Α'. Σχεδιάγραμμα, Β'. Κείμενα, Γ'. Βιβλιογραφία

Θέμα: Παγκοσμιοποίηση-Διεθνισμός

Α'. Σχεδιάγραμμα

✍Θέμα 1: Είστε προσκεκλημένοι σε μια ραδιοφωνική εκπομπή που πραγματεύεται το θέμα της παγκοσμιοποίησης. Ο παρουσιαστής σάς καλεί να αναπτύξετε εν συντομία το ζήτημα των συνεπειών που προκύπτουν απ’ αυτή αλλά και των προϋποθέσεων που απαιτούνται, προκειμένου η παγκοσμιοποίηση να επιτευχθεί επ’ ωφελεία του συνόλου.

✍Θέμα 2: Ακούγεται συχνά και από πολλούς εσχάτως η λέξη «παγκοσμιοποίηση». Άλλων η αναφορά είναι θετική και άλλων αρνητική, ενώ οι περισσότεροι δηλώνουν άγνοια επί του θέματος. Αφού ορίσετε τον όρο και αναφερθείτε στις αιτίες που προωθούν το φαινόμενο, εν συνεχεία αναπτύξτε τις θετικές και αρνητικές του πλευρές.

Πρόλογος

Ορισμός

Κυρίως θέμα

Ε1. Αιτίες Διεθνισμού-Παγκοσμιοποίησης

Ε2. Συνέπειες Διεθνισμού-Παγκοσμιοποίησης

α)θετικά

β)αρνητικά

Ε3. Προϋποθέσεις

Βασική προϋπόθεση για να μην τίθενται σε ερωτηματικό όλοι αυτοί οι παραπάνω στόχοι-συνέπειες του διεθνισμού είναι να επιτευχθεί μέσα από διακρατικό-διεθνικό διάλογο, χωρίς καταναγκασμούς, τετελεσμένα και αποκλεισμούς, με δημιουργική κατάθεση απ’ όλα τα έθνη όλων των «καλών» στοιχείων και δημιουργική αφομοίωση και σύνθεσή τους προς ένα καλύτερο σύνολο. Κατά συνέπεια, καλείται ο διεθνισμός να περάσει καταρχάς μέσα από την εθνική αυτοσυνειδησία κάθε έθνους, την ανάπτυξη της εθνικής αυτογνωσίας με την προσέγγιση ενός εκάστου των εθνών στις ιδιαίτερες παραδόσεις του.

Επίλογος

Β'. Κείμενα

Τι είναι παγκοσμιοποίηση

Γ. Χ. Παπαγεωργίου, εφ. Ελευθεροτυπία, 15/7/2001

1. Τι ακριβώς είναι, λοιπόν, η παγκοσμιοποίηση;

- Ο όρος περιγράφει το οικονομικό φαινόμενο της απελευθέρωσης των αγορών, διεθνώς, και της δημιουργίας ενιαίων κανόνων στο εμπόριο και, ευρύτερα, στην οικονομική ζωή (φορολογία, κανόνες ανταγωνισμού, μοντέλα λειτουργίας των επιχειρήσεων και του δημόσιου τομέα). Κεφάλαια, εργαζόμενοι και εμπορεύματα κινούνται παντού ελεύθερα, με τον ίδιο τρόπο! Μέχρι τώρα, περισσότερο κινούνται τα κεφάλαια (με τη βοήθεια της τεχνολογίας στα διεθνή χρηματιστήρια) και τα εμπορεύματα (με την Παγκόσμια Οργάνωση Εμπορίου να αίρει συνεχώς τους σχετικούς περιορισμούς).

2. Τι σημαίνει, δηλαδή, αυτό, στην πράξη;

- Δημιουργείται μια σχετικά ομοιογενής παγκόσμια αγορά προϊόντων και υπηρεσιών. Οι επιχειρήσεις μεγαλώνουν για να ανταποκριθούν στο μέγεθος της αγοράς και να περιορίσουν το κόστος τους.

Σχηματικά: Μια βιομηχανία παιχνιδιών στις ΗΠΑ και μια άλλη στη Μαλαισία πρέπει να προσφέρουν το ίδιο προϊόν, στην ίδια τιμή, όταν οι μισθοί στη Μαλαισία είναι δεκάδες φορές χαμηλότεροι 9,5 δολ. το μεροκάματο στη Μαλαισία, 2 δολ. στη Κίνα, 80 δολ. στις ΗΠΑ). Εάν η αμερικανική βιομηχανία δεν μπορεί να προσφέρει ανταγωνιστικές τιμές, ή θα μεταφέρει την παραγωγή της στη Μαλαισία, ή θα πληρώσει... μαλαισιανούς μισθούς ή θα κλείσει. Το πλεονέκτημα είναι ότι, παντού, θα κυκλοφορούν έτσι πολύ φθηνά παιχνίδια για τον καταναλωτή. Το μειονέκτημα, όμως, είναι ότι τα «κεκτημένα» (κράτος πρόνοιας, περίθαλψη, σύνταξη κ.ά.), που αυξάνουν το εργασιακό κόστος, κινδυνεύουν -και ήδη συρρικνώνονται.

Στην πραγματικότητα, βεβαίως, το «κλειδί» είναι το τεχνολογικό επίπεδο, που εξασφαλίζει υψηλή παραγωγικότητα. Γι' αυτό και τα προϊόντα υψηλής τεχνολογίας έχουν μεγαλύτερη προστιθέμενη αξία και υψηλότερα περιθώρια κέρδους. Σε χώρες όπως η Ταϊβάν π.χ., κατασκευάζονται τα περισσότερα «κουτιά» για υπολογιστές (με πολύ μικρό περιθώριο κέρδους) αλλά 9 στους 10 υπολογιστές χρησιμοποιούν επεξεργαστές (τσιπάκια) της αμερικανικής Intel τα οποία έχουν προστιθέμενη αξία πάνω από 65%. Γι' αυτό και οι πολυεθνικές τοποθετούν το κέντρο διοίκησης στη Δύση και τις παραγωγικές μονάδες τους στην περιφέρεια ή προμηθεύονται τα προϊόντα από «ντόπιους» υπεργολάβους τους εκεί.

3. Είναι πολιτικό ζήτημα η παγκοσμιοποίηση;

- Ο όρος έχει νεοφιλελεύθερη προέλευση και η εφαρμογή της παγκοσμιοποίησης προσδιορίζεται από νεοφιλελεύθερες πρακτικές (ασυδοσία της αγοράς, θεοποίηση του ανταγωνισμού, έλλειψη κοινωνικού προσανατολισμού και δημοκρατικού ελέγχου των αποφάσεων κ.ά.). Σήμερα όμως πληθαίνουν οι προοδευτικές φωνές για κεϊνσιανού τύπου προσέγγιση, με σφαιρική ρύθμιση και εποπτεία της λειτουργίας των αγορών από διεθνείς οργανισμούς και θεσμούς.

Είναι τόσο «πολιτική», όσο «πολιτική» είναι και η οικονομία. Η πολιτική εξουσία παραμένει οργανωμένη σε εθνική βάση, ενώ η οικονομία (και η οικονομική εξουσία) οργανώνεται, πλέον, σε διεθνή βάση. Σε μια εθνική αγορά, η κυβέρνηση, εφόσον πιέζεται από την κοινωνία, μπορεί π.χ. να παρέμβει για να αυξήσει τους φόρους, για να ασκήσει κοινωνική πολιτική, να αποτρέψει απολύσεις ή μείωση μισθών σε μία επιχείρηση. Εάν, όμως, η επιχείρηση μπορεί, την άλλη μέρα, να «μετακομίσει» αλλού, η εθνική κυβέρνηση αναγκάζεται να δημιουργήσει ένα φιλελεύθερο οικονομικό περιβάλλον για να διατηρεί και να προσελκύει τις επενδύσεις.

Πιο άμεσο είναι το πρόβλημα από τη διακίνηση του χρήματος η οποία είναι, τελείως ελεύθερη. Οι όγκοι κεφαλαίων που διακινούνται, για βραχυπρόθεσμο κέρδος, είναι τεράστιοι και μπορούν να αποσταθεροποιήσουν τις εθνικές οικονομίες, εν ριπή οφθαλμού.

4. Πρόκειται μόνο για ένα οικονομικό φαινόμενο;

- Σημαντικό βαθμό ολοκλήρωσης έχει και η πολιτιστική παγκοσμιοποίηση (οι πολυεθνικές του θεάματος και της ενημέρωσης έχουν πετύχει μεγάλο βαθμό συγκέντρωσης). Το ίδιο συμβαίνει και με τα τρόφιμα, την ενέργεια, αλλά και... το έγκλημα, που επίσης παγκοσμιοποιείται, υπακούοντας στο βασικό οικονομικό κανόνα: Για να αυξήσεις τα κέρδη σου, πρέπει να αυξήσεις τον τζίρο σου. Όπερ σημαίνει: περισσότερους χρήστες ναρκωτικών και περισσότερη λευκή σάρκα στην αγορά.

5. Η παγκοσμιοποίηση αυξάνει τις κοινωνικές ανισότητες στον πλανήτη;

- Αποδεδειγμένα! Οι υποστηρικτές της όμως, επικαλούνται την αύξηση του βιοτικού επιπέδου σε πολλές αναπτυσσόμενες (και άλλοτε φτωχές) χώρες: Στην Ταϊβάν, στο Χονγκ-Κονγκ και στη Σιγκαπούρη, το βιοτικό επίπεδο αυξήθηκε ταχύτερα ακόμα και από αυτό της Δύσης. Ταυτόχρονα, η κατάσταση έχει χειροτερέψει σε πολλές χώρες του άλλοτε λεγόμενου τρίτου κόσμου.

Οι υπέρμαχοι της παγκοσμιοποίησης πιστεύουν ότι οι ανισότητες των μισθών, μέσα σε μια χώρα, οφείλονται περισσότερο σε εσωτερικούς παράγοντες, όπως κυρίως η τεχνολογική πρόοδος που «υποβαθμίζει» ορισμένα επαγγέλματα.

Η «άλλη πλευρά» διαπιστώνει ότι τα οφέλη της παγκοσμιοποίησης διοχετεύονται μονομερώς ή δυσανάλογα στους ισχυρούς πόλους του συστήματος (τις πιο ανεπτυγμένες χώρες) οι οποίες αφαιμάσσουν πόρους, πρώτες ύλες αλλά και κεφάλαια, βελτιώνοντας τη δική τους θέση σε ένα «νεο-αποικιακό» μοντέλο.

6. Τι ζητούν οι διαδηλωτές στη Γένοβα;

-Αυτό που καταγράφεται είναι μια γενική διαμαρτυρία από πολλές πλευρές: «Ψημένοι» παλιοί συνδικαλιστές και παραδοσιακοί αριστεροί διαμαρτύρονται για την υποβάθμιση του κράτους πρόνοιας, τα χαμηλά εισοδήματα και την ανεργία. Κάποιοι εθνικιστές αισθάνονται ότι... η εθνική τους υπεροχή απειλείται από τη δημιουργία ενός διεθνούς, μονότονου πολιτιστικού «πολτού». Ακραίοι «οικολόγοι» θέλουν να ξαναβρούν την χαμένη ισορροπία της Γαίας, ενώ μικρομεσαίοι επιχειρηματίες αντιδρούν, διαβλέποντας ότι το μαγαζάκι τους θα εξαφανιστεί, από τις πολυεθνικές.

Μαζί με αυτούς, όμως, ανησυχούν και πολλοί πολίτες, που διαισθάνονται ότι το αίτημά τους για καλύτερη ζωή δεν συμβαδίζει με την πορεία που έχουν πάρει τα πράγματα. Στο κάτω-κάτω, ακόμα και ένας διευθύνων σύμβουλος επενδυτικής τράπεζας δεν ξέρει πια... τι να ταΐσει τα παιδιά του ή πώς να τα γλιτώσει από τα ναρκωτικά. Ορισμένοι πιστεύουν ότι αυτό το αδιαμόρφωτο κύμα αντιρρησιών θα καταλήξει σε ένα νέο διεθνές κίνημα που θα πιέσει την πολιτική εξουσία να λάβει μέτρα.

7. Υπάρχει, άραγε, «καλή» και «κακή» παγκοσμιοποίηση;

-Οι υποστηρικτές της βλέπουν σ' αυτήν την ιδανική λύση για να αυξηθεί ο συνολικός πλούτος και, μέσω της αγοράς, να κατανεμηθεί «δίκαια» (ή «αποτελεσματικά») στο σύνολο του πλανήτη.

