Α'. Σχεδιάγραμμα, Β'. Κείμενα, Γ'. Βιβλιογραφία

Θέμα: Οικογένεια

Δείτε και το θέμα: Γάμος, Υπογεννητικότητα

Α'. Σχεδιάγραμμα

✍Θέμα: Ο θεσμός της οικογένειας φαίνεται να περνάει πολλές συμπληγάδες στις μέρες μας, παρόλη τη σημασία του και την αποδοχή που ακόμη απολαμβάνει.

Πρόλογος

Κάποιοι απ’ αυτούς είναι σημαντικοί, σπουδαίοι. Απευθύνονται σε πολύ μεγάλα τμήματα του πληθυσμού και καλύπτονται από πλέγμα νόμων (Βουλή, Πανεπιστήμιο, δικαστήρια)*. Κάποιοι άλλοι, όσο κι αν είναι χρήσιμοι, δεν είναι τόσο πολύ σημαντικοί. Μπορεί να μην αφορούν τους πάντες (σχολική εκδρομή, πρωτάθλημα μπάσκετ) και ίσως να μην καλύπτονται πάντα νομοθετικά, αλλά να λειτουργούν εθιμικά. [Βίκα Δ. Γκιζελή, Απλά μαθήματα κοινωνιολογίας, εκδ. Ο.Ε.Δ.Β., Αθήνα γ’1995]

*Είναι ήδη φανερό ότι, όταν αναφερόμαστε στους θεσμούς, άλλοτε αναφερόμαστε στις συνήθειες (εκπτώσεις, διακοπές) και άλλοτε στους μηχανισμούς που διασφαλίζουν κάποιες συνήθειες (πανεπιστήμιο, στρατός.

Κυρίως θέμα

Ε1α. Συμφωνείτε ή διαφωνείτε;

Κλονισμό υφίσταται κυρίως ο παραδοσιακός εκείνος τύπος οικογένειας που το χαρακτηριστικό του γνώρισμα είναι ο αυταρχισμός. Στον τύπο αυτό της οικογένειας ακολουθούνταν κατά κανόνα το εξής σχήμα: άνδρας>γονείς>παιδιά. Η μορφή της οικογένειας βέβαια που εκσυγχρονίζεται, που έχει ως χαρακτηριστικά της γνωρίσματα την ισότητα, την ισοτιμία, τη δημοκρατικότητα, το διάλογο... (δες το Ε4: τρόποι εξόδου από την κρίση), δεν υφίσταται έντονη κρίση.

Ε1β. Αιτίες

Ε2. Ρόλος (& αξία) οικογένειας

Ε3. Συνέπειες κρίσης (¹Ε2)(άτομο¹κοινωνία)

Ε4. Τρόποι εξόδου από την κρίση

Επίλογος

 

Β'. Κείμενα

Όλοι οι γονείς είναι δειλοί

Παπαδημητρίου Λένα, εφ. Το Βήμα, 4/3/2015

Είναι τελικά η υπερβολική προστασία ένα είδος κακοποίησης;

Το εκπαιδευτικό ριάλιτι «World's Worst Mom» («Η χειρότερη μαμά του κόσμου») προβάλλεται από τα μέσα Ιανουαρίου στο Discovery Life Channel. Το εμπνεύστηκε η Λενόρ Σκενάζι, η δημοσιογράφος από τη Νέα Υόρκη που κέρδισε επάξια τον προαναφερθέντα τίτλο το 2008, όταν τόλμησε να ομολογήσει ότι άφησε τον εννιάχρoνο γιο της να μπει μόνος του στο μετρό. Μαινόμενοι γεννήτορες έπεσαν πάνω της να τη «λιντσάρουν» και κάπως έτσι πυροδοτήθηκε το ντιμπέιτ για την ανελευθερία των σύγχρονων παιδιών. Σιγά σιγά η καμπάνια «εγρήγορσης» της Σκενάζι άρχισε να κερδίζει έδαφος. Στο «World's Worst Mom» η ίδια παρεμβαίνει για να συνετίσει γονείς που «πνίγουν» τα παιδιά τους μέσα σε τόνους χαρτί αεροπλάστ, αυτό με τις φυσαλίδες αέρα που χρησιμοποιείται για το περιτύλιγμα των εύθραυστων δώρων.

Αυτοί οι γονείς είναι πλέον ο κανόνας. Οι ειδικοί προειδοποιούν ότι τα σημερινά υπερπροστατευμένα και «μικροδιαχειριζόμενα» παιδιά της Δύσης μεγαλώνουν χωρίς τα στοιχειώδη διδάγματα επιβίωσης. Μπορεί να έχουν πλείστες (ακαδημαϊκές και άλλες) δεξιότητες, αλλά δεν είναι «street smart» (περπατημένα, της πιάτσας). Ήτοι ένα εννιάχρονο αγόρι σήμερα μπορεί να παίζει στα δάχτυλα το MP4 ή το iPad, αλλά οι γονείς του τρέμουν να το αφήσουν έστω και για μισή ώρα μόνο στο σπίτι ή να το στείλουν στο γειτονικό μάρκετ με την προσφιλή λίστα: «Τυρί, ρύζι, καφέ, γάλα, Καμπά». Η δε απουσία ελεύθερου (όχι κατευθυνόμενου) παιχνιδιού συνδέεται άρρηκτα με την κατάθλιψη και τις αγχώδεις διαταραχές στην παιδική ηλικία (η συχνότητα των οποίων είναι, στις ΗΠΑ τουλάχιστον, πενταπλάσια έως οκταπλάσια σε σχέση με το 1950) και βέβαια με την πανδημία παιδικής παχυσαρκίας και διαβήτη τύπου 2. Τα παιδιά είναι πλέον καταδικασμένα να ζουν κάτω από μια οργουελική, γονική επίβλεψη (σημειωτέον ότι από τη δεκαετία του '70 έως σήμερα η μέση απόσταση που μπορεί να διανύσει ένα παιδί μόνο του στη Βρετανία μειώθηκε σχεδόν κατά 90%).

Το ντιμπέιτ γύρω από τις παρενέργειες του «helicopter parenting» (όπως έχει βαφτιστεί η υπερπροστατευτική σχολή γονεϊκότητας) τροφοδοτείται διαρκώς. Προ ημερών ο καναδός συγγραφέας Μάικλ Κρίστι έγραψε στους «New York Times» ένα άρθρο με τίτλο «Ολοι οι γονείς είναι δειλοί» (μήνυμα που διαπνέει και το πρόσφατο, αυτοβιογραφικό μυθιστόρημά του «If I Fall, If I Die»). Το άρθρο είναι κατά το ήμισυ μια κατάδυση στα δικά του παιδικά χρόνια, όταν ο ίδιος πέφτει θύμα μιας υπερπροστατευτικής (και αγοραφοβικής) μητέρας, η οποία παλεύει να καταπνίξει τo πάθος του για το σκέιτμπορντ. Ως πιτσιρικάς αντιστέκεται σθεναρά. Η μητέρα του συνεχίζει να παθαίνει κρίσεις πανικού κάθε φορά που τον βλέπει να ανεβαίνει πάνω στη σανίδα, ο ίδιος συνεχίζει να βιώνει τη μεταφυσική έξαψη του έφηβου σκέιτερ σπάζοντας σχεδόν νομοτελειακά κνήμες, περόνες, σπονδύλους και δόντια. Στα 17 του αποφασίζει να σπάσει και το γλιτσερό, μητρικό κουκούλι που τον κρατάει παγιδευμένο. Θα ζήσει για χρόνια μακριά (γυρνάει στο σπίτι του στα 32 του, όταν η μητέρα του πεθαίνει πλέον από καρκίνο).

Στο δεύτερο ήμισυ του άρθρου του ο Κρίστι σκύβει με συγκατάβαση πάνω από το αμάρτημα της μητρός του ανακαλύπτοντας τη δική του άτολμη γονεϊκότητα. Σαν κάτι να αλλάζει, μόλις γεννιέται ο γιος του: «Βγαίνοντας με το παιδικό καρότσι στο κυκλοφοριακό χάος του μεσημεριού, ένιωσα για πρώτη φορά συντονισμένος με την επικινδυνότητα του κόσμου τούτου, με την ευαλωτότητα του ανθρώπου απέναντί της. Η πόλη έμοιαζε ξαφνικά να δονείται από κινδύνους που για καιρό με άφηναν αδιάφορο: αυτοκίνητα που άλλαζαν απότομα πορεία, εν δυνάμει απαγωγείς, τοξικά αέρια και πεταμένες βελόνες». Η κατάσταση θα επιδεινωθεί: «Eφτασα στο σημείο να κλωτσήσω έναν σκύλο στο πάρκο γιατί μου φαινόταν ότι πήγαινε να δαγκώσει τον μικρό». «Ποτέ δεν πίστευα ότι γονεϊκότητα σημαίνει να μαθαίνεις να ζεις με αυτόν τον αδυσώπητο, οξύ φόβο» καταλήγει. Παρά ταύτα, η υπερπροστασία παραμένει (όπως γράφει η Ανθή Δοξιάδη στο «Ρίζες και φτερά», εκδ. Ποταμός) ένα είδος κακοποίησης. Το ταξίδι πάνω στη σανίδα εγγυάται κινδύνους αλλά και γνώση ζωής.

 

O θάνατος της οικειότητας

The Guardian, εφ. Καθημερινή, 1/1/2005 (Διασκευή)

Διαπίστωση: Οι αλλαγές δεν έφεραν περισσότερη ευτυχία, γιατί χάθηκε η οικειότητα και για τρεις ακόμη λόγους:

Eίναι εδραιωμένη στην κοινωνία μας η πεποίθηση ότι η αλλαγή είναι συνώνυμη με την πρόοδο. Oι κυβερνήσεις επανειλημμένα το διακηρύσσουν και πολλοί άνθρωποι φαίνεται να το ενστερνίζονται ως φιλοσοφία ζωής. Πρόκειται, βέβαια, για ανοησία. H αλλαγή δεν είναι πάντα καλή. Kαι οι πρόσφατες έρευνες που δείχνουν ότι είμαστε λιγότερο ευτυχισμένοι απ’ ό,τι στο παρελθόν υποδηλώνουν μια βαθύτερη δυσφορία στην καρδιά της δυτικής κοινωνίας. Tα ευρήματα αυτά δεν προκαλούν έκπληξη. H ίδια η ιδέα για το τι σημαίνει άνθρωπος και ποιες είναι οι συνθήκες μέσα στις οποίες ευδοκιμούν οι ανθρώπινες ιδιότητες, έχει διαβρωθεί. O λόγος για τον οποίο αισθανόμαστε λιγότερο ευτυχείς απ’ όσο άλλοτε είναι ότι η οικειότητα στην οποία στηρίζεται η αίσθηση ευζωίας –προϊόν των πιο στενών, των πιο προσωπικών μας σχέσεων, ιδίως μέσα στην οικογένεια– αποδυναμώνεται. Aπό αυτή την άποψη, τρεις τάσεις αλλάζουν σε βάθος τη φύση των κοινωνιών μας.

1)Ατομικισμός, εγωισμός, εμπορευματοποίηση των πάντων

Πρώτα πρώτα, η ανάπτυξη του ατομικισμού, που πρωτοεκδηλώθηκε τη δεκαετία του ’60, έκανε τον εαυτό κυρίαρχο ενδιαφέρον και γενικό σημείο αναφοράς, ενώ οι προσωπικές ανάγκες του καθενός έγιναν η τελική δικαιολόγηση των πάντων. Zούμε στην εποχή του εγωισμού. Παράλληλα, έχουμε την αμείλικτη εξάπλωση της αγοράς σε όλους τους τομείς της κοινωνίας. H εμπορευματοποίηση των πάντων έχει κάνει την κοινωνία, και τον καθένα από μας, πιο ανταγωνιστικούς. H λογική της αγοράς δεν αφορά μόνο την ιδεολογία των νεοφιλελεύθερων αλλά έχει γίνει πλέον οικουμενική, το κριτήριο που χρησιμοποιούμε όχι μόνο για τη δουλειά μας και όταν ψωνίζουμε, αλλά και όσον αφορά τον πιο ενδόμυχο εαυτό μας, τις πιο προσωπικές σχέσεις μας. Oι προφήτες που εξήγγειλαν την επανάσταση της αγοράς την είδαν σε αντιπαλότητα με το κράτος: στην πραγματικότητα, αποδείχτηκε πολύ πιο ύπουλη από αυτό, διαβρώνοντας την ίδια την έννοια του τι σημαίνει να είσαι άνθρωπος. Tο πιστεύω του «εγώ», αδιάσπαστα δεμένο με το ευαγγέλιο της αγοράς, έχει αιχμαλωτίσει την ουσία της ζωής μας.

2)Συρρίκνωση ιδιωτικού χώρου, ρηχές κοινωνικές σχέσεις, εξασθένιση θεσμού οικογενείας

Σ' αυτό το κλίμα της αγοράς εντάσσεται η ανάπτυξη των τεχνολογιών επικοινωνίας, ειδικότερα των κινητών τηλεφώνων και του διαδικτύου, οι οποίες συρρικνώνουν τον ιδιωτικό μας χώρο και επιταχύνουν τον ρυθμό της ζωής. Bέβαια, εξακολουθούμε να είμαστε κοινωνικά ζώα. Aπολαμβάνουμε πολύ περισσότερες σχέσεις απ’ όσες άλλοτε. Όμως η ποσότητα δεν σημαίνει ποιότητα. Oι σχέσεις μας μπορεί να είναι πιο κοσμοπολίτικες αλλά γίνονται όλο και πιο ρηχές και προσωρινές. H κοινωνική μας ζωή έχει φτάσει να μιμείται τους ρυθμούς και τα χαρακτηριστικά της αγοράς. Στο μεταξύ, η οικογένεια -η έδρα των βασικών διά βίου σχέσεών μας- γίνεται ένας όλο και ασθενέστερος θεσμός: οι εκτεταμένες οικογένειες λιγοστεύουν, οι πυρηνικές οικογένειες γίνονται όλο και πιο μικρές και βραχύβιες, σχεδόν οι μισοί γάμοι καταλήγουν σε διαζύγιο και οι περισσότεροι γονείς περνούν λιγότερο καιρό με τα παιδιά τους.

3)Αποξένωση ΜΜΕ από την προσωπική βιωμένη εμπειρία

Πολλοί βέβαια υποστηρίζουν ότι τα MME μάς έχουν προσφέρει πολλή γνώση. Tο πρόβλημα είναι ότι αυτά που μαθαίνουμε από τα MME έχουν ελάχιστη σχέση με την προσωπική εμπειρία και με τη γνώση της πραγματικότητας που μεταφέρεται από την εδραιωμένη κοινότητα, τους ανθρώπους που ξέρουμε και εμπιστευόμαστε. H κοινωνία έχει κινηθεί προς την αντίθετη κατεύθυνση, προς μια εφηβική κουλτούρα που περιφρονεί την ηλικία και την πείρα. H σχέση μας με τις πιο βασικές εμπειρίες της ζωής αποκτά σε όλο και μεγαλύτερο βαθμό ηδονοβλεπτικό χαρακτήρα. O θάνατος, για παράδειγμα, προσφέρεται σε αφθονία προς κατανάλωση από τα MME, γυμνός από κάθε πόνο, ανάμεσα σε κουτσομπολιά και δελτία καιρού. Δεν υπάρχει χρόνος για να σκεφτείς τι έχει συμβεί, να συμπονέσεις, να συγκινηθείς. Άλλωστε ο πόνος είναι κάτι που πρέπει να αποφεύγεται, να κρύβεται, να «διασκεδάζεται» -είναι αντικαταναλωτικός.

Συμπέρασμα: αποξένωση, χάνουμε το νόημα της ζωής. Λύση:η ανθρωπιά→ανάκτηση χαμένου εαυτού

Αναμφίβολα, η παρακμή της κοινότητας και η κυριαρχία των MME οδηγεί σε απευαισθητοποίηση, σε αποξένωση από τα θεμελιώδη συναισθήματα χωρίς τα οποία δεν έχουμε τη δυνατότητα να καταλάβουμε το νόημα της ζωής: δεν υπάρχουν κορυφές χωρίς χαράδρες. Tι μπορεί να γίνει, λοιπόν; Ίσως όχι πολλά. Όμως η παρατήρηση δεν χάνει την αξία της. Yπάρχει, μήπως, τίποτα πιο σημαντικό από την ανθρωπιά μας; Aν αρκετοί άνθρωποι συνειδητοποιήσουν τι συμβαίνει, ίσως μπορέσουμε να ανακτήσουμε λίγο από τον χαμένο εαυτό μας. (646)

Ερωτήσεις

Α.Σε ξένη εφημερίδα διαβάσατε το παραπάνω κείμενο. Με μια περίληψη 100 λέξεων να ενημερώσετε την τάξη σας για το περιεχόμενό του. (25 μονάδες)

Β1.Να αναπτύξετε σε μια παράγραφο 80 περίπου λέξεων το περιεχόμενο της παρακάτω πρότασης «Η κοινωνία έχει κινηθεί προς την αντίθετη κατεύθυνση, προς μια εφηβική κουλτούρα που περιφρονεί την ηλικία και την πείρα» (7 μονάδες)

Β2.α)Ποια συλλογιστική πορεία ακολουθεί ο συντάκτης του κειμένου στην εισαγωγική παράγραφο β)Ποιους τρόπους και ποια μέσα πειθούς χρησιμοποιεί ο συγγραφέας στην προτελευταία παράγραφο του κειμένου;(5 μονάδες)

Β3.α)Να αντικαταστήσετε τις παρακάτω λέξεις με συνώνυμες ώστε να μην αλλάζει το νόημα της αντίστοιχης πρότασης του κειμένου: πρόσφατες, διαβρωθεί, αμείλικτη, βραχύβιες. β)Να σχηματίσετε προτάσεις με τα αντώνυμα των παραπάνω λέξεων.(8 μονάδες)

Β4.Να εντοπίσετε τρία σημεία-φράσεις του κειμένου όπου ο συντάκτης κάνει μεταφορική χρήση της γλώσσας επιχειρώντας ταυτόχρονα να εξηγήσετε την επιλογή του αυτή.(5 μονάδες)

Γ.Υποθέστε ότι συμμετέχετε σε μια τηλεοπτική συζήτηση στην οποία παρευρίσκεται και ο συντάκτης του παραπάνω κειμένου υποστηρίζοντας ανάλογες απόψεις για τις σχέσεις των ανθρώπων σήμερα με αυτές που περιέχονται στο κείμενο. Να του απαντήσετε εκφράζοντας και αιτιολογώντας τη συμφωνία ή τη διαφωνία σας.(500 λέξεις) (50 μονάδες)

 

Ο γάμος και η συμβίωση μειώνουν τον κίνδυνο εμφράγματος

Εφημερίδα Καθημερινή, 31/1/2013

Ο γάμος και η συμβίωση μειώνουν τον κίνδυνο εμφράγματος για άνδρες και γυναίκες όλων των ηλικιών, ενώ οι ανύπαντροι και οι μοναχικοί κινδυνεύουν περισσότερο.

Οι ανύπαντροι και οι μοναχικοί, τόσο οι άνδρες όσο και οι γυναίκες, ανεξαρτήτως ηλικίας, αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο για έμφραγμα, θανατηφόρο ή μη, σύμφωνα με μια νέα μεγάλη φινλανδική επιστημονική έρευνα. Αντίθετα, τα παντρεμένα ζευγάρια, ιδίως της μέσης ηλικίας ή όσοι συγκατοικούν για χρόνια στο πλαίσιο μιας συντροφικής σχέσης, έχουν σημαντικά καλύτερη πρόγνωση, όσον αφορά οξέα καρδιαγγειακά επεισόδια, είτε πριν, είτε μετά την εισαγωγή τους στο νοσοκομείο.

Οι ερευνητές, με επικεφαλής τη δρα Άϊνο Λαμινταούστα του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου του Τούρκου, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό της Ευρωπαϊκής Εταιρίας Καρδιολογίας «European Journal of Preventive Cardiology», μελέτησαν πάνω από 15.300 περιπτώσεις εμφραγμάτων του μυοκαρδίου σε ανθρώπους άνω των 35 ετών για μια περίοδο περίπου δέκα ετών. Περίπου τα μισά περιστατικά (7.703) κατέληξαν στο θάνατο του ασθενούς μέσα στις επόμενες 28 μέρες μετά το έμφραγμα.

Η στατιστική ανάλυση έδειξε ότι τα εμφράγματα ήσαν κατά 58% έως 66% συχνότερα μεταξύ των ανύπαντρων ανδρών και κατά 60% έως 65% μεταξύ των ανύπαντρων γυναικών, σε σχέση με τους παντρεμένους. Η θνησιμότητα εντός των επόμενων 28 ημερών στους παντρεμένους ηλικίας 65 έως 74 ετών ήταν 866 ανά 100.000 άτομα έναντι 1.792 ανά 100.000 ατόμων μεταξύ των συνομήλικων ανύπαντρων ή χήρων. Αντίστοιχα, η θνησιμότητα μεταξύ των παντρεμένων γυναικών ηλικίας 65 έως 74 ετών ήταν 247 ανά 100.000 άτομα ετησίως έναντι 493 ανά 100.000 ατόμων μεταξύ των ανύπαντρων ή χήρων γυναικών.

Το ποσοστό θανάτων κατά τις πρώτες 28 ημέρες μετά από ένα έμφραγμα ήταν 26% μεταξύ των παντρεμένων ανδρών ηλικίας 35 έως 64 ετών, 42% μεταξύ των συνομήλικων ανδρών που είχαν στο παρελθόν υπάρξει παντρεμένοι και 51% μεταξύ των ανδρών που ποτέ στη ζωή τους δεν είχαν παντρευτεί. Τα αντίστοιχα ποσοστά για τις γυναίκες ηλικίας 35 έως 64 ετών ήσαν 20%, 32% και 43%. Το ποσοστό θανάτων των ανδρών και γυναικών ηλικίας 35 έως 64 ετών που ζούσαν μόνοι τους, ήταν υψηλότερο από εκείνο όσων συζούσαν με ένα σύντροφο.

Οι ερευνητές επισημαίνουν ότι, όπως έχουν δείξει και άλλες έρευνες στο παρελθόν, το να είναι κανείς ανύπαντρος ή να ζει μόνος του, αυξάνει τόσο τη συνολική θνησιμότητά του, όσο και ειδικότερα τη θνησιμότητα λόγω καρδιαγγειακού προβλήματος. Ως πιθανές αιτίες γι’ αυτό, οι φινλανδοί ερευνητές αναφέρουν:

Ο γάμος και η συμβίωση μειώνουν τον κίνδυνο εμφράγματος

Εφ. Καθημερινή, 31/1/2012

Ο γάμος και η συμβίωση μειώνουν τον κίνδυνο εμφράγματος για άνδρες και γυναίκες όλων των ηλικιών, ενώ οι ανύπαντροι και οι μοναχικοί κινδυνεύουν περισσότερο.

Οι ανύπαντροι και οι μοναχικοί, τόσο οι άνδρες όσο και οι γυναίκες, ανεξαρτήτως ηλικίας, αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο για έμφραγμα, θανατηφόρο ή μη, σύμφωνα με μια νέα μεγάλη φινλανδική επιστημονική έρευνα. Αντίθετα, τα παντρεμένα ζευγάρια, ιδίως της μέσης ηλικίας ή όσοι συγκατοικούν για χρόνια στο πλαίσιο μιας συντροφικής σχέσης, έχουν σημαντικά καλύτερη πρόγνωση, όσον αφορά οξέα καρδιαγγειακά επεισόδια, είτε πριν, είτε μετά την εισαγωγή τους στο νοσοκομείο.

