Ηπειρώτικο τραγούδι: Τα «Ψηλά βουνά» του Αμβρακικού

Μαστροπαύλος Νίκος, εφ. Το Βήμα, 18/11/2012

Από τους Καλαρρύτες ψηλά στο Τζουμέρκο ως κάτω στην Κορωνησία, η φθινοπωρινή μελωδία είναι συναρπαστική

Ηπειρώτικο τραγούδι: Τα «Ψηλά βουνά» του Αμβρακικού

Η ιδεολογία του ανοιχτού τόπου

Το πρώτο λογοτεχνικό βιβλίο που διάβασα ήταν τα «Ψηλά βουνά» του Ζαχαρία Παπαντωνίου. Υπήρχε στην πολύ μικρή βιβλιοθήκη του μονοθέσιου σχολείου του χωριού μου στην Κάσο. Ολα κι όλα ήταν καμιά δεκαριά βιβλία και αυτό μου έμεινε αξέχαστο. Παράξενο. Εγώ έβλεπα την απέραντη θάλασσα και ονειρευόμουν με τα «Ψηλά βουνά» και κάποιοι άλλοι άνθρωποι μεγάλωσαν βλέποντας τα ψηλά βουνά και λαχταρούσαν την απέραντη θάλασσα. Ο δημοσιογράφος Αρης Ραβανός κατάγεται και έζησε τους Μελισσουργούς ψηλά στο Τζουμέρκο, είδε χιόνι πολύ πριν από εμένα. Οι συγχωριανοί του κατέβαιναν ώρες τότε δρόμο τα καλοκαίρια για να κάνουν μπάνιο στον Αμβρακικό. Συναντηθήκαμε πάνω σε αυτή τη διαδρομή, όπως και με τον ζωγράφο Βασίλη Παπανικολάου, πιο χαμηλά, στο Ριζοβούνι Πρέβεζας, όπου μεγάλωσε εκείνος. Και κάθε φορά που περιδιαβάζω την Ήπειρο όλο και πιο πολύ αισθάνομαι ισχυρότερη την ιδεολογική συγγένεια με τους ανθρώπους της. Αγωνίζονταν κι αυτοί να σπάσουν τα δεσμά ενός περίκλειστου τόπου, δύσκολου και βασανιστικού, που όμως τους μάθαινε τον σκληρό αγώνα, την ευγένεια, την προσφορά, την ιδεαλιστική αγάπη για τα ψηλά βουνά και την απέραντη θάλασσα. Τους έσπρωχνε στο ταξίδι, σαν τα κύματα που σαρώνουν το Καρπάθιο πέλαγος και σαν τα νέφη που «σερφάρουν» στις πλαγιές της Στρογγούλας.  Ολος ο κόσμος ήταν δικός τους, μα πιο δικός τους ήταν ο τόπος τους, που γυρίζουν πάντα σε αυτόν και μάλιστα κρατώντας δώρα, υλικά και συναισθηματικά...

Πάντα θα επιστρέφω...

Η Ήπειρος είναι η χώρα των παιδικών μου χρόνων. Αρχή και αφετηρία, ένας τόπος μυθικός, πλημμυρισμένος από τις σταγόνες της βροχής και το φως της πρώτης νιότης. Αθώοι παιδικοί έρωτες κάτω από τη βροχή.

Ψηλά βουνά και πυκνά δάση, το φως να παίζει με τα πυκνά φυλλώματα στις όχθες των ποταμών, ησυχία τα μεσημέρια. Ο ουρανός έχει ένα άλλο χρώμα, τα σύννεφα αλλιώτικα, τα δέντρα διαφορετικά. Πάντα θα επιστρέφω, να πάρω λίγη από τη δύναμη αυτού του τόπου.

Βασίλης Παπανικολάου

Καλαρρύτες, Πράμαντα και θάματα

«Προς το ανατολικόν των Ιωαννίνων μέρος, σχεδόν οκτώ ωρών διάστημα προς τον Αραχθον ποταμόν, υπό την δυτικήν υπώρειαν της Πίνδου όρους, κείνται τα λεγόμενα βλαχοχώρια, κατοικημένα από Γραικούς, εξ ων δύο χώραι εισίν αι επισημότεραι. Πρώτη η Καλαρρύτη, χώρα αρκετά μεγάλη...».