Αρκετοί από τους «εχθρούς» της απορρίπτουν περισσότερο τις ανισότητες που δημιουργούνται στη διαδικασία παγκοσμιοποίησης, παρά το ίδιο το φαινόμενο, καθώς υπάρχουν δισεκατομμύρια άνθρωποι που λιμοκτονούν, ανά τον κόσμο, και περιμένουν πώς και πώς, να «παγκοσμιοποιηθούν». (Έστω και 9,5 δολάρια μεροκάματο στη Μαλαισία, από μια ψυχρή πολυεθνική που σε εκμεταλλεύεται στυγνά είναι καλύτερα από... καθόλου μεροκάματο, όπως, π.χ., στο Μπαγκλαντές).

Από την άλλη πλευρά, η παγκοσμιοποίηση έχει και τα καλά της: Επικοινωνία μεταξύ των λαών, διάδοση της γνώσης και της τεχνολογίας και κ.λπ.

8. Μπορεί να σταματήσει η παγκοσμιοποίηση;

-Μέχρι στιγμής, το φαινόμενο εξελίσσεται ολίγον «αυτόματα», προκαλώντας αμηχανία και στις περισσότερες πολιτικές δυνάμεις, που βλέπουν τα οικονομικά και πολιτιστικά δεδομένα να τους ξεπερνούν και τους πολίτες-ψηφοφόρους τους να διαμαρτύρονται. Οργανισμοί όπως το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και η Παγκόσμια Τράπεζα υπήρξαν βασικοί προπαγανδιστές των αξιών της ελεύθερης αγοράς αλλά δεν διαθέτουν μέσα για να διαχειριστούν τις νέες καταστάσεις. Είναι βέβαιο ότι χρειάζονται νέοι θεσμοί, σε διεθνές επίπεδο που θα επιβάλουν νέες κατευθύνσεις, με προσανατολισμό σε αξίες όπως η αλληλεγγύη και η κοινωνική δικαιοσύνη.

9. Είναι σε κρίση η παγκοσμιοποίηση;

Ένα από τα πλεονεκτήματα που έβρισκαν οι υποστηρικτές της είναι ότι η παγκοσμιοποίηση είχε εξαλείψει τους παραδοσιακούς οικονομικούς κύκλους ανάπτυξης-ύφεσης, καθώς η παγκόσμια οικονομία αναπτύσσεται σταθερά, τα τελευταία 12 χρόνια. Η αντίληψη αυτή δοκιμάζεται σκληρά, σήμερα, καθώς η διεθνής οικονομική δραστηριότητα επιβραδύνεται και οι ειδήσεις για μειώσεις κερδών και απολύσεις επιτείνουν τη νομισματική και χρηματιστηριακή αστάθεια. Επιπλέον, η οικονομική παγκοσμιοποίηση δεν εξελίσσεται μέσα σε ένα περιβάλλον συνεργασίας μεταξύ των μεγάλων οικονομικών δυνάμεων. Η επαπειλούμενη ύφεση, ο ανταγωνισμός μεταξύ ΗΠΑ και Ε.Ε., η μεγάλη πτώση του ευρώ, η «απειλή» που αισθάνονται οι ΗΠΑ από την ανερχόμενη Κίνα συνιστούν ήδη ένα εκρηκτικό κοκτέιλ.

Εθνικό κράτος εναντίον παγκοσμιοποίησης;

Αντώνης Λιάκος, εφ. Το Βήμα, 4/1/2008

Οι αγορές απαιτούν ισχυρή εκτελεστική εξουσία και αδύναμο δημοκρατικό έλεγχο

Αποτελεί η παγκοσμιοποίηση το αντίπαλο δέος των εθνικών κρατών; Είναι το εθνικό κράτος το τελευταίο οχυρό εναντίον της; Είναι επομένως αντιστασιακή πράξη η υπεράσπισή του κράτους, η διαφύλαξη όσων σχετίζονται μαζί του, προπαντός της εθνικής ιδεολογίας αλλά και του κρατισμού; Εχει υποστηριχτεί με σθένος, τον τελευταίο καιρό στην Ελλάδα, ότι «το μόνο καταφύγιο απέναντι στην επέλαση του κοσμοπολίτικου κεφαλαίου είναι το έθνος, η πατρίδα». Κατά παράδοξο τρόπο η ιδέα της αντίθεσης ανάμεσα στο εθνικό κράτος και στην παγκοσμιοποίηση λειτούργησε ως μια σιωπηλή παραδοχή σε πολλούς πολιτικούς χώρους και βάδισε παράλληλα με μια άλλη μυθολογία που προέρχεται από τους αναφανδόν υποστηρικτές της παγκοσμιοποίησης. Οτι δηλαδή η παγκοσμιοποίηση προωθεί τις δυνάμεις της αγοράς έναντι του κράτους, άρα χρειάζεται όλο και λιγότερο κράτος και ότι αυτός ο περιορισμός του κράτους ελαχιστοποιεί τις αυταρχικές εκφάνσεις του και επεκτείνει και ενισχύει τη δημοκρατία. Πάνω στις ιδέες αυτές παίζεται ένα περίεργο πινγκ πονγκ. Αντιπαρατίθενται δύο μοντέλα δημοκρατίας: το ένα δίνει έμφαση στα δικαιώματα και στον πλουραλισμό, ενώ το άλλο στη λαϊκή κυριαρχία. Εκείνο που θέλω να υποστηρίξω εδώ είναι ότι η αντιπαράθεση αυτή δεν συμφωνεί με τις πραγματικότητες όπως διαμορφώνονται και ότι πληθαίνουν οι αναλύσεις που επιχειρηματολογούν υπέρ ενός άλλου, διαφορετικού τρόπου να βλέπουμε τη σχέση εθνικού κράτους και παγκοσμιοποίησης.

Ασύμμετρες συμπράξεις

Η παγκοσμιοποίηση χτίζεται όχι εναντίον των εθνικών κρατών, αλλά μέσω των εθνικών κρατών. Τα εθνικά κράτη είναι άκρως αναμεμειγμένα στη δημιουργία ευρύτερων οικονομικών χώρων, δημιουργούν θεσμούς για να τους στηρίξουν και για να τους ελέγξουν, μπαίνοντας σε μια διαδικασία στην οποία η επέκταση γίνεται αναγκαία για να μην υστερήσει κανείς έναντι των ανταγωνιστών του. Αλλά η συμμετοχή στην παγκοσμιοποίηση δεν είναι άνευ όρων και ορίων. Π.χ. τα κράτη ενθαρρύνουν ορισμένες ροές και αποθαρρύνουν άλλες, όπως π.χ. τη μετακίνηση ανθρώπων. Ενθαρρύνουν την τυποποίηση των κανόνων χρηματοπιστωτικά, την αποθαρρύνουν σε άλλα, λ.χ. κοινωνικά ζητήματα. Η παγκοσμιοποίηση είναι επιλεκτική. Συμμετοχή και επιλεκτικότητα στις διαδικασίες παγκοσμιοποίησης έχουν ως συνέπεια μερικοί τομείς του κράτους να είναι περισσότερο παγκοσμιοποιημένοι από άλλους και να έχουν προνομιακές σχέσεις με την παγκοσμιοποίηση. Το γεγονός αυτό φέρνει τη γραμμή της αντιπαράθεσης όχι ανάμεσα στο εθνικό κράτος και στην παγκοσμιοποιημένη αγορά, αλλά στο εσωτερικό του κράτους, εντός του οποίου δημιουργούνται ασύμμετρες συμπράξεις με εταίρους της παγκοσμιοποιημένης αγοράς.

Έλλειμμα δημοκρατίας

Η παγκοσμιοποίηση αλλάζει τους συσχετισμούς και τις ισορροπίες δυνάμεων εντός του εθνικού κράτους. Οι προνομιακές σχέσεις με την αγορά ενισχύουν ορισμένους πόλους εξουσίας σε σχέση με άλλους. Η ενίσχυση της εκτελεστικής εξουσίας σε βάρος της νομοθετικής αποτελεί ένα παράγωγο αυτής της διαπλοκής. Είναι μύθος ότι το κράτος αναλαμβάνει να διορθώσει τις ανεπάρκειες της αγοράς. Στην πραγματικότητα λειτουργεί και ως ατζέντης της αγοράς για την κρατική ενδοχώρα, αλλά και για την επέκταση των αγορών στο εσωτερικό και στο εξωτερικό της επικράτειας. Το κράτος δηλαδή λειτουργεί ως μοχλός για το άνοιγμα των κοινωνιών στην παγκοσμιοποιημένη

αγορά. Διαπιστώνει κανείς ότι καταρρέει και ένας άλλος μύθος, δηλαδή ότι οι αγορές απαιτούν ολοένα και λιγότερο κράτος. Δεν απαιτούν λιγότερο κράτος, αλλά λιγότερο έλεγχο. Αλλά το κράτος επεκτείνει την ισχύ του γιατί οι αγορές απαιτούν υποστήριξη. Υποστήριξη ασφάλειας, υποδομών, ανταγωνισμού και ενίσχυσης κ.λπ. Αλλάζει η μορφή της κρατικής ισχύος.

Η αλλαγή του συσχετισμού ανάμεσα σε πόλους εξουσίας του κράτους έχει ως συνέπεια το αυξανόμενο έλλειμμα δημοκρατίας. Παρά τη ρητορική εναντίον των διακρίσεων και υπέρ μιας πολιτικής ενίσχυσης της διαφορετικότητας, οι μεγάλες αποφάσεις ελάχιστα περνούν από τα αντιπροσωπευτικά σώματα. Και εδώ παρατηρούμε ότι συμβαίνει κατ' αναλογία και στο κράτος. Για ποια ζητήματα, από όλα όσα αφορούν τη ζωή μας και το μέλλον των κοινωνιών μας, νομοθετούν τα αντιπροσωπευτικά σώματα και για ποια όχι; Είναι συγκριτικά περισσότερα ή λιγότερα σε σχέση με προηγούμενες δεκαετίες και εποχές; Ολα αυτά δείχνουν ότι όχι μόνο η παγκοσμιοποίηση χτίζεται με τα εθνικά κράτη, αλλά και ότι αλλάζει η φύση του κράτους. Παγκοσμιοποίηση δεν σημαίνει αδύνατα κράτη, αλλά κράτη προσαρμοσμένα στο παράδειγμα της παγκοσμιοποίησης, επομένως διαφορετικά κράτη, κράτη με ισχυρή εκτελεστική εξουσία και αδύναμο δημοκρατικό έλεγχο.

Ιστορικά προηγούμενα

Η επιχειρηματολογία αυτή μπορεί να ενισχυθεί και από μια παράλληλη ανάγνωση του τρόπου ανάδυσης των ίδιων των εθνικών κρατών. Τα εθνικά κράτη δεν αναδύθηκαν ως το αντίπαλο δέος των προεθνικών αυτοκρατορικών ή κάθε είδους μη εθνικών κυριαρχιών. Έγιναν το αντίπαλο δέος σε μια εποχή στην οποία το παράδειγμα της πολιτικής άλλαζε και στο οποίο ακόμη και οι αυτοκρατορίες προσπαθούσαν να προσαρμοστούν και να γίνουν εθνικές. Κάθε είδους κυριαρχία, σε ένα πλαίσιο που ενίσχυε την εθνική κυριαρχία, μετατράπηκε σε εθνική κυριαρχία. Τα κατάφεραν καλύτερα εκείνες οι επικράτειες που προσαρμόστηκαν ταχύτερα και πιο ολοκληρωμένα και έγιναν εθνικά κράτη. Άλλωστε ούτε όλα τα κινήματα που οδήγησαν σε εθνικά κράτη είχαν χαρακτήρα εθνικό. Τον απέκτησαν στον βαθμό που το μόνο παράδειγμα συγκρότησης κρατών ήταν το εθνικό. Δηλαδή οι όποιες και ποικίλες επιδιώξεις κυριαρχίας προσαρμόστηκαν σιγά-σιγά στο

μοντέλο της εθνικής-κρατικής κυριαρχίας. Αυτή η οπτική μπορεί να επαληθευτεί και από την ανάγνωση του παραδείγματος της ανάδυσης των εθνικών κρατών στη δική μας περιοχή, της πρώην Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Επομένως το παράδειγμα στο οποίο προσαρμόζονται τα κράτη χτίζεται με τη συμβολή των κρατών, όπως χτίστηκε το σύστημα των εθνικών κρατών με την εμπλοκή των ίδιων των εθνικών κρατών, αλλάζοντάς τα ταυτόχρονα σε εθνικά κράτη. Κατ' αναλογία, και τώρα τα εθνικά κράτη προσαρμόζονται στην παγκοσμιοποίηση και ταυτόχρονα τη χτίζουν, μεταβαλλόμενα τα ίδια σε αποκρυσταλλώσεις της παγκοσμιοποίησης.

