Όταν τα παραµύθια ανοίγουν την όρεξη

Χρήστος Ν.Ε. Ιερείδης, εφ. Τα Νέα, 7/2/2011

Φίδια, βασιλιάδες, πριγκιπόπουλα, µάγισσες, βεζίρηδες τριγυρνούν κάθε ∆ευτέρα βράδυ ανάµεσα στα τραπέζια ενός εστιατορίου στο Κολωνάκι

«Να και κάτι διαφορετικό», σκέφτεσαι όταν µπαίνεις. Το εστιατόριο έχει πολυεθνική κουζίνα, αλλά «πολυεθνικά» είναι και τα παραµύθια – από την παγκόσµια λογοτεχνία – που τις ∆ευτέρες τα βράδια διαβάζουν ηθοποιοί, διαφορετικοί κάθε φορά. «Παραµύθι, µύθι, µύθι, το κουκί και το ρεβίθι».

Η κυκλική ξύλινη σκάλα του νεοκλασικού πίσω από τον Αγιο ∆ιονύσιο, στο Κολωνάκι, οδηγεί σε µια µεγάλη δίφυλλη πόρτα. Ανοίγοντάς την αντικρύζεις µια µπάρα και στη συνέχεια δύο ψηλοτάβανα δωµάτια που έχουν µετατραπεί σε αίθουσα σχήµατος Γ. Τοίχοι βαµµένοι στο χρώµα της τερακότα, µε φιλοτεχνηµένα ταβάνια.

Οι παρέες στα τραπέζια είναι όλων των ηλικιών. Σάµπως τα παραµύθια έχουν ηλικία; Εκεί όπου ενώνονται τα δύο ευρύχωρα δωµάτια υπάρχει ένα πιάνο. Μπροστά του, τρία ψηλά σκαµπό και ισάριθµα αναλόγια.

Το µενού της περασµένης ∆ευτέρας περιελάµβανε το περσικό παραµύθι «Ο πρίγκιπας φίδι». Οι Σταύρος Στάγκος και Λίλη Τσεσµετζόλγου, µε τη Μαρία Κοτσίρη να ντύνει την ιστορία µε νότες παίζοντας πολίτικο λαούτο, έλαβαν θέσεις.

∆ώσε κλώτσο να γυρίσει/ παραµύθι ν’ αρχινήσει. Το ρολόι έδειχνε ένα τέταρτο µετά τις εννέα. Τα πιρούνια κάτω. Αλλωστε απ’ ό,τι κατάλαβα όσοι ήταν εκεί είχαν έρθει συνειδητά για να... παραµυθιαστούν.

«Ηταν κάποτε ένας καιρός που δεν υπήρχε άλλος κανείς, παρά µόνο ο Θεός. Ηταν ένας βασιλιάς, που είχε έναν βεζίρη και οι γυναίκες και των δύο ήταν γκαστρωµένες. Μια µέρα ο βασιλιάς είπε στον βεζίρη: «Αν το παιδί µου γεννηθεί κορίτσι καιτο δικό σου αγόρι, θα τα παντρέψουµε». Εκεί ακριβώςδοκίµασα µια µπουκιά φαλάφελ, προσπαθώντας να µην κάνω θόρυβο.

Κοίταξα στα κλεφτά και είδα κι άλλους που τσιµπούσαν... Μπορεί τα παραµύθια να ανοίγουν την όρεξη; Αλλά µήπως όταν ήµασταν παιδιά, παραµύθια δεν µας έλεγαν για να φάµε όλο µας το φαγητό;

«Η γυναίκα του βασιλιά γέννησε ένα µαύρο φίδι και η γυναίκα του βεζίρη ένα όµορφο κοριτσάκι. Οταν τα παιδιά µεγάλωσαν έγιναν οι γάµοι. Το βράδυ της γαµήλιας τελετής, όταν οι νεόνυµφοι έµειναν µόνοι, ο γιος του βασιλιά – το µαύρο φίδι, δηλαδή – έβγαλε το δέρµα του ερπετού και παρουσιάστηκε ένα όµορφο παλικάρι. Λίγο πριν ξηµερώσει χώθηκε πάλι στο µαύρο δέρµα κι έγινε το µαύρο φίδι που ήταν πρωτύτερα».

Οι δύο παραµυθάδες χρωµάτιζαν τις φωνές τους ανάλογα µε την εξέλιξη της ιστορίας και η οργανοπαίκτρια χρωµάτιζε ακόµη περισσότερο το σκηνικό µε τις µελωδίες της και τις επιλογές στίχων από κάποια τραγούδια που ταίριαξε στην ιστορία.