Το απόσπασμα προέρχεται από τη δεύτερη έκδοση της γεωγραφίας του Μελέτιου, «επαυξηθείσα και επιδιορθωθείσα υπό Ανθίμου Γαζή» που εκδόθηκε  εν Βενετία  το 1807.  Η άλλη από τις δύο επισημότερες χώρες είναι το επιβλητικό Συρράκο. Η χώρα των Καλαρρυτών είναι μια απρόσιτη αετοφωλιά. Ακόμη και σήμερα ο δρόμος που φθάνει ως το πετρόκτιστο χωριό είναι δύσκολος. Αλλά αυτό δεν τους εμπόδιζε να «αλωνίζουν» την  Ευρώπη για να πουλήσουν την πραμάτεια τους. Ο αετός απ' όσο πιο ψηλά πετάξει τόσο πιο μακριά θα φτάσει. Κι αυτοί ήταν αετοί. Λένε ότι ο Αλή Πασάς δεν τους ενοχλούσε εδώ πάνω, αλλά δεν μπορούσε να ησυχάσει με την ιδέα ότι αυτοί είναι καλύτεροι μάστορες στο μάλαμα από τους δικούς του. Εβαλε λοιπόν τους καλύτερους που είχε να φιλοτεχνήσουν έναν ασημένιο ψύλλο και τους τον έστειλε. Εκείνοι μπορούσαν να σκαλίσουν έναν μικρότερο, αλλά δεν έκαναν αυτό. Πετάλωσαν τον ασημένιο ψύλλο που τους έστειλε ο Αλή Πασάς και του τον γύρισαν πίσω. Οι κάτοικοι των Καλαρρυτών συνέχισαν να κάνουν τη δουλειά τους, να χτίζουν αυτά τα εντυπωσιακά σπίτια κοντά στις κορφές των Τζουμέρκων.

Εδώ φτάνει ο δρόμος, δύσκολος, με πολλές στροφές, «πλακωμένος» από πέτρινους τοίχους φαραγγιών. Η διαδρομή ξεκινά από την καινούργια γέφυρα της Πλάκας. Πιο πάνω η παλιά γέφυρα κάνει τον Αραχθο να σε κοιτά με ανασηκωμένο το φρύδι του. Το κοντυλογραμμένο  γεφύρι, με το πιο ψηλό, λένε, τόξο στη Βαλκανική, γεφυρώνει με περίσσια χάρη τα Τζουμερκοχώρια της χώρας των Αθαμάνων  με τα Κατσανοχώρια των Ιωαννίνων αλλά και τις κορυφές των απέναντι βουνών μαζί με τους μύθους τους για μολοσσίδες βασιλοπούλες, για τον θησαυρό του Μαντείου της Δωδώνης στο Καστρί και άλλα παράξενα. Η πραγματικότητα όμως είναι ότι σπάνια ένα ανθρώπινο δημιούργημα ταιριάζει τόσο αρμονικά με το περιβάλλον και ακόμη πιο σπάνια συμπληρώνει τη φύση όσο αυτή η γιγάντια, λίθινη «κάμπια».

Την έχουμε όμως αφήσει ήδη πίσω μας και ο δρόμος ανηφορίζει τώρα προς Αγναντα και Πράμαντα ανάμεσα στις οξιές και στα πουρνάρια. Σε 15 χλμ. από την Πλάκα προβάλλουν τα Αγναντα με φόντο τις κορφές των Τζουμέρκων και μετά το χωριό Κτιστάδες στη ζώνη των ελάτων πλέον. Η πινακίδα δείχνει την κατεύθυνση προς Πράμαντα (11 χλμ.) και Ματσούκι.

Τα Πράμαντα στη σκιά της Στρογγούλας - της ψηλότερης κορυφής των Τζουμέρκων - είναι κεφαλοχώρι. Αιώνες τώρα οι κάτοικοί του κινούνται μεταξύ των ψηλών βουνών και του κάμπου. Ζουν κάτω από τις κορφές, στη σκιά των αδιάβατων βράχων, μέσα στις επιβλητικές χαράδρες. Οι παλιές ημέρες ευημερίας οφείλονταν στο εμπόριο. Η φήμη της πολιτείας είχε ξεπεράσει τον 17ο αιώνα τα όρια των Βαλκανίων και είχε εξαπλωθεί στην Ευρώπη ως και τη Ρωσία των τσάρων. Ο τόπος όμως ήταν γνωστός και για τους δεξιοτέχνες μαστόρους της πέτρας. Εργα τους στέκουν ακόμη στα Πράμαντα για να τους θυμίζουν: τα ψηλά αρχοντικά και η όμορφη εκκλησία της Αγίας Παρασκευής.

