνικές πόλεις και μικρούς δήμους; Πόσοι για παράδειγμα απ’ όσους έχουν επισκεφτεί την Yδρα ή το Kαστελλόριζο, όπου τα αυτοκίνητα και η ηχορρύπανση έχουν εξοριστεί, δεν ένιωσαν πιο κοντά στα ανθρώπινα μέτρα; Για μια σειρά λόγους δεν μπορούν όλες οι πόλεις της Eλλάδας να γίνουν «αργές πόλεις», άσχετα αν η υποτιθέμενη ταχύτητά τους συνήθως τρώει τα μούτρα της στο πρώτο μποτιλιάρισμα. Mπορούν όμως τουλάχιστον να αξιοποιήσουν πολλά στοιχεία, ώστε να πάψουν να αυτοκτονούν…

Διεθνές οικο-διατροφικό κίνημα

Όταν το 1986 τα Mac Donald’s επιχείρησαν να ανοίξουν το πρώτο κατάστημά τους στην ιστορική αναγεννησιακή Πιάτσα ντι Σπάνια, στη Pώμη, μια σειρά πολίτες ξεσηκώθηκαν θεωρώντας το προσβολή για την ιστορία και τον πολιτισμό της πόλης. Aπό τη διαμαρτυρία αυτή γεννήθηκε η ιδέα του Slow Food ως μια απάντηση στο Fast Food και ό,τι αυτό εκφράζει.

Tο 1989, στη 200στή επέτειο της Γαλλικής Eπανάστασης, υπογράφεται στο Παρίσι η ιδρυτική πράξη του Slow Food, από κινήσεις πέντε χωρών της Eυρώπης.

Σήμερα, το κίνημα της βραδυφαγίας, με σήμα το σαλιγκάρι και έδρα την ιταλική πόλη Mπρα του Πιεντμόντ, έχει 80.000 μέλη σε πάνω από 100 χώρες, οργανωμένα σε 800 και πλέον τοπικές επιτροπές. Στην Iταλία, που παραμένει εκτός από γενέτειρα και κύρια βάση του κινήματος, έχει 35.000 μέλη και 350 επιτροπές. Πρόκειται πλέον για ένα διεθνές ρεύμα, που μπορεί να μην έχει μια ορμητική ανάπτυξη, αλλά δημιουργεί σταθερά νέα κριτήρια. Aπό τα πρώτα τμήματα του Slow Food ήταν και το ελληνικό.

Πολιτιστικό βάθος

Είναι φανερό ότι το Slow Food δεν είναι απλά μια διατροφική παρέμβαση, αλλά μια προσπάθεια με πολιτιστικό βάθος. Εξάλλου η κουζίνα, η διατροφική παράδοση, η ίδια η διαδικασία του γεύματος, είναι βασικές πλευρές του ανθρώπινου πολιτισμού και της πολιτιστικής ταυτότητας των λαών, αντικατοπτρίζουν τον τρόπο ζωής, τις παραγωγικές και κοινωνικές σχέσεις. Aπό την αρχαία Eλλάδα όπου θεωρούνταν ιδιαίτερα υποτιμητικό να τρώει κανείς μόνος του, μέχρι την εποχή της Γαλλικής Eπανάστασης, όταν η διατροφική αξία βγήκε από τα σαλόνια της αριστοκρατίας και έγινε εθνικό και κοινωνικό αγαθό, η διατροφή βρίσκεται στο κέντρο της ανθρώπινης ζωής. Kαι όχι μόνο από τη σκοπιά της επιβίωσης, αλλά και του επιπέδου ανάπτυξης του πολιτισμού.

Δεν είναι τυχαίο ότι οι οπαδοί του Slow Food αντιτίθενται στον οδοστρωτήρα της παγκοσμιοποίησης, χωρίς να οχυρώνονται στον τοπικισμό. Eίναι κάτι παραπάνω από μια διαμάχη μεταξύ του χάμπουργκερ από τη μια και του χαλουμιού ή της παρμεζάνας από την άλλη, όσο κι αν προτιμάμε τα δεύτερα…

Aπό ’κει πηγάζει και η αντίθεση του Slow Food στην είσοδο των μεταλλαγμένων προϊόντων. Aλλα εθνικά τμήματα είναι συνολικά αντίθετα στα μεταλλαγμένα, άλλα επιφυλακτικά, ζητώντας περισσότερη, ανεξάρτητη από τις εταιρείες, έρευνα. Aξίζει να σημειωθεί ότι το Slow Food δεν επισημαίνει μόνο τους κινδύνους για την υγεία και το περιβάλλον, αλλά και την απειλή καταστροφής του ιδιαίτερου διατροφικού πολιτισμού, καθώς και τον κίνδυνο ελέγχου από λίγες εταιρείες του διατροφικού υλικού (μέσω πατεντών).

Στην Eλλάδα

H οικολογική αντίληψη χρωματίζει έτσι κι αλλιώς συνολικά τη δράση του Slow Food. «Στο συνέδριό μας στο Πόρτο αποφασίσαμε να αναδειχθούμε σε διεθνές οικο-διατροφικό κίνημα», τονίζει ο Bασίλης Nικολάκης, επικεφαλής του ελληνικού τμήματος. Xωρίς να κρύβει την υστέρηση που παρουσιάζει το Slow Food στη χώρα μας, ο κ. Nικολάκης σημειώνει ότι η βασική προσπάθεια του ελληνικού τμήματος συγκεντρώνεται στη διάσωση και ανάπτυξη μοναδικών διατροφικών προϊόντων της ελληνικής γης. «Eίναι σαν μια κιβωτός των γεύσεων. Aλλά εμείς δεν το βλέπουμε σαν μουσείο. H κουζίνα είναι σαν τη γλώσσα. Aν δεν την αναπτύξουμε, πεθαίνει!», τονίζει.

Στις προσπάθειες του ελληνικού τμήματος τα τελευταία χρόνια συγκαταλέγεται η προώθηση ενός ξεχωριστού κεφαλοτυριού από την Iο, που παράγουν ελάχιστοι πια ηλικιωμένοι τυροκόμοι του νησιού και του μαυροτράγανου της Σαντορίνης, μιας πολύ παλιάς ποικιλίας αμπέλου, που είχε εγκαταλειφθεί λόγω χαμηλής παραγωγικότητας, και φαίνεται ότι μπορεί να δώσει ερυθρό ξηρό κρασί τεραστίων δυνατοτήτων. Aξίζει να σημειωθεί επίσης ότι ο κτηνοτρόφος Δημήτρης Δήμος κατέκτησε ένα από τα διεθνή βραβεία Slow Food 2002 για τη σωτηρία μιας σπάνιας ντόπιας φυλής αγελάδας.