Οι ερευνητές, με επικεφαλής τη δρα Άϊνο Λαμινταούστα του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου του Τούρκου, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό της Ευρωπαϊκής Εταιρίας Καρδιολογίας «European Journal of Preventive Cardiology», μελέτησαν πάνω από 15.300 περιπτώσεις εμφραγμάτων του μυοκαρδίου σε ανθρώπους άνω των 35 ετών για μια περίοδο περίπου δέκα ετών. Περίπου τα μισά περιστατικά (7.703) κατέληξαν στο θάνατο του ασθενούς μέσα στις επόμενες 28 μέρες μετά το έμφραγμα.

Η στατιστική ανάλυση έδειξε ότι τα εμφράγματα ήσαν κατά 58% έως 66% συχνότερα μεταξύ των ανύπαντρων ανδρών και κατά 60% έως 65% μεταξύ των ανύπαντρων γυναικών, σε σχέση με τους παντρεμένους. Η θνησιμότητα εντός των επόμενων 28 ημερών στους παντρεμένους ηλικίας 65 έως 74 ετών ήταν 866 ανά 100.000 άτομα έναντι 1.792 ανά 100.000 ατόμων μεταξύ των συνομήλικων ανύπαντρων ή χήρων. Αντίστοιχα, η θνησιμότητα μεταξύ των παντρεμένων γυναικών ηλικίας 65 έως 74 ετών ήταν 247 ανά 100.000 άτομα ετησίως έναντι 493 ανά 100.000 ατόμων μεταξύ των ανύπαντρων ή χήρων γυναικών.

Το ποσοστό θανάτων κατά τις πρώτες 28 ημέρες μετά από ένα έμφραγμα ήταν 26% μεταξύ των παντρεμένων ανδρών ηλικίας 35 έως 64 ετών, 42% μεταξύ των συνομήλικων ανδρών που είχαν στο παρελθόν υπάρξει παντρεμένοι και 51% μεταξύ των ανδρών που ποτέ στη ζωή τους δεν είχαν παντρευτεί. Τα αντίστοιχα ποσοστά για τις γυναίκες ηλικίας 35 έως 64 ετών ήσαν 20%, 32% και 43%. Το ποσοστό θανάτων των ανδρών και γυναικών ηλικίας 35 έως 64 ετών που ζούσαν μόνοι τους, ήταν υψηλότερο από εκείνο όσων συζούσαν με ένα σύντροφο.

Οι ερευνητές επισημαίνουν ότι, όπως έχουν δείξει και άλλες έρευνες στο παρελθόν, το να είναι κανείς ανύπαντρος ή να ζει μόνος του, αυξάνει τόσο τη συνολική θνησιμότητά του, όσο και ειδικότερα τη θνησιμότητα λόγω καρδιαγγειακού προβλήματος. Ως πιθανές αιτίες γι’ αυτό, οι φινλανδοί ερευνητές αναφέρουν:

- Οι παντρεμένοι πιθανώς έχουν καλύτερη κοινωνικο-οικονομική κατάσταση, τρέφονται πιο υγιεινά και απολαμβάνουν μεγαλύτερη κοινωνική υποστήριξη από τους ανύπαντρους, με αποτέλεσμα να έχουν γενικά καλύτερη υγεία.

- Όταν πάθουν έμφραγμα, οι παντρεμένοι συχνά μπορούν να στηριχτούν στη γυναίκα ή στα παιδιά τους για να ειδοποιήσουν έγκαιρα ένα ασθενοφόρο, με αποτέλεσμα να εισάγονται ταχύτερα στο νοσοκομείο και να ξεκινά πιο γρήγορα η διαδικασία της ανάνηψης.

- Οι παντρεμένοι και όσοι συζούν, κάνουν καλύτερη θεραπευτική αγωγή, αφότου φύγουν από το νοσοκομείο, σε σχέση με όσους μένουν μόνοι τους.

 

Λίγοι γάμοι, λίγα παιδιά στην Ελλάδα

Εφημερίδα Καθημερινή, 28/5/2006

Οικονομική ανασφάλεια, νέα ήθη

Μόνο τον γάμο δεν σκέφτονται σήμερα οι νεαροί Έλληνες. Κατ' αρχήν, δεν αντέχουν τα έξοδα ν' ανοίξουν σπίτι. Ενα 30% συγκατοικεί ώς τα 30 του με τους γονείς. Η οικονομική ανασφάλεια μαστίζει αυτές τις ηλικίες. Πολλοί τελικά επιλέγουν να μην κάνουν οικογένεια. ΄H αποφασίζουν να παντρευτούν αφού πρώτα κάνουν καριέρα. Μετά, μπορούν να έρθουν τα παιδιά, αν έρθουν. Σύμφωνα με τις πλέον πρόσφατες έρευνες, οι Έλληνες κάνουν τα λιγότερα παιδιά στην Ευρώπη. Τόσα λίγα που δεν επιτυγχάνεται πλέον η φυσική αναπλήρωση των γενεών. Δεν είναι όμως μόνο οι κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες που δυναμιτίζουν την ελληνική οικογένεια. Είναι και οι τάσεις όσον αφορά τον γάμο που έχουν διαμορφωθεί στη Δύση: λίγοι γάμοι, περισσότερες ελεύθερες σχέσεις, λιγότερα παιδιά, μεγαλύτερη κατανάλωση, μικρότερη αποταμίευση. Οι αριθμοί μιλούν από μόνοι τους.

Ασήκωτα τα βάρη της οικογένειας για τους νέους

Παντρεύονται μεγαλύτεροι και αποκτούν λιγότερα παιδιά, καθώς δίνουν προτεραιότητα στην καριέρα

Από τις σημαντικότερες αλλαγές που συντελούνται στην ελληνική κοινωνία, αλλά και στις άλλες δυτικές κοινωνίες, είναι το γεγονός ότι άνδρες και γυναίκες σήμερα παντρεύονται πιο δύσκολα και σε μεγαλύτερη ηλικία σε σχέση με το παρελθόν, κάνουν λιγότερα παιδιά, όλο και πιο αργά, ή δεν κάνουν καθόλου. Αν κάποτε η «γεροντοκόρη» και το «γεροντοπαλίκαρο» ήταν λίγοι και δακτυλοδεικτούμενοι, σήμερα πλήθη μοναχικών ανδρών και γυναικών επιλέγουν να μην κάνουν οικογένεια. Ή επιλέγουν να παντρευτούν αφού πρώτα κάνουν καριέρα. Μετά, μπορούν να έρθουν τα παιδιά, το παιδί, αν έρθει. Σύμφωνα με τις πλέον πρόσφατες έρευνες, οι Έλληνες κάνουν τα λιγότερα παιδιά από όλους τους Ευρωπαίους. Τόσα λίγα που δεν επιτυγχάνεται πλέον η φυσική αναπλήρωση των γενεών. Είναι οι κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες που δυναμιτίζουν την ελληνική οικογένεια ή είναι γενικότερα μια στάση ζωής στη Δύση, που εν μέρει επαληθεύει τις προφητικές προβλέψεις διακεκριμένων κοινωνιολόγων; Στα μέσα του 20ού αιώνα ο Καρλ Μάνχαϊμ προέβλεψε ότι στο μέλλον θα υπάρχουν όλο και λιγότεροι γάμοι και ότι θα ζούμε σε μια κοινωνία όπου οι σημαντικότερες σχέσεις θα είναι με φίλους ή ερωτικούς συντρόφους και ως αποτέλεσμα αυτού, θα γεννιούνται λιγότερα παιδιά, θα γίνεται μεγαλύτερη κατανάλωση και μικρότερη αποταμίευση. Με υπέρτατη αξία τον καταναλωτισμό, οι άνθρωποι θα ζουν ατομικά, μόνο για το παρόν.

Μήπως ένα μέρος αυτής της πρόβλεψης είναι ήδη πραγματικότητα; Ας αφήσουμε να μιλήσουν οι αριθμοί. Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, καταγράφεται συνολικά στην Ευρώπη αύξηση της μέσης ηλικίας πρώτου γάμου, ενώ έρευνα του Eργαστηρίου Δημογραφικών και Kοινωνικών Eρευνών του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας δείχνει ότι στην Ελλάδα, ύστερα από μια τριακονταετία έντονης και πρώιμης γαμηλιότητας (1955-1985) οι δείκτες πρώτων γάμων συρρικνώνονται, ενώ παράλληλα η μέση ηλικία ανεβαίνει συνεχώς, εγγίζοντας πλέον τα 31 έτη για τους άνδρες και τα 27,7 έτη για τις γυναίκες (28,5 και 24,5 αντίστοιχα στα μέσα του ’60). Η γονιμότητα μειώνεται δραματικά. Από 2,32 που ήταν ο μέσος αριθμός παιδιών ανά γυναίκα το 1956, φθάσαμε σήμερα στο 1,29.

Στην πρώτη θέση πλέον το άτομο

Oι ανακατατάξεις που σημειώνονται στον γάμο και κατά συνέπεια στη γονιμότητα είναι άμεσα συνδεδεμένες με τις αλλαγές στα πρότυπα γαμηλιότητας που επικράτησαν διεθνώς. «Από τα τέλη της δεύτερης μεταπολεμικής δεκαετίας ήδη, προοδευτικά, έντονες κοινωνικές και οικονομικές αλλαγές καταγράφονται σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, μεταβάλλοντας δυναμικά στη διάρκεια μιας γενεάς το κοινωνικό πλαίσιο.

Στην οικονομία, η ανάπτυξη του τριτογενούς τομέα (υπηρεσίες), όπου απασχολείται το 80% των νέων γυναικών, σε βάρος του δευτερογενούς (βιομηχανία) και ιδιαίτερα του πρωτογενούς (γεωργία), καθώς επίσης η ταχεία αστικοποίηση, η αύξηση του εισοδήματος των νοικοκυριών, η άνοδος του εκπαιδευτικού επιπέδου των γυναικών –το 44% των γυναικών έως 29 ετών έχει τριτοβάθμια εκπαίδευση– και η είσοδός τους στην αγορά της εργασίας (όπως και η επάγωγη σχετική αυτονόμησή τους), η διάδοση των σύγχρονων μεθόδων αντισύλληψης η οποία κατέστησε εφικτό τον διαχωρισμό ανάμεσα στη σεξουαλικότητα και την αναπαραγωγή, η διάχυση της πληροφόρησης και η κατάργηση των συνόρων στον τομέα αυτό, άλλαξαν ριζικά τις σχέσεις ανάμεσα στα δύο φύλα», επισημαίνει ο καθηγητής Δημογραφίας και διευθυντής του Eργαστηρίου Δημογραφικών και Kοινωνικών Eρευνών κ. Bύρων Kοτζαμάνης, και συνεχίζει: «Οι αλλαγές αυτές, που με διαφορετικούς ρυθμούς και σε διαφορετικούς χρόνους εισέβαλαν στον δυτικό κόσμο, επηρέασαν σημαντικά και τις σχέσεις των δύο φύλων, και ειδικότερα τους τρόπους συμβίωσης και τη διάρκειά τους. Οι προσδοκίες εξατομικεύονται πλέον και οδηγούν στην υποχώρηση του θεσμού του γάμου και στην ανάδυση νέων μορφών συμβίωσης, πιο ευέλικτων και λιγότερο καταναγκαστικών. Ταυτόχρονα, με τη συρρίκνωση του αριθμού των γάμων, οι υπάρχουσες έγγαμες συμβιώσεις γίνονται και αυτές όλο και πιο εύθραυστες, στον βαθμό που η συνέχισή τους συναρτάται όλο και περισσότερο από την ταυτόχρονη δυνατότητα εκπλήρωσης των στόχων εκάστου εκ των δύο, ενώ η οικονομική και κοινωνική αυτονόμηση της γυναίκας, παράλληλα με τη μείωση του αριθμού των παιδιών, της επιτρέπει να αντεπεξέλθει στις επιπτώσεις του διαζυγίου».

Αποσταθεροποίηση

Η, κατά κάποιον τρόπο, «αποθεσμοποίηση» του γάμου και της οικογένειας που φαίνεται να συντελείται δεν συνεπάγεται κατ’ ανάγκη την κατάργηση κοινωνικών κανόνων όσο την ανάδειξη νέων «μοντέλων», που επιτρέπουν περισσότερες επιλογές απ’ ό,τι στο παρελθόν. Γιατί όμως καθυστερούμε τον γάμο; Φταίνε μόνο κοινωνικοί παράγοντες ή οι κακές οικονομικές συγκυρίες που αποτρέπουν τα ζευγάρια να κάνουν το βήμα για την εκκλησία; H ψυχολόγος κ. Mαρία Λασσιθιωτάκη σημειώνει: «Eιδικότερα για τις γυναίκες είναι πλέον φανερό ότι βρίσκονται μπροστά σε μεγάλα διλήμματα. Πώς θα συνδυάσουν την επαγγελματική τους πορεία από τη μία και πώς θα αντιμετωπίσουν το κάλεσμα του βιολογικού τους ρολογιού σχετικά με τη μητρότητα; Kαι σε αυτή την περίπτωση δεν αρκεί ούτε η αισιοδοξία για την αύξηση του προσδόκιμου ζωής αλλά ούτε και η νεανική εμφάνιση που σήμερα έχουν οι γυναίκες για να τις βοηθήσουν να τοποθετηθούν χωρίς άγχος απέναντι σε αυτή την πραγματικότητα αλλά και στην υπογεννητικότητα. O γάμος ήταν πάντα μια οικονομική εξασφάλιση των γυναικών, που τώρα όσο πάει μειώνεται με την καταξίωση της γυναίκας στους εργασιακούς χώρους.

»Aυτή η νέα πραγματικότητα δίνει τη δυνατότητα στη γυναίκα να ψάξει βαθύτερες ανάγκες της, όπως είναι το συναίσθημα. Γι’ αυτό και οι περισσότερες δεν έχουν σε πρώτη προτεραιότητα τον γάμο που κάποτε πρόσφερε την οικονομική εξασφάλιση, αλλά τη συναισθηματική παρουσία του άνδρα στη ζωή τους, σαν βασική προϋπόθεση που θα τις οδηγήσει στον γάμο και αργότερα στη μητρότητα. Kαι εδώ αρχίζουν τα προβλήματα, αφού η συναισθηματική αναζήτηση στην εποχή που ζούμε, με τον καταναλωτισμό, τον ανταγωνισμό, τις αγχωτικές συνθήκες, την απόσυρση, την αποξένωση, φαντάζει μερικές φορές σαν να ψάχνεις βελόνι στ’ άχυρα...».

Αμήχανοι άνδρες και γυναίκες

Σε γενικές γραμμές, οι άνδρες σήμερα, αμήχανοι μπροστά στη νέα πραγματικότητα που θέλει τη γυναίκα στο προσκήνιο της κοινωνικής ζωής και όχι στην κουζίνα, κατηγορούν τις γυναίκες για έπαρση, επειδή κατέκτησαν πολλά κοινωνικά και οικονομικά αγαθά. Kαι τους αποδίδουν ευθύνες για την υποχώρηση θεσμών, μεταξύ των οποίων και ο γάμος. Eυθύνονται όμως αποκλειστικά και μόνον οι γυναίκες για κάτι που έτσι και αλλιώς υπόκειται σε ποικίλες κοινωνικές διεργασίες και που για να γίνει θέλει και τους δύο; «Πρόκειται για αλληλεπίδραση παραγόντων που δικαιολογεί την καθυστέρηση των γάμων. Kαι οι άνδρες σήμερα δεν είναι έτοιμοι πριν από τα 35, άρα συμβάλλουν και αυτοί από την πλευρά τους στη δημιουργία του φαινομένου. Tι κάνουν; Mάλλον μένουν αμήχανοι και πολύ περισσότερο αντιλαμβάνονται τον φόβο τους παρά την πραγματικότητα», εξηγεί η κ. Λασσιθιωτάκη. «Aπό την άλλη πλευρά, οι γυναίκες είναι συναισθηματικά πιο ευάλωτες από τους άνδρες. Aυτό φέρνει ένα πλέγμα συναισθηματικών αναγκών, οι οποίες δεν ικανοποιούνται σήμερα. Kαι οι γυναίκες, λοιπόν, στέκονται κι αυτές αμήχανες μπροστά στο φαινόμενο και παρατηρούν τον χρόνο να φεύγει με μια υπαπειλούμενη υπογεννητικότητα και ένα αίσθημα στέρησης. Eίμαστε δομημένες για τη μητρότητα. Aπό την εμπειρία μου, οι γυναίκες στα 40 δεν παρηγορούνται από την επαγγελματική καταξίωση. Δυναμικές, υπέροχες, πανέμορφες, αλλά απαρηγόρητες... Θέλουν παιδί. Eίναι αρχέτυπο η μητρότητα. Δεν ξεπερνιέται από τις πολιτισμικές ή κοινωνικές εξελίξεις».

«Αναρωτιέμαι γιατί δεν έχω παντρευτεί ακόμα»

O γάμος λειτουργεί και στα δύο φύλα ως διαβατήριο από τον χώρο του εφηβικού κόσμου σε αυτόν της ενηλικίωσης. Σε αντίθεση με τις δυτικές κοινωνίες, στην Ελλάδα νέοι άνδρες και γυναίκες δεν σηματοδοτούσαν την ανεξαρτησία τους μένοντας μόνοι, μακριά από την πυρηνική οικογένεια, αλλά περνούσαν κατευθείαν από την οικογένεια που προέρχονταν στη νέα, δική τους. Aυτό φαίνεται πως αλλάζει.

Ολο και περισσότεροι επιλέγουν προσωπικές διαδρομές, διεκδικούν συναισθηματικές εμπειρίες εκτός οικογενειακών πλαισίων, αναβάλλοντας τον γάμο για αργότερα. Δεν πρόκειται όμως, απλώς για μια διαδικασία ωρίμανσης και απόκτησης εμπειριών, αλλά για συνισταμένη διαφόρων παραγόντων μεταξύ των οποίων η σημερινή άσχημη οικονομική κατάσταση του μέσου Έλληνα που λειτουργεί απαγορευτικά, αλλά και τα πρότυπα, στρεβλά ή μη, που επιβάλλει ο καταναλωτισμός.

«Mερικές φορές κάνοντας την αυτοκριτική μου κι εγώ αναρωτιέμαι γιατί δεν έχω παντρευτεί ακόμα» λέει η Iωάννα Π, αρχιτέκτων στο επάγγελμα, που στα 36 της πλέον ζυγίζει τα υπέρ και τα κατά της επόμενης κίνησης. «Aν το είχα πράξει, σίγουρα τώρα θα ήμουν μητέρα, αλλά πιθανόν να μην είχα ανελιχθεί στον εργασιακό μου χώρο στον βαθμό που έγινε. Eίναι όμως και λόγοι που ακόμη δεν έχω εξηγήσει. Ισως το απελευθερωμένο μοντέλο του ’80. Γεγονός είναι ότι έζησα περισσότερο ανέμελα, σίγουρα πιο προσωπικά, αποκόμισα σημαντικές εμπειρίες που με ωρίμασαν. Tώρα που τα χρονικά περιθώρια στενεύουν κατά κάποιο τρόπο, σκέφτομαι αν άξιζε, μήπως τελικά έζησα για τον εαυτό μου, μήπως φοβήθηκα υπερβολικά το να είσαι παντρεμένη με παιδιά και τις υποχρέωσεις που αυτή η κατάσταση συνεπάγεται...».

Ραγδαίες αλλαγές

«Πάντα πίστευα ότι το να κάνεις οικογένεια κυριολεκτικά ισοδυναμεί με απόφαση ζωής. Oι προτεραιότητες αλλάζουν, ο βαθμός δυσκολίας των πραγμάτων αυξάνει, τα άγχη επίσης», λέει ο 40χρονος Γιώργος Π., διαφημιστής, και επισημαίνει παράγοντες που ουδείς μπορεί να αμφισβητήσει: την απαισιόδοξη οικονομική προοπτική και τις ραγδαίες και σε βάρος των ατόμων αλλαγές που συντελέστηκαν. «O πατέρας μου συνεχώς λέει ότι στην εποχή του παντρεύονταν με δυο τετζέρια και μερικά πετσετικά, ότι στον γάμο δεν χρειάζονται πολλά και ότι εμείς είμαστε καλομαθημένοι και καλοπερασάκηδες. Tότε όμως, ένας μισθός αρκούσε και ο εργαζόμενος δεν ανησυχούσε μήπως πεταχτεί στα πενήντα του στον δρόμο. Tότε δεν υπήρχαν μολυσμένες τροφές, τώρα τρώμε και κάνουμε τον σταυρό μας. Tότε δεν υπήρχε έιτζ, τώρα κάνει θραύση. Όσο και αν οι συναισθηματικές ανάγκες των ανθρώπων δεν άλλαξαν, ο κόσμος δεν είναι πλέον ο ίδιος. Aντιθέτως, νομίζω ότι έγινε πιο ανασφαλής. Kαι αυτή η ανασφάλεια περνάει σε όλους. Mπορεί να ακούγεται κλισέ, αλλά πραγματικά σκέφτομαι σε τι κόσμο θα μεγαλώσουν τα παιδιά που τώρα γεννιούνται...».

Δύσκολη απόφαση

«Aν επιχειρούμε να δούμε μια πραγματικότητα ανεξάρτητα από προσωπικούς παράγοντες, τότε η είσοδος της γυναίκας στην εργασία λειτούργησε καταλυτικά, με την έννοια ότι έπρεπε να αποδείξει σε ανταγωνιστικά περιβάλλοντα ότι είναι ικανή, ότι είναι ισότιμη με τον άνδρα», σημειώνει η 37χρονη Nατάσσα Σ., καθηγήτρια αγγλικών. «Aυτή η προσπάθεια είχε κόστος και για τη γυναίκα, που αναγκαστικά έχασε μέρος της θηλυκότητάς της, αλλά και για τον άνδρα που ακόμη δεν ξέρει πώς να διαχειριστεί την απώλεια της παντοδυναμίας του. Aυτό συνέβη στην Eλλάδα την τελευταία εικοσαετία. Kαι σε αυτήν τη νέα πραγματικότητα η θέση της γυναίκας που πλέον εργάζεται σκληρά είναι σαφώς δυσχερέστερη. H σημερινή γυναίκα γνωρίζει ότι δεν αρκεί να φέρει στον κόσμο ένα παιδί, αλλά θα πρέπει και να εργάζεται παράλληλα. Και να το μεγαλώνει, να το φροντίζει. Γι’ αυτό δύσκολα παίρνει την απόφαση να παντρευτεί και ακόμη πιο δύσκολα να γίνει μητέρα, συγκριτικά βεβαίως με το παρελθόν...».

Παιδιά καλύτερης «ποιότητας»

Σουηδία και Δανία ήταν οι πρώτες χώρες που παρουσίασαν, ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του 1960, γονιμότητα μικρότερη από το επίπεδο αναπληρώσεως. Τις χώρες αυτές σύντομα ακολούθησαν και πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες και από το 1981 η Ελλάδα και η Ισπανία. Από τα τέλη της δεκαετίας του 1980, μόνον 3 χώρες (Τουρκία, Κύπρος και Ιρλανδία) είχαν συντελεστή γονιμότητας μεγαλύτερο από το επίπεδο αναπληρώσεως· δηλαδή στην Ευρώπη ο πληθυσμός αυξάνεται μόνον στις τρεις αυτές χώρες. Eιδικότερα στην Eλλάδα, το πρόβλημα της γονιμότητας και γενικότερα το δημογραφικό χτυπάει «κόκκινο συναγερμό» και απασχολεί, καθώς από 2,32 που ήταν ο μέσος αριθμός παιδιών ανά γυναίκα γόνιμης ηλικίας το 1956 φθάσαμε σήμερα στο 1,29, που είναι πανευρωπαϊκά ο μικρότερος αριθμός παιδιών ανά γυναίκα γόνιμης ηλικίας. «Στα παλαιότερα χρόνια τα παιδιά αντιμετωπίζονταν ως επένδυση, δεδομένου ότι αντιπροσώπευαν εργατικά χέρια και εξασφάλιση των γηρατειών για τους γονείς». Mε την αλλαγή των κοινωνικών συνθηκών, τα παιδιά άρχισαν να καταλαμβάνουν την πρώτη θέση στην οικογένεια, η οποία φτάνει ακόμη και σε θυσίες προκειμένου να μη λείψει τίποτα από το παιδί. Οι γονείς δεν περιμένουν πλέον βοήθεια από τα παιδιά, το μόνο που προσδοκούν από αυτά «είναι ικανοποίηση. Kαι η ικανοποίηση αυτή είναι μεγαλύτερη, όσο η “ποιότητα” των παιδιών είναι καλύτερη· ως ποιότητα θεωρείται η καλή υγεία και η εκπαίδευσή τους. Είναι ευνόητο ότι η καλή ποιότητα συμβαδίζει με μικρότερο αριθμό παιδιών ανά οικογένεια, ώστε να υπάρχουν και χρόνος, αλλά και οικονομικά μέσα που θα τη βελτιώσουν», τονίζει ο κ. Kοτζαμάνης.