Α, και η βρύση του «Αράπη». Τρέχει στην κεντρική πλατεία και σέρνει τη δική της ιστορία. Εκεί, λένε, στεκόταν ο αράπης που στη διάρκεια της Τουρκοκρατίας συγκέντρωνε τον φόρο υποτελείας, αλλά τώρα οι κάτοικοι του χωριού τη θεωρούν σημάδι ζωής και δύναμης και οι περιηγητές σημάδι φιλοξενίας, καθώς πάνω από το ανάγλυφο πρόσωπο που από το στόμα του τρέχει το νερό υπάρχουν μόνιμα δυο τάσια για να πίνουν νερό.

Στην είσοδο των Πραμάντων η πινακίδα δείχνει αριστερά προς Καλαρρύτες (17 χλμ.). Μετά τους Χριστούς (10 χλμ.) μια άλλη πινακίδα δείχνει αριστερά προς Μονή Κηπίνας και Καλαρρύτες (7 χλμ.) και δεξιά προς Ματσούκι. Ο δρόμος κατηφορίζει προς τον Καλαρρύτικο ποταμό  και περνά πάνω από μια σύγχρονη γέφυρα. Ακριβώς δίπλα στέκει ακόμη το παλιό πέτρινο γεφύρι. Δεξιά ο δρόμος τραβά για Καλαρρύτες στη βάση των θεόρατων βράχων. Αν δεν προσέξει ο περιηγητής, θα προσπεράσει ένα μοναδικό μνημείο, τη Μονή Κηπίνας, φωλιασμένη σε ένα κοίλωμα του γκρεμού. Η προσαρμογή του μοναστηριού πάνω στον κάθετο βράχο είναι τέτοια που δύσκολα διακρίνεται. Αυτή όμως είναι και η ομορφιά του.

Στον Τσόπελα των Πραμάντων για τη διαμονή υπάρχουν οι «Ορίζοντες των Τζουμέρκων» (τηλ.26590 61002, www.orizontestzoumerkon.gr), όπου η ζωή μαζεύεται γύρω από τη μαντεμένια ξυλόσομπα, ενώ έξω το ελατοδάσος και οι κορφές αρχίζουν να τυλίγονται στο πέπλο του χειμώνα.Το ξύλο υπάρχει παντού, όπως και όλες οι σύγχρονες ανέσεις, όπως τα μαρμάρινα μπάνια και η ντουζιέρα με υδρομασάζ. Στο εστιατόριο του ξενώνα απλώνεται η ευωδιά της παραδοσιακής κουζίνας καθώς φτάνουν στο τραπέζι το ζυμωτό ψωμί, οι πίτες, η ντόπια φέτα και τα κρέατα από την περιοχή.

Ο δρόμος για τους Καλαρρύτες - το χωριό με τα 23 πετρόκτιστα γεφύρια,  τις 20 περίτεχνες βρύσες και τα επτά ξωκκλήσια - που μαζί με το δίδυμο Συρράκο αποτελούν τα στολίδια του βουνού Περιστέρι ή Λάκμος είναι πλέον ανοιχτός. Περνά πάλι πάνω από καινούργια γέφυρα που στέκει αντάμα με το παλιό γεφύρι και αρχίζει να ανηφορίζει «ανάσα και στροφή» ως το «χειροποίητο» χωριό που στέκει ψηλά, δίπλα στις κορφές στα 1.200 μέτρα υψόμετρο. Μετά το μονοπάτι σε φέρνει στο ολιγάνθρωπο τον χειμώνα χωριό, στο παντοπωλείο, καφενείο και εστιατόριο του Ναπολέοντα, όπου χουχουλιάζει ολάκερη η ζωή του χωριού, με καφέ, καρυδάκι γλυκό και τσίπουρο...

