«Δεν διαβάζω... δεν έχω χρόνο»

Όλγα Σελλά, εφ. Καθημερινή, 4/12/2005

Χαλαρές οι σχέσεις του ελληνικού κοινού με τις τέχνες

Οι αγοραστές μπορεί να αυξάνονται, οι αναγνώστες όμως λιγοστεύουν. Δύο στους τρεις Ελληνες δεν διάβασαν κανένα βιβλίο το 2004, πλην σχολικού ή επαγγελματικού, ποσοστό 65,8%, σύμφωνα με την Πανελλήνια Ερευνα Αναγνωστικής Συμπεριφοράς της VPRC, έναντι 61,1% που κατέγραψε η ίδια έρευνα το 1998. Η έρευνα, που παρουσιάζει σήμερα η «Κ», καταγράφει και άλλες συνήθειες, μάλλον ανησυχητικές: το 39% δεν διαβάζει ποτέ εφημερίδα, το 62% δεν πήγε ούτε μια φορά στον κινηματογράφο επί ένα έτος, το 83% δεν πήγε καθόλου στο θέατρο, το 90% δεν παρακολούθησε μια συναυλία... Αντιθέτως, υψηλά ποσοστά αναγνωστών συναντώνται μεταξύ των χρηστών Διαδικτύου και υπολογιστών.

Σύμφωνα με έρευνα της VPRC, το 65,8% των Ελλήνων δεν άγγιξε βιβλίο το 2004, συνήθως λόγω «έλλειψης χρόνου»

Η έρευνα της VPRC καταγράφει και άλλα, σημαντικά, στοιχεία για τις αναγνωστικές συνήθειες των Ελλήνων, που συνδέονται με τις καθημερινές πολιτισμικές πρακτικές τους: ο πρώτος λόγος για τον οποίο δεν διαβάζουν είναι η «έλλειψη χρόνου», αιτία στην οποία συμφωνεί το 51,5% των πολιτών· η αναγνωσιμότητα της ελληνικής λογοτεχνίας ανέρχεται σε 65,5% έναντι 72,5% το 1998 -εξακολουθώντας όμως να είναι η «βασίλισσα» των αναγνωστικών προτιμήσεων-, ενώ η κατηγορία βιβλίων που έχει προσελκύσει περισσότερους αναγνώστες είναι «Τεχνολογία - Εφαρμοσμένες Επιστήμες» (22,4% το 2004 έναντι 18,4% το 1998) και «Κοινωνικές Επιστήμες» (23,6% το 1998 και 24,5% το 2004).

Δεν άνοιξε ποτέ του εφημερίδα το 39%...

Ποιοι είναι οι σημαντικοί παράγοντες που ερμηνεύουν την πτώση της ανάγνωσης; Η αύξηση του μέσου εβδομαδιαίου χρόνου εργασίας (που σημαίνει αντίστοιχη μείωση του ελεύθερου χρόνου) και η αύξηση του μέσου χρόνου τηλεθέασης. Ο μέσος χρόνος τηλεθέασης, σύμφωνα με την έρευνα της VPRC, είναι 3 ώρες και 24 λεπτά τις καθημερινές και 3 ώρες και 30 λεπτά τα Σαββατοκύριακα. Το 86,5% βλέπει τηλεόραση καθημερινά ή σχεδόν καθημερινά, ενώ η συνολική χρήση της τηλεόρασης αφορά το 98,8% των πολιτών από 15 ετών και πάνω. Και στους αντίποδες, το 39% των Ελλήνων δεν διαβάζει ποτέ εφημερίδα! Κι ενώ ο έντυπος λόγος πλήττεται από την τηλεόραση, η ακρόαση δεν πλήττεται αντιστοίχως: το 57,3% ακούει ραδιόφωνο κάθε μέρα ή σχεδόν κάθε μέρα, ενώ μόλις το 18,3% δεν ακούει ποτέ. Eνδιαφέρον στοιχείο είναι ότι ο μέσος χρόνος ακρόασης μειώνεται τα Σαββατοκύριακα -2 ώρες και 15 λεπτά- και αυξάνεται τις καθημερινές -2 ώρες και 40 λεπτά-, αφού το ραδιόφωνο συντροφεύει τους περισσότερους και στις μετακινήσεις τους.