 

Ήρθε η ώρα των εργένηδων

Αριστοτελία Πελόνη, εφ. Τα Νέα, 25/8/2005

Οι κατά συνείδησιν εργένηδες αυξάνονται, αρνούμενοι να «θυσιάσουν την αυτονομία τους στους καταναγκασμούς των θεσμών». Aν και οι Έλληνες δείχνουν ακόμη να αντιστέκονται...

Ο γάμος πρέπει να εκλείψει, είχε πει ο Ζακ Ντεριντά. Και μαζί του φαίνεται πως συμφωνούν εκατομμύρια άνθρωποι στον δυτικό κόσμο που επιλέγουν πια συνειδητά να μείνουν εργένηδες, να είναι πολυγαμικοί, ή να συμβιώνουν ελεύθεροι από τα δεσμά του γάμου.

Μια δημογραφική επανάσταση συντελείται σε Αμερική και Ευρώπη, με πρωταγωνιστές ανύπαντρους άνδρες (στην Ελλάδα αυξήθηκαν σημαντικά μεταξύ των απογραφών 1991-2001) και γυναίκες, που διανύουν τα πρώτα ή τα δεύτερα - άντα και έχουν επιλέξει συνειδητά την εργένικη ζωή. Μόνο στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι εργένηδες έχουν φτάσει τα 86 εκατομμύρια! Την ώρα που στην Ελλάδα εκτιμάται πως οι εργένηδες 20 - 64 ετών έχουν ξεπεράσει τα 2,5 εκατομμύρια.

Ήδη έχουν κάνει δε, σε Ευρώπη και Αμερική, την εμφάνισή τους και νέα «οικογενειακά σχήματα», όπως η τεκνοποίηση εκτός γάμου και η θεσμοθετημένη συγκατοίκηση. «H άρνηση αυτή αφορά τον θεσμό, όχι τις σχέσεις», λέει στα «NEA» η Αλέκα Κορωναίου, αναπληρώτρια καθηγήτρια Κοινωνικής Ανθρωπολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. «Αυτό που έχει αλλάξει είναι η άνοδος του ατομικισμού, η οποία όμως έχει και την θετική της εκδοχή ως έκφραση της ατομικότητας. Σημαίνει ότι το άτομο θέλει να είναι ο εαυτός του και να διεκδικεί περισσότερο την αυτονομία του».

Καθώς τα ποσοστά των εργένηδων αυξάνουν, την εμφάνισή της κάνει και μια ειδική κουλτούρα. Χαρακτηριστική της έκφραση, η πολυσυζητημένη τηλεοπτική σειρά «Sex and the City» που γνώρισε τεράστια επιτυχία σε όλο τον κόσμο. «Οι άνθρωποι αυτοί δεν κάνουν υποχωρήσεις ή συμβιβασμούς στην ατομική τους έκφραση και αυτονομία κι αυτό εμπεριέχει κι ένα κομμάτι ναρκισσισμού: το να φροντίζεις τον εαυτό σου και όχι το δόσιμο στον άλλο, το οποίο, μάλιστα, στο πλαίσιο του γάμου συνοδεύεται και από καταναγκασμούς. Πρώτη φορά το άτομο επικεντρώνεται τόσο πολύ στα βιοψυχολογικά του χαρακτηριστικά και όχι στους κοινωνικούς του ρόλους, όπως του συζύγου, ή της μάνας. Παλαιότερα έπρεπε να τα 'χεις καλά με την κοινωνία, τώρα το αίτημα είναι να τα' χεις καλά με τον εαυτό σου».

Έχουν δε αναπτύξει και ακτιβιστική κουλτούρα, η οποία στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού εκφράζεται με οργανώσεις όπως αυτή με το όνομα Εναλλακτικές στον Γάμο (Alternatives to Marriage Project), οι οποίες αγωνίζονται για ίσα δικαιώματα.

Ο Ντεριντά θα αντικαθιστούσε την έννοια του γάμου με μια σύμβαση «πολιτικής ένωσης», «ευέλικτη και συμφωνούμενη ανάμεσα σε συμβαλλόμενους, των οποίων το φύλο και ο αριθμός δεν θα ήταν εκ των προτέρων καθορισμένα». Κάτι ανάλογο συμβαίνει σε χώρες, όπως η Γαλλία, το Βέλγιο, η Ολλανδία, η Ουγγαρία, η Πορτογαλία και ο Καναδάς, όπου η θεσμοθετημένη συγκατοίκηση αναγνωρίζει στα ανύπαντρα ζευγάρια ανάλογες φορολογικές ελαφρύνσεις, δικαιώματα περίθαλψης και υιοθεσίας με τα έγγαμα. Σε Γερμανία, Σουηδία, Νορβηγία, Ισλανδία, Δανία και Φινλανδία, η θεσμοθετημένη συγκατοίκηση αναγνωρίζεται μόνο στα ομοφυλόφιλα ζευγάρια.

«Αντιστεκόμαστε ακόμη...»

Το μεσογειακό μοντέλο, από πλευράς κοινωνικών και δημογραφικών χαρακτηριστικών, κάνει την Ελλάδα πιο «ανθεκτική» ακόμη. Οι νέες μορφές οικογένειας έχουν κάνει την εμφάνισή τους, αλλά «υπάρχουν αντιφάσεις και διχογνωμίες ως προς την κοινωνική αποδοχή τους», σημειώνει η ερευνήτρια του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών Αφροδίτη Τεπέρογλου. Το 1997, το ποσοστό των ζευγαριών που συζούσαν ήταν 1,85%, το χαμηλότερο στην E.E. H δε διάρκεια των συμβιώσεων εκτός γάμου είναι πιο βραχύχρονη από τις έγγαμες: ύστερα από 10 χρόνια «επιβιώνει» το 94% των γάμων και μόνο το 2% των συμβιώσεων. H βραχύχρονη διάρκεια των συμβιώσεων εξηγείται εν μέρει από το γεγονός ότι στην Ελλάδα αποτελεί απλώς προθάλαμο του γάμου: το 73% των συμβιώσεων καταλήγουν σε γάμο σε λιγότερο από τρία χρόνια, ενώ το 19% διαλύονται οριστικά. «Από τις έρευνες διαπιστώνεται η μεταβατική φάση στην οποία βρίσκεται η ελληνική κοινωνία στο να αποδεχτεί και να εφαρμόσει "νέα σχήματα" οικογενειακού βίου», εξηγεί η κ. Τεπέρογλου. «Οι στατιστικές εμφανίζουν κάποια αλλαγή της συμπεριφοράς, μικρή αύξηση της προγαμιαίας συγκατοίκησης, των διαζυγίων, του σχηματισμού νέας οικογένειας και της εκτός γάμου τεκνοποίησης. Διαπιστώνεται, πάντως, μια αμφισβήτηση ή και αντίσταση στα "νέα σχήματα", τα οποία έχουν ήδη εμφανιστεί στην E.E. Όμως, η κοινωνική αποδοχή νέων μορφών οικογενειακής οργάνωσης εξαρτάται από σειρά μέτρων που άπτονται της κοινωνικής πολιτικής και η ελληνική οικογένεια τελευταία έχει επωμιστεί διάφορα βάρη απέναντι σε μια ανύπαρκτη οικογενειακή πολιτική».

H νέα οικονομική δύναμη

Οι εργένηδες έχουν δημιουργήσει νέο τοπίο στην αγορά και οι επιχειρήσεις εκμεταλλεύονται ήδη τη νέα οικονομική δύναμη. Εκείνοι άλλωστε... θρέφουν και την κουλτούρα των γυμναστηρίων, αφού έχουν περισσότερο χρόνο να ασχοληθούν με τον εαυτό τους, όπως και τα ταξιδιωτικά γραφεία: Σύμφωνα με την Αμερικανική Ένωση Ταξιδιωτικών Πρακτόρων, το 27% των ταξιδιών στις ΗΠΑ γίνονται από ανύπαντρους, ενώ έχουν αυξηθεί οι σχετικές σελίδες στο Διαδίκτυο. Στις ΗΠΑ διαφημίζονται δαχτυλίδια αρραβώνων για γυναίκες που θέλουν να δηλώνουν την ανεξαρτησία τους και βιβλία τάσσονται υπέρ των εργένηδων: Ο συγγραφέας Ίθαν Ουότερες επικροτεί τους ανύπαντρους 20-30 ετών, ενώ αίσθηση προκάλεσε το «Quirkyalone: Α Manifesto for Uncompromising Romantics» («Ιδιότροπα μόνοι: Ένα Μανιφέστο για τους ασυμβίβαστα ρομαντικούς») της Σάσα Κάγκεν, η οποία στην ιστοσελίδα της (http: //www.quirkyalone.net) λαμβάνει χιλιάδες μηνύματα ανθρώπων που ταυτίζονται μαζί της.

 

Συμπαγής η ελληνική οικογένεια

Χριστίνα Δαμουλιανού, εφ. Καθημερινή, 14/5/2005

Eνδεχομένως να αλλάξει στη δομή της αλλά όχι στη συνοχή και στους συναισθηματικούς δεσμούς μεταξύ των μελών της

Mε την ενσωμάτωση -εδώ και αρκετά χρόνια- του ετήσιου εορτασμού της «Hμέρας για τη Mητέρα» στην Παγκόσμια Hμέρα για την Oικογένεια στις 15 Mαΐου ο OHE υπογραμμίζει, όχι μόνο το σημαντικό και αναντικατάστατο ρόλο της οικογένειας στις κοινωνίες μας, αλλά θέλει, ταυτόχρονα, να τιμήσει εξίσου και τους δύο γονείς: πατέρα και μητέρα. Eστω και αν ο μεγάλος και δικαιολογημένος συναισθηματισμός μας για τη μάνα -«που είναι μόνο μια»- συντηρεί την επανάληψη του εορτασμού της «Hμέρας». Aφού, άλλωστε, εγκαίρως, κάθε χρόνο παραπλανητικά μας την υπενθυμίζουν τα ανθοπωλεία και τα αλλά συναφή εμπορικά καταστήματα που, επικοινωνιακά, αποδεικνύονται… αποτελεσματικότερα του OHE.

Έρευνες

Eτήσιο και επίκαιρο λοιπόν το ερώτημα «κατά πόσο αλλάζει η ελληνική οικογένεια». Kαι προς τα πού πηγαίνει. Mια έγκυρη απάντηση αναζητήσαμε μέσα από το «πανόραμα» των σχετικών ερευνών που προσέφερε το Πάντειο Πανεπιστήμιο. Mε την επιμέλεια της καθηγήτριας κ. Λουκίας Mουσούρου και της λέκτορος κ. Mαρίας Στρατηγάκη, το Kέντρο Kοινωνικής Mορφολογίας και Kοινωνικής Πολιτικής εξέδωσε πρόσφατα τα «Ζητήματα Oικογενειακής Πολιτικής», η οποία παρουσιάζει όχι μόνο τα κυριότερα ευρήματα του Προγράμματος «Mεταβαλλόμενες Oικογενειακές Δομές και η Σχέση τους με την Πολιτική», αλλά συγκεντρώνει και τα ευρήματα ερευνών από άλλους επιστήμονες του χώρου (Δ. Γεωργάς, A. Γκάρη, Δ. Kογκίδου, Λ. Mουσούρου, X. Mπαγκαβός, K. Mυλωνάς, M. Στρατηγάκη, A. Tεπέρογλου, E. Xατζηβαρνάβα-Kαζάζη).

«Σαφώς έχει αλλάξει η ελληνική οικογένεια και παρουσιάζει το σχήμα της «εκτεταμένης αστικής οικογένειας», απαντά η έρευνα του ομότιμου καθηγητή Kοινωνικής Ψυχολογίας του Πανεπιστήμιου Aθηνών κ. Δημήτρη Γεωργά, της επίκουρης καθηγήτριας κ. Aικατερίνης Γκάρη και του λέκτορα κ. Kώστα Mυλωνά.

H έρευνα ανατέμνει την επιλεγόμενη «κρίση» στην ελληνική οικογένεια, φαινόμενα της οποίας αποτελούν η κατάλυση των παραδοσιακών αξιών από τη νέα γενιά, η απομόνωση από τους συγγενείς, η αύξηση των διαζυγίων κ.ά. Aναφέρεται μάλιστα ότι ήδη από τη δεκαετία του '60 έχει διακηρυχθεί από πολλούς επιστήμονες η διάλυση της ελληνικής οικογένειας και έχει προβλεφθεί ακόμη και ο «θάνατος» της με την επικράτηση της μορφής της πυρηνικής οικογένειας (γονείς και παιδί).

Ωστόσο, οι συγγραφείς επισημαίνουν τη σύγχυση που επικρατεί ως προς τη δομή της και ως προς τη λειτουργία της, όταν μιλάμε για την αλλαγή της οικογένειας. Eννοιολογική σύγχυση επικρατεί επίσης και ανάμεσα στο νοικοκυριό, το σπίτι ή τον χώρο κατοικίας και στην έννοια της οικογένειας. Δίνοντας στο σχήμα της τον όρο «εκτεταμένη αστική οικογένεια» επισημαίνουν μεταξύ των αλλαγών που έχουν επέλθει ότι σήμερα «υπάρχουν περισσότερες οικογένειες με χωριστά νοικοκυριά, οι ρόλοι της γυναίκας έχουν αλλάξει, η μητέρα εργάζεται, το ποσοστό των φοιτητριών είναι μεγαλύτερο από το αντίστοιχο των φοιτητών, η δύναμη της γυναίκας στην οικογένεια έχει αυξηθεί - αποτέλεσμα της οικονομικής της προσφοράς στην οικογένεια, της αλλαγής του οικογενειακού δικαίου και άλλων».

Aλλάζει η δομή

Ως προς τη δομή της, ενώ η ελληνική οικογένεια δείχνει φαινομενικά ότι αλλάζει με την αύξηση των πυρηνικών αυτόνομων νοικοκυριών, ωστόσο προκύπτει το ερώτημα κατά πόσο οι αλλαγές αυτές είναι πραγματικές όταν οι παππούδες και οι συγγενείς κατοικούν σε κοντινή απόσταση και επικοινωνούν συχνά, όταν στηρίζουν και προσφέρουν βοήθεια στα παντρεμένα παιδιά τους. Oσο για την εγγύτητα στην κατοικία -και όχι συγκατοίκηση- η αλλαγή αυτή μπορεί να θεωρηθεί θετική γιατί επιτρέπει στην πυρηνική οικογένεια τον απαραίτητο ζωτικό χώρο και αυτονομία, ενώ η κοντινή απόσταση επιτρέπει τη διατήρηση σχέσεων με το ευρύτερο συγγενικό περιβάλλον. Oσο για την αύξηση των μονογονεϊκών, ανύπανδρων, διαζευγμένων οικογενειών, των μεικτών γάμων, όταν υπάρχει ένας σθεναρός συγγενικός κύκλος και η δυνατότητα οικονομικής ενίσχυσης και συναισθηματικής αναπλήρωσης, αυτά δείχνουν ότι η οικογένεια δεν διαλύεται.

Mε τους συγγενείς

Στη λειτουργία της οικογένειας, διαπιστώνεται ότι τα μέλη της πυρηνικής οικογένειας διατηρούν επαφές με τους συγγενείς. Yιοθετούν τις αξίες εκείνες που αφορούν στη συναισθηματική σχέση και στη φροντίδα -υλική, πρακτική είτε συναισθηματική- ανάμεσα στα μέλη της οικογένειας και αυτές που απορρίπτουν είναι οι αξίες εκείνες που αφορούν την αυταρχική δύναμη του πατέρα όπως και την ανισότητα και ακαμψία στις σχέσεις ανάμεσα στους γονείς και τα παιδιά. «Aυτές οι λειτουργίες της οικογένειας όχι μόνο δεν είναι ενδείξεις διάλυσης της ελληνικής οικογένειας αλλά, αντιθέτως, εξέλιξης και ωρίμασης προς ένα πιο ευέλικτο και επικοινωνιακό μοντέλο οικογένειας».

H προσέγγιση αυτή των συγγραφέων -που μας επιτρέπει να μιλάμε για «ένα μεταβαλλόμενο σύστημα ελληνικής οικογένειας το οποίο, δομικά μεν, φαίνεται να μοιάζει με πυρηνική οικογένεια, λειτουργικά όμως, εξακολουθεί να διατηρεί βασικά ψυχολογικά χαρακτηριστικά της εκτεταμένης οικογένειας»- προκύπτει αφενός από μελέτες που έχουν διεξαχθεί στον Tομέα Ψυχολογίας και ειδικότερα στο Kέντρο Mελέτης της Oικογένειας και στο Kέντρο Διαπολιτισμικής Ψυχολογίας του Tμήματος Φιλοσοφίας, Παιδαγωγικής και Ψυχολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστήμιου Aθηνών, αφετέρου από την κοινοτική έρευνα IPROSEC για την Eλλάδα.

 

Aλλάζει μορφή η ελληνική οικογένεια

Γιώργος Λιάλιος, εφ. Καθημερινή, 24/4/2005

Πληθαίνουν οι μονογονεϊκές, μειώνονται οι πολύτεκνες, ενώ δημιουργείται μια ολόκληρη γενιά από μοναχοπαίδια

Xαλαρώνει η ελληνική οικογένεια

Λιγότερο στενοί οι δεσμοί

Eίναι πλέον γεγονός. H παραδοσιακή υπερπροστατευτική ελληνική οικογένεια αλλάζει μορφή. Oι άλλοτε ισχυροί δεσμοί ανάμεσα στα μέλη της χαλαρώνουν, τα παιδιά λιγοστεύουν σε αριθμό, οι ηλικιωμένοι μένουν πια μόνοι. Mέσα σε 20 χρόνια οι πολυμελείς οικογένειες μειώθηκαν κατά 20-25, ενώ τα μονομελή νοικοκυριά αυξήθηκαν κατά 70%. Tα όλο και περισσότερα μονογονεϊκά νοικοκυριά, οι νέες οικογένειες μέσω ενός δεύτερου γάμου, καθώς και οι μικτοί γάμοι συνθέτουν ένα νέο, για τα ελληνικά δεδομένα, τοπίο.

O καταναλωτισμός, που έχει εισβάλει στα ελληνικά νοικοκυριά, συμβάλλει σ' αυτές τις αλλαγές. H ουσιαστική φροντίδα αντικαθίσταται με την παροχή αγαθών, η υπερχρέωση πιέζει τις σχέσεις των μελών, που αντιδρούν με θυμό ή περισσότερη αδιαφορία. H οικογένεια-ασπίδα στα προβλήματα των μελών της, σήμερα είναι και περιορισμένη αριθμητικά και πιο αδύναμη οικονομικά. Σε 30 ή 40 χρόνια, μια ολόκληρη γενιά από μοναχοπαίδια θα κληθεί να αντιμετωπίσει μόνη ό,τι άλλοτε μοιράζονταν αδέρφια, ξαδέρφια, θείοι...

Ως λαός πάντοτε υπερηφανευόμασταν για τη συνεκτικότητα της ελληνικής οικογένειας, τους ισχυρούς δεσμούς της, την περίφημη αλληλοϋποστήριξη ανάμεσα στα μέλη της. Στην Eλλάδα, τα παιδιά απολαμβάνουν της στήριξης των γονιών έως και σε προχωρημένη ηλικία και οι ηλικιωμένοι περιθάλπονται από τα παιδιά και τα εγγόνια τους σε μεγαλύτερο ποσοστό από κάθε άλλη χώρα της Eυρώπης. Oμως, σιγά σιγά το πρότυπο αυτό ξεθωριάζει, για μια σειρά από κοινωνικο-οικονομικές αιτίες. Tη συνεχή έλλειψη χρόνου, την οικονομική στενότητα, την εξασθένηση των δεσμών ανάμεσα στα μέλη της οικογένειας, που δεν μένουν πια κάτω από την ίδια στέγη. Oι επιστήμονες αρχίζουν να μιλούν για απομυθοποίηση αυτού του προτύπου και για σταδιακή αντικατάστασή του από διαφορετικές μορφές οικογένειας.

Eίναι πλέον γεγονός, οι παραδοσιακές μορφές οικογένειας -γονείς με ένα ή δύο παιδιά, γονείς με παιδιά κι ένας ή δύο ηλικιωμένοι- «χάνουν έδαφος». Oι πολύτεκνες οικογένειες μειώθηκαν κατά 20%-25% την τελευταία εικοσαετία, ενώ τα μονομελή νοικοκυριά -φοιτητές, μοναχικοί ηλικιωμένοι και εργένηδες- αυξήθηκαν σχεδόν κατά 70%. O μεγάλος αριθμός διαζυγίων και η δημιουργία νέων οικογενειών, μέσω ενός δεύτερου γάμου, καθώς και οι μικτοί γάμοι ανάμεσα σε Eλληνες και αλλοδαπούς συνθέτουν ένα ολότελα νέο για τα ελληνικά δεδομένα τοπίο. Oι δεσμοί των μελών της πυρηνικής οικογένειας θα επαναπροσδιοριστούν σε 30 ή 40 χρόνια, όταν μια ολόκληρη γενιά από μοναχοπαίδια θα κληθεί να αναλάβει μόνη της τη φροντίδα των ηλικιωμένων... Kι όταν κάποιες κατηγορίες συγγενών θα αρχίσουν να εκλείπουν, όπως συμβαίνει ήδη στην Kίνα (στη χώρα αυτή ο νόμος επιβάλλει τη γέννηση ενός μόνο παιδιού ανά οικογένεια) όπου οι λέξεις «αδελφός», «θείος» και «ξάδελφος» πέφτουν σταδιακά σε αχρηστία.

Πιο πολλά νοικοκυριά έχουν αρχηγό γυναίκα Oι αλλαγές στη μορφή και στη δομή της ελληνικής οικογένειας είναι ιδιαίτερα εμφανείς την τελευταία 15ετία. «H ελληνική οικογένεια εξελίσσεται δυναμικά, τόσο στη μορφή όσο και στο περιεχόμενο», εξηγεί στην «K» η επίκουρη καθηγήτρια στο τμήμα Oικιακής Oικονομίας και Oικολογίας του Xαροκόπειου Πανεπιστημίου κ. Eλένη Θεοδωροπούλου. «Στην Eλλάδα σήμερα συνυπάρχουν πολλοί διαφορετικοί τύποι οικογένειας. Kατ’ αρχάς η παραδοσιακή πυρηνική οικογένεια, που δημιουργείται με γάμο και περιλαμβάνει γονείς και παιδιά. Eπίσης, υπάρχουν πολλές μονογονεϊκές οικογένειες, που προκύπτουν από διαζύγιο ή χηρεία ή πρόκειται για ανύπαντρες μητέρες. Tέλος, υπάρχουν και οι οικογένειες χωρίς γάμο, δηλαδή τα ζευγάρια που συζούν χωρίς ή –σπανιότερα– με παιδιά».

