«Γυρίζουν την πλάτη» στις εναλλακτικές μορφές ενέργειας

Γιώργος Φινικάκης, εφ. Τα Νέα, 29/4/2006

Όμηρος του ακριβού πετρελαίου θα παραμείνει για πολλά χρόνια ακόμη η Eλλάδα, καθώς η γραφειοκρατία και η έλλειψη γενναίων κινήτρων αποθαρρύνουν τους επενδυτές και καταναλωτές να υιοθετήσουν «πράσινες» ενεργειακές τεχνολογίες

Την ώρα που η παγκόσμια οικονομία «καίγεται» από την έκρηξη της τιμής του πετρελαίου και είναι υποχρεωμένη να αναζητήσει φθηνότερες εναλλακτικές πηγές ενέργειας, στην Ελλάδα ο προβληματισμός για την απεξάρτηση της χώρας από τον μαύρο χρυσό είναι πολλά χρόνια πίσω από τις ανάγκες των καιρών.

Αντίθετα με άλλες χώρες, όπως η Γερμανία, η Αυστρία και η Ισπανία, οι οποίες, αν και διαθέτουν λιγότερη ηλιοφάνεια και όχι τόσο πλούσιο αιολικό δυναμικό, έχουν κάνει άλματα στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών (φωτοβολταϊκά συστήματα, ανεμογεννήτριες, γεωθερμικός κλιματισμός, βιομάζα), η Ελλάδα παραμένει ουραγός. Το ισχύον καθεστώς είναι απαγορευτικό τόσο για τις εταιρείες να επενδύσουν στις τεχνολογίες αυτές όσο για τα νοικοκυριά να αγοράσουν τέτοια συστήματα και να τα εγκαταστήσουν στην κατοικία τους.

H γραφειοκρατία, η έλλειψη ουσιαστικών κινήτρων και η απουσία ειδικού χωροταξικού σχεδιασμού εξηγούν το ελληνικό παράδοξο: πώς είναι δυνατόν στην Ελλάδα η εγκατεστημένη ισχύς φωτοβολταϊκών συστημάτων να αντιστοιχεί μόλις στο 0,3% της ισχύος στη Γερμανία, χώρα η οποία έχει 50% λιγότερη ηλιοφάνεια!

«Περιπέτεια» η άδεια

Χαρακτηριστικό είναι ότι σήμερα ένας ιδιώτης επενδυτής για πάρει στα χέρια του την άδεια παραγωγής ηλεκτρισμού από αιολικό πάρκο πρέπει να περάσουν δύο, τρία χρόνια και να καταθέσει χαρτιά και δικαιολογητικά σε 41 υπηρεσίες! Ακόμη όμως και αυτοί που εξασφαλίζουν την πολυπόθητη άδεια, εξαιτίας της έλλειψης εθνικού χωροταξικού πλαισίου, δεν είναι βέβαιο ότι θα ολοκληρώσουν την επένδυση, καθώς συχνά μπλοκάρεται στα δικαστήρια από προσφυγές τρίτων. Έτσι, σήμερα παραμένουν ανεκτέλεστες άδειες για επενδύσεις σε αιολικά πάρκα συνολικής ισχύος 5.500 Μεγαβάτ, οι οποίες αν είχαν πραγματοποιηθεί θα έφερναν την Ελλάδα στην τέταρτη θέση παγκοσμίως σε εγκατεστημένη ισχύ!

Συνολικά, στον χώρο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, από τα σχέδια για επενδύσεις που έχουν κατατεθεί μέχρι σήμερα στη PAE και τα οποία φθάνουν τα 20.000 MW έως τώρα έχουν υλοποιηθεί έργα μόλις 700 MW. Δηλαδή το 3,5%.

«Μια τρύπα στο νερό»

H κατάσταση δεν φαίνεται να αλλάζει δραστικά ακόμη και με το προσχέδιο νόμου που παρουσίασε το υπουργείο Ανάπτυξης - βρίσκεται σε δημόσια διαβούλευση - και του οποίου ο φιλόδοξος στόχος για μείωση των διαδικαστικών δεν πρόκειται να περιορίσει κάτω του ενός έτους τον απαιτούμενο χρόνο για την έγκριση μιας άδειας, ενώ ο επιχειρηματίας αντί για 41 υπηρεσίες θα πρέπει να επισκεφθεί... 29!

Φορολογικά κίνητρα «ασπιρίνες»

«Ασπιρίνες» θεωρούνται και τα φορολογικά κίνητρα που εξήγγειλε η κυβέρνηση για τη χρήση από τα νοικοκυριά τεχνολογιών από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Ακόμη και με τα μέτρα αυτά, στην Ελλάδα η έκπτωση του φόρου θα ισοδυναμεί μόνο με το 3%-8% του συνολικού κόστους αγοράς ενός τέτοιου συστήματος, όταν σε άλλες χώρες, όπως η Αυστρία και το Βέλγιο, κυμαίνεται από 10%-25%.