Σε µια σκηνή, λ.χ., η βεζιροπούλα Μερ Νίγκα («γλυκοµάτα») ρίχνει σε µια κανάτα µε νερό το δαχτυλίδι που της χάρισε το βασιλόπουλο, ο Μιτσ Μαστ ο Χοµάρ, για να τον θυµάται. «Πάρε το δαχτυλίδι µου, που γράφει τ’ όνοµά µου...», ακούσαµε τον στίχο στον αέρα...

Τη στιγµή που ο σερβιτόρος άφησε στο τραπέζι το κίµπε, δηλαδή αραβικούς κεφτέδες από κοτόπουλο και πλιγούρι γεµιστούς µε κουκουνάρι, δυόσµο και αραβικό τυρί,παρέα µε τρεις σάλτσες, η θεία του Μιτς Μαστ ο Χοµάρ (έτσι είναι στα περσικά ο «υπνοσκούφης»), η µάγισσα στρίγγλα της υπόθεσης, που ήθελε τον ανιψιό της για άνδρα της κόρης της – της ξαδέλφης του! – κυνηγούσε το ζευγάρι για να του κάνει κακό. Μη σας τα πολυλέω. Η µε άρωµα Ανατολής ιστορία αγάπης των δύο νέων µού θύµισε το παραµύθι µε την πεντάµορφη και το τέρας µόνον που το περσικό είχε περισσότερους συµβολισµούς. Ολοκληρώθηκε δε µισή ώρα αφότου άρχισε.

Είχε, βεβαίως, χάπι εντ.

«∆εν χρειάζεται να βλέπεις τους ηθοποιούς. Σου φτάνει να ακούς τι λένε»

Η ιδέα για τις βραδιές αυτές ήταν του ηθοποιού Πέτρου Λαγούτη. Λέει εξάλλου ότι βρήκε αµέσως ανταπόκριση σε όσουςσυναδέλφους του έκανε πρόταση να διαβάσουν παραµύθια – αφιλοκερδώς µάλιστα.

«Θα προτιµούσα οι ηθοποιοί να κάθονται σε ένα τραπέζι και να λένε την ιστορία σαν να συζητούν µεταξύ τους», παρατήρησε η εκ των θαµώνων Ντόνα Ντιµιτρίεβα, που ήρθε για παραµύθι µετά δείπνου µε τον σύζυγό της. «∆εν χρειάζεται να τους βλέπεις. Σου φτάνει να ακούς τι λένε».

Μία άλλη πελάτισσα του εστιατορίου, η Βάσω Καραΐσκου, δηλώνει φανατική τωνβραδιών µε παραµύθια και παρακολούθησε όλες τις ιστορίες που διηγήθηκαν προηγούµενες ∆ευτέρες, µεταξύ άλλων οι Υρώ Μανέ, Γωγώ Μπρέµπου, Κρατερός Κατσούλης, Γιώργος Καραµίχος, Βίκυ Παπαδοπούλου. «Είναι καλή ιδέαγιατί µπορείς να συνδυάσεις ψυχαγωγία και φαγητό. Τα παραµύθια δεν έχουν µεγάλη διάρκεια, µισήώρα το πολύ και γι’ αυτό µπορείς να τα παρακολουθείς ευχάριστα. Επειτα έχεις όλο τον χρόνο να συνεχίσεις το φαγητό και να κουβεντιάσεις µε την παρέα σου», έλεγε µετά το τέλος του παραµυθιού.

«Μου άρεσε ως ιδέα. Νοµίζω όµως θα είναι ωραίο αν διάβαζαν και ελληνικά παραµύθια», συµπλήρωσε η Ευγενία Σγαρδέλη, που ήταν εκεί µε τους γονείς της. «Το καλό είναι ότι µπορείς να διασκεδάσεις ήσυχα χωρίς να ξενυχτήσεις», πρόσθεσε η Χρυσούλα Σγαρδέλη.

Το κλου της βραδιάς ήταν ο ηθοποιόςΑλέξανδρος Μυλωνάς που ήτανπαρών, εκεί, µε την παρέα του. Ανταποκρίθηκε στην πρόσκληση του εµπνευστή των «σουαρέ» µε παραµύθια, κάθησε στο πιάνο κι έπαιξε το «Sweet home Chicago». Η ώρα ήταν 11, αλλά η βραδιά συνεχιζόταν.