Οι Μελισσουργοί με εγκλωβίζουν…

Όταν βρίσκεσαι στους Μελισσουργούς, την αποκαλούμενη και Αετοφωλιά των Τζουμέρκων, έχεις την αίσθηση πως είσαι ένα βήμα πριν από τον ουρανό. Από την Παναγιά που σε θωρεί η πλατεία - εκεί γίνεται ανήμερα τον Δεκαπενταύγουστο το πιο ξακουστό διπλοκάγκελο - και η ομώνυμη εκκλησία βλέπεις τις βουνοκορφές και σου έρχεται να ταξιδέψεις προς έναν άλλον κόσμο.

 Το υψόμετρο των περίπου 1.100 μέτρων σε προδιαθέτει ευχάριστα, σε συνδυασμό με την άγρια ομορφιά του τοπίου αλλά και τη γραφικότητα του ορεινού χωριού. Πολλοί μιλάνε για αλπικό τοπίο και δεν έχουν άδικο. Ετσι είναι όλη η ευρύτερη περιοχή των Τζουμέρκων (Αθαμανικά Ορη), στην οποία κεντρική θέση κατέχουν οι Μελισσουργοί.

Οσοι βρίσκονται στο χωριό μαγνητίζονται. Αυτή την εποχή η άγρια χειμωνιάτικη ομορφιά κερδίζει τον κάθε επισκέπτη που θα βρεθεί να πιει το κρύο νερό των πηγών, να τσουγκρίσει το ρακογυάλι με το τσίπουρο με τη συνοδεία βλάχικης φέτας και ζυμωτού ψωμιού.

Αν και οι κάτοικοι είναι ελάχιστοι τέτοια εποχή - το καλοκαίρι σφύζει από ζωή -, η αρχιτεκτονική του δεν αφήνει ασυγκίνητο τον ταξιδιώτη. Τα καλοφτιαγμένα καλντερίμια, τα πέτρινα παραδοσιακά κτίρια, οι βρύσες με το παγωμένο γάργαρο νερό από τις πηγές, το θρόισμα από τα ελάτια και η ίδια η φύση σε μαγεύουν. Είναι η ίδια η θαλπωρή του χωριού που σε αιχμαλωτίζει.

Οι Μελισσουργοί, κεφαλοχώρι κάποτε με ζωή και δύναμη, αλλά μοναχικό τώρα, αφού οι άνθρωποί του μετοίκησαν στην Αρτα και στην Αθήνα, είναι τόπος μαγικός για όσους τους επισκεφθούν. Η ζεστασιά των ελάχιστων κατοίκων κερδίζει το παγωμένο κλίμα που συναντά ο επισκέπτης. Ανιδιοτελή φιλοξενία, απαίδευτη και καθάρια, όπως το τσίπουρο που θα σου προσφέρουν για το καλωσόρισμα.

Στέκεσαι ώρες ατελείωτες και χαζεύεις τα επιβλητικά βουνά, τα πλούσια δάση, τους καταρράκτες και τα ποτάμια που συνθέτουν ένα μοναδικό σκηνικό στην ευρύτερη περιοχή, σχεδόν αλπικό τοπίο.

Η διαμονή στο χωριό Μελισσουργοί μπορεί να γίνει στον ξενώνα «Αγκάθι» (www.agathihotel.com, τηλ.:26590 61200), η ονομασία του οποίου προέρχεται από τη φημισμένη πηγή  φυσικού νερού, και στο ξενοδοχείο «Ορίζοντες Τζουμέρκων»www.orizontestzoumerkon.gr, τηλ. 26590 61002).

Τις ντόπιες σπιτικές συνταγές μπορείτε να τις απολαύσετε στην κεντρική πλατεία του χωριού στα καταστήματα των Χρήστου Παππά και Γιώργου Σιαμέτη, καθώς και πίσω από την εκκλησία του Αγίου Νικολάου στο κατάστημα του Χρήστου Κάτσινου.

Επισκεπτόμενοι και την Παναγιά μπορείτε να απολαύσετε τοπικούς μεζέδες και κρύο πιάτο στο κυλικείο που βρίσκεται εκεί.

Γείτονας των Μελισσουργών είναι τα Πράμαντα, που είναι αμφιθεατρικά χτισμένα στα ριζά της κορυφής Στρογγούλα (με ύψος 2.100 μ.), που ρίχνει τη σκιά της στη χαράδρα του μελισσουργιώτικου ποταμού και στην ξεχασμένη πολύκορφη οροσειρά της Kακαρδίτσας.