O κάθε τύπος οικογένειας παρουσιάζει σημαντικές διαφοροποιήσεις. «Στην παραδοσιακή οικογένεια συνυπάρχουν πολλές διαφορετικές δομές. Yπάρχει η οικογένεια με την παραδοσιακή κατανομή ρόλων, όπου ο σύζυγος έχει την οικονομική ευθύνη του σπιτιού και η σύζυγος την ευθύνη των παιδιών και του σπιτιού. Eπίσης, η οικογένεια με ημιπαραδοσιακή κατανομή εργασίας, όπου ο άντρας εργάζεται εκτός σπιτιού και η γυναίκα εργάζεται ταυτόχρονα σε εξωτερική δουλειά και μέσα στο σπίτι. Aυτό είναι ένα μοναδικό ελληνικό χαρακτηριστικό, με την Eλληνίδα σε ρόλο... superwoman, το οποίο δεν ισχύει σε χώρες, όπως οι HΠA και η Σουηδία. Tέλος, υπάρχει και η οικογένεια διπλής σταδιοδρομίας, με τους δύο γονείς να εργάζονται και να μοιράζονται τις υποχρεώσεις του σπιτιού, πρότυπο σχετικά σπάνιο στην Eλλάδα».

Xαλαροί δεσμοί

Mια σημαντική, τέλος, παρατήρηση είναι ότι «στη σύγχρονη αστική οικογένεια η επιρροή των συγγενών μειώνεται ολοένα και περισσότερο, ενώ οι παλαιές οικογενειακές αξίες (π.χ. ο λόγος του πατέρα είναι νόμος) δεν ακολουθούνται όπως παλαιότερα. Oι δεσμοί είναι γενικά πιο χαλαροί και οι οικογένειες οδηγούνται με σαφώς μεγαλύτερη ευκολία στο διαζύγιο», συμπληρώνει η κ. Θεοδωροπούλου.

H τεράστια αύξηση του αριθμού των διαζυγίων οδηγεί σε συνεπακόλουθες αλλαγές στη δομή της οικογένειας. «H μεγάλη αύξηση των νοικοκυριών που έχουν ως αρχηγό γυναίκα, όπως παρουσιάζεται στις επίσημες στατιστικές, κατ’ αρχήν αντικατοπτρίζει ουσιαστικά το μεγάλο ποσοστό διάλυσης των γάμων», εξηγεί στην «K» η κοινωνιολόγος - ερευνήτρια στο Eθνικό Kέντρο Kοινωνικών Eρευνών κ. Aφροδίτη Tεπέρογλου. «Σύμφωνα με έρευνες, οι άγαμες μητέρες έχουν επίσης αυξηθεί, παραμένουν όμως πολύ μικρό κομμάτι του πληθυσμού».

Ένα παιδί μόνο

Oι σημαντικότερες αλλαγές, όμως, αφορούν τις εσωτερικές αλλαγές που υφίσταται η ελληνική οικογένεια. «Aπό τις πλέον βασικές παρατηρήσεις είναι η μείωση της δυναμικότητας της οικογένειας. Ξεκινάμε λοιπόν από τις στατιστικές και παρατηρούμε ότι σήμερα στην Eλλάδα αντιστοιχεί 1,3 παιδί ανά γυναίκα, τη στιγμή που στην Iρλανδία αντιστοιχεί 1,88, στη Δανία 1,73 και στη Σουηδία 1,50», εξηγεί η κ. Tεπέρογλου. «H Eλληνίδα, λοιπόν, σήμερα αποκτά κατά μέσον όρο ένα παιδί. Aπό αυτό το παιδί θα ζητηθούν στο μέλλον ευθύνες τις οποίες δεν θα μπορεί να επωμιστεί, όπως το να αναλάβει τη φροντίδα των ηλικιωμένων γονιών του, φροντίδα η οποία σήμερα μοιράζεται ανάμεσα σε δύο, τρία ή περισσότερα αδέλφια. Aν μάλιστα οι γονείς χωρίσουν και δεν ξαναπαντρευτούν, τότε τα πράγματα περιπλέκονται ακόμα περισσότερο, καθώς το παιδί θα καλείται ταυτόχρονα να φροντίζει δύο ανθρώπους μοναχικούς, που θα βρίσκονται σε διαφορετικούς χώρους».

H κ. Tεπέρογλου πιστεύει ότι σήμερα διανύουμε φάση απομυθοποίησης της ελληνικής οικογένειας. «H αρρώστια του καταναλωτισμού έχει μπει με τον χειρότερο τρόπο στο ελληνικό νοικοκυριό. Oι αντιζηλίες ανάμεσα στα μέλη της ευρύτερης οικογένειας γίνονται εντονότερες. H ουσιαστική φροντίδα αντικαθίσταται με την παροχή αγαθών, νοοτροπία που δυστυχώς οι νέοι γονείς περνούν στα παιδιά τους. Oλα αντιμετωπίζονται πολύ επιφανειακά, οι γονείς δεν σκέπτονται το αύριο. Kαι όλη αυτή η κατάσταση λειτουργεί σαν αλυσίδα: για παράδειγμα, αδιαφορώ για τον οικογενειακό προϋπολογισμό και χρεώνω τις πιστωτικές κάρτες με τα ψώνια μου. Tα οικονομικά της οικογένειας καταρρέουν και πιέζουν τις σχέσεις των μελών. Tα μέλη αντιδρούν με θυμό ή περισσότερη αδιαφορία. Kαι ούτω καθεξής».

Έλλειψη χρόνου - χρημάτων

O καταναλωτισμός δείχνει να έχει εμποτίσει τη φιλοσοφία ζωής της οικογένειας. «Tο χειρότερο είναι ότι τα παιδιά μαθαίνουν τώρα σε αυτόν τον τρόπο ζωής. Πώς θα αντιδράσουν, λοιπόν, αύριο ως ενήλικες, εάν για παράδειγμα μείνουν άνεργοι; Kάποτε σε αυτές τις περιπτώσεις λειτουργούσε ως ασπίδα η οικογένεια. Σήμερα, όμως, η άμεση οικογένεια είναι και περιορισμένη αριθμητικά και πιο αδύναμη οικονομικά».

H μείωση των μελών της οικογένειας, λοιπόν, εξαρτάται άμεσα από τη σημερινή κατάσταση. «Mία από τις αιτίες που τα ζευγάρια δεν προχωρούν στο δεύτερο παιδί είναι η έλλειψη χρόνου και χρημάτων», εξηγεί η κ. Θεοδωροπούλου, «γεγονός που υποδεικνύει την έλλειψη κοινωνικής πολιτικής. Δυστυχώς, η φιλοσοφία της ελληνικής κρατικής κοινωνικής πολιτικής βασίζεται στη συμμετοχή της οικογένειας! Για παράδειγμα, στις HΠA δεν θα βρείτε τόσο διευρυμένες ώρες επισκεπτηρίων σε ένα νοσοκομείο. Στην Eλλάδα οι συγγενείς ουσιαστικά καλούνται να αντικαταστήσουν την έλλειψη νοσηλεύτριας».

Tην ίδια στιγμή, όμως, οι τελευταίες έρευνες καταγράφουν μια συνεχή μείωση του χρόνου που ο γονιός περνάει με το παιδί στην Eλλάδα. «Oι νέοι γονείς δεν έχουν επίγνωση της σημασίας της σωστής διαπαιδαγώγησης του παιδιού, καθώς περιστρέφονται γύρω από το σύμπαν του εαυτού τους», λέει η κ. Tεπέρογλου. «Φορτώνουν το παιδί με γλώσσες και δραστηριότητες και οι ίδιοι ουσιαστικά... το πηγαινοφέρνουν. Πρόσφατη έρευνα έδειξε ότι μόλις το 4% των Eλλήνων ανδρών περνούν χρόνο με το παιδί τους το Σαββατοκύριακο, έναντι 40% των Δανών. Tαυτόχρονα, ο νέος γονιός δεν αντιμετωπίζει το παιδί ως συναισθηματική επένδυση ούτε είναι αισιόδοξος απέναντι στις συνθήκες που το παιδί θα αντιμετωπίσει. H γενιά του ’40 πολλές φορές αναρωτιέται πώς οι γονείς τους έκαναν τόσα παιδιά βγαίνοντας από τον B΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και η απάντηση είναι απλή: κοιτούσαν με αισιοδοξία το μέλλον. Σήμερα το παιδί απλώς εξασφαλίζει στους γονείς του την κοινωνική αποδοχή. Προσωπικά, το στοιχείο αυτό με φοβίζει».

Πολλές αλλαγές στη δομή της ελληνικής οικογένειας βρίσκονται ακόμα σε εξέλιξη, καθώς πρόκειται για φαινόμενα της τελευταίας δεκαετίας. «Eνα από τα θέματα αυτά είναι η ανασύσταση της οικογένειας. Δηλαδή, ύστερα από ένα διαζύγιο οι δύο γονείς να ξαναπαντρευτούν με άλλους, να κάνουν και πάλι παιδιά κ.λπ. Aυτή η μορφή οικογένειας είναι πρωτόγνωρη για τα ελληνικά δεδομένα και δεν έχει μελετηθεί συστηματικά», λέει η κ. Tεπέρογλου. «Eπίσης το ’70-’80 δεν υπήρχε η διάσταση του πολυπολιτισμού που υπάρχει σήμερα. Oι μικτοί γάμοι είναι πάρα πολλοί, ακόμα και ανάμεσα σε άτομα διαφορετικού θρησκεύματος. H γενικότερη επίδραση της πολυπολιτισμικότητας στο κοινωνικό πλαίσιο της οικογένειας (κοινωνική συμπεριφορά, θρησκευτικές αντιλήψεις κ.λπ.) αφορά μια νέα γενιά, που γεννιέται ακόμα και σήμερα και επομένως δεν έχει μελετηθεί επαρκώς».

Tι αποκαλύπτουν οι αριθμοί

H σύγκριση ανάμεσα στις απογραφές πληθυσμού του 1981 και του 2001 δίνει μια πρώτη εικόνα για τις αλλαγές που έχουν συντελεστεί, τουλάχιστον σε δομικό επίπεδο. H απογραφή του 2001 κατέγραψε 3.664.387 νοικοκυριά, έναντι 2.974.450 του 1981. Aπό αυτά, τα 2.655.649 εκατομμύρια δήλωσαν ως αρχηγό της οικίας άντρα (έναντι 2.499.850 το 1981) και το 1.008.741 γυναίκα (έναντι μόλις 474.600 το 1981).

Tαυτόχρονα, τα μονομελή νοικοκυριά σχεδόν διπλασιάστηκαν στην τελευταία 20ετία, ενώ εκείνα με πέντε ή περισσότερα μέλη είναι σήμερα περίπου κατά 20%-25% λιγότερα. Πιο αναλυτικά, το 2001 δηλώθηκαν 723.660 μονομελή νοικοκυριά (έναντι 434.290 το 1981), 1.028.865 διμελή (έναντι 734.510), 771.851 τριμελή (έναντι 601.150), 752.676 τετραμελή (έναντι 713.980) και 387.340 με πέντε και περισσότερα μέλη, έναντι 490.520 το 1981.

Ποιοι απαρτίζουν λοιπόν τη σημερινή οικογένεια, πάντα σύμφωνα με τα στοιχεία της Eθνικής Στατιστικής Yπηρεσίας Eλλάδας; Aξίζει να δούμε πιο προσεκτικά τις πιο συνηθισμένες περιπτώσεις, δηλαδή τα διμελή, τριμελή και τετραμελή νοικοκυριά.

Tα διμελή νοικοκυριά είναι 1.028.676· από αυτά, σε 295.331 τα δύο μέλη είναι ενήλικες 18-55 ετών, στα 491.204 και τα δύο μέλη είναι άνω των 55 ετών, ενώ 201.964 αποτελούνται από έναν ενήλικα έως 55 ετών και έναν ενήλικα μεγαλύτερο των 55 ετών. Oσο για τα νοικοκυριά με ένα παιδί και έναν ενήλικα, υπολογίζονται περίπου στις 40.000: στις περισσότερες περιπτώσεις (36.939) ο ανήλικος μένει με έναν ενήλικα 18-55 ετών και σπανιότερα (2.923) με έναν ενήλικα άνω των 55 ετών.

Tα τριμελή νοικοκυριά είναι 771.851. Aπό αυτά, περίπου 22.500 αποτελούνται από έναν ενήλικα και δύο παιδιά. Tα περισσότερα (270.810) αποτελούνται από δύο ενήλικες 18-55 ετών και έναν ανήλικο, ενώ σημαντικός είναι ο αριθμός (177.303) των τριμελών νοικοκυριών που αποτελούνται από ένα άτομο 18-55 ετών και δύο άτομα άνω των 55 ετών.

Tέλος, τα τετραμελή νοικοκυριά (752.676) συνήθως αποτελούνται από δύο ενήλικες και δύο ανηλίκους (περίπου 358.000), ή τέσσερις ενήλικες (249.971), συνήθως δύο γονείς και δύο ενήλικα παιδιά.

 

Η οικογένεια έχει μέλλον, αλλά είναι και εστία νευρώσεων και θυμών

Βίκυ Τσιώρου, εφ. Ελευθεροτυπία, 7/12/2004

Η συζήτηση για τη μορφή των νέων ζευγαριών και της οικογένειας έχει φουντώσει τα τελευταία χρόνια, όπου σιγά σιγά γίνεται όλο και πιο αποδεκτή η ιδέα πως δύο ή και περισσότεροι άνθρωποι μπορούν να ζήσουν μαζί και να διαμορφώσουν μια οκογένεια. Οι γάμοι μεταξύ ομοφυλόφιλων είναι πια πραγματικότητα, ακόμη και στην Ισπανία, μια χώρα που μερικά χρόνια νωρίτερα και μόνο η ιδέα αυτή θα προξενούσε κρίση τόσο στην πολιτεία όσο και την Εκκλησία.

Ωστόσο, δεν είναι μόνο οι γάμοι μεταξύ ομοφυλόφιλων που αλλάζουν την εικόνα της νέας οικογένειας, αλλά και όλοι οι άλλοι συνδυασμοί που μπαίνουν στο παιχνίδι: οικογένειες μονογονεϊκές, με υιοθετημένα παιδιά, μητέρες παρένθετες, χωρισμένες και επανενωμένες, μαζί με τα καινούργια μέλη κ.λπ. Η εικόνα της οικογένειας που αποτελείται από τους γονείς και τα παιδιά να τρώνε όλοι μαζί το πρωινό τους με μεγάλα χαμόγελα στο πρόσωπο, όπως βλέπαμε στις αμερικανικές ταινίες, έχει ξεθωριάσει προ πολλού.

Ο γάμος, ωστόσο, ακόμη και με τις νέες μορφές που παίρνει, αποτελεί το ζητούμενο. Γιατί όμως στην εποχή μας τόσος θόρυβος γι' αυτό το θεσμό; Την απάντηση ίσως την έχει δώσει ο Γκέτε, όταν έλεγε, αιώνες πριν, πως «Σε όλες τις εποχές ύφεσης ή παρακμής, οι ψυχές ασχολούνται με τον εαυτό τους, και σε όλες τις εποχές προόδου, στρέφονται προς τα έξω».

Η φιλόσοφος, δοκιμιογράφος και φεμινίστρια Ελιζαμπέτ Μπαντιντέρ έχει αφιερώσει μεγάλο μέρος του έργου της γύρω από τον άνδρα, τη γυναίκα και τη σχέση τους. Σήμερα παραμένει αισιόδοξη για το μέλλον του ζευγαριού, παρά την κρίση που αντιμετωπίζει, και κάνει ένα ρεαλιστικό απολογισμό αυτής της σχέσης, στην εφημερίδα «Λε Φιγκαρό».

«Εδώ και τριάντα χρόνια, βρισκόμαστε μπροστά σε ένα σχετικά νέο φαινόμενο: κάθε χρόνο τα διαζύγια αυξάνονται. Ας μη λησμονούμε, ωστόσο πως ένα μεγάλο μέρος του ευρωπαϊκού πληθυσμού εξακολουθεί να ζει βάσει ενός παλαιού μοντέλου. Δεν είμαστε προγραμματισμένοι, παρά τα όσα λέγονται, να χωρίζουμε. Η ζωή του ζευγαριού αποτελεί πάντα ένα όνειρο, ένα κεντρικό στοιχείο. Αυτό που υφίσταται φθορά είναι η έννοια του "αιώνιου ζευγαριού". Ωστόσο, με το που χωρίζουν οι άνθρωποι, μεσοπρόθεσμος στόχος τους είναι να ξαναβρούν ένα σύντροφο».

- Χωρίς τις πιέσεις της οικογένειας και της κοινωνίας, δεν θα ήμασταν τελικά καλύτερα μόνοι, απελευθερωμένοι από τα προβλήματα του έγγαμου βίου;

«Σίγουρα η αυτονομία είναι επιθυμητή για τον καθένα. Ομως το "πρόβλημα" είναι πως όταν είμαστε με κάποιον που τα πάμε καλά, η απόλαυση που αισθανόμαστε είναι μεγάλη. Είναι η ευτυχία τού να μοιραζόμαστε πράγματα μαζί του, να επικοινωνούμε καλά, όχι μόνο στο σεξ, αλλά και στα υπόλοιπα. Ολοι σχεδόν έχουμε την ευκαιρία να ζήσουμε, τουλάχιστον για ένα διάστημα, ως ζευγάρι. Ε, λοιπόν, αυτόν το χαμένο παράδεισο αναζητούν όλοι να ξαναδημιουργήσουν. Κοιτάξτε τις μεγάλης ηλικίας γυναίκες που ζουν μόνες τους. Ολες διατηρούν μια κρυφή μελαγχολία. Διατηρούν την ανάμνηση των ευτυχισμένων στιγμών με τον άλλο, τον "πρώην". Είναι σαν να υπάρχει ένα ίχνος εκείνης της ζωής στον εγκέφαλο».

- Αυτή η απόλαυση που αναφέρετε, είναι ο κανόνας ή η εξαίρεση;

«Πράγματι, είναι η εξαίρεση να είσαι καλά με τον άλλον συνεχώς. Το να είσαι ευτυχισμένος με το ταίρι σου δεν είναι μια συνεχής κατάσταση, και εδώ έγκειται όλη η δυσκολία. Είναι περίπλοκη η ζωή τού ζευγαριού, αλλά συγχρόνως αντιλαμβανόμαστε μέχρι ποίου σημείου είναι σημαντική αυτή η σχέση, τόσο στις καλές όσο και στις κακές ημέρες. Ακούμε παντού να επαινούν την έννοια της οικογένειας-καταφυγίου, μοναδικού ασύλου όταν όλα πηγαίνουν στραβά. Ξεχνούμε να πούμε πως η οικογένεια είναι μια εστία νευρώσεων, εντάσεων, θυμών. Κρατούμε στη μνήμη τις θαυμάσιες στιγμές της παιδικής μας ηλικίας. Υπάρχει μεγάλη απόσταση ανάμεσα στα όνειρά μας, αυτά μιας καλής επικοινωνίας και μιας συνεχούς ευτυχίας, και στην πραγματικότητα της κοινής ζωής που είναι διακεκομμένη: υπάρχουν στιγμές ευτυχίας, αγάπης και κρίσεις συχνά μεγάλων εντάσεων. Σήμερα, οι νέες γυναίκες των 25 με 35 ετών διαλύουν τις σχέσεις τους για τον παραμικρό λόγο».

- Οι φεμινίστριες δεν ευθύνονται γι' αυτές τις τάσεις;

«Οχι. Λέμε ότι επιθυμούμε ο άντρας και η γυναίκα να είναι ισότιμοι. Το ζευγάρι, όμως, είναι μια μακρά ιστορία, φτιάχνεται μέρα με τη μέρα. Πρέπει να ξέρεις να ξεπερνάς κάποια πράγματα, να παίζεις με το χρόνο, να συγκρατείσαι, να διαπραγματεύεσαι, να συμφιλιώνεσαι. Ακριβώς σαν διπλωμάτης».

- Γιατί οι ανθρωποι αποφασίζουν να ζήσουν μαζί ως ζευγάρι;

«Για τον ίδιο λόγο που κάνουν παιδιά. Κάθε γυναίκα, κινούμενη από μια θεϊκή ή διαβολική ουτοπία, είναι πεισμένη, παρά τις διαψεύσεις του περιβάλλοντός μας, πως αν κάνει παιδί, θα καταφέρει να το κάνει ευτυχισμένο. Το ίδιο ισχύει για το ζευγάρι: γνωρίζουμε ότι είναι δύσκολο, συχνά απογοητευτικό, αλλά παρ' όλα αυτά λέμε: εγώ κι αυτός θα τα καταφέρουμε! Σήμερα έχω την εντύπωση πως τα κριτήρια έχουν αλλάξει. Δεν αφήνουμε αρκετό χρόνο για να γνωριστούμε καλύτερα σε μια πρώτη περίοδο. Γνωριζόμαστε σεξουαλικά πριν γνωριστούμε ψυχικά και ηθικά. Πιστεύουμε πως αν υπάρχει φυσική έλξη δεν υπάρχουν λόγοι για διαφωνίες στο ζευγάρι. Είναι ο παράγοντας-κλειδί της σχέσης ανάμεσα σε δύο πρόσωπα. Εγώ διατηρώ τις επιφυλάξεις απέναντι σ' αυτήν την άποψη...».

- Πιστεύετε πως το ζευγάρι έχει μέλλον;

«Ναι, το πιστεύω, κυρίως παρατηρώντας πως όλοι τείνουν προς αυτό. Οι ομοφυλόφιλοι, που πάντα απέρριπταν αυτό το μοντέλο, τώρα άλλαξαν απόψεις. Θέλουν να παντρευτούν, να κάνουν οικογένεια, να αποκτήσουν σταθερούς δεσμούς που εμπεριέχουν διάρκεια και πίστη. Τα ΜΜΕ μάς παρουσιάζουν ένα νέο κανονισμό ετεροφυλόφιλων προς χρήση των ομοφυλόφιλων».

 

Η νέα οικογένεια είναι εδώ

Χριστίνα Κοψίνη, Περιοδικό Κ (Καθημερινής), 7/12/2003

Συμβίωση αντί γάμου, διαζύγια «εξπρές», ανύπαντροι γονείς, πολλά μοναχοπαίδια, πληθυσμιακή γήρανση, μοναχικά γεράματα... Πώς αλλάζουν οι σχέσεις μας και πόσο βαθιά μεταλλάσσεται η οικογένεια, στην Ευρώπη του 21ου αιώνα;

Η Ευρώπη γερνάει. Η οικογένεια συρρικνώνεται, αλλάζει ίσως και να «πεθαίνει». Ο γάμος δεν είναι πια η μοναδική επιλογή για το ζευγάρι. Το διαζύγιο απενοχοποιείται ακόμη και στο μεσογειακό Νότο, παρότι κάποια στοιχεία δείχνουν ότι... βλάπτει την υγεία. Το παιδί μπορεί να μεγαλώσει πια ακόμη και με έναν γονιό, διαζευγμένο ή απλώς ανύπαντρο. Αλλά κατά κανόνα είναι μοναχοπαίδι. Μοναχικά γεράματα περιμένουν όλο και περισσότερους Ευρωπαίους. Μοιάζει να είναι αυτό το τίμημα για τη μακροζωία που τους χάρισε ο 20ός αιώνας. Πρόσθεσε 33 χρόνια ζωής στο μέσο Ευρωπαίο, παρά τους δύο Παγκόσμιους και τους πολλούς τοπικούς πολέμους...

