Βιοκλιματική αρχιτεκτονική: Το στοίχημα έμεινε κενό γράμμα

Έφη Φαλλίδα, εφ. Τα Νέα, 22/2/2006

H Ελλάδα έχει ήλιο, αέρα... Όμως ο οικολογικός σχεδιασμός και η διαχείριση της ενέργειας μέσα από την τεχνολογία είναι το στοίχημα της ελληνικής αρχιτεκτονικής, που παραμένει ακόμη κενό γράμμα

H βιοκλιματική αναβάθμιση του Μουσείου των Δελφών (πρόταση του Αλέξανδρου Τομπάζη) ολοκληρώθηκε το 2004. Για τον φυσικό φωτισμό και τον εξαερισμό του μουσείου προστέθηκαν ανοίγματα, ανεμιστήρες οροφής και σύστημα ρυθμιζόμενης εξωτερικής σκίασης, ενώ η τοποθέτηση εξωτερικής θερμομόνωσης βοήθησε στη μείωση απώλειας θερμότητας

Φωτοβολταϊκά συστήματα, φυτεμένες πράσινες στέγες, σύστημα φυσικού αερισμού και ανταλλαγής θερμού και ψυχρού αέρα, οικονομία δομικών υλικών, μεσημβρινός προσανατολισμός. Είναι κάποια από τα συστατικά με τα οποία η αρχιτεκτονική δημιουργεί τον βιοκλιματικό σχεδιασμό, τον οποίο σχεδόν αγνοεί η Ελλάδα.

«H Ελλάδα είναι γεμάτη φως, νερό και αέρα. Είναι μία χώρα δηλαδή πλούσια σε πόρους για τη βιοκλιματική αρχιτεκτονική, φτωχή όμως στην παραγωγή τέτοιων οικολογικών έργων. Αλλά οι φτωχότεροι σε τέτοια οικολογικά υλικά Γερμανοί παραδίδουν μαθήματα για το μέλλον της προστασίας του περιβάλλοντος» εξηγεί ο καθηγητής Ιστορίας και Θεωρίας της Αρχιτεκτονικής στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Αντρέας Γιακουμακάτος. Και φέρνει ως παράδειγμα τη σχολή των σύγχρονων Γερμανών αρχιτεκτόνων, οι οποίοι από τη δεκαετία του '70 πειραματίζονται με νέα υλικά και κάνουν έρευνες για να αντικαταστήσουν με φως, αέρα νερό, αλλά και ανανεώσιμες πρώτες ύλες τα παραδοσιακά υλικά δόμησης και τα συστήματα παροχής ενέργειας.

H οικολογική αρχιτεκτονική προϋποθέτει επίσης τη μελέτη του χώρου για να μη γίνεται αλόγιστη σπατάλη γης και φορτώνεται το περιβάλλον με υπερβολικούς όγκους. «Στον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό υπάρχουν πολλές κρυμμένες και αόρατες διαστάσεις, όπως το φυσικό φως που ζωντανεύει την εικονογραφία και αναδεικνύει την ποιότητα των υλικών, ο αέρας μαζί με τον ήχο που ζωντανεύει τον χώρο. Πιο σημαντικό όμως από το να κτίσεις είναι να οργανώσεις τον υπαίθριο χώρο ελαχιστοποιώντας το κτισμένο αντικείμενο.

Πολλές λειτουργίες μπορούν να εξυπηρετηθούν για μεγάλα διαστήματα του χρόνου στο ύπαιθρο ή με την ανάγκη ελάχιστης δημιουργίας κλειστού κτισμένου όγκου ή όταν κι αυτός χρειάζεται, να είναι η παρουσία του και η επιβολή του η ελάχιστη δυνατή και η λειτουργία του περισσότερο φυσική και λιγότερο τεχνητή», σημειώνει ο αρχιτέκτονας Αλέξανδρος Τομπάζης, που από τη δεκαετία του 1970 το έργο του, σύμφωνα με την εκτίμηση του Γεράσιμου Γιακουμακάτου, «παρουσιάζει ματιές βιοκλιματικής αρχιτεκτονικής».

Το συγκρότημα «Am Schlieberg» στο Φράιμπουργκ της Γερμανίας είναι παράδειγμα βέλτιστης εκμετάλλευσης της ηλιακής ενέργειας, καθώς ο αρχιτέκτονας Ρολφ Ντις σχεδίασε έναν ηλιακό οικισμό που παράγει περισσότερη ενέργεια απ' όση καταναλώνουν οι κάτοικοί του

«Βασιζόμαστε υπερβολικά στα μηχανικά και ηλεκτρικά βοηθητικά συστήματα ενός κτιρίου για να διορθώσουμε ανεπαρκείς μελέτες και τα λάθη που κάνουμε στον αρχικό σχεδιασμό. Παραδείγματα τέτοιας εφαρμογής είναι τα ομοιόμορφα κτίρια με ανακλαστικά τοιχοπετάσματα. Προσπαθώντας να προστατεύσουμε το εσωτερικό από την ηλιακή ενέργεια που μπαίνει άπλετη από τη γυάλινη όψη, κάνουμε τον χώρο σκοτεινό, τόσο που είναι απαραίτητος τεχνητός φωτισμός ακόμα και κατά τη διάρκεια της ημέρας. Αυτό», εξηγεί ο Αλέξανδρος Τομπάζης, «θερμαίνει επιπλέον το κτίριο και είναι πια απαραίτητη η μείωση της θερμοκρασίας με τεχνικά μέσα. Κατ' αυτόν τον τρόπο υπάρχουν παραδείγματα όπου απαιτείται ψύξη ακόμα και τον χειμώνα. Τα προβλήματα αυτά προκύπτουν από τον λανθασμένο αρχικό σχεδιασμό». Το παράδειγμα του πύργου GSW στο Βερολίνο των αρχιτεκτόνων Σάουερμπρουχ και Χάτον, - η μελέτη τους εκτίθεται στο Ινστιτούτο Γκαίτε ανάμεσα σε άλλες βιοκλιματικές προτάσεις - καταρρίπτει την άποψη ότι οικολογία και ουρανοξύστες είναι ασύμβατες έννοιες. Το σκεπτικό των αρχιτεκτόνων είναι ένα κτίριο χαμηλής ενέργειας που βασίζεται στη γυάλινη δυτική πρόσοψη του πύργου. Ανάμεσα στο γυάλινο πέτασμα μεσολαβεί ένα κενό πλάτους ενός μέτρου που λειτουργεί ως θερμικός αγωγός. Οι εργαζόμενοι μπορούν να ρυθμίσουν τον φυσικό αερισμό και την ένταση του φωτός στους ατομικούς χώρους τους.