Ο οικισμός, χτισμένος σε υψόμετρο 840 μ. αμφιθεατρικά στους πρόποδες της Στρογγούλας, ίσως της πιο επιβλητικής κορυφής των πολυτραγουδισμένων Τζουμέρκων, πλαισιώνεται από τους συνοικισμούς Τσόπελα και Χριστοί, οι οποίοι αποτελούν την προγονική κοιτίδα των Πραμαντιωτών, στις όχθες του Αράχθου.

Αποτελεί το μεγάλο κεφαλοχώρι της περιοχής με ζωή και μόνιμους κατοίκους αρκετούς (περισσότερους από 800 κατοίκους, μεταξύ των οποίων και 100 παιδιά) και αρκετές επιλογές για φαγητό. Στην κεντρική πλατεία του χωριού βρίσκεται η εκκλησία της Aγίας Παρασκευής, που είναι το στολίδι, ενώ δεσπόζουν και ο υπεραιωνόβιος πλάτανος και η βρύση του «Aράπη».

Στο ενδιάμεσο Μελισσουργών - Πράμαντα θα συναντήσετε τον συνοικισμό Tσόπελα με τους υπέροχους ξενώνες και τις εξοχικές βίλες, ενώ στην περιοχή είναι το μοναστήρι της Aγίας Παρασκευής, ενώ υπάρχει και ορειβατικό καταφύγιο στη θέση Ισιωμα.

Στα Πράμαντα θα θαυμάσετε και το εντυπωσιακό σπήλαιο της Aνεμότρυπας και τον παραδοσιακό νερόμυλο στον συνοικισμό Χριστών. Για φαγητό στο χωριό δεν θα αντιμετωπίσετε πρόβλημα καθώς θα συναντήσετε πολλές ταβέρνες, ψησταριές και εστιατόρια, όπως ο περίφημος «Μπούτζας».  Και για τη διαμονή σας δεν θα αντιμετωπίσετε πρόβλημα, αρκεί να ρωτήσετε και αρκετά πρόθυμοι οι κάτοικοι θα σας κατευθύνουν. Ενδεικτικά μπορείτε να διανυκτερεύσετε στον παραδοσιακό ξενώνα «Ξένιον» (www.xenion.gr, τηλ. 26590 62350), στο ξενοδοχείο «Τζουμέρκα», όπου μπορείτε και να φάτε (www.hoteltzoumerka.gr, τηλ. 26590 61590), στο ξενοδοχείο «Φτέρη» (www.fteri.gr, τηλ. 26590 62030)  και στο «Σαλέ Καλύβας» (www.chaletkalivas.gr).

Η ιστορία του χωριού σε εγκλωβίζει καθώς είναι ένα από τα παλιά χωριά των Τζουμέρκων και μνημονεύεται ως μεγαλοχώρι και με οικονομική ανάπτυξη από το 1272 μ.Χ. Στην κοιλάδα των Μελισσουργών υπήρξαν αρχαίοι οικισμοί (Ζηλέουστη, Λαζινιές, Ζιζίνα, Σκρίπτα), όπως μαρτυρούν τα ευρήματα (αρχαία κεραμίδια, ίχνη υδραγωγείου, υπολείμματα ξυλανθράκων, ορειχάλκινο αγαλματίδιο ταύρου, τάφος συλημένος κτλ.) που βρέθηκαν στη Ζηλέουστη.

Η κοιλάδα όπου είναι σήμερα το χωριό κατοικούνταν από τους μικρογεωργοκτηνοτρόφους, που είχαν και ορισμένα μελισσομάντρια. Στα γύρω λιβάδια υπήρχαν οι στάνες των μεγαλοκτηνοτρόφων, οι οποίοι σιγά-σιγά για τη θερινή τους διαμονή έχτιζαν σπίτια και γύρω από το χωριό.