Περιφερειακές παγκοσμιοποιήσεις

Η παγκοσμιοποίηση ως διαδικασία και συνθήκη αλλαγών δεν έχει τον ίδιο χαρακτήρα σ' όλο τον κόσμο, παρά το όνομά της. Είναι διαφορετική στην Ευρώπη, όπου η ΕΕ παίζει ρυθμιστικό ρόλο, από άλλες περιοχές όπως λ.χ. η Άπω Ανατολή. Η περιφερειακότητα (π.χ. η Ευρώπη) αποτελεί όχι απλώς έναν ενδιάμεσο χώρο ανάμεσα στο εθνικό και στο παγκόσμιο, αλλά τον τρόπο με το οποίο το πρώτο εντάσσεται στο δεύτερο. Κανονικά δεν πρέπει να μιλάμε για παγκοσμιοποίηση στον ενικό αλλά στον πληθυντικό. Γιατί αποτελείται από ολοποιητικές διαδικασίες με διαφορετικό εύρος. Η μία επικάθεται ή, καλύτερα, κλειδώνει πάνω στην άλλη. Αν επομένως παραδεχτούμε ότι η αντιπαράθεση εθνικού κράτους- παγκοσμιοποίησης είναι μύθος, όπως επίσης μύθος είναι ότι τη δημοκρατία την περιφρουρεί είτε το εθνικό κράτος είτε οι αγορές, τότε μπορούμε να σκεφτούμε πιο αποτελεσματικά και πιο δημιουργικά. Πρώτο, πρέπει να σκεφτόμαστε όχι το κράτος συνολικά, αλλά τους άνισους και ασύμβατους μετασχηματισμούς στο εσωτερικό του. Δεύτερο, πρέπει να σκεφτόμαστε την παγκοσμιοποίηση ως συνάρθρωση αλληλοεπικαλυπτόμενων περιοχών κυριαρχίας. Τι σημαίνουν αυτά; Να επιμένουμε στον εκδημοκρατισμό και στη διαφάνεια. Στη μείωση των διακρίσεων και των ανισοτήτων πρόσβασης στα δημόσια αγαθά. Το κυρίως ζητούμενο είναι πώς μπορεί να δημιουργηθεί στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, όπου η έννοια δημόσιο και ιδιωτικό αλλάζουν συμφραζόμενα, μια προοδευτική αλλά ρεαλιστική πολιτική ατζέντα. Η απομάκρυνση βέβαια από το αφελές δίλημμα εθνικό κράτος ή παγκοσμιοποίηση αποτελεί στοιχειώδη προϋπόθεση.

Τα ασύμμετρα οφέλη της παγκοσμιοποίησης

Παναγιώτης Κ. Παναγιωτόπουλος, εφ. Το Βήμα, 4/1/2008

Ευνοούνται οι ανεπτυγμένες χώρες εις βάρος των φτωχών

Η παγκοσμιοποίηση περιλαμβάνει την αυξημένη διεθνή διασύνδεση και αλληλεξάρτηση μεταξύ αγορών, επιχειρήσεων, ακόμη και πολιτισμών. Πρακτικά βασίζεται στην αποδοχή από όλους κοινών «κανόνων του παιχνιδιού» στις οικονομικές σχέσεις, κανόνων που στηρίζονται στο τρίπτυχο «ελεύθερες αγορές, ελεύθερο εμπόριο και laissez-faire».

Παρ' ότι οι παραπάνω ορισμοί είναι σύγχρονοι, η παγκοσμιοποίηση έχει ιστορικό παρελθόν. Πρωτοεμφανίστηκε τον 19ο αιώνα (1860-1914), ενώ η παρούσα μετεμφάνισή της ξεκίνησε τη δεκαετία του 1980. Οι διαφορές μεταξύ των δύο περιόδων παγκοσμιοποίησης αφορούν κυρίως τις αρχικές συνθήκες. Στην αρχή της πρώτης παγκοσμιοποίησης ο κόσμος ήταν αρκετά ομοιογενής, ομοιογενώς φτωχός και αγροτικός. Η σύγχρονη παγκοσμιοποίηση βρήκε τον κόσμο διαιρεμένο μεταξύ πλούσιων βιομηχανικών χωρών και φτωχών πρωτογενών παραγωγών. Αυτή η διαφορά συνεπάγεται μια βασική αλλαγή στην τυπολογία του διεθνούς εμπορίου που τώρα διαμορφώνεται γύρω από τις «υπηρεσίες», σε αντίθεση με την παγκοσμιοποίηση του 19ου αιώνα, που αφορούσε αποκλειστικά το εμπόριο υλικών αγαθών, δηλαδή εμπορευμάτων (commodities). Αυτή η μετεξέλιξη του διεθνούς εμπορίου έχει ως αποτέλεσμα επώδυνες ασυμμετρίες στα οφέλη της παγκοσμιοποίησης εις βάρος των αναπτυσσομένων χωρών.

Εμπόριο εμπορευμάτων και εμπόριο υπηρεσιών

Είναι πολύ ευκολότερο μια ανεπτυγμένη χώρα να προβάλει στην αγορά τη φήμη που ήδη διαθέτει από ό,τι είναι για μια αναπτυσσόμενη χώρα να δημιουργήσει φήμη εκ του μηδενός

Η προηγούμενη παγκοσμιοποίηση αφορούσε αποκλειστικά προϊόντα του αγροτικού τομέα, ενδιάμεσα αγαθά και βιομηχανικά προϊόντα. Τα εμπορεύματα εντάσσονται εύκολα στη γενικά αποδεκτή νεοκλασική θεωρία διεθνούς εμπορίου, κατά την οποία και οι δύο συναλλασσόμενες πλευρές επωφελούνται υπό την έννοια του «συγκριτικού πλεονεκτήματος». Δηλαδή, ο διεθνής ανταγωνισμός φέρνει κέρδη στους παραγωγούς του ελάχιστου κόστους, κυρίως στις φτωχές χώρες με τα χαμηλά ημερομίσθια, όπως και στους καταναλωτές στις χώρες εισαγωγής.

Στη σύγχρονη φάση της παγκοσμιοποίησης οι συναλλαγές σε εμπορεύματα συνεχίζουν να αποδίδουν συμμετρικά οφέλη αλλά ποσοτικά έχουν υπερφαλαγγιστεί από το εμπόριο υπηρεσιών, το οποίο αναίρεσε το συγκριτικό πλεονέκτημα και τη βάση του στο ελάχιστο κόστος παραγωγής.

Το εμπόριο υπηρεσιών πρωτοεμφανίστηκε ως σημαντικό στοιχείο των διεθνών συναλλαγών τη δεκαετία του '80 και κατέληξε σήμερα οι υπηρεσίες να αντιπροσωπεύουν το 75% του ΑΕΠ της Γερμανίας και το 70% της Αμερικής! Από τη διεθνοποίηση του εμπορίου υπηρεσιών πηγάζουν οι συστηματικές ασυμμετρίες της παγκοσμιοποίησης εις βάρος των αναπτυσσομένων χωρών.

Η οικονομική βιβλιογραφία επισημαίνει τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά γνωρίσματα που διαφοροποιούν το εμπόριο υπηρεσιών από αυτό των εμπορευμάτων. Έτσι τα εμπορεύματα έχουν υποκατάστατα (με την έννοια ότι ένας τόνος σιτάρι είναι ένας τόνος σιτάρι), η ιδιοκτησία τους είναι μεταβιβάσιμη μεταξύ οικονομικών μονάδων και μπορούν να αποθηκευθούν, να μεταφερθούν και να συσσωρευθούν. Αντίθετα, οι υπηρεσίες είναι άυλα αγαθά. Δεν έχουν εύκολα υποκατάστατα: σε περίπτωση ανάγκης δεν καταφεύγω σε οποιονδήποτε γιατρό αλλά στον καλύτερο γιατρό που αντέχουν τα οικονομικά μου, δηλαδή η επιλογή μου είναι εξατομικευμένη. Επιπλέον, οι υπηρεσίες είναι στιγμιαίες (με την έννοια ότι αναλώνονται την ίδια στιγμή που παράγονται) και συνεπώς απαιτούν την απευθείας επαφή παραγωγού με καταναλωτή, επαφή που μπορεί να είναι ζωντανή, προσωπική ή εξ αποστάσεως.

Το εμπόριο υπηρεσιών χαρακτηρίζεται από τις ιδιότητες της εξατομίκευσης και άμεσης κατανάλωσης τη στιγμή της παραγωγής τους. Και οι δύο συνεπάγονται την υποχρέωση του παρόχου της υπηρεσίας να παράγει τηρώντας ορισμένες προδιαγραφές. Και καθώς κατά κανόνα είναι αδύνατον να εξασφαλίσει κανείς προκαταβολικά με βεβαιότητα τις προθέσεις και την ικανότητα του πωλητή να παραδώσει την προσδοκώμενη υπηρεσία, η πώληση υπηρεσιών συνδέεται με την ύπαρξη κάποιου τουλάχιστον βαθμού εμπιστοσύνης στον πωλητή, που βασίζεται στην καλή του φήμη. Έτσι το εμπόριο υπηρεσιών διαφοροποιείται από το εμπόριο υλικών αγαθών στη βάση των δύο αυτών αλληλοεπηρεαζόμενων παραγόντων: της προσφοράς, που εξατομικεύεται σύμφωνα με τις απαιτήσεις των αγοραστών, και της εμπιστοσύνης προς τον πωλητή. Μάλιστα, προκειμένου να μην αποδειχθούν εφήμερες στο διεθνές εμπόριο, η εξατομίκευση της προσφοράς υπηρεσιών και η εμπιστοσύνη του καταναλωτή προστατεύονται νομικά από ευρεσιτεχνίες, δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας και αποκλειστικής χρήσης εμπορικών σημάτων, αδειοδοτήσεις για την παροχή ορισμένων υπηρεσιών, πιστοποιήσεις παραγωγικών διαδικασιών (π.χ., οργανική γεωργία) και καταχώριση εμπορικών σημάτων ή ονομασιών προέλευσης (π.χ., σαμπάνια). Ολοι αυτοί οι περιορισμοί του «ελεύθερου εμπορίου» απολαμβάνουν αναγνώριση και εφαρμογή στο πλαίσιο του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου.

Οι οικονομικές πρόσοδοι της απο-εμπορευματοποίησης

visual photos.com Στην αγορά η εξατομίκευση της προσφοράς και η εμπιστοσύνη ενσωματώνονται στη φήμη. Η φήμη, με τη σειρά της, κάνει τη συγκεκριμένη αγορά λιγότερο ανταγωνιστική, με αποτέλεσμα η φήμη να ανταμείβεται με την οικονομική πρόσοδο που καρπούται ο παραγωγός. Αυτά τα «μονοπωλιακά κέρδη» διαφοροποιούν την αγορά υπηρεσιών από την αγορά εμπορευμάτων, η οποία λειτουργεί στη βάση του ελάχιστου κόστους παραγωγής. Αφού όμως η εξατομίκευση της προσφοράς και η εμπιστοσύνη (με μια λέξη, η φήμη) δημιουργούν κέρδη, δεν υπάρχει λόγος να

θεωρήσουμε ότι οι δύο αυτές ιδιότητες αφορούν μόνο τις υπηρεσίες. Και το εμπόριο υλικών αγαθών μπορεί εν μέρει να στηριχθεί στη φήμη των παραγωγών, που μέσω της «αναρρίχησης στην αλυσίδα της προστιθεμένης αξίας» επιδιώκουν να εξασφαλίσουν οικονομική πρόσοδο και μεγαλύτερα κέρδη. Η φράση στα εισαγωγικά είναι ο προσφιλής ευφημισμός με τον οποίο οι σύγχρονοι επιχειρηματίες περιγράφουν τη διαδικασία δημιουργίας και απόσπασης μονοπωλιακού κέρδους. Ουσιαστικά η εξατομίκευση της προσφοράς στις απαιτήσεις του καταναλωτή αρχίζει εκεί ακριβώς που τελειώνει το εμπόριο των καθαρά υλικών αγαθών, που μάλλον τελείωσε με τα εμπορεύματα της παγκοσμιοποίησης του 19ου αιώνα! Και η εξατομίκευση της προσφοράς τελειώνει με το εμπόριο καθαρών υπηρεσιών, όπως οι υπηρεσίες προσωπικού γραμματέα. Ανάμεσα στα δύο αυτά άκρα, των καθαρών εμπορευμάτων και των καθαρών υπηρεσιών, υπάρχει ένας τεράστιος όγκος «αποεμπορευματοποιημένου» εμπορίου, που συνδέεται σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό με την εξατομίκευση της προσφοράς και την εμπιστοσύνη.