Έτσι, για την αγορά και εγκατάσταση σε κατοικία ενός μικρού φωτοβολταϊκού συστήματος, ισχύος 1 Κιλοβάτ, αξίας 8.500 ευρώ, ο Έλληνας φορολογούμενος θα γλιτώσει το πολύ 640 ευρώ, ποσό το οποίο δεν αποτελεί κίνητρο για την ανάληψη του εγχειρήματος από έναν ιδιώτη. Στο Βέλγιο το φορολογικό όφελος για μιας ίδιας αξίας τεχνολογία ξεπερνάει τα 2.000 ευρώ!

Ουραγός στην E.E. η Ελλάδα

Το αποτέλεσμα είναι η Ελλάδα να παραμένει ουραγός στην E.E. όσον αφορά την εγκατεστημένη ισχύ ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Στον τομέα των αιολικών πάρκων, η ισχύς αυτή δεν ξεπερνούσε στα τέλη του 2005 τα 573,3 MW - σήμερα φθάνει τα 615 - έναντι 3.128 MW της «μικρής» Δανίας, 1.219 MW της Ολλανδίας, 10.027 MW της Ισπανίας και 18.427,5 MW της Γερμανίας.

Μάλιστα, σε ό,τι αφορά τα φωτοβολταϊκά πάρκα - δηλαδή αυτά που μετατρέπουν την ηλιακή σε ηλεκτρική ενέργεια - η σύγκριση της Ελλάδας με άλλες χώρες της Ευρώπης είναι εξίσου απογοητευτική.

Για παράδειγμα, η Γερμανία το 2005 εγκατέστησε 1.000 φορές περισσότερα φωτοβολταϊκά συστήματα απ' όσα η... ηλιόλουστη Ελλάδα, χάρη στα υψηλότερα κίνητρα που παρέχει. Στη Γερμανία η τιμή πώλησης της παραγόμενης ενέργειας από τον ήλιο επιδοτείται για μία 20ετία έως και 51,8 λεπτά ανά κιλοβατώρα, έναντι μόνο 6-7 λεπτών και για μία 10ετία που είναι η αντίστοιχη ενίσχυση στην Ελλάδα.

Το νέο θεσμικό πλαίσιο που παρουσιάστηκε από την κυβέρνηση πενταπλασιάζει την τιμή στην οποία θα αγοράζει ο Διαχειριστής Ελληνικού Συστήματος Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΔΕΣΜΗΕ) από τον ιδιώτη την ηλιακή κιλοβατώρα. H τιμή θα φθάνει πλέον 40-44 λεπτά για μία 20ετία, ωστόσο το μεγάλο πρόβλημα παραμένει: τα φορολογικά κίνητρα που ανακοίνωσε ο υπουργός Ανάπτυξης Δ. Σιούφας είναι ψίχουλα, σύμφωνα και με τους φορείς της αγοράς. Συγκεκριμένα για την εγκατάσταση ηλιακού θερμοσίφωνα, που κατά μέσον όρο κοστίζει 800 ευρώ, δεν προβλέπεται καμία απολύτως αλλαγή και συνεχίζει να παρέχεται η ισχύουσα έκπτωση από 24 ώς 64 ευρώ.

Για την τοποθέτηση μικρής ανεμογεννήτριας, κόστους 4.000 ευρώ, ο φορολογούμενος θα γλιτώσει μόνο 120-320 ευρώ, ενώ για την αγορά λέβητα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από βιομάζα, αξίας 5.000 ευρώ, η ανώτερη έκπτωση δεν ξεπερνά τα 400 ευρώ.

«Οδύσσεια» των επενδυτών και μετά την εξασφάλιση της άδειας

Το επιχειρηματικό ενδιαφέρον για αιολικά πάρκα μπορεί να είναι μεγάλο, τα γρανάζια όμως της ελληνικής γραφειοκρατίας, οι σοβαρές ελλείψεις σε υποδομές και τα μεγάλα κενά στο νομοθετικό πλαίσιο που διέπει τις εγκαταστάσεις αιολικών πάρκων μπλοκάρουν την υλοποίηση πολλών έργων.