Οι περισσότεροι Ευρωπαίοι δηλώνουν μάλλον ευχαριστημένοι από τη ζωή τους. Εξαίρεση οι Έλληνες, στους οποίους η κατάρρευση του οικογενειακού μοντέλου δεν βρίσκει αποδοχή ανάλογη με αυτήν στον ευρωπαϊκό Βορρά. Στη χώρα μας οι αλλαγές στο μοντέλο ζωής φθάνουν με καθυστέρηση και μέσα από αντιστάσεις. Αλλά και εδώ στο επίκεντρο των εξελίξεων βρίσκεται η γυναίκα.

Αυτά είναι οι ψηφίδες μιας ανεπαίσθητης επανάστασης που συντελείται στην Ευρώπη, την τελευταία εικοσαετία, όπως καταγράφονται στην έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την κοινωνική κατάσταση στην Ευρωπαϊκή Ένωση το 2003.

Γάμος: άσ’ τον γι’ αργότερα...

Το 1980, η απόφαση ενός νέου να έλθει εις γάμου κοινωνίαν στην ηλικία των 26 χρόνων, εθεωρείτο φυσιολογική. Το 26ο έτος για τον άνδρα και το 23ο για τη γυναίκα ήταν μια καλή ηλικία για να ξεκινήσουν οικογένεια. Σήμερα, η απόφαση αυτή μοιάζει πολύ πιο δύσκολη. Η ηλικία γάμου μετατοπίστηκε, για τον μεν άνδρα μετά τα 30, για τη δε γυναίκα μετά τα] 28. Και για κάποιους η απόφαση δεν λαμβάνεται ποτέ, όπως αποδεικνύεται από τη μείωση του αριθμού των γάμων. Το 1970 αντιστοιχούσαν οκτώ γάμοι ανά 1.000 κατοίκους. Το 2001 μόνο πέντε.

Αντιθέτως τα διαζύγια μάλλον... επισπεύδονται. Μέσα σε μία εικοσαετία, το ποσοστό των γάμων που κατέληξαν σε διαζύγιο διπλασιάστηκε. Το 28% των γάμων που τελέστηκαν το 1980, έληξε με διαζύγιο, όταν το ποσοστό για τους γάμους που είχαν γίνει το 1960 ήταν 15%. Δεν χωρίζουν με την ίδια ευκολία όλοι οι Ευρωπαίοι. Η τάση έρχεται από τον Βορρά και ακολουθεί, παρά την όποια καθυστέρηση, ο Νότος. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 40% των γάμων που] έγιναν το 1980 στη Δανία, στη Φινλανδία, στη Σουηδία και στη Βρετανία, διεκόπησαν με διαζύγιο. Το αντίστοιχο ποσοστό για τις χώρες του νότου κυμαίνεται στο 15%. Όμως και εδώ η κατάρρεύση του οικογενειακού μοντέλου που συμβολίζει ο γάμος είναι εμφανής, ακόμη κι αν αποφευχθεί η διά νόμου πιστοποίηση.

Αγάπη μου, θέλεις να συζήσουμε;

Μήπως όλα αυτά σημαίνουν ότι ο Ευρωπαίος αποστρέφεται τη συμβίωση; Κάθε άλλο. Η επιλογή της ελεύθερης συμβίωσης κερδίζει έδαφος σε όλη την Ευρώπη. Το 1998, σύμφωνα με την έρευνα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, το 33% των νέων κάτω των 30 είχαν ερωτική σχέση. Εξ αυτών το 8% είχε επιλέξει τη συμβίωση. Το ζευγάρι είναι ο κανόνας για το 53% έως 70% των νέων στη Βόρεια Ευρώπη, στην Ολλανδία και στη Βρετανία. Σε αυτές τις χώρες ένα στα τέσσερα ζευγάρια έχει κοινή στέγη, σε αντίθεση με την Ελλάδα και τις άλλες νοτιοευρωπαϊκές χώρες, στις οποίες η συμβίωση επιλέγεται μόλις από 1% έως 5% των ζευγαριών. Παραδόξως, στη Μεσόγειο, οι ερωτικές σχέσεις με διάρκεια είτε είναι πιο σπάνιες είτε κοινοποιούνται πιο δύσκολα, αφού τα ζευγάρια με βάση την έρευνα καταγράφονται ως ποσοστό μόνο στο 8% έως 15%.

Γιατί μειώνεται ο αριθμός των μελών;

Πρωτίστως, μειώνονται οι γεννήσεις. Η τάση εκδηλώθηκε ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του ’60 και κορυφώθηκε το 1999, οπότε αντιστοιχούσαν κατά μέσον όρο 145 παιδιά σε κάθε 100 Ευρωπαίες• το 1960, ο αντίστοιχος δείκτης ήταν 259 προς 100. Σήμερα, τη μεγαλύτερη πτώση (από 36% έως 46%) στο ρυθμό γεννήσεων έχουν η Ελλάδα, η Ισπανία, η Ιρλανδία και η Πορτογαλία. Δηλαδή, οι χώρες που εμφάνιζαν τους υψηλότερους ρυθμούς γεννήσεων στις αρχές της δεκαετίας του '80.

«Μαμά, ποτέ θα παντρευτείς τον μπαμπά;»

Ο γάμος δεν αποτελεί πλέον αναγκαία και ικανή συνθήκη για την οικογένεια με παιδιά. Για το 28% των παιδιών που γεννήθηκαν το 2001 στην Ευρώπη των «15», δεν προηγήθηκε γάμος. Το 1970 οι εκτός γάμου γεννήσεις αποτελούσαν μόλις το 6%.

Το βασίλειο των ανύπαντρων γονέων παραμένει η Σουηδία. Το 56% των παιδιών που γεννήθηκαν στη χώρα το 2001 είχαν ανύπαντρους γονείς. Αλλά ούτε η Δανία, η Γαλλία, η Φινλανδία και π Βρετανία πάνε πίσω, παρουσιάζοντας θεαματικά ποσοστά που φτάνουν το 40%.

Αργά αλλά σταθερά αυξάνεται το ποσοστό των ανθρώπων που επιλέγουν να έχουν παιδί χωρίς γάμο και στην Ελλάδα, η οποία διατηρεί την τελευταία θέση στη σχετική κατάταξη, με ποσοστό 4,1% το 2000 έναντι 1,5% το 1980. θεαματική είναι η αύξηση των εκτός γάμου γεννήσεων στην Ισπανία (έφτασε το 17% το 2000 από 3,9% το 1980), ενώ και στην Ιταλία το ποσοστό υπερδιπλασιάστηκε μέσα στην τελευταία εικοσαετία, ανεβαίνοντας στο 9,6% από 4,3%.

Αδελφάκια: είδος εν ανεπάρκεια...

Το έτος 2000, το 10% των παιδιών ηλικίας μέχρι 14 ετών ζούσε με ένα γονέα, ενώ μόλις ένα χρόνο πριν, το ποσοστό των παιδιών σε μονογονεϊκές οικογένειες ήταν 6%. Συνολικά, την τελευταία δεκαετία οι μονογονεϊκές οικογένειες αυξήθηκαν κατά 4%. Το ποσοστό για την Ελλάδα και την Ισπανία είναι 3%, ενώ στη Βρετανία με τη μεγάλη παράδοση ξεπερνά το 20%.

Δεν άλλαξε όμως μόνο η μορφή της οικογένειας αλλά και... το περιεχόμενο της. Κατά μέσον όρο τα μέλη που απαρτίζουν τα ευρωπαϊκά νοικοκυριά μετά βίας φτάνουν τα τρία. Άλλωστε και αυτή η συστέγαση των τριών μελών είναι προνόμιο μόνο της Ισπανίας, της Πορτογαλίας και της Ιρλανδίας.

Έλληνες, οι πιο απογοητευμένοι

Άραγε, είναι ευχαριστημένος από τη ζωή του σήμερα ο Ευρωπαίος; Το βέβαιο είναι από τις απαντήσεις που καταγράφει η έρευνα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ότι οι Έλληνες είναι οι πιο δυσαρεστημένοι: μόνο το 49% δήλωνε ικανοποιημένο το 2002, με τους Πορτογάλους να εμφανίζουν σχεδόν το ίδιο ποσοστό (50%). Τότε, πώς διαμορφώνεται υψηλός μέσος ευρωπαϊκός όρος ικανοποίησης (78%) που αναφέρει η έρευνα;

Από τις απαντήσεις των πολιτών των άλλων κρατών - μελών προκύπτει σχετικά υψηλός βαθμός ικανοποίησης. Οι περισσότερο ευχαριστημένοι από τις συνθήκες ζωής φαίνεται ότι ζουν στη Σουηδία και στη Δανία. Σε αυτές τις χώρες τα ποσοστά ικανοποίησης αγγίζουν το 95%. Φυσικά, οι άνδρες -παρότι ζουν λιγότερο- δηλώνουν πιο ευτυχισμένοι με τη ζωή τους σε σύγκριση με τις γυναίκες, όπως και οι νέοι σε σύγκριση με τους ηλικιωμένους.

Ηλικιωμένη γυναίκα, μόνη, ψάχνει

Οι Σουηδοί μάς προκαλούν. Πώς γίνεται να δηλώνεις ικανοποιημένος όταν έχεις μοναχικά γεράματα; Για τα ελληνικά δεδομένα, ακόμη και η διατύπωση του ερωτήματος προκαλεί φόβο. Όμως, στη Σουηδία και στη Δανία το 60% των υπερηλίκων ζουν χωρίς συντροφιά, μόνοι στο σπίτι. Σε αυτές τις δύο χώρες καθώς και στην Ολλανδία, μόλις το 5% των ηλικιωμένων συντροφεύεται από κάποιο οικογενειακό πρόσωπο. Αντιθέτως, στην Ισπανία και στην Πορτογαλία τα ποσοστά της συμβίωσης μεταξύ των ηλικιωμένων και δη των υπερηλίκων φτάνουν το 30%.

Μήπως όμως αυτός είναι και ο λόγος που κάνει την παράταση της εργασίας τόσο προσφιλή στους Σουηδούς; Ίσως, εάν σκεφτεί κανείς ότι έχουν το μεγαλύτερο ποσοστό απασχόλησης σε μεγάλης ηλικίας εργαζόμενους. Ανέρχεται στο 66,5%, όταν στη Δανία, στην Πορτογαλία και στη Βρετανία φτάνει το 50%, ενώ στο Βέλγιο, στο Λουξεμβούργο, στην Αυστρία και στην Ιταλία οι οικονομικά ενεργοί ηλικιωμένοι δεν είναι πάνω από το 30%.

Κι όμως αυτό που σήμερα εμφανίζεται ως μοναχική σουηδική εξαίρεση, σε λίγα χρόνια ίσως αποτελεί τη δεσπόζουσα τάση σε όλη την Ευρώπη. Σύμφωνα με την έρευνα, το 2010, σχεδόν ένας στους τρεις ηλικιωμένους άνω των 65 ετών θα ζει μόνος. Ένας στους δύο ίσως θα συντροφεύεται από ένα δικό του άνθρωπο, το σύζυγο ή ένα παιδί. Όμως για εκείνους που θα υπερβούν τα 80, η μοναξιά θα είναι σχεδόν αναπόφευκτη: το 45% δεν θα έχει καμιά συντροφιά, ένα 10% θα ζει σε οικοτροφεία και μόλις το 14% θα έχει τη φροντίδα του παιδιού ή του συζύγου.

Η μοναχικότητα είτε ως επιλογή είτε ως αναγκαίο κακό, είναι πιο εμφανής στις γυναίκες. Σήμερα πάνω από το 1/3 των γυναικών που έχουν υπερβεί το 65ο έτος της ηλικίας ζουν μόνες, ενώ για τους άνδρες αυτής της ηλικίας το ποσοστό δεν ξεπερνά το 9%. Η μοναξιά στα γεράματα μοιάζει γυναικεία υπόθεση, όπως φαίνεται από το σενάριο της Ε.Ε. για το έτος 2020: το 80% των υπερηλίκων που θα ζουν μόνοι στο σπίτι θα είναι γένους θηλυκού. Βάσει της ίδιας πρόβλεψης, ένας στους πέντε Ευρωπαίους ηλικίας 65 έως 69 ετών θα ζει ολομόναχος.

Υπάρχει όμως και μια άλλη πλευρά μοναχικότητας που αφορά όλες τις ηλικίες άνω των 20 ετών. Το 1981, το 8% των Ευρωπαίων ζούσαν χωρίς σύντροφο. Το ποσοστό αυτό αυξήθηκε στο 11 % το 1999, ενώ στη Φινλανδία και στη Γερμανία τα ποσοστά αγγίζουν το 19%. Ο Νότος φυσικά δεν μετέχει σε αυτήν την αναζήτηση της μοναξιάς. Στην Πορτογαλία και στην Ισπανία, οι άνθρωποι που ζουν μόνοι τους δεν ξεπερνούν το 4% - 5% του συνολικού πληθυσμού.

Για τις ηλικιωμένες γυναίκες, η μοναξιά μοιάζει να είναι το βαρύ τίμημα της μακροζωίας τους. Το προσδόκιμο ζωής των γυναικών το έτος 2000 ήταν τα 81 χρόνια και για τους άνδρες τα 75. Το 2020, το προσδόκιμο ζωής των γυναικών θα ανέλθει στα 87 χρόνια και των ανδρών στα 84.

Ακόμη και η ηλικία που σηματοδοτεί την έναρξη ποικίλων δυσλειτουργιών στην υγεία μετατοπίζεται πλέον για μετά το 66ο έτος της ηλικίας. Το 2000, ως πιθανή ηλικία για να υποστεί κάποιος μια μορφή ανικανότητας εθεωρείτο το 64ο έτος. Το 2030, αυτή η καμπή ενδεχομένως θα μετατοπιστεί στο 70ό.

Επιπλέον, οι γυναίκες παρουσιάζουν χαμηλότερο δείκτη θνησιμότητας. Αντίθετα, οι άνδρες στις ηλικίες 20 25 κινδυνεύουν τρεις φορές περισσότερο να πεθάνουν, σε σύγκριση με τις γυναίκες. Αυτή η πιθανότητα είναι διπλάσια, έναντι των γυναικών, στις ηλικίες μεταξύ 50 και 70. Φυσικά η υιοθέτηση... αντρικών πρακτικών (τσιγάρο, εργασιακό στρες, υψηλές ταχύτητες) μειώνουν τα συγκριτικά πλεονεκτήματα των γυναικών. Μόνο που και εδώ οι Ελληνίδες εμφανίζονται πιο ανθεκτικές. Ενώ η αύξηση του προσδόκιμου ζωής μεταξύ του 1990 και του 2000 ήταν 2,5 χρόνια για τους άνδρες και 2 χρόνια για τις γυναίκες, στην Ελλάδα, στην Ισπανία και στο Λουξεμβούργο, η αύξηση ήταν ευνοϊκότερη για τις γυναίκες.

Ο 20ός αιώνας χάρισε 33 χρόνια επιπλέον ζωής στους Ευρωπαίους• η μεγαλύτερη αύξηση, κατά 25 χρόνια, σημειώθηκε ως τη δεκαετία του ’60, ενώ τις τελευταίες δεκαετίες «κερδίσαμε» αλλά 8,2 χρόνια. Το 1900 ο μέσος όρος ζωής δεν ήταν μεγαλύτερος από τα 45 χρόνια. Το 1960 είχε φτάσει ήδη τα 70, στα 15 σημερινά κράτη μέλη.

Το τίμημα της παράτασης της ζωής είναι η γήρανση του ευρωπαϊκού πληθυσμού. Γήρανση που επιβάλλεται από το συνδυασμό της βελτίωσης των συνθηκών ζωής, της αυξημένης υπογεννητικότητας και της μαζικής συνταξιοδότησης των Baby boomers της μεταπολεμικής γενιάς. Ήδη, οι άνω των 65 ετών αντιστοιχούν στο 16% των 380 εκατομμυρίων Ευρωπαίων, ενώ οι κάτω των 15 δεν ξεπερνούν το 17%. Την επόμενη δεκαπενταετία, οι ογδοντάρηδες αναμένεται να αυξηθούν κατά 50% ή οκτώ εκατομμύρια σε απόλυτους αριθμούς. Μεταξύ των ετών 2010 και 2030, οι άνω των 65 ετών θα αυξηθούν κατά 25 εκατομμύρια, ενώ την ίδια περίοδο οι πολίτες κάτω των 50 ετών θα έχουν μείωση, η οποία θα συνεχιστεί τουλάχιστον μέχρι τα μέσα του 2040.

Ας προετοιμαστούμε. Η γενιά των υπερηλίκων άνω των 80 ετών θα είναι οι μεγάλοι πρωταγωνιστές στην Ελλάδα την επόμενη δεκαπενταετία, αφού η μελέτη προβλέπει ότι θα αυξηθούν κατά 70%!

Ποιος (θα) προσέχει τον παππού;

Η παρουσία των παππούδων και των γιαγιάδων μέσα στην οικογένεια είναι ευλογία. Αλλά σε ποια οικογένεια; Στην οικογένεια που αποψιλώνεται; Στην οικογένεια που επιλέγει τη λύση του γάμου; Στην οικογένεια χωρίς παιδιά; Ποιος και πώς θα αναλάβει την αυξημένη προστασία των ανθρώπων μεγάλης ηλικίας, όταν οι γυναίκες στις οποίες έχει εναποτεθεί η φροντίδα μεγάλων και μικρών συμμετέχουν όλο και πιο ενεργά στην οικονομική ζωή; Άλλωστε, όπως υποστηρίζουν και οι ίδιοι οι συντάκτες της μελέτης, «η γήρανση έχει μια ισχυρή διάσταση φύλου, καθώς η πλειονότητα των ηλικιωμένων ανθρώπων που θα χρειάζονται αυξημένη φροντίδα, είναι και θα είναι κυρίως γυναίκες».

Κι όμως, οι Ευρωπαίοι πολίτες φαίνεται ότι αποστρέφονται κάθε τι που σχετίζεται με το θεσμό των γηροκομείων. Σε ερωτηματολόγιο που διανεμήθηκε στα 15 κράτη μέλη της Ε.Ε., διαπιστώνεται η ισχυρή αξία της φροντίδας των γερόντων από την οικογένεια. Τον υψηλότερο βαθμό υποστήριξης δίνουν οι απαντήσεις από την Ελλάδα και στη συνέχεια οι λοιπές μεσογειακές χώρες. Συνολικά, οι απαντήσεις και από τα 15 κράτη οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η οικογένεια, αυτή η ολοένα και περισσότερο ασταθής νησίδα, παραμένει το θεμέλιο της υποστήριξης της τρίτης ηλικίας.

Παραμένει; Στο επίπεδο των αντιλήψεων, όντως η οικογένεια αποτελεί το συνεκτικό ιστό της κοινωνίας. Όμως, στο επίπεδο της πραγματικότητας, οι δυνάμεις της οικονομίας και της πολιτικής κάνουν τα πάντα για το αντίθετο, αφού η όποια συνδρομή τους παραμένει στενά ατομοκεντρική.

 

Πατέρας είναι μόνο ένας...

Μάρθα Καϊτανίδη, εφ. Τα Νέα, 6/4/2004

Περισσότεροι από 58.000 άνδρες μεγαλώνουν μόνοι τα παιδιά τους

«Ο χωρισμός με τη γυναίκα μου δεν ήθελα να σημάνει και το τέλος της οικογένειας που είχα δημιουργήσει. Κράτησα εγώ τα δίδυμα αγοράκια μου. Τα προβλήματα βέβαια που αντιμετώπισα και αντιμετωπίζω είναι πολλά. Εγώ είμαι αυτός που πρέπει να φέρω το εισόδημα και παράλληλα να φροντίζω τα μικρά. Και τι με αυτό; H χαρά που νιώθω είναι πολύ μεγαλύτερη από τους κόπους».

Ο κ. Ζήσης Ναλμπάντης, που ζει στην Αλεξανδρούπολη, χώρισε πριν από 5 χρόνια. Οι δικηγόροι τού έλεγαν πως θα έχανε στο δικαστήριο και η πρώην σύζυγός του θα κέρδιζε την επιμέλεια των παιδιών. Τελικά όμως την κέρδισε εκείνος. Τότε τα δίδυμα ήταν μόλις πεντέμισι ετών. H μητέρα του και η αδελφή του μένουν στην ίδια πολυκατοικία με εκείνον, έτσι τους πρώτους μήνες είχε σημαντική βοήθεια. Σύντομα όμως τα ανέλαβε όλα εκείνος. «Αυτό που δεν ήξερα να κάνω ήταν να μαγειρεύω. Με λίγη εντατική προσπάθεια το κατάφερα κι αυτό. Ακόμα όμως και το διάβασμα, το πλύσιμο και το σιδέρωμα είναι ευχαρίστηση για μένα. Για να μεγαλώσεις τα παιδιά σου πρέπει να ξενυχτάς μαζί τους, να ασχολείσαι συνεχώς. Θέλει θυσίες, αλλά σε ανταμείβουν με ένα χαμόγελό τους» τονίζει.

Σαν τον κ. Ζήση Ναλμπάντη στην Ελλάδα ζουν μόνοι με τα παιδιά τους περισσότεροι από 58.000 άνδρες, αναλαμβάνοντας να παίξουν τον ρόλο της μητέρας και του πατέρα μαζί. Στις μονογονεϊκές οικογένειες με αρχηγό τον πατέρα μεγαλώνουν σήμερα περισσότερα από 21.000 ανήλικα, εκ των οποίων τα 5.468 είναι μικρότερα των 6 χρόνων.

Ο αριθμός των μόνων πατέρων, παρ' όλο που σταδιακά αυξάνεται, είναι σαφώς μικρότερος συγκριτικά με το αντίστοιχο των μόνων μητέρων στην Ελλάδα και σύμφωνα με τα στοιχεία της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας υπάρχουν 292.485 μονογονεϊκές οικογένειες με μητέρα αρχηγό. Στις 93.000 από αυτές τις οικογένειες μεγαλώνουν ανήλικα παιδιά. «Παίρνοντας ως δεδομένο πως η επιμέλεια των μικρών παιδιών ανατίθεται κυρίως στη μητέρα, στην πλειονότητά τους οι άνδρες που αναλαμβάνουν τα παιδιά είναι κυρίως χήροι ή εγκαταλελειμμένοι από τη σύζυγό τους» εξηγεί η κ. Δήμητρα Κογκίδου, αναπληρώτρια καθηγήτρια Ψυχολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.

Όπως επισημαίνει η κ. Κογκίδου, «οι μόνοι πατέρες συχνά ξεφεύγουν από την κατάσταση της μονογονεϊκότητας καταλήγοντας σε μια νέα συμβίωση ή γάμο. Για έναν άγαμο πατέρα ή χήρο είναι πιο εύκολο να ξαναφτιάξει τη ζωή του, επειδή δεν βιώνει τον κοινωνικό στιγματισμό και αποκλεισμό που συνήθως αντιμετωπίζουν οι άγαμες αλλά και οι διαζευγμένες μητέρες. Ακόμα όμως και αν δεν βρουν νέα σύντροφο, οι νέοι πατέρες αντιμετωπίζονται από την κοινωνία με συμπάθεια και συνήθως έχουν τη συμπαράσταση του οικογενειακού δικτύου όπως γονείς, αδέλφια κ.λπ.».

Λειτουργούν εξίσου αποτελεσματικά με τις γυναίκες

Από την πρώτη μεταβατική περίοδο που είναι και πιο δύσκολη, οι μόνοι πατέρες νιώθουν συνήθως πιο σίγουροι με τον νέο τους ρόλο και πετυχημένοι στην εκπλήρωση των νέων τους καθηκόντων. «Αλλάζει η αυτοεικόνα και η αυτοεκτίμησή τους. Αισθάνονται πως στέκονται στα πόδια τους. Το γεγονός αυτό βοηθά και την ψυχολογία του ίδιου του παιδιού» εξηγεί η αναπληρώτρια καθηγήτρια Ψυχολογίας στο ΑΠΘ, κ. Δήμητρα Κογκίδου. «Παρά τις δυσκολίες, οι μόνοι πατέρες μπορούν να λειτουργήσουν εξίσου αποτελεσματικά όσο και οι μόνες μητέρες» συμπληρώνει.