Παραδείγματα «απο-εμπορευματοποιημένου» εμπορίου είναι τα γυαλιά Gucci, το μπράντυ Μetaxa, τα ξενοδοχεία «Ηilton», τα φαστ φουντ ΜcDonald's ή τα αεροπορικά εισιτήρια Βusiness Class. Οταν μια πολυεθνική μάρκα ή ένα επώνυμο προϊόν εγκαθίσταται σε μια χώρα, προσελκύει τους πελάτες του όχι λόγω συγκριτικού πλεονεκτήματος και χαμηλής τιμής αλλά βάσει της φήμης του επιτυχημένου (παγκόσμια πελατεία, αξιόπιστη μάρκα με διεθνή προβολή), με άλλα λόγια επειδή έχει ελκυστικότερο «εμπορικό όνομα» (brand name). Και όποια κι αν είναι η βάση της, η φήμη αυτή ενισχύεται μέσω της διαφήμισης και υποστηρίζεται από την ύπαρξη επιδεκτικής κουλτούρας, παράγοντες που αμφότεροι συμβάλλουν στη δημιουργία της επιτυχημένης «μάρκας».

Συμπέρασμα: Παγκοσμιοποίηση και χάσμα ανισοτήτων

Οι καινούργιοι τύποι του παγκοσμιοποιημένου εμπορίου που διαπραγματεύτηκα παραπάνω ευνοούν ληστρικά τις ανεπτυγμένες χώρες εις βάρος των φτωχών. Οι ανεπτυγμένες χώρες βρίσκονται σε πλεονεκτική θέση ως προς το εμπόριο απο-εμπορευματοποιημένων αγαθών γενικά και την προσφορά υπηρεσιών ειδικότερα και συνεπώς τη δυνατότητα να καρπωθούν την οικονομική πρόσοδο που δημιουργεί η φήμη του παραγωγού. Ο λόγος είναι ότι στον διεθνή στίβο η φήμη συναρτάται συνήθως άμεσα με τον ήδη συσσωρευμένο πλούτο και δύναμη και ενισχύεται από το γεγονός ότι αυτά είναι ορατά και γνωστά στους τρίτους. Πλούτος, ισχύς και αναγνωρισιμότητα είναι τρία χαρακτηριστικά που ευλόγως διαθέτουν σε προνομιακό βαθμό οι ανεπτυγμένες χώρες. Είναι πολύ ευκολότερο μια ανεπτυγμένη χώρα να προβάλει στην αγορά τη φήμη που ήδη διαθέτει από ό,τι είναι για μια αναπτυσσόμενη χώρα να δημιουργήσει φήμη εκ του μηδενός! Το αποτέλεσμα είναι οι ανεπτυγμένες χώρες να απολαμβάνουν τα ασύμμετρα πλεονεκτήματα του απο-εμπορευματοποιημένου εμπορίου της παγκοσμιοποίησης στη μορφή του μονοπωλιακού κέρδους, ενώ οι αναπτυσσόμενες χώρες περιορίζονται στα ψίχουλα της ελάχιστης ανταγωνιστικής τιμής αγοράς των εμπορευμάτων που εξάγουν. Έτσι το χάσμα φτωχών και πλούσιων χωρών διευρύνεται, με τον κίνδυνο η σύγχρονη παγκοσμιοποίηση να αποτελέσει την επιτάφια επιγραφή στην ανάπτυξη του Τρίτου Κόσμου.

Παγκοσμιοποίηση, μύθοι και πραγματικότητες

Νίκος Μουζέλης*, εφ. Το Βήμα, 14/10/2007

* Λόγω της πρωτοφανούς κινητικότητας του κεφαλαίου κάθε προσπάθεια σοβαρής ανακατανομής καθώς και επιβολής περιοριστικών μέτρων οδηγεί στη φυγή του κεφαλαίου σε χώρες όπου τα συνδικάτα είναι αδύναμα, η εργασία φτηνή και η κρατική προστασία των εργαζομένων ανύπαρκτη

Παγκοσμιοποίηση, μύθοι και πραγματικότητεςΗ παγκοσμιοποίηση δεν είναι πρόσφατο φαινόμενο. Ο γνωστός στοχαστής Ι. Wallerstein εντοπίζει το πρώτο παγκόσμιο σύστημα στον 16ο-17ο αιώνα. Σ' αυτή την περίοδο αναδύεται στον ευρωπαϊκό κυρίως χώρο μια διεθνής αγορά όπου τα συμμετέχοντα κράτη ανταγωνίζονταν οικονομικά κατά τέτοιο τρόπο ώστε κανένα δεν κατάφερε να κυριαρχήσει πολιτικά - δεν κατάφερε δηλαδή να αντικαταστήσει τη λογική της ανοιχτής αγοράς με τη διοικητική λογική ενός γραφειοκρατικά οργανωμένου imperium. Κατά τον Wallerstein είναι ακριβώς η δυναμική του πρώτου αυτού παγκόσμιου συστήματος που εξηγεί γιατί η νεωτερικότητα πρωτοεμφανίστηκε στη Δύση και όχι σ' άλλες προηγμένες προβιομηχανικές κοινωνίες όπως η Κίνα.

Μια δεύτερη παγκοσμιοποίηση παρατηρούμε στην περίοδο 1860-1914, μια περίοδο που χαρακτηρίζεται από το άνοιγμα των διεθνών αγορών, την ελεύθερη διακίνηση των κεφαλαίων και την εποπτεία του ανοιχτού αυτού συστήματος από την ηγεμονεύουσα τότε Μ. Βρετανία. Με τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο οι ανοιχτές αγορές καταρρέουν, οι αντιμαχόμενες δυνάμεις υψώνουν τα εθνικά τείχη και ο οικονομικός προστατευτισμός κυριαρχεί στις διεθνείς συναλλαγές. Τέλος, στο τελευταίο τέταρτο του 20ού αιώνα βλέπουμε ξανά ένα νέο, απότομο άνοιγμα των αγορών, μια πρωτοφανή κινητικότητα του κεφαλαίου και τη διαμόρφωση ενός παγκόσμιου οικονομικού χώρου υπό την εποπτεία των ΗΠΑ αυτή τη φορά.

Αν συγκρίνουμε τώρα τα τρία παγκόσμια συστήματα που ανέφερα πιο πάνω, βλέπουμε ότι στο πρώτο (16ος-17ος αι.) το κέντρο βάρους παραμένει η παραδοσιακή κοινότητα - αφού ούτε το κράτος ούτε οι μηχανισμοί της παγκόσμιας αγοράς διεισδύουν την περιφέρεια μιας χώρας σε βαθμό που να μειώνουν σημαντικά τη σχετική αυτονομία του οικονομικού, πολιτικού, κοινωνικού και πολιτισμικού τοπικισμού που χαρακτήριζε όλες τις προνεωτερικές κοινωνίες. Με την παγκοσμιοποίηση του 1860-1914, το κέντρο βάρους μετατίθεται από το τοπικό στο κρατικό επίπεδο: το κράτος-έθνος, αντίθετα με τα προνεωτερικά κράτη, αποκτά τεχνολογίες και διοικητικά μέσα που του επιτρέπουν να διεισδύσει την περιφέρεια μιας επικράτειας αμβλύνοντας τους παραδοσιακούς τοπικισμούς και συγκεντρώνοντας όχι μόνο τα μέσα παραγωγής αλλά και τα μέσα κυριαρχίας και επιρροής στο εθνικό κέντρο. Εδώ έχουμε λιγότερο την τοπική και περισσότερο την κρατική αυτονομία, αφού οι παγκόσμιοι μηχανισμοί της αγοράς διεισδύουν μεν τον κρατικό χώρο αλλά όχι σε βαθμό που να αποδυναμώνουν σημαντικά τα εθνικά σύνορα - πράγμα το οποίο συμβαίνει στην τωρινή παγκοσμιοποίηση.

Πράγματι σήμερα το κέντρο βάρους μετατίθεται στο παγκόσμιο επίπεδο αφού οι πολυεθνικές εταιρείες διεισδύουν τον κρατικό και τοπικό χώρο σε βαθμό που ήταν αδιανόητος στις δύο προηγούμενες παγκοσμιοποιήσεις. Αν σκεφτεί κανείς πως μια πολυεθνική, όπως η Sony για παράδειγμα, έχει σήμερα παραρτήματα όχι μόνο στις πρωτεύουσες όλων σχεδόν των χωρών του πλανήτη αλλά και στις περισσότερες πόλεις κάθε χώρας, αντιλαμβάνεται τον βαθμό διεισδυτικότητας του παγκόσμιου κεφαλαίου.

Η τωρινή παγκοσμιοποίηση δεν έχει μόνο μια οικονομική αλλά και μια πολιτική, κοινωνική και πολιτισμική διάσταση. Αν στον οικονομικό χώρο οι πολυεθνικές εταιρείες είναι κυρίαρχες, στον πολιτικό τα κράτη-έθνη παραμένουν οι κύριοι παίκτες. Η θέση ότι σήμερα το κράτος-έθνος περιθωριοποιείται και ότι μακροπρόθεσμα θα εκλείψει δεν ευσταθεί. Πρόκειται περί μύθου. Το κράτος-έθνος χάνει λειτουργίες στο εσωτερικό της επικράτειας, αλλά αποκτά νέες λειτουργίες στην παγκόσμια αρένα. Και είναι ακριβώς γι' αυτόν τον λόγο που, στην ύστερη νεωτερικότητα, η κρατική μηχανή (σε ό,τι αφορά υλικούς και ανθρώπινους πόρους) δεν μικραίνει αλλά μεγαλώνει. Άρα αυτό που σταδιακά εκλείπει δεν είναι το κράτος αλλά ο κρατισμός: δηλαδή η ικανότητα των κρατικών ελίτ να ελέγχουν εντός των εθνικών συνόρων τις κινήσεις κεφαλαίων, την εγκληματικότητα, τις αυξανόμενες ανισότητες κτλ.

Περνώντας τώρα στον κοινωνικό χώρο, εδώ βλέπουμε τη σημαντική ανάπτυξη παγκόσμιων μη κυβερνητικών οργανώσεων, καθώς και νέων κινημάτων τύπου Σιάτλ και Γένοβας. Αυτού του τύπου οι οργανώσεις/κινήματα παρουσιάζουν ένα δυναμισμό που τα παραδοσιακά συνδικάτα και κόμματα έχουν απολέσει. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει πως, όπως πολλοί νομίζουν, τα πρώτα θα αντικαταστήσουν ή περιθωριοποιήσουν τα δεύτερα. Σημαίνει όμως πως μια συνεργασία επί ίσοις όροις μεταξύ των δύο θα μπορούσε να αναζωογονήσει το κοινωνικό και πολιτικό γίγνεσθαι σε εθνική και παγκόσμια κλίμακα.

Τέλος στον πολιτισμικό χώρο παρατηρούμε μια πρωτοφανή συγκέντρωση των ΜΜΕ στα χέρια ενός μικρού αριθμού μεγιστάνων (π.χ. Μέρντοκ) που επιβάλλουν μιαν άκρως καταναλωτική κουλτούρα - μια κουλτούρα που διαμορφώνει ταυτότητες και τρόπους ζωής σε πλανητικό επίπεδο.

Η τωρινή παγκοσμιοποίηση και λόγω του διεθνούς ανταγωνισμού και λόγω των νέων τεχνολογιών έχει οδηγήσει στην παραγωγή τεράστιου πλούτου. Ως γνωστόν αυτός ο πλούτος κατανέμεται κατά εξαιρετικά άνισο τρόπο. Οι εντεινόμενες ανισότητες, ενδοκρατικές και διακρατικές, έχουν οδηγήσει σε μια τερατώδη κατάσταση όπου λίγα άτομα, που δεν λογοδοτούν σε κανένα, κατέχουν πόρους οι οποίοι ξεπερνούν το εθνικό προϊόν μικρών τριτοκοσμικών χωρών.