Σύμφωνα με το μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Ελληνικού Συνδέσμου Ηλεκτροπαραγωγών από ΑΠΕ (Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας), κ. Γιώργο Σπύρου, η «οδύσσεια» ενός επενδυτή για να πάρει στα χέρια του άδεια παραγωγής ηλεκτρισμού από αιολικά πάρκα διαρκεί δύο έως τρία χρόνια, ενώ οι υπηρεσίες στις οποίες είναι υποχρεωμένος να απευθυνθεί ανέρχονται σε 41. Για καθεμία από τις πέντε, έξι ειδικές άδειες που είναι υποχρεωμένος να πάρει (άδεια εγκατάστασης, περιβαλλοντική άδεια, άδεια από το υπουργείο Γεωργίας, άδεια εγκατάστασης, σύμβαση με ΔΕΣΜΗΕ, πολεοδομική άδεια, άδεια λειτουργίας) είναι υποχρεωμένος να απευθυνθεί σε πέντε, έξι υπηρεσίες.

Στα δικαστήρια

Αλλά και μετά την απόκτηση της άδειας, οι περιπέτειες του επενδυτή δεν σταματούν. Ακόμη κι αν αρχίσει να υλοποιεί την επένδυσή του, μπορεί να τη σταματήσει στη μέση, σε περίπτωση που κάποιος, για θεμιτούς ή αθέμιτους λόγους, κάνει προσφυγή στα δικαστήρια. H έλλειψη εθνικού χωροταξικού σχεδιασμού για την εγκατάσταση των μονάδων ΑΠΕ έχει ως αποτέλεσμα ο ιδιώτης επενδυτής να παίρνει την άδεια από την Τοπική Αυτοδιοίκηση και εν συνεχεία να «μπλοκάρεται» στο Συμβούλιο της Επικρατείας, κατόπιν προσφυγών ιδιωτικών και δημόσιων φορέων που εγείρουν ιδιοκτησιακά δικαιώματα. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση επένδυσης 45 εκατ. ευρώ που έχει μπλοκαριστεί από το ΣτΕ, ενώ ανάλογες περιπτώσεις που εκκρεμούν στο Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο της χώρας ανέρχονται σε μερικές εκατοντάδες.

Δύσκολη υπόθεση

Ακόμη όμως κι αν δεν υπήρχαν όλες αυτές οι δυσκολίες, οι επενδύσεις σε αιολικά πάρκα θα ήταν μια πολύ δύσκολη υπόθεση, αφού στις περιοχές της χώρας με μεγάλο αιολικό δυναμικό (Εύβοια, Θράκη, Λακωνία) λείπουν οι γραμμές υψηλής τάσης της ΔΕΗ που θα απορροφήσουν την παραγόμενη από τα αιολικά πάρκα ηλεκτρική ενέργεια.

Ολική έκλειψη στα φωτοβολταϊκά συστήματα

Στέλιος Ψωμάς, σύμβουλος του Συνδέσμου Εταιρειών Φωτοβολταϊκών: «Στο τέλος του 2005 η εγκατεστημένη ισχύς από φωτοβολταϊκά συστήματα στην Ελλάδα ανερχόταν μόλις στο 0,1% της παγκόσμιας παραγωγής, η οποία υπερβαίνει πλέον τα 5.000 MW»

Το κόστος εγκατάστασης ενός μικρού φωτοβολταϊκού συστήματος, ισχύος 1 κιλοβάτ, είναι 8.500 ευρώ και μετά την έκπτωση του φόρου μειώνεται μόλις κατά 240-640 ευρώ! Επίσης, ο χρόνος απόσβεσης μιας τέτοιας επένδυσης υπολογίζεται σε 12 χρόνια, ανάλογα με την περιοχή, από την εξοικονόμηση ενέργειας.

Το υψηλό κόστος αγοράς σε συνδυασμό με το μεγάλο χρονικό διάστημα απόσβεσης, τη γραφειοκρατία και άλλες αγκυλώσεις έχουν ως αποτέλεσμα σήμερα η Ελλάδα να παραμένει ουραγός στην Ε.Ε. σε εγκατεστημένη ισχύ φωτοβολταϊκών συστημάτων. Όπως επισημαίνει στην «ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ» ο κ. Στέλιος Ψωμάς, σύμβουλος του Συνδέσμου Εταιρειών Φωτοβολταϊκών, στο τέλος του 2005 τα συστήματα αυτά στην Ελλάδα δεν ξεπερνούσαν τα 5,44 MW (περίπου το 0,1% της παγκόσμιας αγοράς, η οποία υπερβαίνει πλέον τα 5.000 MW). Αυτά αφορούσαν κυρίως ιδιώτες επενδυτές και όχι νοικοκυριά. Μάλιστα μόνο το 15% από αυτά αφορούσε διασυνδεδεμένους σταθμούς με το δίκτυο της ΔΕΗ. Τα υπόλοιπα είναι αυτόνομα συστήματα, δείγμα μιας ανώριμης ακόμη αγοράς. Ακόμη και αν κάποιος θέλει να εγκαταστήσει ένα τέτοιο σύστημα στην κατοικία του, θα πρέπει πρώτα να αποστείλει ενημερωτική επιστολή προς το υπουργείο Ανάπτυξης και τη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας, κίνηση άκρως γραφειοκρατική και πρακτικά άχρηστη, γι' αυτό και οι φορείς της αγοράς ζητούν να απαλειφθεί από το σχέδιο νόμου.