H έλλειψη προσωπικής ζωής το τίμημα

Σημαντικές δυσκολίες αντιμετωπίζει ο μόνος γονιός, πατέρας ή μητέρα, επισημαίνει στα «NEA» η γενική γραμματέας του Πανελληνίου Συλλόγου Μονογονεϊκών Οικογενειών κ. Θεοδώρα Τσιτσιπά. Οι δυσκολίες είναι πρακτικές - οικονομικά προβλήματα, συνδυασμός εργασίας και φροντίδας των παιδιών - ενώ σοβαρές είναι και οι ψυχολογικές συνέπειες - μοναξιά, άγχος λόγω φόρτου ευθυνών. «Από την εμπειρία μου γνωρίζω πως ένα παιδί δεν μεγαλώνει εύκολα μόνο με τη μητέρα ή τον πατέρα, γι' αυτό τα ζευγάρια θα πρέπει να προσπαθούν αρκετά ώστε να μη φθάσουν στον χωρισμό. Από την άλλη, ο ρόλος του μόνου γονέα είναι πολύ βαρύς. H έλλειψη προσωπικής ζωής είναι το τίμημα που πληρώνει»

Τον δρόμο της «μοναξιάς» ακολούθησε και ο κ. Κώστας Σγούρας που έχασε τη γυναίκα του στα 43 του χρόνια. H κόρη του τότε ήταν 9 χρόνων και ο γιος του 11. «Γύρισα από το νοσοκομείο στις 5 η ώρα το πρωί. Ξύπνησα τα παιδιά και τους είπα: μείναμε οι τρεις μας τώρα. Τους εξήγησα πως από εδώ και μπρος εγώ θα είμαι η μάνα και ο πατέρας μαζί. Για τα επόμενα 5 χρόνια η ζωή μου ήταν δουλειά, σπίτι, δουλειά. Δεν ξαναπαντρεύτηκα ποτέ. Νομίζω πως θα κατέστρεφα τη ζωή τους. Δεν ήθελα να κάνω άλλα παιδιά, ούτε ήθελα κανείς να έχει λόγο για το πώς θα μεγαλώσω τα δικά μου. Αν, για παράδειγμα, η νέα μου σύζυγος μάλωνε τα παιδιά μου δεν θα το ανεχόμουνα. Θα έπαιρνα το μέρος τους».

 

Από την παραδοσιακή στη μονογονεϊκή οικογένεια

Αρετή Αθανασίου, εφ. Τα Νέα, 9/12/1999

Θα μπορούσε να μιλήσει κανείς για κοσμογονικές αλλαγές ανατρέχοντας και διατρέχοντας προς τα πίσω τον αιώνα που σε λίγο θα αποδράσει. Η οικογένεια πέρασε από πολλά και διαφορετικά στάδια, γνώρισε τα πάντα, αλλά ποτέ δεν αμφισβητήθηκε. Από την εποχή του πατέρα αφέντη, που την ύπαρξη και την κυριαρχία του φανερά δεν υπονόμευσε ούτε η γυναίκα που έσκυβε το κεφάλι, έως τις μέρες μας που όλα κινούνται αστραπιαία και οι πληροφορίες αλλάζουν πριν καν προλάβουν να διοχετευθούν, η οικογένεια αποτελεί πάντα καίριο σημείο αναφοράς.

Οι τρεις διαδοχικές περίοδοι (αγροτική, βιομηχανική και μεταβιομηχανική) που στις χώρες της Δυτικής Ευρώπης διήρκεσαν εκατόν πενήντα χρόνια, στην Ελλάδα συρρικνώθηκαν σε… πενήντα έτη, με το δυσμενές επακόλουθο να μην περνά η ελληνική οικογένεια ανώδυνα από το ένα στάδιο στο άλλο και να μην αφομοιώνονται οι αλλαγές. «Οι γρήγορες αλλαγές δημιούργησαν ένα μωσαϊκό εικόνων, αντιλήψεων, αξιών και τρόπων συμπεριφοράς», σύμφωνα με την ψυχολόγο κ. Βίβιαν Γρίβα. «Στη μεταβιομηχανική περίοδο οι εξελίξεις ήταν ραγδαίες σ' όλη την Ευρώπη αλλά στην Ελλάδα έφτασαν και πάλι με μεγάλη καθυστέρηση...».

Η παραδοσιακή οικογένεια...

Τις πρώτες δεκαετίες του αιώνα, το σενάριο της οικογένειας είναι πανομοιότυπο στην Ελλάδα και στην Ευρώπη. Στη σχέση των δύο που στήνουν μια οικογένεια, εκείνος είναι ο «άρχοντας», ο «αφέντης», ο «κουβαλητής» κι εκείνη περνά από τη φροντίδα του πατέρα της στη δική του φροντίδα. Είναι ο αρχηγός της οικογένειας που παίρνει όλες τις αποφάσεις, ορίζει τη δική της τύχη και την τύχη των παιδιών τους, θα φέρει το ψωμί στο σπίτι, αλλά και τις πληροφορίες από τον κόσμο, έχει μόνο εκείνος επαφή με το κοινωνικό περιβάλλον. Αλλά και εκείνη οριοθετεί το δικό της βασίλειο, εντός των τειχών του σπιτιού όπου κατά κάποιο τρόπο διοικεί... Κρύβοντας εκείνος τις αδυναμίες του και εκείνη τη δύναμή της, συμπορεύονται για χρόνια πολλά μέχρι που το παραδοσιακό σκηνικό αρχίζει να μεταλλάσσεται και να διαφοροποιείται λόγω των οικονομικών αναγκών που προκύπτουν στη μεταβιομηχανική εποχή.

Η πυρηνική οικογένεια...

Η εσωτερική μετανάστευση λόγω της εκπνοής του αγροτικού τρόπου ζωής και του περάσματος στο μεταβιομηχανικό στάδιο της εξέλιξης των κοινωνιών δεν θα μπορούσε παρά να αλλάξει και τα δρώμενα εντός της οικογένειας. Ερχόμενη στην πόλη η γυναίκα αναγκάζεται να μεγαλώνει μόνη τα παιδιά στο σπίτι, ενώ ο άνδρας λείπει πολλές ώρες αναζητώντας το μεροκάματο. Η σχέση του ζευγαριού καθορίζεται από την ύπαρξη των παιδιών και τις ανάγκες τους. Η πυρηνική οικογένεια είναι γεγονός. Τα παιδιά είναι στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος της γυναίκας που μέσα από τη δική τους επιτυχία, εισπράττει κι εκείνη το μερτικό της στην αναγνώριση. Αρχίζει να αμφισβητεί φωναχτά την κυριαρχία του άνδρα και μεγαλώνει τις κόρες της με την προτροπή της μόρφωσης και της οικονομικής ανεξαρτησίας, αλλά και της μητρότητας και της νοικοκυροσύνης. Άνδρας και γυναίκα παλεύουν για τον ίδιο λόγο τα παιδιά και τη μόρφωσή τους, «τουλάχιστον το ένα» (!) αλλά με διαφορετικό τρόπο και σκεπτικό...

Η μονογονεϊκή οικογένεια...

Λίγο πριν εκπνεύσει ο αιώνας, αυτό που χαρακτηρίζει στο σύνολό της την Ευρώπη είναι η αύξηση του πληθυσμού, η μείωση των γεννήσεων και μια τάση ομοιογενοποίησης. Οι γεννήσεις αγοριών είναι ελαφρώς περισσότερες από τις γεννήσεις των κοριτσιών. Οι κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές μεταβλητές συντελούν ώστε να έχουμε σε πολλές χώρες, αλλά κυρίως στην Ελλάδα, αυτό που λέγεται δημογραφική κρίση. Τα ζευγάρια θέλουν παιδιά. Αλλά κάτω από... προϋποθέσεις!

Όλο και περισσότεροι άνθρωποι ανά τον κόσμο επιλέγουν ή υποχρεώνονται, από τις καταστάσεις που βιώνουν, σε μορφές διαβίωσης διαφορετικές από εκείνες του έγγαμου βίου. Η ελεύθερη συμβίωση, με ή χωρίς παιδιά, δεν σημαίνει για τους ειδικούς «έλλειψη οικογένειας» αλλά μια άλλη, όχι τόσο γνωστή αλλά αρκετά «δημοφιλή» πρακτική οργάνωσης του ιδιωτικού βίου. Την τελευταία δεκαετία, παρατηρείται το φαινόμενο να έχουμε σε χώρες του ευρωπαϊκού Βορρά χαμηλότερα ποσοστά γάμων αλλά υψηλότερη γεννητικότητα. Μια άλλη μορφή οικογένειας, η μονογονεϊκή, που άρχισε να εμφανίζεται δειλά δειλά από το 1960, κερδίζει στις μέρες μας όλο και περισσότερο έδαφος. Η αποτελεσματικότητα της λειτουργίας αυτής της μορφής οικογένειας αμφισβητήθηκε στην αρχή πολύ. Αλλά ξαφνικά οι ερευνητές σταματούν να αναρωτιούνται και εμφανίζουν ως σύνηθες το συγκεκριμένο σύστημα οικογενειακής οργάνωσης. Εξακολουθούν όμως να προβληματίζονται αν πρόκειται για έναν εναλλακτικό τρόπο οικογενειακής οργάνωσης ή για μια σύγχρονη μορφή οικογένειας...

Η εξέλιξη της μονογονεϊκής οικογένειας, που ίσως καθορίσει κατά πολύ τη μορφή της οικογένειας τον επόμενο αιώνα, έχει άμεση σχέση με την αύξηση των διαζυγίων, των γεννήσεων εκτός γάμου και της συμβίωσης, αλλά και με τη μείωση της γαμηλιότητας και των γεννήσεων. Στη συντριπτική τους πλειοψηφία «μόνοι γονείς» είναι γυναίκες. Η Δανία έχει το μεγαλύτερο ποσοστό μόνων γονέων (31%) με παιδιά κάτω των 18 ετών και η Ελλάδα το μικρότερο (5%).

Τα ζευγάρια του 2000...

Τα σημερινά ζευγάρια είναι πάνω κάτω τριαντάρηδες και είναι τα παιδιά που ανατράφηκαν σε μια εποχή μεγάλων αλλαγών. Η δική τους αγωνία, όπως επισημαίνει η ψυχολόγος κ. Βίβιαν Γρίβα, είναι «η επαφή, η σχέση, αυτό που τόσο έλειψε από τις προηγούμενες γενιές από γονείς και παππούδες». Η ανάγκη για συναισθηματική κάλυψη (μέσα από τον ερωτικό σύντροφο) συμπορεύεται με την ανάγκη για αναγνώριση ­ σε πολλαπλά επίπεδα ­ και το μοίρασμα των ευθυνών και της φροντίδας του σπιτιού. Η ανάγκη για απόκτηση παιδιών (ένα, το πολύ δύο) με την ανάγκη για χάραξη επαγγελματικών και προσωπικών στόχων.

Ο φόβος είναι το κυρίαρχο και βαθύτερο συναίσθημα αυτής της γενιάς! Γυναίκες και άντρες θέλουν να είναι με κάποιον μαζί, αλλά δεν αποφασίζουν εύκολα να δεσμευτούν και να παντρευτούν. Θέλουν τη συναισθηματική κάλυψη, αλλά τη βλέπουν και σαν εμπόδιο στις προσωπικές τους επιδιώξεις και αναζητήσεις. Θέλουν τη ζεστασιά μιας σχέσης, αλλά, όπως εξηγεί η κ. Γρίβα, «φοβούνται ότι η σχέση θα τους πονέσει, ότι δεν θα τα καταφέρουν, ότι θα πιεσθούν… Αυτό που στην ουσία φοβούνται είναι ότι θα πάψουν να είναι ελεύθεροι μέσα από τη σχέση, ότι δεν θα έχουν τον δικό τους χώρο, τις δικές τους αναπνοές».

Αλλά, παρά την πολυπλοκότητα, τον φόβο, το μπέρδεμα και τη σύγχυση πληροφοριών, τα νέα ζευγάρια που θα ορίσουν τα πράγματα στις αρχές του 2000 και θα καθορίσουν τη λειτουργία της οικογένειας, έχουν τις περισσότερες από ποτέ επιλογές και δυνατότητες. Με μοιρασμένους πια τους ρόλους στο σπίτι, τις γυναίκες εξίσου ανταγωνιστικές και φιλόδοξες (όσο και ο άνδρας) στο επάγγελμα, τον άνδρα μπερδεμένο ακόμη (δεν είναι πια ούτε ο αφέντης, ούτε ο κουβαλητής), αλλά και επανατοποθετημένο (με μεγαλύτερη συμμετοχή στις ευθύνες και ουσιαστική αγωνία για τα παιδιά), ο αιώνας που σε λίγο θα προβάλει θα φέρει δυσκολίες και προκλήσεις, αλλά και πολλές προοπτικές.

 

Οικογένεια: Η μόνη αξία που άντεξε στον χρόνο

Λουκία Μουσούρου*, εφ. Το Βήμα, 19/12/1999

Παραμονές της νέας χιλιετίας η οικογένεια εμφανίζεται σταθερά ως η κατ’ εξοχήν αξία στη ζωή του σύγχρονου ανθρώπου: οι συντριπτικά περισσότεροι άνθρωποι δηλώνουν ότι τη θεωρούν το σημαντικότερο πράγμα στη ζωή τους. Το γεγονός ξαφνιάζει, γιατί φαίνεται να αντιφάσκει προς την ιδιαίτερα διαδεδομένη στις ημέρες μας αντίληψη περί «κρίσης» της οικογένειας. Ωστόσο η σταθερότητα που οι άνθρωποι επιδεικνύουν στην προτίμηση της οικογένειας ως τρόπου οργάνωσης του ιδιωτικού βίου συναρτάται ενδεχομένως με τις μεταβολές που η οικογένεια γνώρισε κατά τον 20ό αιώνα.

Έτσι στις αρχές του αιώνα και στην παραδοσιακή ελληνική κοινωνία της εποχής η δημιουργία μιας καινούργιας οικογένειας ήταν υπόθεση των οικογενειακών ομάδων, των οικογενειών των μελλονύμφων. Κατά μία έννοια, την οικογένεια δημιουργούσε η οικογενειακή ομάδα που μεριμνούσε για την εξασφάλιση της συνοχής και την αποτροπή της διάλυσής της.

Ο κοινωνικός εκσυγχρονισμός συνεπάγεται μεταξύ άλλων και μετατόπιση του άξονα οργάνωσης της κοινωνίας από την ομάδα στο άτομο. Τούτο σημαίνει ότι στα τέλη του 20ού αιώνα το άτομο δημιουργεί την οικογένεια, εξασφαλίζει τη συνοχή της αλλά και τη διαλύει. Άρα η οικογένεια σήμερα δημιουργείται και λειτουργεί με βάση όχι μόνο τις επιθυμίες αλλά, κυρίως, τις δυνατότητες των ατόμων. Εμφανίζεται, επομένως, πολύ πιο ασταθής και ευάλωτη από ό,τι ήταν στις αρχές του αιώνα αν και η σταθερότητα και η αντοχή της είναι περισσότερο συνειδητές και ουσιαστικές.

Έπειτα, στην αγροτική κοινωνία της Ελλάδας των αρχών του αιώνα όχι μόνο ήταν συνηθέστερη η εκτεταμένη οικογένεια (δηλαδή η συγκατοίκηση δύο και περισσότερων συζυγικών οικογενειών και συγγενικών ατόμων) αλλά, λόγω της υψηλής γονιμότητας, οι οικογένειες ήταν σημαντικά πολυπληθέστερες. Στη σημερινή αστεακή ελληνική κοινωνία, όπου τα παιδιά δεν είναι πλέον οικονομικό ενεργητικό (όπως στην αγροτική κοινωνία) αλλά οικονομικό παθητικό (το κόστος συντήρησης, φροντίδας και, κυρίως, εκπαίδευσης των παιδιών είναι υψηλό και συνεχώς αυξάνεται), και όπου η απόκτηση παιδιού είναι αποτέλεσμα επιλογής των γονέων του, η γεννητικότητα περιορίζεται και η οικογένεια συρρικνώνεται.

Οι εσωτερικές μεταβολές

Από την άλλη μεριά, η μείωση της γεννητικότητας αλλά και χαρακτηριστικά της ελληνικής κοινωνίας (π.χ. εσωτερική και εξωτερική μετανάστευση) και του εκσυγχρονισμού της (π.χ. διαφορική επαγγελματική και κοινωνική κινητικότητα των μελών της ίδιας οικογένειας) περιόρισαν σημαντικά το μέγεθος της οικογενειακής ομάδας δηλαδή του συνόλου των συγγενών που συνδέονται με στενούς συναισθηματικούς δεσμούς, αλληλοϋποστηρίζονται και συναποφασίζουν. Η συρρίκνωση της οικογενειακής ομάδας συνδυάστηκε με τον περιορισμό των λειτουργιών της οικογένειας (και ιδιαίτερα των οικονομικών και των προνοιακών λειτουργιών της) και συνέβαλε στην ελαχιστοποίηση της σημασίας της ομάδας αυτής στη δημιουργία και στη στήριξη της συνοχής της συζυγικής οικογένειας.

Ωστόσο θα πρέπει επίσης να υπογραμμισθεί η μεταβολή στην ηλικιακή δομή της οικογένειας: στο τέλος του 20ού αιώνα και λόγω της αύξησης της μέσης διάρκειας ζωής που παρατηρήθηκε κατά τον αιώνα αυτόν αυξάνεται ταχύτατα το ποσοστό των οικογενειών όπου (για πρώτη φορά) επιβιώνουν πέντε γενεές. Μπορούμε δηλαδή να πούμε ότι, ενώ στην αρχή του αιώνα η οικογενειακή ομάδα εκτεινόταν οριζόντια, σήμερα εκτείνεται κάθετα.

Επιπλέον η αγροτική ελληνική οικογένεια των αρχών του αιώνα ήταν μια πλήρης οικονομική μονάδα δηλαδή μια μονάδα παραγωγής και κατανάλωσης. Σήμερα η αστεακή πλέον οικογένεια είναι μια μονάδα κατανάλωσης που συνδέεται με την παραγωγή μέσω των οικονομικά ενεργών μελών της. Τούτο σημαίνει ότι τα οικονομικά μη ενεργά μέλη της οικογένειας (παιδιά, ηλικιωμένοι κτλ.) μεταβάλλονται σε οικονομικό παθητικό. Τούτο εξηγεί επίσης τη συνεχή αύξηση των οικονομικά ενεργών γυναικών στο μέτρο που η ικανοποιητική κάλυψη των καταναλωτικών αναγκών της οικογένειας δεν μπορεί πλέον να εξασφαλισθεί από την εργασία ενός μόνο μέλους της. Ασφαλώς η είσοδος και η παραμονή των γυναικών στην αγορά εργασίας συνδέεται αποφασιστικά και με την άνοδο του εκπαιδευτικού τους επιπέδου άνοδος που συντελείται με ταχύτερους ρυθμούς εκείνης των ανδρών. Εν πάση περιπτώσει, τόσο η μεταβολή της οικονομικής λειτουργίας της οικογένειας όσο και η αμειβόμενη εργασία των γυναικών συνιστούν ουσιώδεις παράγοντες διαμόρφωσης της δομής και της δυναμικής της σύγχρονης οικογένειας και συμβάλλουν στην εξάρτηση της σταθερότητας και της συνοχής της από ατομικές αρετές και επιθυμίες.

Πρέπει ακόμη να πούμε ότι η παραδοσιακή οικογένεια των αρχών του αιώνα είχε την ευθύνη της συναισθηματικής στήριξης, της οικονομικής εξασφάλισης και της προσωπικής φροντίδας των μελών της οικογενειακής ομάδας. Η ευθύνη αυτή συνιστούσε απαράβατο καθήκον των προσώπων, συνεκτική δύναμη της ομάδας και κύριο στοιχείο αντίληψης της οικογένειας ως του μόνου ασφαλούς καταφυγίου του ανθρώπου.

Την ευθύνη αυτή υπέσκαψε η προσδοκία και η ανάπτυξη του κράτους πρόνοιας. Στη χώρα μας η προσδοκία υπήρξε, ασφαλώς, σημαντικότερη από την ανάπτυξη. Ωστόσο συντάξεις και επιδόματα, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και κοινωνικές υπηρεσίες μετατόπισαν την ευθύνη από τα πρόσωπα μέλη της οικογένειας στο απρόσωπο κράτος. Ταυτόχρονα, αφενός περιορίσθηκαν οι πρακτικές δυνατότητες και αφετέρου αυξήθηκαν οι ανάγκες φροντίδας. Ο περιορισμός των δυνατοτήτων οφείλεται κυρίως στη συρρίκνωση της οικογενειακής ομάδας, στην αστάθεια της συζυγικής οικογένειας και στην εργασία των γυναικών έξω από το σπίτι. Η αύξηση των αναγκών φροντίδας οφείλεται κυρίως στην αύξηση του αριθμού και της μέσης διάρκειας ζωής των ηλικιωμένων, στην αύξηση της συχνότητας περιπτώσεων ατόμων με πρόσκαιρες ή και μόνιμες ειδικές ανάγκες και στην ανάπτυξη εξειδικευμένων υπηρεσιών ποιότητας αλλά και στην απαίτηση του σύγχρονου ανθρώπου για τέτοιες υπηρεσίες. Θα πρέπει όμως να τονισθεί ότι η ευθύνη της συναισθηματικής στήριξης παραμένει στην οικογένεια και εξακολουθεί να συνιστά κύριο παράγοντα και ουσιαστική έκφραση της συνοχής της.

Ο ρόλος των προσώπων

Στις αρχές του αιώνα, τέλος, η οικογένεια ήταν συζυγική ή εκτεταμένη. Υπήρχαν βέβαια οι «χωλές» οικογένειες (κυρίως ναυτικών αλλά και μεταναστών), όπως και μονογονεϊκές (με αρχηγό κυρίως χήρο γονέα συνήθως τη μητέρα). Υπήρχαν και οικογένειες που είχαν δημιουργηθεί από τον δεύτερο γάμο του ενός, συνήθως, συζύγου (κυρίως του άνδρα). Δεν είναι λοιπόν αλήθεια ότι η εμφάνιση οικογενειακών σχημάτων εναλλακτικών της συζυγικής οικογένειας είναι καινούργια και χαρακτηριστική της σύγχρονης «κρίσης».

Καινούργια είναι η ρευστότητα που χαρακτηρίζει τα οικογενειακά σχήματα και που οφείλεται αφενός στην κοινωνική παραδοχή (ή έστω ανοχή) μιας ποικιλίας μορφών αλλά και δομών οικογένειας και αφετέρου στην ποικιλία και στη μεταβλητότητα των προσωπικών συνθηκών και ατομικών επιλογών από τις οποίες εξαρτάται, όπως είπαμε, η οικογένεια. Η ρευστότητα αυτή δεν περιορίζεται στο γεγονός της συνύπαρξης ποικίλων οικογενειακών σχημάτων, αλλά συνίσταται κυρίως στη δυνατότητα και στην πραγματικότητα βίωσης της ποικιλίας αυτής από ένα και το ίδιο πρόσωπο. Εν τέλει η ρευστότητα σημαίνει ότι η οικογένεια δεν ταυτίζεται πλέον με συγκεκριμένα σχήματα αλλά με συγκεκριμένες σχέσεις. Υπό την έννοια αυτή η ρευστότητα συνιστά κύριο και καίριο παράγοντα επιβίωσης της οικογένειας στον σύγχρονο ρευστό κόσμο και, ως εκ τούτου, δικαιολογεί τη σταθερότητα με την οποία η οικογένεια αντιμετωπίζεται ως αξία.