Από την άλλη μεριά, αν οι πλούσιοι γίνονται συνεχώς πλουσιότεροι, οι απόλυτα φτωχοί δεν γίνονται φτωχότεροι. Λόγω της ραγδαίας ανάπτυξης της Κίνας και της Ινδίας το ποσοστό των ανθρώπων που ζουν κάτω από το όριο της απόλυτης φτώχειας αρχίζει να μειώνεται σημαντικά. Έτσι, ενώ το 1970 αυτό το ποσοστό ήταν 38%, το 1992 κατέβηκε στο 25% περίπου (βλ. Μ. Wolf, Why globalization works, 2004, σελ. 158-163). Αρα η αριστερή θέση ότι ο παραγόμενος παγκόσμιος πλούτος δεν διαχέεται καθόλου προς τη βάση της κοινωνικής πυραμίδας δεν ευσταθεί. Βέβαια σε χώρες (κυρίως αφρικανικές) που δεν διαθέτουν κατάλληλες υποδομές παρατηρούμε μείωση παρά αύξηση της απόλυτης φτώχειας. Επιπλέον δεν υπάρχει αμφιβολία ότι στις σημερινές τεχνολογικές συνθήκες ένα λιγότερο νεο-φιλελεύθερο, πιο σοσιαλδημοκρατικό σύστημα παγκόσμιας διακυβέρνησης θα μπορούσε να εξαλείψει παντελώς το φαινόμενο της απόλυτης φτώχειας, δηλαδή την κατάσταση όπου ένα σημαντικό ποσοστό του πληθυσμού της Γης ζει σε συνθήκες υποσιτισμού, έλλειψης καθαρού νερού, μεγάλης παιδικής θνησιμότητας και πολύ χαμηλού προσδοκώμενου ορίου ζωής.

Η (πονηρή) φυγή του κεφαλαίου

Πώς εξηγείται η παραπάνω θλιβερή κατάσταση; Στις απαρχές της εκβιομηχάνισης υπήρχε μια ανισορροπία μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας. Η εργατική τάξη δεν ήταν οργανωμένη, ενώ το κράτος έπαιζε απλά τον ρόλο του «νυχτοφύλακα». Ως γνωστόν, αυτή η ανισορροπία οδήγησε στην απόλυτη εξαθλίωση μιας σημαντικής μερίδας του εργατικού δυναμικού. Στη συνέχεια όμως λόγω της ανάπτυξης μαζικών συνδικάτων και φιλεργατικών κομμάτων παρατηρούμε μια ισορροπία μεταξύ εργασίας και εργοδοσίας. Αυτό οδήγησε, στις αναπτυγμένες δυτικοευρωπαϊκές κοινωνίες, στο κράτος πρόνοιας και στην καλυτέρευση των συνθηκών εργασίας. Σήμερα όμως μια νέα ανισορροπία εμφανίζεται - σε παγκόσμια κλίμακα αυτή τη φορά. Λόγω της πρωτοφανούς κινητικότητας του κεφαλαίου, κάθε προσπάθεια σοβαρής ανακατανομής καθώς και επιβολής περιοριστικών μέτρων οδηγεί στη φυγή του κεφαλαίου σε χώρες όπου τα συνδικάτα είναι αδύναμα, η εργασία φτηνή και η κρατική προστασία των εργαζομένων ανύπαρκτη.

Αυτή η νέα βαρβαρότητα δεν μπορεί να αντιμετωπισθεί σε εθνικό επίπεδο. Ούτε μπορεί να ξεπεραστεί με στρατηγικές αντι-παγκοσμιοποίησης. Στο επίπεδο των τεχνολογικών εξελίξεων η παγκοσμιοποίηση δεν μπορεί να ανατραπεί ή να σταματήσει. Στο επίπεδο όμως του ελέγχου των νέων τεχνολογιών, των νέων παραγωγικών δυνάμεων, το ισχύον νεο-φιλελεύθερο status quo (το περίφημο Washington Consesus / συναίνεση της Ουάσιγκτον) μπορεί και πρέπει να αλλάξει. Μπορεί και πρέπει να επιτευχθεί μια νέα παγκόσμια ισορροπία μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας - μια ισορροπία βασισμένη σε μια σοσιαλδημοκρατικού τύπου διακυβέρνηση του πλανήτη. Μια διακυβέρνηση που θα πετύχει σε παγκόσμια κλίμακα αυτό που οι δυτικοευρωπαϊκές κοινωνίες πέτυχαν σε εθνικό επίπεδο κατά την περίοδο της λεγομένης «χρυσής εποχής της σοσιαλδημοκρατίας» (1945-1970): δηλαδή το πάντρεμα της παραγωγικότητας/ανταγωνιστικότητας στον οικονομικό χώρο, της κοινωνικής συνοχής στον κοινωνικό χώρο και της δημοκρατίας στον πολιτικό χώρο.

Το πέρασμα από το σημερινό μονοπολικό σε ένα πολυπολικό σύστημα όπου οι ανερχόμενες δυνάμεις της Κίνας, της Ινδίας, της ΕΕ θα έχουν φωνή ως προς τον τρόπο διακυβέρνησης του πλανήτη είναι μια αναγκαία αν όχι και ικανή προϋπόθεση για τον εξανθρωπισμό του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος.

* Ο κ. Νίκος Μουζέλης είναι ομότιμος καθηγητής Κοινωνιολογίας στην LSE.

H παγκοσμιοποίηση δεν ωφελεί τους φτωχούς

Εφημερίδα Τα Νέα, 28/5/2004

H παγκοσμιοποίηση έχει μικρή επίδραση στον περιορισμό της επίμονης και μαζικής φτώχειας και είναι πιθανόν ακόμη και να επιδεινώσει το εμπορικό ισοζύγιο των φτωχότερων χωρών του κόσμου, σύμφωνα με έκθεση του ΟΗΕ.

"H αντίληψη ότι αρκεί να ολοκληρωθεί το παγκόσμιο εμπορικό σύστημα και να φιλελευθεροποιηθεί η οικονομία δεν λειτουργεί", λέει ο Κάρλος Φόρτιν, δεύτερος γενικός γραμματέας της Διάσκεψης του ΟΗΕ για το Εμπόριο και την Ανάπτυξη. H φιλελευθεροποίηση του παγκόσμιου εμπορίου δεν αρκεί για να υποστηριχτεί σταθερή ανάπτυξη σε χώρες όπως το Σουδάν, το Αφγανιστάν και η Αγκόλα, αναφέρεται στη φετινή έκθεση του διεθνούς οργανισμού. Σε γενικές γραμμές, οι φτωχότερες χώρες του κόσμου παρουσιάζουν ενθαρρυντική αύξηση του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος και των εξαγωγών, αλλά οι πληθυσμοί τους δεν βλέπουν πολλά οφέλη.

Στην πράξη

Σύμφωνα με την έκθεση, "μολονότι το διεθνές εμπόριο μπορεί να παίξει ισχυρό ρόλο στον περιορισμό της φτώχειας στις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες, στην πράξη ο θετικός ρόλος του εμπορίου στον περιορισμό της φτώχειας υλοποιείται μόνο σε ελάχιστες".

H συνήθης άποψη για τη φιλελευθεροποίηση του εμπορίου είναι ότι υπάρχει πιθανότητα να έχει αντίθετες συνέπειες στις αναπτυσσόμενες χώρες, που όμως μακροπρόθεσμα θα αυξήσουν τις δυνατότητές τους για οικονομική ανάπτυξη. Όμως, καθώς οι χώρες αναπτύσσονται, το αυξημένο εισόδημα από το εμπόριο αντισταθμίζεται από τον περιορισμό της βοήθειας από τις πλουσιότερες χώρες, διαπιστώνεται στην έκθεση. "H φτώχεια είναι ένα μαζικό φαινόμενο σε αυτές τις χώρες", λέει ο Τσαρλς Γκορ, επικεφαλής της επιστημονικής ομάδας που συνέταξε την έκθεση.

Το 2001, το μέσο κατά κεφαλήν ακαθάριστο εγχώριο προϊόν στις 50 λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες του κόσμου δεν ξεπερνούσε τα 79 σεντς την ημέρα. "Αν και στις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες που έχουν μείωση των εξαγωγών είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα σημειωθεί άνοδος της φτώχειας, η αύξηση των εξαγωγών δεν σημαίνει απαραιτήτως μείωση της φτώχειας", αναφέρεται στην έκθεση της Διάσκεψης του ΟΗΕ για το Εμπόριο και την Ανάπτυξη.

Παγκοσμιοποίηση

Κεσκινίδου Αγγελική - Τσακίρη Μαρία*, http://www.zoiforos.gr/AFIEROMATA/pagkosm.htm

* Μεταπτυχιακές φοιτήτριες Πανεπιστημίου Κύπρου

Ορισμός

‘‘Παγκοσμιοποίηση είναι το φαινόμενο κατά το οποίο οι εθνικές οικονομίες αλληλοεξαρτώνται σε βαθμό αποδυνάμωσης με αποτέλεσμα την ενιαία λειτουργία της οικονομίας σε παγκόσμιο επίπεδο, στο πλαίσιο της οποίας οι κανόνες της αγοράς επικρατούν της πολιτικής’’ (Νικολόπουλος, 2000, σελ.13).

Η παγκοσμιοποίηση είναι ένα πολυσύνθετο φαινόμενο και επεκτείνεται σ’ όλα τα επίπεδα της ανθρώπινης ζωής: στο οικονομικό το πολιτικό, το επιστημονικό, το κοινωνικό, το πολιτιστικό, το ηθικό, το θρησκευτικό, το πνευματικό. Πολλοί τη συνδέουν με την οικονομία, γιατί στον τομέα αυτό παρουσίασε ραγδαία εξέλιξη και τα σημεία της είναι πιότερο εμφανή. Επειδή η οικονομία έχει ‘‘στρατηγική σπουδαιότητα’’ για τους ‘‘δυνατούς’’ της γης, αφού σ’ αυτήν στηρίζονται για να διατηρήσουν ή όχι την παγκόσμια κυριαρχία τους (Μαντζαρίδης, 2001).

Η σύλληψη και ο τρόπος λειτουργίας του όλου συστήματος στηρίζεται στη λογική της ελεύθερης οικονομίας, μιας οικονομίας, η οποία αποσκοπεί στη συνεχή κερδοφορία και που αποτελεί το δυτικό πρότυπο ζωής. Η παγκοσμιοποίηση προβάλλει ένα καταναλωτικό πρότυπο και την αξία του συνεχούς κέρδους, ως ύψιστου αγαθού, με αποτέλεσμα να συνθλίβονται οι ανθρώπινες σχέσεις (Αρχιεπ. Αναστάσιος, 1998).

Η τεχνολογία είναι το μέσο με το οποίο προωθείται στις μέρες μας η παγκοσμιοποίηση. Η επέμβασή της στην προσωπική ζωή του ανθρώπου είναι πλέον καθοριστική. Η πληροφορική και το διαδίκτυο καταστούν εφικτή την ύπαρξη μιας κοινωνίας, που συγκροτείται εκτός χώρου, μιας κοινωνίας ‘‘αόρατης’’ και απροσδιόριστης. Οι άνθρωποι μπορούν να επικοινωνούν μεταξύ τους μόνο στο χρόνο, συνδέονται μεταξύ τους χωρίς να τους συνδέει ο κοινός χώρος και τόπος. Πρόκειται για μια επικοινωνία άνευ διαστάσεως, άρα μπορεί να θεωρηθεί ‘‘ουτοπική’’. Όσο ουτοπική είναι αυτή η κοινωνία, άλλο τόσο πραγματική είναι, όσον αφορά τα αποτελέσματά της και εξαναγκάζει τις συγκεκριμένες κοινωνίες να επαναπροσανατολίζονται κατά τις δικές της απαιτήσεις (Μαντζαρίδης, 2001).

Η παγκοσμιοποίηση δε δίνει τέλος ούτε στον άνθρωπο ούτε στην ιστορία του. Δεν είναι παρά ένα υποπροϊόν της τεχνικής προόδου. Ασφαλώς δεν είναι τυχαίο ότι η παγκοσμιοποίηση πραγματοποιείται τη στιγμή που ο άνθρωπος βυθίζεται σε δύο άπειρα: στο απείρως μικρό της ύλης και στο απείρως μεγάλο των άστρων’’ (Phillipe Moreau, στον Αρχιεπ. Αναστάσιο, 1998).