Απέναντι από το χωριό είναι το μοναστήρι στη μνήμη των Εισοδίων της Θεοτόκου, το οποίο χτίστηκε το έτος 1745, στα θεμέλια πρώην καταστραφέντος μοναστηριού. Στο μεσοχώρι υπάρχει ο κεντρικός ναός Αγιος Νικόλαος, ο οποίος κάηκε το 1821 και αναστηλώθηκε το 1827-30. Αλλες εκκλησίες στο χωριό είναι η Παναγία, πρώην μοναστήρι με μοναδική πλατεία στα ορεινά με έκταση επτά  στρεμμάτων, με τουριστικό περίπτερο, χώρο για πανηγύρι και αθλοπαιδιές, ο Αγιος Μάρκος, χτισμένος μέσα στο όμορφο δασύλλιο, η Αγία Παρασκευή, κοντά στο μοναστήρι, ο Προφήτης Ηλίας και πρόσφατα στην είσοδο του χωριού χτίστηκε το εκκλησάκι Πάτερ Κοσμάς.

Σε όλη την περιφέρεια του χωριού υπάρχουν πάρα πολλές πηγές με τα ωραία μεταλλικά και επιτραπέζια νερά. Κεφαλόβρυσο, Κρυονέρι, Βροτόπι και Αγκάθι είναι μερικές από τις πηγές του χωριού. Στην κεντρική πλατεία της Εθνικής Αντίστασης - στα αποκαλούμενα και «μαγαζιά» - υπάρχουν τα υπεραιωνόβια πλατάνια και οι βρύσες τρέχουν με τα γάργαρα νερά και δίνουν στον κάθε επισκέπτη μια ιδιαίτερη χαρά και απόλαυση.

Η άγρια φύση με τα πολλά νερά και τα ελατόφυτα δάση Αετός και Κερασιά δίνουν στο χωριό μια ιδιαίτερη φυσική ομορφιά και χάρη και το κάνουν να ξεχωρίζει από τα υπόλοιπα Τζουμερκοχώρια.

Αρης Ραβανός

Εξερευνήσεις στο Ορραον και στα Πέντε Πηγάδια

Από την Πλάκα ο περιηγητής έχει δύο δρόμους να διαλέξει για να βγει στον Αμβρακικό. Ο ένας περνά από τα όμορφα Κατσανοχώρια και συναντά τον κεντρικό που έρχεται από τα Γιάννενα και πάει προς την Αρτα. Η άλλη διαδρομή που αυτή τη φορά επιλέγουμε εμείς παίρνει τον άνετο δρόμο Τζουμέρκων - Αρτας και τραβά για Δαφνωτή, Σκούπα (17 χλμ. από την Πλάκα) και Ροδαυγή (5 χλμ. μετά). Λίγο πριν από τη Ροδαυγή μια διακλάδωση δεξιά ανηφορίζει στο βουνό, ανεβαίνει πολύ ψηλά και προσφέρει απίθανες εικόνες της λίμνης Πουρναρίου, εκεί όπου ο Αραχθος συγκεντρώνει τα νερά του, και κατηφορίζει μετά στη λάκκα της Φανερωμένης (9 χλμ.). Φυσικά αυτή η διαδρομή είναι για οδηγούς που δεν φοβούνται να οδηγήσουν στο «φρύδι» του... χάους.

Μετά τη Ροδαυγή είναι τα Πιστιανά (3 χλμ.)  και κάπου 3,5 χλμ. μετά ο δρόμος διακλαδώνεται δεξιά προς Αμμότοπο και Καστρί (5,5 χλμ.). Πριν από το Καστρί υπάρχει πινακίδα που μας δείχνει τον δρόμο αριστερά για την αρχαία καστρόπολη Ορραον (1 χλμ.), μέσα σε μια ατμόσφαιρα εξερεύνησης άγνωστου τόπου.

Ο χώρος είναι περιποιημένος και περιφραγμένος, με κατατοπιστικές πινακίδες, οι οποίες μας πληροφορούν ότι το γνωστό από τις αρχαίες πηγές και επιγραφές του 4ου - 2ου αι. π.Χ. Ορραον ταυτίστηκε με αυτόν εδώ τον αρχαίο οικισμό με βάση μια επιγραφή που βρέθηκε στον ναό του Απόλλωνα στην Αρτα με την οποία καθόριζαν τα σύνορα μεταξύ των αρχαίων πόλεων της Αμβρακίας (σημερινή Αρτα) και της Χαράδρου (σημερινή Φιλιππιάδα). Πρόκειται για μικρή οχυρωμένη πόλη, χτισμένη πάνω σε χαμηλό λόφο. Η ίδρυση και η οχύρωση του Ορράου έγινε από τους Μολοσσούς, φύλο που κατοικούσε στην Κεντρική Ηπειρο, πιθανότατα λίγο πριν από τα μέσα του 4ου π.Χ. αιώνα. Σύμφωνα με τον ρωμαίο ιστορικό Λίβιο, ήταν μία από τις πόλεις της Ηπείρου οι οποίες επεχείρησαν να προβάλουν αντίσταση στις ρωμαϊκές λεγεώνες, γι' αυτό καταστράφηκε το τείχος της ως τα θεμέλια. Σήμερα ο επισκέπτης βλέπει εδώ τις πιο ωραίες πέτρες και τους πιο καλοχτισμένους τοίχους που μπορεί να δει σε αρχαιολογικό χώρο...