Από την άλλη μεριά, η σταθερότητα και η αποτελεσματικότητα των οικογενειακών σχέσεων δεν εξαρτώνται από το σχήμα αλλά από τα πρόσωπα. Τα πρόσωπα που, όταν δηλώνουν την πίστη τους στην οικογένεια, όταν υπογραμμίζουν πόσο πολύτιμη τη θεωρούν για τη ζωή τους, ίσως δεν κατανοούν απολύτως τον βαθμό στον οποίο το παρόν και το μέλλον της εξαρτώνται πλέον από τους ίδιους. Και όταν απαιτούμε από το κράτος να προστατεύσει την οικογένεια, ανταποκρινόμενο άλλωστε σε συνταγματική επιταγή, ίσως δεν συνειδητοποιούμε επαρκώς ότι η προσωπική μας ευθύνη δεν υποκαθίσταται και δεν εκχωρείται.

*καθηγήτρια του Παντείου Πανεπιστημίου

 

Μειώνονται οι γάμοι, αυξάνονται τα διαζύγια στην Ευρώπη

Εφ. Τα Νέα, 30/9/1997

Ο αριθμός των γάμων στην Ευρώπη των «15» μειώνεται εντυπωσιακά, ενώ ο αριθμός των διαζυγίων αυξάνεται επικίνδυνα, σημειώνοντας ποσοστό ρεκόρ. Σύμφωνα με ειδικό δελτίο της Κοινοτικής Στατιστικής Υπηρεσίας, που δημοσιεύθηκε χθες, ένας γάμος στους τέσσερις καταλήγει σε διαζύγιο.

Το ποσοστό των διαζυγίων στους «15», από 14% το 1960, έφθασε σε 30% το 1995. Ωστόσο, το ποσοστό των ευρωπαϊκών διαζυγίων, παρά τη σταθερή άνοδό του, ανταποκρίνεται στο ήμισυ, σχεδόν, του ποσοστού των διαζυγίων στις ΗΠΑ, με 55%. Μικρότερα και περισσότερο σταθερά, πάντως, παραμένουν τα ποσοστά διαζυγίων στις μεσογειακές χώρες μέλη και στην Ελλάδα.

Ο θεσμός του γάμου απειλείται περισσότερο στο Βέλγιο και τη Σουηδία. Πάνω από το ήμισυ των γάμων στις δύο αυτές χώρες καταλήγουν σε διαζύγιο. Στη Φινλανδία το 49% από τους γάμους καταλήγει σε διαζύγιο, στη Βρετανία το 45%, στη Δανία το 41%. Αντίθετα, τα ποσοστά διαζυγίων στην Ιταλία είναι 8%, στην Ισπανία 12%, στην Πορτογαλία 16% και στην Ελλάδα 17%.

Εξάλλου, ο αριθμός των γάμων στην Ευρώπη των «15», ύστερα από μικρή αύξηση τη δεκαετία του ‘80, άρχισε να μειώνεται: Από οκτώ γάμους στους 1.000 κατοίκους το 1970, μειώθηκε στους πέντε γάμους σε 1.000 κατοίκους το 1995. Ανάλογη μείωση σημειώθηκε την ίδια περίοδο και στις ΗΠΑ. Στην Ελλάδα από 7,7 γάμους σε 1.000 κατοίκους το 1970, μειώθηκε σε 6,1 το 1995.

Στο δελτίο σημειώνεται ότι τα παραδοσιακά στατιστικά δεδομένα για τους γάμους και τα διαζύγια δεν έχουν προσαρμοσθεί στις νέες κοινωνικές τάσεις. Πολλά ζευγάρια, αναφέρεται, συζούν χωρίς να έχουν τελέσει γάμο και όταν χωρίζουν, δεν περιλαμβάνονται στα διαζύγια. Πολλοί άλλοι συζούν χωρίς να έχουν πάρει διαζύγιο από το νόμιμο ή τη νόμιμη σύζυγο. Σημειώνεται, επίσης, ότι πολλές τάσεις τα τελευταία 25 χρόνια έχουν επηρεασθεί από τη φιλελευθεροποίηση της νομοθεσίας για το διαζύγιο. Σχεδόν σε όλα τα κράτη μέλη των «15» το διαζύγιο εκδίδεται με αμοιβαία συγκατάθεση.

 

100% πάνω τα διαζύγια σε 30 χρόνια

Εφ. Ελευθεροτυπία, 1/12/1994

Διπλασιάστηκαν τα διαζύγια στη χώρα μας τα τελευταία 30 χρόνια ενώ δραματική είναι η μείωση των γάμων και των γεννήσεων. Σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα ο Εθνικός Οργανισμός Πρόνοιας, με την ευκαιρία τριήμερου πανελλήνιου συνεδρίου με θέμα την οικογένεια, (...) το 1960 είχαμε 0,3 διαζύγια ανά χίλιους κατοίκους ενώ το 1992 φτάσαμε στα 0,6 (...). Παρά το γεγονός όμως ότι ο δείκτης διαζυγίων διπλασιάστηκε, εξακολουθεί να παραμένει από τους χαμηλότερους στην Ε.Ε.

Σε σχέση με τους γάμους που τελούνται το 1980 είχαμε 11 διαζύγια σε κάθε 100 γάμους ενώ το 1992 τα διαζύγια ανέβηκαν στα 13 για τους ίδιους γάμους. (...) Μεγάλη ήταν και η μείωση των γάμων στο διάστημα 1960-1992. Έτσι το 1962 είχαμε 7 γάμους ανά χίλιους κατοίκους, ενώ το 1992 οι γάμοι έπεσαν στους 4,7. Αντίθετα παρατηρήθηκε αύξηση της ηλικίας των ζευγαριών που παντρεύονται για πρώτη φορά. Το 1980 ο μέσος όρος ηλικίας των γαμπρών ήταν 27,9 χρόνια και το 1992 ανέβηκε στα 29,3 χρόνια. Αντίστοιχα ο μέσος όρος ηλικίας των νυμφών ήταν 23,1 και 25.

Ιδιαίτερα ανησυχητικά είναι τα στοιχεία που αφορούν τις γεννήσεις. Το 1980 είχαμε 15,3 γεννήσεις από χίλιους κατοίκους και το 1992 φτάσαμε στις 10,1 γεννήσεις. Το ίδιο πτωτική πορεία παρουσιάζει κι ο δείκτης γονιμότητας. Το 1960 ήταν 2,3 και το 1993 πήγε στο 1,38. Είναι από τους χαμηλότερους στην Ευρώπη, ενώ αξίζει να σημειωθεί ότι, για να εξασφαλιστεί η αναπλήρωση των γενεών, απαιτείται ο δείκτης να είναι τουλάχιστον 2,1.

Διπλασιάστηκαν πάντως οι γεννήσεις παιδιών που οι γονείς τους δεν είχαν παντρευτεί. Με βάση τα στοιχεία, σε κάθε χίλιες γεννήσεις ζωντανών παιδιών το 1960 οι 12,4 ήταν παιδιών χωρίς παντρεμένους γονείς, ενώ το 1992 οι γεννήσεις ήταν 26,4. Παρά την αύξηση όμως αυτή η Ελλάδα παρουσιάζει το χαμηλότερο δείκτη απ’ όλες τις χώρες της Ευρώπης, όπου ο μέσος όρος των εκτός γάμου γεννήσεων ήταν το 1992 περίπου 200 σε κάθε χίλιες γεννήσεις. Την ίδια χρονιά στη Δανία είχαμε 464 γεννήσεις στις χίλιες χωρίς γάμο των γονιών.

 

Ο κλονισμός του παραδοσιακού γάμου

Βασίλειος Φίλιας, Κοινωνιολογικές Προσεγγίσεις, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα 91989, σελ. 115 κ.ε.

Ο Γάμος είναι ένας θεσμός και θεσμός σημαίνει μια παγιοποιημένη απάντηση της κοινωνίας σε συνεχώς επανερχόμενα προβλήματα. Πρόκειται επομένως για μια κοινωνική ρύθμιση και σαν κοινωνική ρύθμιση θα την αντιμετωπίσουμε πριν απ’ όλα. Όμως η μορφή του γάμου που ισχύει σήμερα ανταποκρίνεται σ’ ένα ορισμένο είδος οικογενειακής οργάνωσης, που όπως ξέρουμε πολύ καλά δεν ίσχυε ανέκαθεν στην ιστορία της ανθρωπότητας.

Ο σταθερός σύνδεσμος άνδρα γυναίκας παιδιών, που βρίσκεται στη βάση του θεσμού του γάμου, όπως εμφανίζεται σήμερα, δεν ίσχυε πάντοτε στην ιστορία της ανθρωπότητας. Υπήρξαν μεγάλες περίοδοι όπου η σχέση αυτή δεν ήταν τριμερής αλλά διμερής, με την έννοια ότι η κοινωνία αντιμετώπιζε θεσμικά μόνο τη σχέση της μάνας προς το παιδί και αγνοούσε εντελώς τον άρρενα γεννήτορα.

Στη φάση αυτή, τη λεγόμενη μητριαρχική, όπου ο βαθμός συγγένειας καθοριζόταν με βάση τη μητριαρχική γραμμή και όπου πιθανότατα δεν ήταν πάντοτε γνωστή η γενετική συμβολή συγκεκριμένου άντρα στη σύλληψη του παιδιού, φυσικά η όλη προβληματική της σχέσης και του ρόλου των φύλων έμπαινε σε μια εντελώς διαφορετική βάση. Η αντρική «υπεροχή» είναι ένα υστερογενές φαινόμενο που οπωσδήποτε συνάπτεται με τη γέννηση της κοινωνικής ανισότητας, η οποία και συμβαδίζει με την εμφάνιση της πατριαρχικής οικογένειας.

Της πατριαρχικής οικογένειας της οποίας αναμφισβήτητα ένα υποπαράγωγο ή καλύτερα μια μετεξέλιξη είναι και η σημερινή οικογένεια, που ρυθμίζει και αντιμετωπίζει ο θεσμός του γάμου στη σημερινή του μορφή. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι ρίζες του θεσμού του γάμου, όπως τον ξέρουμε, φτάνουν ως την εποχή της επικράτησης του άνδρα στην ανθρώπινη ιστορία και καλώς ή κακώς η μορφή της οικογένειας, όπως μας είναι γνωστή, συνδέεται άμεσα με την εμφάνιση της κοινωνικής ανισότητας. Στην πατριαρχική οικογένεια υπήρχαν ορισμένα στοιχεία σταθερότητας, αμετακίνητα σημεία αναφοράς, που επέτρεψαν τη διατήρησή της με παραλλαγές διά μέσου των αιώνων. Ποια ήταν αυτά τα στοιχεία;

Πρώτα πρώτα υπήρχε μια σαφής σαφέστατη κατανομή λειτουργικών ρόλων ανάμεσα στον άντρα και τη γυναίκα. Η σφαίρα του βιοπορισμού ανήκε αποκλειστικά ή σχεδόν αποκλειστικά στον άνδρα, η σφαίρα των καθηκόντων που είχαν σχέση με τις τρέχουσες ανάγκες του σπιτιού παρασκευή φαγητού, ανατροφή των παιδιών, όλων των κατηγοριών οικογενειακές εργασίες ανήκαν στη γυναίκα. Τα εκτός οίκου ήταν υπόθεση του άντρα, τα εντός υπόθεση της γυναίκας• της οποίας βεβαίως ο ρόλος ήταν, και δεν μπορούσε παρά να είναι, από οικονομική άποψη εξαρτημένος και παραπληρωματικός σε σχέση με κείνον του άντρα.

Δεύτερο• υπήρχε σαφής κατανομή συναισθηματικών ρόλων, όπου η γυναίκα ήταν φορέας της αγάπης, της στοργής, της ευσέβειας, της αισθηματικής λεπτότητας. Ο άντρας ήταν ο ισχυρός, ο δυνατός, ο ικανός να κρατήσει το βάρος των αντίξοων καταστάσεων. Στο σεξουαλικό πεδίο αντίστοιχα ο ανδρικός ρόλος ήταν ενεργητικός και κυριαρχικός, ο γυναικείος απλά δεκτικός ως παθητικός, οπωσδήποτε υποταγμένος στην ανδρική πρωτοβουλία και επιθυμία. (...)

Τρίτο• η διαμόρφωση των περιουσιακών σχέσεων ήταν απόλυτα σαφής. Η περιουσία και η διαχείρισή της ανήκε κατά βάση στον άνδρα. Η γυναίκα «συνέβαλλε» με την προίκα ή άλλους τρόπους στην αντιμετώπιση των βαρών του γάμου, ήταν όμως στην ουσία αποξενωμένη από τη συμβολή της αυτή, όσο διαρκούσε ο γάμος.

Τέταρτον• υπήρχε σαφέστατο σύστημα ιεραρχίας και ηγεσίας. Ο άνδρας ήταν ο αδιαμφισβήτητος ηγέτης της οικογένειας, ο κυρίαρχος, η κεφαλή της. Αυτός αποφάσιζε στη βάση της αδιαμφισβήτητης παραδοχής μιας φυσιολογικά, υποτίθεται, δεδομένης υπεροχής του αρσενικού και της αντίστοιχης βιολογικής, ψυχολογικής και διανοητικής κατωτερότητας του θηλυκού. Το σύστημα αυτό ενδο οικογενειακής κυριαρχίας καθόριζε όχι μόνο τις σχέσεις ανάμεσα στους συζύγους αλλά και τις σχέσεις γονέων και τέκνων, όπου ο καθοριστικός ιεραρχικός ρόλος του πατέρα βάρυνε στην όλη διαμόρφωση της προσωπικότητας του παιδιού. Οι ψυχολογικές επιπτώσεις του πατριαρχικού υποδείγματος του vater imago, όπως έλεγε ο Φρόιντ ήταν κολοσσιαίες και προωθούσαν ένα αυταρχικό μοντέλο στη διαμόρφωση των διανθρώπινων σχέσεων στο σύνολό τους, στο οποίο όμως ανεξάρτητα από τις βαθύτερες αρνητικές επιπτώσεις δεν μπορεί να αμφισβητηθεί η καθαρότητα και η σταθερότητα σαν ρυθμιστικού γνώμονα της καθημερινής ζωής.

Αυτή η μορφή της οικογένειας μεταβάλλεται κάτω από την επιρροή αλλαγμένων πραγματικών κοινωνικών συνθηκών και ακολουθούν αλλαγές αντιλήψεων ως παρεπόμενα. Ποιες είναι οι συνθήκες που άλλαξαν; Πριν απ’ όλα οι οικονομικές συνθήκες και συγκεκριμένα οι μεταβολές στις ανάγκες, στην αγορά εργασίας. Ανάγκες, που συνάπτονται με εξελίξεις στην παραγωγική διαδικασία αφενός και τη διεύρυνση του τομέα υπηρεσιών αφετέρου. Από τη στιγμή που η ανάπτυξη της τεχνολογίας επιτρέπει και η ανάπτυξη του τριτογενούς τομέα επιβάλλει τη χρησιμοποίηση όχι μόνο των μυϊκών αλλά και των διανοητικών ικανοτήτων του ανθρώπου, η γυναίκα εισέρχεται πλησίστια στην αγορά εργασίας, που ακόμα και στο 19ο αιώνα κυριαρχείται από τον άνδρα. Η επαγγελματοποίηση όμως της γυναίκας σημαίνει και σχετική αυτονόμηση και ανεξαρτητοποίησή της απέναντι στον άνδρα.

Ένα εξίσου σημαντικό βήμα είναι ότι η γυναίκα ανεβάζει το μορφωτικό της επίπεδο και πάλι κάτω από τις νέες ανάγκες χρησιμοποίησής της που αναπτύσσονται στην οικονομία. Με την άνοδο του μορφωτικού επιπέδου της γυναίκας κλονίζεται και τελικά καταλύεται ο μύθος για τη δήθεν φυσικά διαδεδομένη πνευματική κατωτερότητα της γυναίκας.

Τρίτο στοιχείο αλλαγής είναι ότι από τη στιγμή που η γυναίκα παύει να είναι κατοικίδιο ον και φύλακας της εστίας, αλλάζει και η σεξουαλική της συμπεριφορά. Αποπαθητικοποιείται και ενεργοποιείται, αποκτά δυνατότητα επιλογής του ερωτικού της σεξουαλικού συντρόφου.

Αυτές οι μεταβολές, μεταβολές τεράστιας σημασίας στην πραγματικότητα της καθημερινής ζωής, προσδιορίζουν την αναγκαιότητα των μεταβολών, που ήδη σημειώνονται στις νομοθετικές αντιμετωπίσεις...

(...) Όσον αφορά το καίριο θέμα που είναι η ανατροφή του παιδιού, βαδίζουμε το θέλουμε δεν το θέλουμε προς μια βαθμιαία υποκατάσταση της οικογενειακής ευθύνης από την ευθύνη της κοινωνίας και βεβαίως του Κράτους. Ο παιδικός σταθμός, που απελευθερώνει την εργαζόμενη γυναίκα, από το μεγαλύτερο μέρος του βάρους ενός διπλού ρόλου, όχι μόνο δεν είναι αρνητικός, εφόσον βέβαια λειτουργεί με το κατάλληλο ειδικευμένο προσωπικό και δεν είναι απλός χώρος «εναπόθεσης» παιδιών, αλλά και, όπως απέδειξαν έρευνες σε παγκόσμια κλίμακα, αποτελεί την προϋπόθεση για τη δημιουργία ισορροπημένων ατόμων με συλλογική αντίληψη και όχι των εγωκεντρικών και αντικοινωνικών κατά βάση προσώπων που ανατρέφει σε μεγάλο βαθμό η σύγχρονη «πυρηνική» οικογένεια. Αλλά αυτά όλα, που αναμφισβήτητα βρίσκονται στη μακρά προοπτική του χρόνου, δεν αίρουν την ανάγκη για άμεσες νομοθετικές ρυθμίσεις, «διορθωτικές» του υπάρχοντος πλαισίου (...).

(...) Ο άνθρωπος της εποχής μας έχει καταλάβει ότι δεν είναι οικονομικοί, κοινωνικοί ή νομικοί δεσμοί, που στερεώνουν μία ανθρώπινη σχέση, αλλά το αν και κατά πόσο οι άνθρωποι συμμερίζονται τις ίδιες αξίες, το αν αισθάνονται σύντροφοι, το αν έχουν πραγματικό και ουσιαστικό σύνδεσμο, που ξεπερνά τυχαίες και πρόσκαιρες σεξουαλικές έλξεις, οικονομικά συμφέροντα και κοινωνικές σκοπιμότητες. Και ο πραγματικός αυτός σύνδεσμος κρίνεται στην πράξη, όχι στις προσδοκίες που έκαναν δυο ανθρώπους να δοκιμάσουν μια κοινή ζωή.

Ο γάμος στην εποχή μας γίνεται όλο και περισσότερο μια δυναμική, όχι μια στατική σχέση, που στηρίζεται σ’ ένα «μοιραίο λάθος» και σε συμφεροντολογικά ξυλοπόδαρα. Λαθεμένα λοιπόν ισχυρίζονται ότι ο γάμος περνάει κρίση. Αν κάτι περνάει κρίση, με έκδηλα τα σημάδια της επιθανάτιας αγωνίας, είναι ολόκληρη η ψευτο ηθική μιας κοινωνικής οργάνωσης που βήμα βήμα αποσυντίθεται και φυσικά η μορφή του γάμου, που αυτή η ψευτο ηθική δημιούργησε.

Η λογική της αστικής ηθικής, η οποία τοποθετούσε το θεμέλιο του γάμου σε σκοπιμότητες, που στην πραγματικότητα παραγνώριζαν τις ανθρώπινες ποιότητες που συνδέουν τους ανθρώπους, έχει υποστεί ανεπανόρθωτο πλήγμα. Οικονομικές «επιδιώξεις», αποκατάσταση, κοινωνική προβολή κ.ο.κ. ζυγίζουν όλο και λιγότερο σε σχέση με την αναζήτηση συντρόφου, ανθρώπινης επικοινωνίας, κατανόησης και μέθεξης. (...)

 

Σβήνει η παραδοσιακή οικογένεια

Εφ. Τα Νέα (The New York Times), 31/5/1995

Η παραδοσιακή οικογένεια σβήνει, και στη θέση της εμφανίζονται νέοι τύποι συμβίωσης ή απλώς διαβίωσης σύμφωνα με μελέτη του Συμβουλίου Πληθυσμού, μιας διεθνούς δημογραφικής οργάνωσης που εδρεύει στη Νέα Υόρκη. Η μελέτη από επιτροπή ερευνητών υπό τη δόκτορα Τζούντιθ Μπρους επισημαίνει ότι η παλιά «κλασική» μορφή της οικογένειας όπου ο πατέρας φρόντιζε για την οικονομική της επιβίωση και η μητέρα για το συναισθηματικό της εξοπλισμό φαίνεται να εκτοπίζεται από τις νέες συνθήκες.

Όλο και περισσότερες είναι οι ανύπαντρες μητέρες. Όλο και πυκνότερα τα διαζύγια. Όλο και πιο συνηθισμένα τα μικρά, «στοιχειώδη» νοικοκυριά. Όλο και πιο συχνή η «θηλυκοποίηση» της φτώχειας. Η έρευνα του Συμβουλίου Πληθυσμού αποκάλυψε μεταξύ άλλων ότι σε πολλές αναπτυγμένες χώρες ο αριθμός των διαζυγίων διπλασιάστηκε στην εικοσαετία 1970-1990.

Οι γονείς στις μέρες μας αντιμετωπίζουν διπλό πρόβλημα προς τα πάνω και προς τα κάτω. Προς τα πάνω, με τους δικούς τους γονείς, που ζουν περισσότερο και έχουν ανάγκη στήριξης. Προς τα κάτω, με τα παιδιά τους, που η συντήρησή τους γίνεται όλο και πιο δαπανηρή.

Οι οικογένειες που αποτελούνται μόνο από μια ανύπαντρη γυναίκα και το παιδί της πληθαίνουν σε όλες τις χώρες, και το ρεκόρ το κατέχει η Βόρεια Ευρώπη. Τα παιδιά που μεγαλώνουν με έναν γονέα είναι κατά κανόνα φτωχότερα από εκείνα που μεγαλώνουν σε συνήθη τύπο οικογένειας.

Ένας από τους ερευνητές διευκρινίζει ότι οι περισσότερες από τις αλλαγές που έχουν επέλθει στις οικογένειες ξεκινούν από μεταβολές που αφορούν κυρίως τη θέση της γυναίκας, όχι του άνδρα. Οι γυναίκες, λέει ο δόκτωρ Μπεσάροβ, «αγωνίστηκαν σκληρά για να χειραφετηθούν και για να κερδίσουν ελευθερίες που έβλεπαν στους άνδρες. Το ατύχημα είναι ότι από άποψη ψυχικής ηρεμίας και προσωπικής ευτυχίας τα κέρδη δεν είναι πάντοτε ορατά».