Η παγκοσμιοποίηση είναι μια αναγκαία κοινωνικοπολιτισμική εξέλιξη ή είναι το ευφυολόγημα κάποιων, που σκοπό έχει να κάνει τους πλούσιους πλουσιότερους και τους φτωχούς φτωχότερους και να αποδυναμώσει το κράτος πρόνοιας; (Τσόμσκι, Gorz, Βεργόπουλος, στο Νικολόπουλο, 2000 ).

1.1 Παράγοντες που συνέβαλαν στην παγκοσμιοποίηση

Οι σημαντικότεροι παράγοντες, που συνέβαλαν στην παγκοσμιοποίηση, είναι:

* Η ηλεκτρονική επανάσταση, που έφερε πραγματική επανάσταση στον τομέα της επικοινωνίας. Οι άνθρωποι τροφοδοτούνται μέσω της δορυφορικής τηλεόρασης με πρότυπα του δυτικού τρόπου ζωής.

* Η κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού, ενός ολόκληρου κόσμου ιδεών, με την εξάρθρωση της οικονομίας του και την προβολή του καπιταλισμού, ως μοναδικής ελπίδας. Η παγκοσμιοποίηση, ως ιδεολόγημα, φαίνεται ότι έρχεται, μετά την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού, να καλύψει το ιδεολογικό κενό, πού δημιουργήθηκε στον κόσμο.

* Η πολιτικοποίηση της ιδέας της παγκοσμιοποίησης, αφού διεθνείς οργανισμοί αποφασίζουν σύμφωνα με τα σχέδια των οικονομικά ισχυρών.

* Βασικό ρόλο στη διαδικασία της παγκοσμιοποίησης διαδραματίζουν οι δεκάδες των πολυεθνικών εταιριών, που ανέλαβαν την παγκόσμια παραγωγή και διακίνηση των αγαθών, καθώς και την πληροφόρηση·

* οι μη κυβερνητικές οργανώσεις και οι συνεργασίες κρατών·

* παγκόσμιοι οικονομικοί θεσμοί, όπως είναι το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και η Παγκόσμια Τράπεζα ( Αρχιεπ. Αναστάσιος, 1998 ).

1.2 Χαρακτηριστικά της παγκοσμιοποίησης

‘‘Δύο είναι οι δυνατότητες που διαγράφονται από την παγκοσμιοποίηση: ‘‘Από τη μια πλευρά, η διαδικασία της παγκοσμιοποιήσεως που προωθείται από τις επιχειρήσεις και διευκολύνεται από τη μείωση του κόστους μεταφορών και επικοινωνιών. Από την άλλη, η διατήρηση των εθνών που είναι προσκολλημένα στο έδαφός τους και ζητούν να οργανωθούν σε τοπικό πλαίσιο...’’ (Gerard J. Lafay στον Αρχιεπ. Αναστάσιο, 1998).

Οικονομική δυνατότητα:

Επικρατεί η αντίληψη ότι η παραχώρηση προτεραιότητας στην οικονομία έναντι της πολιτικής, θα οδηγήσει σε παγκόσμιο επίπεδο στην εξίσωση των συνθηκών ζωής και κατ’ επέκταση στη μείωση των κοινωνικών συγκρούσεων. Αυτό αποτελεί ατόπημα, γιατί ο διαχωρισμός πολιτικής και οικονομίας είναι μια ουτοπία και ο κύριος λόγος που προκαλεί τις κοινωνικές συγκρούσεις είναι η άνιση κατανομή εισοδήματος. (Κονδύλης, στον Νικολόπουλο, 2000).

Σήμερα το ένα τρίτο του πληθυσμού της γης, περίπου 1.200.000.000 άνθρωποι μαστίζονται στην κυριολεξία από πείνα, δίψα και ασθένειες. Κατά τον Κανακάκη, ‘‘σύμφωνα με στοιχεία του Ο.Η.Ε., 1 δις. άνθρωποι ζουν στην έσχατη φτώχεια, ενώ το 20% των πλουσίων της γης χρησιμοποιούν τα 2/3 των πόρων της και κατέχουν το 86% του παγκόσμιου εισοδήματος’’ (στο Νικολόπουλο, 2000). ‘‘Το 92% της συνολικής παραγωγής της Ευρώπης εξακολουθεί να απορροφάται από την ευρωπαϊκή αγορά’’ (Βεργόπουλος, στο Νικολόπουλο, 2000).

Η πολιτική βρίσκεται σε μια πρόκληση να διαμορφώσει τη λειτουργία της αγοράς βάση πολιτικών όρων (Ulrich Beck, στο Νικολόπουλο, 2000). O Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου έχει την εξουσία να παίρνει αποφάσεις και να επιβάλλει κυρώσεις σε εμπορικές διαφορές μεταξύ κρατών. Επομένως, μπορεί να προστατεύει προϊόντα, όπως έχουν καθορίσει οι βιομηχανίες και να εμποδίζει τις κυβερνήσεις να προστατέψουν τους λαούς τους θεσπίζοντας αυστηρότερους κανόνες ( εξ’ ου και οι κατά καιρούς συγκρούσεις μεταξύ κυβερνήσεων και πολυεθνικών εταιριών).

Στα παραπάνω έρχεται να προστεθεί και η συμφωνία που προωθείται μεταξύ ΠΟΕ και ΟΟΣΑ, σύμφωνα με την οποία τα κεφάλαια θα επενδύονται ελεύθερα σε οποιαδήποτε χώρα (εννοείται, όπου υπάρχουν ‘‘φτηνά εργατικά χέρια’’), και τα κυρίαρχα κράτη δε θα έχουν το δικαίωμα να επιβάλλουν περιορισμούς για λόγους που τους αφορούν άμεσα: ρύπανση περιβάλλοντος, λόγοι υγείας, προστασία πολιτιστικής κληρονομιάς... Αντίθετα, θα είναι υπόλογα έναντι της ασφάλειας των ‘‘φιλοξενούμενων’’ επιχειρήσεων, στις οποίες είναι υπόχρεα να πληρώσουν υπέρογκα ποσά, ως αποζημίωση, για οτιδήποτε ‘‘κακό’’ τους συμβεί (Νικολόπουλος, 2000).

Χαρακτηριστικό σύμπτωμα της παγκοσμιοποίησης είναι η ιδέα της επένδυσης. Ο καθένας, ανεξαρτήτου εισοδήματος, έχει υιοθετήσει αυτήν την ιδέα· όροι, όπως συνάλλαγμα, αμοιβαίο κεφάλαιο, χρηματιστήριο, ‘‘μπήκαν για τα καλά’’ στη ζωή μας. Οι άνθρωποι προσβλέπουν στο γρήγορο κι εύκολο χρήμα. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος, λέει ότι ‘‘...δεν έχει ηθική δικαίωση το κέρδος από τα τυχερά παιγνίδια των χρηματοοικονομικών προϊόντων, που δεν προέρχεται από το τρίπτυχο παραγωγός, έμπορος, καταναλωτής’’.

Το χρηματιστήριο, ως αυτή καθαυτή επένδυση, δεν μπορούμε να πούμε ότι είναι κάτι κακό, αλλά η ενασχόληση μ’ αυτήν χωρίς κριτήρια, έχει δυσμενείς συνέπειες στην πνευματική και οικογενειακή ζωή. Απαιτεί χρόνο όχι μόνο η ενασχόληση, αλλά και η ενημέρωση της πορείας των μετοχών, με αποτέλεσμα ο ήδη κουρασμένος, αγχωμένος και χωρίς χρόνο για τον εαυτό του άνθρωπος, να επιβαρυνθεί ακόμη περισσότερο και να μην έχει πια καθόλου χρόνο για την οικογένειά του, για κοινωνική συναναστροφή, αλλά και για τον ίδιο τον εαυτό του· έτσι απομονώνεται ολοένα και περισσότερο, οδηγείται στην απελπισία και την κατάθλιψη (Νικολόπουλος , 2000).

Η ιδέα της επένδυσης έχει και την ανήθική της πλευρά, γιατί όταν ανεβαίνουν οι μετοχές αυτό σημαίνει συχνά συγχωνεύσεις ή ιδιωτικοποιήσεις επιχειρήσεων, που με τη σειρά τους σημαίνουν απολύσεις εργαζομένων. Η ανεργία λοιπόν κάποιων και η δυστυχία που αυτή τους αποφέρει, σημαίνει κέρδη για κάποιους άλλους.

Η επένδυση, ως ιδέα, δεν είναι άσχετη με την πολιτική. Υπάρχει μέγιστος κίνδυνος, ακολουθώντας οι άνθρωποι στυγνά τη φιλοσοφία του χρηματιστηρίου, να ψηφίζουν το κόμμα εκείνο, που δεσμεύεται με οποιονδήποτε τρόπο, να ανεβάσει τις μετοχές, αποφέροντας κέρδη στους ψηφοφόρους του, αγνοώντας και μάλιστα συνειδητά, αν το κόμμα αυτό ακολουθεί μια δίκαιη κοινωνική πολιτική για τα μέλη της κοινωνίας, που εκπροσωπεί. Όσον αφορά την εξωτερική πολιτική, υπάρχει κίνδυνος να γίνονται απαράδεκτες υποχωρήσεις πάνω σε καίρια και σοβαρότατα εθνικά ζητήματα, για να μην επηρεαστεί αρνητικά το κλίμα της αγοράς

‘‘Η επενδυτική διαδικασία απαιτεί μια ασκητική αντιμετώπιση η οποία θα οδηγεί στην πρόταξη της μέριμνας για τον πλησίον, της κοινωνικής αλληλεγγύης, της δημοκρατικής και εθνικής ευαισθησίας και της οικογενειακής γαλήνης έναντι μιας εύλογης προσδοκίας για αποκόμιση κέρδους’’ ( Νικολόπουλος, 2000 ).

Πολιτισμική δυνατότητα:

Επιδιώκεται η κατάργηση της εξίσωσης του εθνικού κράτους με την εθνική κοινωνία, χωρίς όμως αυτό να οδηγεί σε μια πολιτιστική ενοποίηση.

1.3 Συνέπειες της παγκοσμιοποίησης

Τα θετικά στοιχεία της παγκοσμιοποιήσεως μπορούμε να τα συνοψίσουμε ως εξής:

* Η αλματώδης πρόοδος και εξέλιξη της τεχνολογίας και όλων των επιστημών.

* Η ταχύτατη διακίνηση των αγαθών και των νέων επιτευγμάτων.

* Η διευκόλυνση της επικοινωνίας των ανθρώπων σε όλα τα μέρη της γης με εκμηδενισμό των αποστάσεων.

* Η καταπολέμηση πολλών ασθενειών, παγκοσμίως.

* Ο περιορισμός του αναλφαβητισμού.

* H αναγνώρηση της θέσεως, της σημασίας και του ρόλου των γυναικών και της νεότητας.

* Η επέκταση των οριζόντων σκέψεως που κατοχυρώνει, θεωρητικά τουλάχιστον, την ελευθερία και τα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα.

* Η προώθηση και ενίσχυση των δημοκρατικών αρχών και δομών.

* Οι διάφορες μορφές αλληλεγγύης των λαών που διευκολύνουν τη συμμετοχή όλο και περισσοτέρων ανθρώπων στο διαμορφούμενο κόσμο.

Επομένως τα θετικά στοιχεία της παγκοσμιοποιήσεως δεν πρέπει να παραβλέπονται, αρκεί να τα δούμε μέσα από το πρίσμα των παραπάνω - να χρησιμοποιούνται δηλαδή με σύνεση και επίγνωση (Μαντζαρίδης, 2001).

Τα αρνητικά στοιχεία της παγκοσμιοποίησης:

* Το χάσμα μεταξύ των χωρών βαθαίνει· οι πλούσιες χώρες γίνονται πλουσιότερες και οι φτωχές φτωχότερες.

* Γίνεται άνισος καταμερισμός των αγαθών, με αποτέλεσμα να διαμορφώνεται μια κοινωνία με τους έχοντες πολλά από τη μια και των στερούντων από την άλλη.

* Ολοένα και περισσότεροι άνθρωποι ωθούνται στο περιθώριο της φτώχειας, ενώ από την άλλη διαμορφώνεται μια μικρή μειοψηφία εύρωστων οικονομικά ανθρώπων, οι οποίοι ελέγχουν την παγκόσμια οικονομία, για πραγματοποίηση των δικών τους συμφερόντων.

* Ακόμη, οι μικρότερες κοινωνίες αδυνατούν ολοένα και περισσότερο να λαμβάνουν αποφάσεις και να ρυθμίζουν τα δικά τους ζητήματα αυτόνομα και ανεξάρτητα, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να στηριχθούν στις δικές τους μορφές κοινωνικότητας και πνευματικότητας.