Ούτε σινεμά ούτε θέατρο...

Το μορφωτικό επίπεδο, οι αναγνωστικές συνήθειες μέσα στην οικογένεια, οι πολιτιστικές επιλογές και δράσεις, η επαγγελματική απασχόληση, η πολιτική αυτοτοποθέτηση του καθενός είναι σημαντικές παράμετροι για το αν, τι και πόσο διαβάζουν οι Ελληνες. Αναμφίβολα, «το μη - αναγνωστικό κοινό εντοπίζεται περισσότερο στις μεγαλύτερες ηλικιακές ομάδες, στους πολίτες κατώτερης εκπαιδευτικής βαθμίδας και χαμηλότερων κοινωνικών τάξεων». Παρ' όλα αυτά, στον συγκριτικό πίνακα των δύο ερευνών το ποσοστό των πολιτών που διαβάζουν και έχουν ανώτερη εκπαίδευση μειώθηκε: 80,3% το 1998 και 68,9% το 2004. Βεβαίως, τη σημαία της αναγνωσιμότητας εξακολουθούν να κρατούν οι γυναίκες, οι μικρότερης ηλικίας πολίτες (η ηλικιακή κατηγορία 18-24 ετών), οι μισθωτοί του δημόσιου τομέα, οι φοιτητές, οι ανύπαντροι που ζουν μόνοι τους ή συζούν, οι κάτοικοι των αστικών κέντρων και οι ανώτερες κοινωνικο-οικονομικά τάξεις.

Η έρευνα της VPRC δεν εξέτασε μόνο όσα έχουν σχέση με την ανάγνωση και τις αναγνωστικές συνήθειες και συμπεριφορές. Ζήτησε και κατέγραψε και τη χρήση των πολιτιστικών προϊόντων και τις πολιτιστικές πρακτικές των μελών της ελληνικής κοινωνίας.

Μερικοί δείκτες που έχουν ενδιαφέρον: το 62% δεν επισκέφθηκε κινηματογράφο ούτε μία φορά στη διάρκεια ενός χρόνου, ενώ μία φορά το μήνα επισκέπτεται τους κινηματογράφους μόλις το 4,6%· το 83% δεν πήγε, επί ένα χρόνο, ούτε μία φορά στο θέατρο· το 90,1% δεν πήγε ούτε μία φορά σε συναυλία· το 96,4% δεν παρακολούθησε ούτε μία φορά παράσταση μπαλέτου· το 89% δεν πήγε ούτε μία φορά σε κάποιο από τα μουσεία ή τις πινακοθήκες της χώρας· το 84% δεν επισκέφτηκε ούτε μία φορά κάποιον αρχαιολογικό χώρο· τέλος, το 82% δεν επισκέφθηκε, στη διάρκεια του ίδιου διαστήματος, κάποιο ιστορικό μνημείο (εκκλησία, ιστορικό κτίριο, μοναστήρι κ.λπ.).

Όσο για τα είδη των πρακτικών βιβλίων που διαβάστηκαν περισσότερο, την πρώτη θέση κατακτά -πανηγυρικά- η μαγειρική (17,2%) και ακολουθούν τα βιβλία με ιατρικά θέματα και θέματα υγείας (13,4%), υγιεινή διατροφή (10,8), τα βιβλία που αφορούν διακόσμηση / επίπλωση (10,2%), αυτοκίνητο (9,9%), υπολογιστές (8,9%), κατασκευές στο σπίτι (6,8%), μουσική (6,85) κ.λπ.

Οι πολίτες που πήραν μέρος στην έρευνα είναι ικανοποιημένοι από την ύπαρξη, στην περιοχή όπου ζουν, βιβλιοπωλείων (60,1%) και γυμναστηρίων - γηπέδων (58,8%).