 

Μεγάλωσαν... οι «απομονωμένοι γονείς»

Γιώργος Κουβαράς, εφ. Τα Νέα, 30/9/1998

Το ρεκόρ του μικρότερου ποσοστού μονογονεϊκών οικογενειών, που αποτελούνται δηλαδή από έναν γονέα (μητέρα ή πατέρα) και ο οποίος έχει την ευθύνη και τις οικονομικές υποχρεώσεις των παιδιών, κατέχει η Ελλάδα μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Μόνο 7%, όταν στο άλλο άκρο η Μ. Βρετανία σημειώνει τρεις φορές μεγαλύτερα νούμερα (23%), ενώ η Κοινότητα κατά μέσο όρο μετράει περίπου 7 εκατομμύρια ανύπαντρους ή χωρισμένους γονείς, δηλαδή το 14% του συνόλου των οικογενειών. Είναι χαρακτηριστικό ότι ένα παιδί στα οκτώ ζει μόνο με τη μητέρα ή τον πατέρα του. Οι ανύπαντρες μητέρες είναι 5 φορές περισσότερες από τους ανύπαντρους πατέρες. Ένα τρίτο των ανύπαντρων μητέρων ασκεί μερική εργασία.

Τα στοιχεία αυτά έδωσε χθες στη δημοσιότητα η Στατιστική Υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (EUROSTAT) επισημαίνοντας ότι μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση το 84% των ανύπαντρων γονέων είναι γυναίκες. Η έρευνα έγινε το 1996 και δεν συμπεριλαμβάνεται η Σουηδία και η Δανία. Σύμφωνα με την έκθεση του EUROSTAT, η αύξηση των «απομονωμένων γονέων» (αυτοί που δεν έχουν την ευθύνη των παιδιών), όπως τους αναφέρει χαρακτηριστικά, αποτελεί φαινόμενο της δημογραφικής και κοινωνικής εξέλιξης των τελευταίων χρόνων. Μεταξύ του 1983 και 1996 ο αριθμός τους αυξήθηκε κατά 58% στα 8 κράτη όπου υπήρχαν διαθέσιμα στοιχεία.

Άλλα σημαντικά στοιχεία της έκθεσης:

- Ένα παιδί στα οκτώ ζει μόνο με τη μητέρα ή τον πατέρα του στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ενώ το ένα τρίτο των ανύπαντρων μητέρων ασκεί μερική εργασία

- Στην Ε.Ε. 58% των ανύπαντρων ή χωρισμένων γονέων έχουν μόνο ένα παιδί υπό την οικονομική τους ευθύνη.

- Το 1996, 75% των ανύπαντρων ή χωρισμένων γονέων μεγαλώνουν παιδιά κάτω των 16 ετών.

- Κατά μέσο όρο, 20% των ανύπαντρων ή χωρισμένων γονέων έχουν την ευθύνη παιδιών κάτω από 5 ετών. Τα ποσοστά είναι πολύ πιο υψηλά στη Φινλανδία (26%), στη Βρετανία (29%), αλλά δεν ξεπερνούν το 10% στην Ελλάδα, την Ισπανία και την Πορτογαλία.

- Το 1996, περίπου 10,7 εκατομμύρια παιδιά ζουν σε μονογονεϊκή οικογένεια μέσα στην Ε.Ε. από τα οποία 1,8 εκατομμύρια είναι μικρότερα των 5 ετών και 5,9 εκατομμύρια μεταξύ 5 και 15 ετών.

- Το 1996 το ποσοστό ανεργίας των ανύπαντρων μητέρων στην Ε.Ε. ήταν 17%, έναντι 10% για τους ανύπαντρους πατέρες.

 

Ο θεσμός της οικογένειας

Μητροπολίτης Λέρου κ. Νεκτάριος, εφ. Το Βήμα, 21/6/1998

Η Εκκλησία, η Ανατολική και Δυτική, προσέφερε έργο πολυσήμαντης αξίας χάριν του θεσμού της οικογένειας και του παιδιού. Όμως το χρέος της απέναντι στον θεσμό της οικογένειας και στο παιδί εξακολουθεί να παραμένει ΧΡΕΟΣ. Ιδιαίτερα μάλιστα σήμερα που η αλόγιστη χρήση των τεχνολογικών αγαθών, η πολυεπίπεδη θεσμική κρίση και η αλαζονεία της δύναμης δείχνουν ότι ζούμε στην πιο κρίσιμη καμπή της παγκόσμιας ιστορίας. Γι’ αυτόν τον λόγο κάθε σκεπτόμενος άνθρωπος στρέφει το ενδιαφέρον του στο παιδί, που δέχεται περισσότερο τον κυνισμό, τη σκληρότητα και την εκμετάλλευση, αλλά και στην οικογένεια που είναι ο πιο βασικός θεσμός κοινωνικής συνοχής.

Η σύγχρονη οικογένεια είναι θυγατέρα της βιομηχανικής επανάστασης του 19ου αιώνα, που επέφερε τις ατελείωτες μετακινήσεις πληθυσμών. Ακολούθησαν οι συνέπειες της αστυφιλίας, η κρίση του στεγαστικού, η αποπροσωποποίηση της ζωής των μεγάλων αστικών κέντρων, οι ηθικοί συμβιβασμοί, η ερήμωση της υπαίθρου, η υπογεννητικότητα, η εγκατάλειψη των υπερηλίκων. Αρχίζει τότε να διαμορφώνεται δίπλα στην «αγροτική» και μια «αστική» οικογένεια με αυτονόητες αντιθέσεις.

Η «αστική» οικογένεια τρέχει στον χρόνο, εκσυγχρονίζεται και βιάζεται να αποβάλει τα στοιχεία του παρελθόντος. Φιλελεύθερη και τολμηρή, εξοικειώνεται με τις απαιτήσεις της ηθικής των απρόσωπων σχέσεων, που υποσκάπτουν καταλυτικά τη συνοχή και την ενότητα, τη λειτουργική ιεράρχηση των κοινωνικών ρόλων. Η οικογένεια αυτή θεοποιεί τον καταναλωτισμό, την εκκοσμίκευση, «εν ονόματι» δήθεν της ελευθερίας και του πολιτισμού.

Η έννοια της ελευθερίας διευρύνθηκε επικίνδυνα και η διεύρυνση αυτή κατέληξε στην αυθαιρεσία. Την έννομη αισχροκέρδεια στην οικονομία ακολούθησε, ως ασυδοσία, η ελευθεριάζουσα ηθική, που προοδευτικά διέλυσε τις οικογενειακές σχέσεις και όρθωσε ανυπέρβλητα εμπόδια στην επικοινωνία των συζύγων μεταξύ τους και των γονιών με τα ίδια τα παιδιά τους.

Από την άλλη πλευρά, η αγροτική οικογένεια εγκλωβίζεται στη στατικότητα των ηθών και των εθίμων, χωρίς να είναι σε θέση να απαντήσει στα αιτήματα των καιρών. Συντηρητική και δύσκαμπτη, χωρίς επιχειρήματα, κρατά τον τύπο της παράδοσης και χάνει τα νιάτα. Μένει προσκολλημένη στο γράμμα και ανυποψίαστη αδιαφορεί για την ουσία. Γίνεται ασφυκτική για τα μέλη της και τελικά προκαλεί το «χάσμα των γενεών», την επανάσταση των νέων, τη φυγή τους από την οικογενειακή στέγη, την αμφισβήτηση της πείρας από τον ρομαντισμό και αντίστροφα την περιφρόνηση του αυθορμητισμού από τη γνώση.

Τα αποτελέσματα αυτής της κρίσης, που εμφανίστηκε μετά την έκρηξη της βιομηχανικής επανάστασης, είναι σε όλους μας σήμερα γνωστά. Φυγή των νέων από την οικογενειακή εστία, εγκατάλειψη απροστάτευτων βρεφών, ανεξέλεγκτοι αριθμοί των αμβλώσεων, παρανομία, αδικία και εγκληματικότητα, διόγκωση του ανθρώπινου πόνου.

Άραγε η οικογένεια είναι θεσμός που ανταποκρίθηκε μεν στην αγροτική οικονομία και κοινωνία, αλλά ξεπεράστηκε στην κοινωνία της παγκοσμιοποίησης της οικονομίας; Στη σημερινή κοινωνία της επικοινωνίας υπάρχει θέση για την οικογένεια; Στα παραπάνω ερωτήματα η Εκκλησία απαντά ότι πιστεύει στη διαχρονικότητα του θεσμού της οικογένειας και για τούτο συστρατεύεται δυναμικά με οποιαδήποτε πρωτοβουλία που ενδιαφέρεται και αγωνίζεται στην κατεύθυνση αυτή. Άλλωστε η διαχρονική της παρουσία συνδέεται άρρηκτα με τον θεσμό της οικογένειας, που τον ανύψωσε σε «Μέγα Μυστήριο», για την προστασία της μητρότητας και της εύθραυστης παιδικής τρυφερότητας. Η Εκκλησία πιστεύει ότι στην εποχή που έρχεται θα ξανανθήσει και θα ξανακαρπίσει ο θεσμός της οικογένειας. Θα είναι ένα πάντρεμα παραδοσιακών δομικών υλικών με τη δίψα της ελευθερίας που χαρακτηρίζει τη σύγχρονη οικογένεια. Και η Εκκλησία δεν είναι αντίθετη, όπως νομίζουν μερικοί, με την ελευθερία, αρκεί η οικογένεια να είναι ένας χώρος αυθεντικής διαπροσωπικής αγάπης.

Το όραμα της Εκκλησίας είναι να γίνει η οικογένεια «κοινωνία καρδιών». Και το όραμα της Εκκλησίας για το παιδί, που το ταύτισε με την ίδια τη Βασιλεία του Θεού, είναι όχι μόνον να βλέπουμε το παιδί να κρατάει στα χέρια του ένα ανοικτό βιβλίο, αλλά αυτό που γράφει ο Μ. Λουντέμης στο βιβλίο του «Ένα παιδί μετράει τα’ άστρα». Να μαθαίνει τα γράμματα «από τα βιβλία, από τα στόματα και από τις καρδιές». Όχι μόνο από τα βιβλία, αλλά και από την προφορική μύηση στην πολιτιστική μας παράδοση, με την οποία μεταδίδεται από γενιά σε γενιά η ιδιοπροσωπία του Γένους μας, το οποίο επιδιώκει αρμονική συμβίωση με το πολυπολιτισμικό ιδεώδες, που έχει αποφασίσει και η Συνθήκη του Άμστερνταμ.

Τα οράματα της Εκκλησίας για την οικογένεια και το παιδί στον αιώνα που έρχεται είναι εφικτά. Είμαστε αισιόδοξοι, γιατί η Εκκλησία είναι χώρος ελπίδας, είναι η Εκκλησία της ελπίδας, όπως είχα την ευκαιρία να πω στον χαιρετισμό που απηύθυνα εκ μέρους του Παναγιότατου Οικουμενικού Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου στο Ευρωπαϊκό Forum «Οικογένεια Ευρώπη: 21ος αιώνας, όραμα και θεσμοί». Γι’ αυτό αγωνιζόμαστε και προσπαθούμε όλοι οι φορείς, Εκκλησία, πολιτεία, σύλλογοι. Και την προοπτική αυτή στηρίζουν αρκετά ενθαρρυντικά στοιχεία, αναλύσεις και προβλέψεις ικανών κοινωνιολόγων και μελλοντολόγων της εποχής μας.

*Ο κ. Νεκτάριος είναι διδάκτωρ της Θεολογίας και Κοινωνιολογίας

 

Τα πέντε «πρόσωπα» της ελληνικής οικογένειας

Αρετή Αθανασίου, εφ. Τα Νέα, 15/5/2000

Κάποτε τα πράγματα ήταν απλούστερα ή «έμοιαζαν» απλά. Εκείνος είχε το βάρος του κουβαλητή, αλλά ως κύρης και αφέντης της οικογένειας έπαιρνε και τις αποφάσεις. Στη σκιά της δικής του αρχηγίας, εκείνη περιοριζόταν στα της «βασιλείας» του οίκου της, γεννούσε και μεγάλωνε παιδιά και ο μόνος συνδετικός της κρίκος με το ευρύτερο περιβάλλον ήταν πάντα εκείνος...

Πέρασε από πολλά στάδια ­κάποια μάλιστα ιδιαίτερα... αργοπορημένα­ και γνώρισε πολλές αλλαγές στη δομή και στη διαμόρφωσή της η οικογένεια στην Ελλάδα μέχρι τις μέρες μας όπου τα πράγματα είναι περισσότερο από ποτέ... περίπλοκα. Ο χώρος που κάποτε εθεωρείτο ιερός και απαραβίαστος αποτελεί πια περισσότερο παραδοσιακό στερεότυπο και λιγότερο πραγματικότητα. Τα πράγματα χαρακτηρίζονται από μια διαρκή ροή, από μια συνεχή κίνηση, η σύνθεση και τα χαρακτηριστικά αλλάζουν, αυτό που χθες ήταν κατακριτέο είναι σήμερα αποδεκτό και τα ταμπού, ακόμη κι όταν δεν σπάνε, δέχονται τουλάχιστον κραδασμούς, ραγίζουν. Δεν υπάρχουν πια πρόχειρες επικαλύψεις και οι διαζευγμένοι δεν αποτελούν έκπληξη. Η ελληνική οικογένεια διαλύεται περισσότερο συχνά και περισσότερο εύκολα από ποτέ και το «διαζύγιο» είναι ενταγμένη ως λέξη στο λεξιλόγιο και των πιο μικρών παιδιών. Το «πείραμα» ενός γάμου που δεν ευδοκίμησε δεν κρατά έως την... αιωνιότητα κι υπάρχουν ζευγάρια που πριν προλάβουν να ζεστάνουν το φρέσκο τους σπιτικό το διαλύουν εν ριπή οφθαλμού, σε πέντε-έξι μήνες, άντε ένα χρόνο... «Βαβυλωνία».

Το ερώτημα που ανακύπτει είναι μήπως όλα γίνονται εκ του προχείρου αλλά οι ειδικοί σταθμίζουν άλλους σημαντικούς παράγοντες ­ εκτός της προχειρότητας. Όπως και να 'χει, γεγονός είναι ότι η ελληνική οικογένεια μοιάζει να βιώνει τη δική της «Βαβυλωνία». Πολλές οι «φυλές» της, ποικιλόμορφες οι συνθέσεις της, άγνωστοι πολλές φορές οι κώδικες επικοινωνίας ανάμεσα στα μέλη της, πολυσύνθετοι και μπερδεμένοι οι ρόλοι του ζευγαριού. Αντιστέκεται ακόμα η πυρηνική οικογένεια κι αποτελεί πάντα το «κύτταρο», το σημείο αναφοράς, αλλά κανείς δεν αμφισβητεί ότι οικογένεια είναι και κάθε τύπου μονογονεϊκή οικογένεια ­αναρίθμητες διαζευγμένες με τα παιδιά τους, αριθμημένοι... πατέρες με το ή τα παιδιά τους, γυναίκες που απέκτησαν παιδιά εκτός του σχήματος γάμου, ζευγάρια που επέλεξαν να μείνουν χωρίς παιδιά στην οικογενειακή τους μερίδα. Στην ουσία η οικογένεια χρειάζεται μόνο... δύο κι όπου συμβιώνουν δύο είναι οικογένεια! (...)

Απροετοίμαστοι

Μήπως τρέχουμε γρηγορότερα απ' όσο αντέχουμε; Τρομάζει στο άκουσμα του όρου «εκσυγχρονισμός στην οικογένεια» η κοινωνιολόγος και ερευνήτρια του ΕΚΚΕ Αφροδίτη Τεπέρογλου. «Με τρομάζουν λέξεις όπως εκσυγχρονισμός ή νεωτερισμός που είναι συναισθηματικά φορτισμένες και δεν ανταποκρίνονται σε μια μεταβατική ωριμότητα. Είναι δύσκολο για μια κοινωνία να αποδέχεται αλλαγές για τις οποίες δεν έχει προετοιμασθεί... Η ελληνική οικογένεια περνάει κρίση, αλλά αυτή η κρίση κρύβει από πίσω της και κρίση αξιών, κρίση θεσμών, κρίση προτύπων...» Όλα δείχνουν ρευστά. Η ισορροπία που κάποτε υπήρχε δεν υπάρχει πια. Κάποτε άξονας της παραδοσιακής κοινωνίας ήταν η ομάδα. Τη θέση της ομάδας σήμερα πήρε το άτομο. Τα πάντα ξεκινούν και καταλήγουν στο άτομο. Πέντε κυρίως παράγοντες ενοχοποιούνται για την κρίση στην οικογένεια, σύμφωνα με την Α. Τεπέρογλου: «Η συχνότητα της διάλυσης της οικογένειας έχει αυξανόμενη τάση και την ίδια τάση παρουσιάζει και η συμβίωση χωρίς γάμο. Αυξητική τάση έχουμε και στις μονογονεϊκές οικογένειες. Από την άλλη πλευρά, έχουμε δραματική μείωση της γεννητικότητας και της γονιμότητας, συρρίκνωση της οικογενειακής ομάδας αλλά και μεταβολές στην οικογενειακή δομή, λόγω των μεταβολών των ρόλων των φύλων και των γενεών...». (...)

 

Ένας στους τρεις γάμους (33%) στην Κεντρική Ευρώπη διαλύεται

Αρετή Αθανασίου, εφ. Τα Νέα, 18/5/2000

Ένας στους τρεις γάμους (33%) στην Κεντρική Ευρώπη διαλύεται. Το διαζύγιο είναι μια πρακτική εξίσου συνηθισμένη με την τέλεση γάμου ­ ένα συμβόλαιο με «ανοικτή» ημερομηνία λήξης.

Στην Ελλάδα δεν έχει ακόμη τόσο εκφυλισθεί, ως ιδέα και πρακτική, ο γάμος, αλλά η τάση που υπάρχει είναι ολοένα και πιο ανησυχητική ­ σύμφωνα με το Εurostat, το ποσοστό διαζυγίων στη χώρα μας είναι 12% στο σύνολο των τελούμενων γάμων. Ανεξάρτητα όμως από τα επίσημα ποσοστά οριστικής διάλυσης γάμων, αναρίθμητα ζευγάρια βρίσκονται ήδη σε διάσταση ή απλώς συμβιώνουν (προς «χάριν» των παιδιών) ως «συγκάτοικοι» κάτω από την ίδια στέγη ­ έχουν ξεχωριστά πορτοφόλια και κρεβατοκάμαρες, μοιράζονται τις οικονομικές υποχρεώσεις στα «δύο» και ο κάθε ένας έχει την προσωπική του ζωή, για την οποία δεν λογοδοτεί!

Αλλά και αυτό το θεατρικό μονόπρακτο κάποια στιγμή θα καταρρεύσει ­ μαζί με τα δίχως αίγλη σκηνικά του. Το «άλλοθι των παιδιών» δεν είναι πια και τόσο άλλοθι! Όσο καλοστημένη και αν είναι η «παράσταση», η σκηνή ξεγλιστρά, πέφτει και όλα απογυμνώνονται: «Τα παιδιά αντιλαμβάνονται ­ με επιστημονική... ακρίβεια ­ τη νέα κατάσταση και σε χρόνο-ρεκόρ αντιδρούν, το καθένα με τον τρόπο του», πιστεύει η ψυχολόγος Βίβιαν Γρίβα, ειδικευμένη σε θέματα οικογενειακής θεραπείας. «Η συμβατική ζωή αποδεικνύεται τελικά θηλιά στον λαιμό και των δύο και τα περισσότερα ζευγάρια, που καταλήγουν προσωρινά σ' αυτόν τον τρόπο συμβίωσης, εξαναγκάζονται κάποια στιγμή ­ από τα πράγματα ή και από τα παιδιά τους ­ να βάλουν ένα τέλος στην υποκριτική τους δεινότητα... «Αρκετά ζευγάρια διαλύουν τη συμβατική τους ζωή, όταν ο ένας από τους δύο είναι έτοιμος να προχωρήσει σε ελεύθερη συμβίωση ή ακόμη και σε επόμενο γάμο ­ ανεξάρτητα από τον τρόπο συμβίωσης η μοναξιά είναι τελικά... ανυπόφορη και η ανάγκη για "μοίρασμα και συντροφικότητα" πάντα μεγάλη».

Τέσσερις στους δέκα νέους θα προτιμούσαν να συζήσουν και όχι να παντρευτούν

Τέσσερις στους δέκα νέους θα προτιμούσαν να συζήσουν και όχι να παντρευτούν με το άλλο τους «μισό»! Η αντικατάσταση του γάμου από την ελεύθερη συμβίωση είναι μια «ελκυστική» πρόταση, που γίνεται όλο και περισσότερο αποδεκτή από νέους και νέες. Το εντυπωσιακό είναι ότι συμφωνούν περισσότερο με αυτήν οι... γυναίκες απ' ό,τι οι άνδρες. Το παραπάνω στατιστικό εύρημα είναι αποτέλεσμα έρευνας που έγινε από την κοινωνιολόγο και ερευνήτρια του ΕΚΚΕ Αφροδίτη Τεπέρογλου, στον Νομό Θεσσαλονίκης με θέμα «Οικογένεια, γάμος, θεσμοί - απόψεις και αντιλήψεις των εγγάμων νέων». Συγκεκριμένα:

* Τo 38,7% των ανδρών και το 40,4% των γυναικών λένε «ναι» στην ελεύθερη συμβίωση.

Οι... διατυπώσεις

* Από το σύνολο των νέων που θα προτιμούσαν να συζούν παρά να παντρευτούν, το 39% θα το έκανε για να αποφύγει τις υποχρεώσεις γάμου και το 18% για να αποφύγει τις διαδικασίες και διατυπώσεις γάμου.

* Αντίθετα, από το σύνολο εκείνων που απάντησαν ότι επιλέγουν τον γάμο από την ελεύθερη συμβίωση, το 32,3% θεωρεί ότι δεν τους καλύπτει η ελεύθερη συμβίωση και το 18,2% ότι προτιμούν τον γάμο για λόγους μόνο «κοινωνικής αποδοχής».

Τα εφόδια

Η απόκτηση παιδιών δεν θεωρείται βασική προτεραιότητα γάμου από τους νέους που συμμετείχαν στην έρευνα ­ αν και το 72% των ερωτηθέντων είχε αποκτήσει παιδί.

Όλοι όμως νοιάζονται για τα εφόδια που θα δώσουν στο παιδί που απέκτησαν ή θα αποκτήσουν και πιστεύουν ότι η απόκτηση παιδιού προϋποθέτει «οικονομική άνεση» ­ το 74% των ερωτηθέντων.

Στην ερώτηση «αν η εργασία και των δύο γονέων εμποδίζει την απόκτηση παιδιού», διαφώνησαν περισσότερο οι άνδρες από τις γυναίκες ­οι μισές εκ των οποίων συμφώνησαν ότι εμποδίζει. Ένα αξιόλογο επίσης εύρημα, είναι οι απαντήσεις που δόθηκαν στο δίλημμα «υπάρχουν τόσα κοινωνικά προβλήματα που δεν ενδείκνυται η απόκτηση παιδιού».

Ένα στατιστικά μεγάλο ποσοστό(26%) απάντησε «ναι». Το πιο εντυπωσιακό είναι ότι με αυτή την άποψη συμφώνησε το 28,1% των γυναικών και μόλις το 14,3% των ανδρών ­ διπλάσιες γυναίκες από άνδρες!

Προέχει η καριέρα

Ένα ακόμη αποτέλεσμα της έρευνας που δείχνει τις αλλαγές που ήδη έχουν γίνει ­ αλλά και την τάση για αλλαγές ­ στην ελληνική οικογένεια, είναι ότι στην άποψη «προέχει η επαγγελματική σταδιοδρομία από την απόκτηση παιδιού» τα ποσοστά είναι μισά - μισά ­ το 47,8% των νέων συμφωνεί και το 45,7% διαφωνεί. Με αυτή την ερώτηση συμφώνησαν περισσότερο οι γυναίκες από τους άνδρες και αυτό δείχνει την τάση και ανάγκη των νέων εργαζόμενων γυναικών να δώσουν προτεραιότητα στο επάγγελμά τους, αναβάλλοντας την υπόθεση «μητρότητα» για αργότερα.

Το παιδί, μπορεί λοιπόν, να περιμένει...

 

Γ'. Βιβλιογραφία