* Νέα κύματα μεταναστών παρατηρούνται και μαζικές μετακινήσεις πληθυσμών και οικονομικών προσφύγων.

* Η ανεργία αυξάνεται διαρκώς και σε πολλές χώρες αναπτύσσεται η ξενοφοβία και ο ρατσισμός.

* Ο πλανήτης κινδυνεύει να καταστραφεί, αφού γίνεται μια ανελέητη εκμετάλλευση των φυσικών πόρων στο όνομα της αλόγιστης παραγωγής αγαθών.

* Το έγκλημα και η διαφθορά αναπτύσσονται ανεξέλεγκτα, υποβοηθούμενα από την ανάπτυξη της τεχνολογίας.

* Υπονομεύονται οι δημοκρατικοί θεσμοί· διαμορφώνονται κέντρα εξουσίας, που αδυνατούν να ελέγξουν πλήρως την τοπική οικονομία και είναι υποχρεωμένα να προσαρμόζονται στα ‘‘θέλω’’ άλλων κέντρων εξουσίας (Αρχιεπ. Αναστάσιος,1998).

Αναλυτικότερα:

Στην οικονομία :

Η διεθνοποίηση της οικονομίας ξεκίνησε ήδη από το 16ο αι., τότε που κορέστηκαν οι εσωτερικές αγορές και το κεφάλαιο ζητούσε έναν τρόπο να αποδεσμευτεί από το κράτος χαλαρώνοντας τους περιορισμούς, που προέρχονταν από την κοινωνία, και να αναγκάσει το κράτος όχι μόνο να μπει σ’ ένα παιγνίδι ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων, αλλά και να δώσει έμφαση στους νόμους της αγοράς (Νικολόπουλος, 2000).

Η λέξη παγκοσμιοποίηση, στο χώρο της οικονομίας, δηλώνει τη διαδικασία, σύμφωνα με την οποία, οι οικονομίες των διαφόρων κρατών εντάσσονται σ’ ένα παγκόσμιο οικονομικό σύστημα, με αποτέλεσμα τη συγκέντρωση της παγκόσμιας παραγωγής, του εμπορίου και της πληροφόρησης σε ορισμένα κέντρα (Αρχιεπ. Αναστάσιος, 1998).

Το ιδεολόγημα της οικονομικής ανάπτυξης προβλήθηκε πρώτη φορά επίσημα το 1948 από τον πρόεδρο των Η.Π.Α. Χάρρυ Τρούμαν και από τότε έγινε η ‘‘σημαία’’ ολόκληρου του ονομαζόμενου ελεύθερου κόσμου. Οι άνθρωποι από τότε το ασπάστηκαν και άρχισαν σταδιακά να γίνονται ‘‘μηχανές’’, ‘‘ταυτίζοντας την ελευθερία τους με την άρση των περιορισμών κυρίως στην κατανάλωση’’ (Μαντζαρίδης, 2001,σελ.23).

Οι ‘‘ισχυροί’’ της γης μέσω των πολυεθνικών κερδοσκοπικών εταιριών σχεδιάζουν μια παγκόσμια οικονομία, η οποία δρα καταλυτικά στις εθνικές κοινωνίες των επιμέρους κρατών. Η οικονομία αποκτά νομισματικό περιεχόμενο κι όχι παραγωγικό, άρα πρόκειται επίσης για μια χίμαιρα. Η συγκεκριμένη οικονομία αποσκοπεί αποκλειστικά και μόνο στο συμφέρον της ποδοπατώντας όποιο εμπόδιο της παρουσιαστεί, γι’ αυτό και επιλέγει πάντα τους ευνοϊκότερους γι’ αυτήν όρους προς ανάπτυξη, αδιαφορώντας για τις επιπτώσεις που προκαλεί σε οποιοδήποτε επίπεδο. Στο χώρο της επικρατεί η παράλογη άποψη, ότι το νεκρό χρήμα μπορεί να παράγει, όπως και η εργασία· η χρηματοοικονομία υπονομεύει την παραγωγικότητα μέσω της εργασίας και εμποδίζει την ανάπτυξη και εξέλιξή της. Πρόκειται για ένα είδος τοκογλυφίας. Ο Μ. Βασίλειος, μιλώντας για την τοκογλυφία, λέει ‘‘...όλα όσα αυξάνονται, σταματούν να αυξάνονται, όταν φτάσουν στο κανονικό τους μέγεθος, ενώ τα χρήματα των πλεονεχτών εξακολουθούν να αυξάνονται απεριόριστα μέσα στο χρόνο’’ (Μαντζαρίδης, 2001, σελ.22).

Άμεση συνέπεια της παγκοσμιοποίησης, είναι αδιαμφισβήτητα η αύξηση της ανεργίας: Στη δεκαετία του ’80 χάθηκαν πάνω από 1.800.000 θέσεις εργασίας στις Η.Π.Α. και οι άνεργοι στη Γερμανία αγγίζουν σήμερα τα 4.000.000. Την ανεργία προκαλούν: η ραγδαία ανάπτυξη της τεχνολογίας - ειδικότερα της πληροφορικής -αφού οι επιχειρηματίες την προτιμούν από το εργατικό δυναμικό καθώς και το χρηματιστικό κεφάλαιο, αφού βρίσκει ευφορότερο έδαφος για κερδοσκοπία, σε χώρες με χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης. Η εκβιομηχανοποίηση των ‘‘αναπτυγμένων χωρών’’ έρχεται σε αντιπαράθεση με χώρες, στις οποίες η οικονομία στηρίζεται αποκλειστικά στη γεωργία ή τη βιοτεχνία και οδηγούνται αναπόφευκτα στη χρεοκοπία (Νικολόπουλος, 2000). Οι συνέπειες της ανεργίας δεν είναι μόνο οικονομικές. Οι μακροχρόνια άνεργοι παρουσιάζουν συμπτώματα κατάθλιψης, νιώθουν αναξιότητα και ντροπή και σε χειρότερο στάδιο έχουν τάσεις αυτοκτονίας. Είναι γνωστή η ρήση των αρχαίων προγόνων μας: ‘‘αργία μήτηρ πάσης κακίας’’.

Ένα σημαντικό ποσοστό ανθρώπων βιώνουν την ανεργία, ενώ από την άλλη πλευρά, ένα όχι ευκαταφρόνητο ποσοστό εργαζομένων βιώνει την υπεραπασχόληση, που σημαίνει ότι εργάζονται τόσες πολλές ώρες, ώστε δίκαια θα μπορούσε να πει κανείς γι’ αυτούς, ότι ‘‘ζουν για να δουλεύουν κι όχι δουλεύουν για να ζουν’’. Είναι μια κατάσταση, που προκαλεί άγχος, που κρατεί τον άνθρωπο δέσμιο του χρήματος και της καριέρας, που δεν του αφήνει περιθώριο ελεύθερου χρόνου για την οικογένειά του, για κοινωνικές συναναστροφές, για την πνευματική του καλλιέργεια· ο άνθρωπος μετατρέπεται σε μηχανή, με τη ζωή του προγραμματισμένη· συνεχίζει τη ζωή του χωρίς να γνωρίζει πού πάει και λησμονώντας στην κυριολεξία ποιο είναι το αληθινό νόημα της ζωής.

Όσον αφορά τους εργαζόμενους, υπό τις παρούσες συνθήκες εργασίας, υποταγμένοι στους κανόνες και τις υποχρεώσεις των επιχειρήσεών τους, δεν έχουν το δικαίωμα επιλογής: ή αποδέχονται τους όρους εργασίας, που τους προσφέρεται ή απολύονται. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα ή να οδηγούνται στην ανεργία, με τα γνωστά προβλήματα ή να παραμένουν, να ενσωματώνονται και να αλλοτριώνονται. Είναι άραγε η παγκοσμιοποίηση σε θέση να προσφέρει λύση για τη διαρκώς αυξανόμενη ανεργία ή πρόκειται για αδιέξοδο ; (Νικολόπουλος, 2000).

Στην οικολογία: Τα σημάδια της εξουσίας του ανθρώπου πάνω στη φύση είναι όχι απλά ορατά, αλλά και εκπέμπουν σήματα κινδύνου. Η κατάχρηση του περιβάλλοντος γίνεται με εξουσιαστικά παράλογο τρόπο, από την απληστία του ανθρώπου, που το μόνο που τον ενδιαφέρει είναι να πετύχει προσωπικά οφέλη (οικονομικά, πολιτικά...).

Μέχρι σήμερα έχουν γίνει τρεις παγκόσμιες διασκέψεις για το περιβάλλον, διαδοχικά στο Ρίο (1992), στο Κιότο (1997) και στη Χάγη και δεν επέφεραν κανένα αποτέλεσμα.

Στην κοινωνική ζωή: Τα αρνητικά αποτελέσματα της παγκοσμιοποιήσεως στον τομέα της κοινωνικής ζωής είναι πολύ σοβαρά, όπως η εκμετάλλευση των αδυνάτων από τους πλούσιους και δυνατούς, η εξουδετέρωση των φτωχών και αδυνάτων, η επικράτηση τελικά των οικονομικά ισχυρών και η διεθνοποίηση της εξουσίας και της βίας.

Στον ίδιο τον άνθρωπο: Οι επιπτώσεις της στην προσωπικότητα του ανθρώπου είναι βαρύτατες, αφού προβάλλει ως ιδανικό το χρήμα και την απόκτησή του με οποιονδήποτε τρόπο. Όλα λοιπόν μπορούν να εξαγοραστούν με το χρήμα; Ακόμη και η πατρίδα, η θρησκεία, η συνείδηση; Ο πνευματικός, ηθικός κόσμος θα δώσει τη θέση του στη ‘‘λογική’’ του συμφέροντος για τα υλικά αγαθά; (Μαντζαρίδης , 2001).

«Η ηθική στηρίζεται πάντοτε στη δυναμική του πνεύματος. Ηθική είναι η μετάβαση από το επίπεδο του είναι στο επίπεδο του ευ είναι. Και η διαφορά ανάμεσα στο είναι και στο ευ είναι δεν είναι ποσοτική αλλά ποιοτική. Όταν όμως όλες οι ποιότητες αντιμετωπίζονται ως ποσότητες και αξιολογούνται με το χρήμα, δεν απομένει πλέον χώρος για την ηθική. Το ‘‘ευ’’ συμπιέζεται στο επίπεδο του ‘‘είναι’’ και η δυναμική του πνεύματος φαλκιδεύεται...» (Μαντζαρίδης, 2001, σελ.22).

Ο Απόστολος Παύλος χαρακτηρίζει την πλεονεξία ως ειδωλολατρία. Με την πλεονεξία σταματάει η επικοινωνία του ανθρώπου με το Θεό και μεταμορφώνεται σιγά σιγά σε δούλο του χρήματος (Μαντζαρίδης, 2001).

Η παγκοσμιοποίηση ισοπεδώνει τον άνθρωπο όχι μόνο ως προσωπικότητα, αλλά και τις παραδοσιακές διαφορές μεταξύ τους. Δε σέβεται τη διαφορετικότητα των ανθρώπων, αλλά ούτε και την κοινή φύση μεταξύ τους.

2.Ο κόσμος στη δίνη των ανισοτήτων

Η παγκοσμιοποίηση διευρύνει τα οικονομικά και κοινωνικά χάσματα, με αποτέλεσμα την περιθωριοποίηση ολόκληρων κρατών

Το σήμερα εφαρμοσμένο μοντέλο παγκοσμιοποίησης διευρύνει με ταχύ ρυθμό τις ανισότητες σε όλους τους τομείς με ''παράπλευρες'' κατά τη νατοϊκή ορολογία κοινωνικές απώλειες όχι μόνον στον Τρίτο Κόσμο, αλλά ακόμη και στη μητρόπολη της παγκοσμιοποίησης, στις ΗΠΑ αλλά και στην Ευρώπη, όπου τα κρούσματα ρατσισμού αυξάνονται ραγδαία. Οι αντιδράσεις στην παγκοσμιοποίηση έχουν ήδη αποτυπωθεί στο Σιάτλ, το Γκέτεμποργκ, τη Γένοβα. Τα μηνύματα είναι σαφή και απειλητικά.

 * Περιδινίζονται πάλι σε οικονομική τρικυμία οι χώρες της Ν.Α Ασίας, οι οποίες προβάλλονται ως τo καλύτερο παράδειγμα των πλεονεκτημάτων της παγκοσμιοποίησης.