Τέλος, στην αυθόρμητη απάντηση για το τι θεωρούν σημαντικές αξίες οι απαντήσεις είναι οι εξής: δημιουργία οικογένειας (18,1%), ποιότητα ζωής (11,7%), επαγγελματική επιτυχία (11,3%), σωστή ανατροφή των παιδιών μου (11,3%), βελτίωση της κοινωνίας (10,9%), δικαιοσύνη (7,8%), προσωπική ελευθερία - ανεξαρτησία (7,6%), δημοκρατία - ισοπολιτεία (6,4%), αλληλεγγύη στους φτωχούς συνανθρώπους (4,4%), συναισθηματική ασφάλεια (4,1%), σχέση με τους γονείς (4%), σεξουαλική ισορροπία (1,3%).

Απαντήσεις που αποτελούν τον πολιτισμικό καθρέφτη της σημερινής ελληνικής κοινωνίας. Απαντήσεις που μπορούν να βοηθήσουν στον σχεδιασμό μιας πολιτιστικής πολιτικής με βάση τις ελλείψεις, τις ανάγκες, τα κενά που διαπιστώνονται.

Πού αγοράζουν βιβλία

Ενδιαφέρουσες για την κινητικότητα που χαρακτηρίζει φέτος την αγορά βιβλίου στην Ελλάδα είναι οι απαντήσεις στην ερώτηση της έρευνας «Από πού αγοράζετε συνήθως τα βιβλία σας;». Το 22,5% απαντάει από μικρότερα βιβλιοπωλεία, το 21,3% από μεγάλα βιβλιοπωλεία, το 8,2% από τα περίπτερα (ενδιαφέρον στοιχείο για την επανάκαμψη των βιβλίων τσέπης στην ελληνική αγορά), το 8% από τις εκθέσεις βιβλίου, το 0,7% από σούπερ μάρκετ και μόλις το 0,5% από το Διαδίκτυο.

Η νέα τεχνολογία βοηθάει

Κι όμως, το Iντερνετ επικοινωνεί με την ανάγνωση! Σύμφωνα με την έρευνα, βασικός παράγων της αναγνωστικής συμπεριφοράς των πολιτών μέσης και κατώτερης εκπαιδευτικής βαθμίδας είναι η σχέση τους με τις νέες τεχνολογίες. «Όσο πιο εξοικειωμένοι είναι με τη χρήση τους (υπολογιστές, Iντερνετ, ΑΤΜ, κινητό) τόσο περισσότερο διαβάζουν», επισημαίνει η έρευνα.

Το στοιχείο που προσδιορίζει τη σχέση των πολιτών, που έχουν μέσο εκπαιδευτικό επίπεδο, με την ανάγνωση είναι η σχέση τους με τις νέες τεχνολογίες. «Όσο πιο εξοικειωμένοι/ες είναι με αυτές, τόσο περισσότερο διαβάζουν. Στον συγκεκριμένο υπο-πληθυσμό, διαβάζουν ακόμα περισσότερο όσοι/ες κατοικούν σε αστικά κέντρα». Σ' αυτήν την κατηγορία το 14,4% διαβάζει περισσότερα από 10 βιβλία τον χρόνο και το ποσοστό εκείνων που μένουν σε αστικά κέντρα ανέρχεται σε 16,9%.

Η επαφή με τις νέες τεχνολογίες επηρεάζει όμως και την αναγνωστική συμπεριφορά πολιτών με χαμηλό εκπαιδευτικό επίπεδο. Οσοι/ες χρησιμοποιούν τις νέες τεχνολογίες διαβάζουν περισσότερο (ποσοστό 6% διάβασε περισσότερα από 10 βιβλία σ' ένα χρόνο). Σ' αυτήν την κατηγορία η διαμονή σε αστικά κέντρα δεν επηρεάζει τις μετρήσεις. Θα είχε ενδιαφέρον να γνωρίζαμε αν η σύνδεση νέων τεχνολογιών και αναγνωσιμότητας αφορά τα βιβλία που εντάσσονται στην κατηγορία «Τεχνολογίες». Αν δηλαδή οι χρήστες νέων τεχνολογιών διαβάζουν απλώς περισσότερα βιβλία που αφορούν την επαγγελματική τους εξειδίκευση.