Για να γίνει κατανοητό τι σημαίνει ένα φωτοβολταϊκό σύστημα του ενός κιλοβάτ σε κατοικία θα πρέπει να σημειωθούν τα εξής: Πρόκειται για εγκατάσταση που καταλαμβάνει επιφάνεια περίπου 10 τ.μ. και παράγει κατά μέσον όρο 1.300 κιλοβατώρες τον χρόνο. Σύμφωνα με το νέο θεσμικό πλαίσιο, η τιμή πώλησης της ηλιακής κιλοβατώρας προς τον ΔΕΣΜΗΕ πενταπλασιάζεται και από 0,073 ευρώ στο ηπειρωτικό σύστημα και 0,0846 ευρώ στο νησιωτικό, αυξάνεται σε 0,40 ευρώ και σε 0,44 ευρώ, αντίστοιχα. Για να πωλήσει κάποιος ηλιακό ρεύμα, χρειάζεται να τοποθετήσει στην κατοικία έναν διπλό μετρητή, για την καταμέτρηση τόσο της εισερχόμενης όσο και της εξερχόμενης ενέργειας. H τοποθέτηση του μετρητή γίνεται κατόπιν αίτησης στη ΔΕΗ, ενώ για να μπορεί να πληρώνεται για το ρεύμα που παράγει ο ιδιώτης καταναλωτής πρέπει να υπογράψει και συμβόλαιο 20ετούς διάρκειας με το ΔΕΣΜΗΕ (τόσο διαρκεί η εγγυημένη τιμή βάσει του νέου νόμου).

Ανεμογεννήτριες

Στην περίπτωση της εγκατάστασης σε κατοικία μιας μικρής ανεμογεννήτριας, ισχύος 1 kw και αξίας 4.000 ευρώ, με την έκπτωση της δαπάνης, ο ιδιώτης φορολογούμενος γλιτώνει το πολύ 320 ευρώ. Το συγκεκριμένο κίνητρο θεωρείται περιορισμένης εμβέλειας από τους φορείς της αγοράς, οι οποίοι εκτιμούν ότι δεν θα συμβάλει στην περαιτέρω ώθηση της τεχνολογίας αυτής από τα νοικοκυριά. Εκκρεμεί ακόμη η ανακοίνωση από το υπουργείο Ανάπτυξης της τιμής πώλησης προς το ΔΕΣΜΗΕ της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας και οι φορείς της αγοράς σημειώνουν ότι αν είναι 7-8 λεπτά ανά κιλοβατώρα (όσο ισχύει σήμερα για τις μεγάλες ανεμογεννήτριες) απόσβεση δεν θα γίνει ποτέ.

Γεωθερμικός κλιματισμός

Το κόστος εγκατάστασης ενός τέτοιου συστήματος κλιματισμού για μια μέση κατοικία είναι περί τα 10.000 ευρώ (100 ευρώ το τ.μ.) και μετά την έκπτωση του φόρου μειώνεται μόνο κατά 300-700 ευρώ. H απόσβεση της αγοράς από την εξοικονόμηση ενέργειας υπολογίζεται ότι γίνεται σε διάστημα οκτώ ετών.

H αρχή του γεωθερμικού κλιματισμού είναι εξαιρετικά απλή: βασίζεται στο γεγονός ότι λίγα μέτρα κάτω από την επιφάνεια της γης, η θερμοκρασία του εδάφους είναι σταθερή στους 18-20 βαθμούς Κελσίου. Αν συνεπώς εκμεταλλευτεί κανείς τη διαφορά θερμοκρασίας μεταξύ υπεδάφους και επιφανείας, μπορεί να θερμάνει χώρους τον χειμώνα και να τους ψύξει αντίστοιχα το καλοκαίρι. Αυτό γίνεται με τη χρήση μιας γεωθερμικής αντλίας θερμότητας, η δε θερμότητα μεταδίδεται μέσω ενός δικτύου σωληνώσεων που είτε βρίσκονται σε οριζόντια διάταξη και χαμηλό βάθος είτε σε κατακόρυφη διάταξη εκμεταλλευόμενοι μία γεώτρηση που γίνεται γι' αυτόν τον λόγο. Μια γεωθερμική αντλία καταναλώνει συνήθως γύρω στο 30% της ενέργειας που αποδίδει, συμβάλλοντας έτσι σημαντικά στην εξοικονόμηση ενέργειας.