«Έχουμε ενέργεια, λείπουν οι τεχνικές λύσεις»

«Στην Ελλάδα ενώ έχουμε αφθονία ηλιακής και αιολικής ενέργειας, διαθέτουμε μικρή γκάμα τεχνικών λύσεων στις κατασκευές», επισημαίνει ο Ανδρέας Γιακουμακάτος. «Θα μπορούσαμε όμως να εισάγουμε τις τεχνολογικές και οργανωτικές καινοτομίες της Γερμανίας. Ας μην ξεχνάμε άλλωστε ότι οικολογικά ευαίσθητες μελέτες συνήθως δεν μπορούν να πραγματοποιηθούν παρά μόνο όταν θαρραλέοι πελάτες συνεργάζονται με αρχιτέκτονες. Καθώς το κόστος μίας οικολογικής αρχιτεκτονικής κατασκευής ανεβαίνει κατά 15% και μόνο μακροπρόθεσμα αποδεικνύεται οικονομικά συμφέρουσα».

Καταναλώνουμε τριπλάσια θέρμανση από τους Σουηδούς!

Το ζήτημα της οικολογικής αρχιτεκτονικής θα έπρεπε να απασχολεί έντονα την Ελλάδα. Καθώς η ευρωπαϊκή κοινοτική οδηγία για τη διαχείριση απώλειας ενέργειας των κτιρίων έπρεπε να έχει αρχίσει να εφαρμόζεται από τις 4 Ιανουαρίου 2006. Το σύνολο των κτιρίων στην Ελλάδα πάσχει από κατανάλωση ενέργειας, σε τέτοιο βαθμό που καταναλώνουμε τριπλάσια θέρμανση από ό,τι στη Σουηδία. Αν μάλιστα εφαρμοζόταν στην Ελλάδα ο κανονισμός της Δανίας που θέτει τις προδιαγραφές ενεργειακής ταυτότητας των κτιρίων, η ενεργειακή μας κατανάλωση θα μειωνόταν κατά 60%. Αυτό που πρέπει λοιπόν να λαμβάνουμε υπόψη μας σήμερα στο ζήτημα του βιοκλιματικού σχεδιασμού είναι η σύγχρονη τεχνολογία του κτιρίου. Με αυτήν επιδιώκουμε εξοικονόμηση στην κατανάλωση ενέργειας, οπτική άνεση χάρη στον φυσικό φωτισμό και καλύτερη ποιότητα του εσωτερικού αέρα, εξηγεί ο καθηγητής στο Τμήμα Φυσικής του Πανεπιστημίου Αθηνών Μάνθος Σανταμούρης.

Στο μεταξύ, η σύγχρονη γερμανική αρχιτεκτονική μάς παρουσιάζει οικολογικές εικόνες από το μέλλον, με το σχέδιο του νέου σιδηροδρομικού σταθμού της Στουτγάρδης, του οποίου η κατασκευή άρχισε το 1997 και ολοκληρώνεται το 2013. Το γραφείο Ingenhoven Overdiek υποστηρίζει ότι η Στουτγάρδη θα αποκτήσει τον πρώτο σιδηροδρομικό σταθμό μηδενικής ενέργειας στον κόσμο. Βασική ιδέα του σχεδίου είναι ένας υπόγειος σταθμός που φωτίζεται σε μεγάλο βαθμό με φυσικό φως και δεν καταναλώνει ενέργεια. Με ενσωματωμένα «μάτια φωτός» που εξασφαλίζουν τον φυσικό κατά κανόνα φωτισμό του σταθμού και με ανοίγματα σε αυτά που επιτρέπουν τον φυσικό εξαερισμό του σταθμού και εξασφαλίζουν τη διαφυγή του καπνού σε περίπτωση πυρκαγιάς. Ο σταθμός δεν χρειάζεται ούτε πρόσθετη μηχανική εγκατάσταση εξαερισμού ούτε πρόσθετη ενέργεια για θέρμανση ή ψύξη.

INFO

H έκθεση «Made in Germany Αρχιτεκτονική + Οικολογία» παρουσιάζεται στο Ινστιτούτο Γκαίτε (Ομήρου 6) έως 24/2. Αύριο το Ελληνικό Ινστιτούτο Αρχιτεκτονικής διοργανώνει στον ίδιο χώρο στις 17.00 σεμινάριο με θέμα «Βιοκλιματικός σχεδιασμός και αρχιτεκτονική γλώσσα».

LINKS: http: //www.plusenergiehaus.de/Impressum, http: //www.archinode.com