Είναι πολύ εύκολο να γυρίσουμε πίσω από εδώ και να βγούμε στον δρόμο για την Αρτα (16 χλμ.). Μπορούμε όμως να ζήσουμε αρκετά ακόμη στο κλίμα της εξερεύνησης συνεχίζοντας προς Εξω Γοργόμυλο, Γεροπλάτανο, Γκούρα, Νέο Γοργόμυλο (6 χλμ. από το Καστρί), να προσπεράσουμε το Ανώγιο και να φτάσουμε στο κάστρο των Πέντε Πηγαδίων (7 χλμ. από τον Γοργόμυλο), για την ακρίβεια στα δύο κάστρα των Πέντε Πηγαδίων. Το πρώτο διατηρείται καλά, ενώ το δεύτερο είναι ερείπιο. Αυτά τα οθωμανικά κάστρα περιβάλλονται από ένα πέπλο μυστηρίου που δεν το σηκώνουν οι αχτίδες του ηλίου που τα φωτίζουν. Ισως γιατί σχετίζονται με τον Αλή Πασά. Συνεχίζοντας από εδώ προς Σκλίβανη και Τέροβο, βγαίνουμε στον κεντρικό δρόμο Ιωαννίνων - Αρτας (11 χλμ.) διαγράφοντας μια διαδρομή από τον άλλον κεντρικό δρόμο Αρτας - Τζουμέρκων περίπου 31 χλμ.

Κορωνησία, η άκρη του Τζουμέρκου

Βγαίνουμε στην κεντρική οδό Ιωαννίνων -Αρτας στην περιοχή των πηγών του Λούρου, όπου βασιλεύει η νωπή πέστροφα στη θράκα. Είναι καιρός για μια γευστική στάση σε τραπεζάκια κυριολεκτικά στην όχθη του ποταμού, όπως στην ταβέρνα στα Πλατανάκια. Οι περισσότερες ταβέρνες δίπλα στα ιχθυοτροφεία βρίσκονται στο Χάνι του Τέροβου.

Ο δρόμος λες και ακολουθεί τον Λούρο και τρέχει προς τη Φιλιππιάδα και μετά διακλαδώνεται αριστερά προς Αρτα και μετά διακλαδώνεται ξανά στη Φιλοθέη προς Αμβρακικό και Κορωνησία. Το νερό, ο κόσμος του και οι γεύσεις του γίνονται η ουσία αυτής της διαδρομής. Ο Αμβρακικός είναι μια μεγάλη κιβωτός ζωής και η λουρονησίδα της Κορωνησίας μπαίνει βαθιά (περίπου 10 χλμ.) μέσα στην καρδιά της και στην ομορφιά της, ανάμεσα στις λιμνοθάλασσες Λογαρού και Τσουκαλιό. Η ζωή πεταρίζει δίπλα σου και τα πριάρια αυλακώνουν τον «καθρέφτη» ως τον οικισμό, όπου βρίσκεται και το καθολικό της παλιάς Παναγίας Κορωνησιώτισσας, αλλά κυρίως λειτουργούν τα εστιατόρια με όλα τα καλά της λιμνοθάλασσας και ειδικά τη φημισμένη γαρίδα του Αμβρακικού. Ξεχωρίζει η «Μυρταριά» του Πατέντα, όπου μαζί με τις γαρίδες προσφέρει και κέφαλο στα κάρβουνα και τσιπούρα και άλλα καλοψημένα ψάρια, μαζί με χόρτα, σαλάτες και κανονικές πατάτες, και η ψαροταβέρνα του Πανέλλη.