 * Καταβαραθρώνονται πάλι ανά την υφήλιο τα χρηματιστήρια, το άλλο κορυφαίο σύμβολο της εποχής της παγκοσμιοποίησης, του μέχρι πρότινος πηγή καθολικού και εύκολου πλουτισμού.

 * Συγκρούονται πάλι Βορράς και Νότος στη διάσκεψη του ΟΗΕ με ψυχοπολεμική ένταση για τον ρατσισμό, σε μια εμφανή προσπάθεια των τριτοκοσμικών χωρών να πάρουν μια πολιτική ρεβάνς από τις πλούσιες χώρες ως αντίβαρο της οικονομικής τους εξαθλίωσης.

 * Ανησυχούν οι πάντες για επερχόμενη παγκόσμια οικονομική ύφεση, ορισμένες επικίνδυνες πλευρές της οποίας αποδίδονται από τους αναλυτές ακριβώς στην παγκοσμιοποίηση (Δελαστίκ, 2001).

Εύλογα αναρωτιέται κάποιος: Ποιον ευνοεί η παγκοσμιοποίηση;

ΜΑΣ ΑΠΑΝΤΑΕΙ Η ΓΛΩΣΣΑ ΤΩΝ ΑΡΙΘΜΩΝ

Οι Γάλλοι, που ερωτήθηκαν σε δημοσκόπηση της ''Μοντ'' τον Ιούλιο, είχαν σαφέστατη άποψη: Μόνο το….1% απάντησε ότι η ''παγκοσμιοποίηση ωφελεί όλους'', ενώ το 55% υποστήριζε πως ''ωφελεί τις πολυεθνικές επιχειρήσεις''.

Ενδιαφέρον έχει και μια παλιότερη δημοσκόπηση της ''Εξπενσιόν'': Το 65% απάντησε πως η παγκοσμιοποίηση επιτείνει τις ανισότητες.

Το χάσμα διευρύνεται…..

Η διαφορά ανάμεσα στις χώρες όπου ζει το πλουσιότερο 20% του συνολικού πληθυσμού της γης και στις χώρες όπου ζει το φτωχότερο ήταν 11 προς 1 το 1913, εκτινάχθηκε στο 30 προς 1 το 1960 και εκτοξεύτηκε στο 74 προς 1 το 1997.

Στις χώρες που ζει το πλουσιότερο 20% παράγεται ήδη το 86% του παγκόσμιου ΑΕΠ, ενώ στις χώρες του φτωχότερου 20% παράγεται μόλις το 1% του παγκόσμιου ΑΕΠ. Σαν να μη έφτανε αυτό, οι χώρες του πλουσιότερου 20% πραγματοποιούν το 82% των παγκόσμιων εξαγωγών, ενώ εκείνες του φτωχότερου 20% πραγματοποιούν μόνο το 1% των συνολικών εξαγωγών, πράγμα που σημαίνει ότι συνεχώς μεταφέρεται πλούτος από τις φτωχότερες προς τις πλουσιότερες χώρες.

Έτσι όμως δεν υπάρχει μέσον επιβίωσης των φτωχών χωρών, πέρα από τον διεθνή δανεισμό. Όντως, από 265 δισεκατομμύρια δολάρια που ήταν ο διεθνής δανεισμός το 1975 εκτινάχθηκε στα 4,2 τρισεκατομμύρια δολάρια το1994.

Μέσα σε τέτοιες συνθήκες, δεν αποτελεί έκπληξη βεβαίως το γεγονός ότι 80 χώρες έχουν σήμερα ΑΕΠ κατά κεφαλήν από όσο είχαν πριν από 10 ή και περισσότερα χρόνια.

Άνθρωποι και κράτη

Εντελώς αντίθετα αποτελέσματα έχουμε ως αποτέλεσμα της παγκοσμιοποίησης στις πλούσιες χώρες, όπου ο ρυθμός συσσώρευσης πλούτου έχει προσλάβει ασύλληπτες διαστάσεις.

Οι τρεις πλουσιότεροι άνθρωποι του πλανήτη είχαν το 1999 προσωπική περιουσία που υπερέβηκε το συνολικό ΑΕΠ των 35 φτωχότερων χωρών του κόσμου με πληθυσμό 600 εκατομμύρια κατοίκους, όπως μας πληροφορούσε η ετήσια έκθεση του ΟΗΕ για την ''Ανθρώπινη Ανάπτυξη''. Σύμφωνα πάντα με την ίδια έκθεση, το φτωχότερο 50% του πληθυσμού της γης καταναλώνει, μόλις το 6% του παγκόσμιου ΑΕΠ, ενώ το πλουσιότερο 15% του πληθυσμού καταναλώνει το 80% του συνολικού ΑΕΠ του πλανήτη μας.

Η διεύρυνση των ανισοτήτων δεν περιορίζεται μόνο μεταξύ των πλουσιότερων και των φτωχότερων χωρών. Έχει σοβαρότατες αρνητικές συνέπειες και για τους εργαζόμενους των ανεπτυγμένων χωρών. Το 68% των Αμερικανών δήλωσε σε σχετική δημοσκόπηση, ότι πιστεύει πως η παγκοσμιοποίηση επιφέρει μείωση μισθών ακόμη και μέσα στις ίδιες της Η.Π.Α. (Δελαστίκ, 2001).

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

Απειλή ρήξεων

Τα στοιχεία δεν αφήνουν περιθώρια αμφισβήτησης του γεγονότος, ότι το σήμερα εφαρμοσμένο μοντέλο παγκοσμιοποίησης διευρύνει τις ανισότητες σε όλους τους τομείς, καθώς κατανέμει εξαιρετικά άνισα τα κέρδη της, ενώ ταυτόχρονα έχει πολλές αρνητικές επιπτώσεις, όχι μόνο για κονωνικές ομάδες, αλλά και για ολόκληρες χώρες.

Το κοινωνικό κράτος καταλύεται, οι πολιτικές συνοχές της κοινωνίας καταργούνται, θεωρούμενες ''άχρηστο'' κόστος, που μειώνει την ανταγωνιστικότητα και επομένως δυσχεραίνει τη θέση της χώρας στην ''παγκοσμιοποιημένη'' διεθνή οικονομία. Οι εργασιακές σχέσεις αναμορφώνονται με μοναδικό κριτήριο αυτό, οι λιγότεροι ικανοί και καταρτισμένοι περιθωριοποιούνται, ολόκληρες χώρες θεωρούνται ''άνευ σημασίας''· έτσι πετάγονται σ’ έναν ‘‘Καιάδα κοινωνικών αποβλήτων'', δισεκατομμύρια άνθρωποι (Δελαστίκ, 2001).

ΚΑΙ ΚΑΤΙ ΑΚΟΜΑ!

Μεγάλη εισοδηματική ''ψαλίδα'' στην Ελλάδα …

''Υπάρχει φτώχεια και ανισότητα με πηγή την ανεργία, αλλά και άλλους παράγοντες και πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο ισχυρότατης παρέμβασης''. Η αναφορά αυτή του υπουργού Εργασίας κ. Τάσου Γιαννίτση έρχεται να επιβεβαιώσει με επίσημο τρόπο μία ήδη διαμορφωμένη κατάσταση. Σε όλο τον κόσμο και, συνεπώς και στην Ελλάδα ένα νέο κύμα φτωχών κινείται, συχνά, στις παρυφές της δομημένης κοινωνίας. Μεγάλες μάζες πληθυσμού βρίσκονται στα όρια της ένδειας όχι με την έννοια ότι δεν διαθέτουν ένα κομμάτι ψωμί, αλλά με τη λογική ότι υστερούν σημαντικά σε σχέση με τον ''μέσο όρο''.

Σύμφωνα με τους δείκτες εισοδηματικής ανισότητας του ΟΟΣΑ, με τους οποίους αποτυπώνεται η εισοδηματική ''ψαλίδα'' μεταξύ των πλουσίων και των πλέον φτωχών πολιτών, η Ελλάδα μοιράζεται στη διόλου τιμητική θέση, με την Τουρκία. Στην πρώτη θέση, το Μεξικό και ακολουθεί η νέα Ζηλανδία (Τερζής, 2001). Το ελληνικό κράτος πρόνοιας εμφανίζεται μεν πολυέξοδο, ωστόσο καθόλου αποτελεσματικό. Είναι ενδεικτικό ότι, αν και η ελεύθερη λειτουργία της οικονομίας παράγει το μικρότερο ποσοστό φτώχειας εντός της Ε.Ε, μετά τις δαπάνες πρόνοιας ο δείκτης φτώχειας της χώρας είναι υψηλότερος ευρωπαϊκά!

2.1 Η ‘‘άλλη’’ παγκοσμιοποίηση

Την τελευταία τετραετία, ένα φάντασμα πλανιέται πάνω από την υφήλιο: ''παγκοσμιοποίηση''.

Χιλιάδες διαδηλωτές παραβιάζουν τις ''κόκκινες ζώνες'' για να εκφράσουν την αντίθεσή τους στη φιλελευθεροποίηση του διεθνούς εμπορίου, την ιδιωτικοποίηση των πάντων, το ξήλωμα του κράτους πρόνοιας. Ποιοι βρίσκονται πίσω από όλον αυτόν τον ξεσηκωμό;

Θα ήταν βέβαια αφελές ν` αναζητήσει κανείς μια οποιαδήποτε άτυπη ''Διεθνής της αντιπαγκοσμιοποίησης'' στο ρόλο του καθοδηγητή ενός κινήματος τόσο πολύχρωμου, στις γραμμές του οποίου συναντάμε μεξικανούς ιθαγενείς και σκανδιναβούς, βραζιλιάνους ακτήμονες, βερειοαμερικάνους οικολόγους και αργεντινούς αγωνιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, φιλιππινέζους εργάτες και βρετανούς καταληψίες στέγης.

Το κίνημα αυτό είναι προϊόν μιας πολύ συνειδητής δράσης συγκεκριμένων δικτύων, τα οποία υπερβαίνουν σύνορα και πολιτικοϊδεολογικές καταβολές για να συντονίσουν τη δράση τους ενάντια στο κοινό εχθρό: την αυξανόμενη απαξίωση της ανθρώπινης εργασίας και ζωής, απέναντι στην αδηφάγα επέλαση των αγορών και του κεφαλαίου.

Μια από τις σημαντικότερες συλλογικότητες αυτού του ρεύματος είναι η Παγκόσμια Λαϊκή Δράση (People`s Global Action, PCA): Ξεκίνησε το καλοκαίρι του 1997 και σήμερα αγκαλιάζει εκατομμύρια ανθρώπους σε χώρες τόσο διαφορετικές: Ινδίες, Καναδά, ΗΠΑ, Νεπάλ, Σουηδία και η Βραζιλία. Στο ενεργητικό της περιλαμβάνεται η πρώτη διεθνής κινητοποίηση ενάντια στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (ΠΟΕ) το έτος 1998, όσο και πολλές από τις μεγάλες κινητοποιήσεις, που ακολούθησαν (Κωστόπουλος, Τρίμης, Ψαρρά, Ψαρράς, 2002).

2.2 Τα τρία σενάρια για το μέλλον της ανθρωπότητας

Μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, τρία είναι τα βασικά σενάρια για το μέλλον της ανθρωπότητας.

Το τέλος των μεγάλων συγκρούσεων

Η περίφημη θεωρία του Φουκουγιάμα για το ''τέλος της Ιστορίας'' υποστηρίζει, μεταξύ άλλων, ότι στη μετακομμουνιστική εποχή η κυριαρχία του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού, που βλέπουμε στις μέρες μας, είναι αναπότρεπτη. Μετά την πτώση του Τείχους δεν υπάρχουν σοβαροί αντίπαλοι, ικανοί να αμφισβητήσουν τον συνδυασμό δημοκρατικού πολιτεύματος και νεοφιλελεύθερης καπιταλιστικής οικονομίας που θα εξαπλώνεται στο πλαίσιο της ηγεμονίας των ΗΠΑ. Θα υπάρχουν τοπικοί πόλεμοι χωρίς σοβαρό κίνδυνο ανατροπής του παγκόσμιου ‘‘statuς quo’’.

Το πέρασμα στις πολιτισμικές συγκρούσεις

Ο Χάντινγκτον με την περίφημη θεωρία του περί πολιτισμικών πολέμων δεν πιστεύει σε μια κατάσταση, όπου οι μεγάλες συγκρούσεις θα πάψουν να αποτελούν κινητήρια δύναμη του ιστορικού γίγνεσθαι. Πιστεύει, ότι οι πόλεμοι που έχουν ως δομική βάση διαφορές στον τρόπο ελέγχου των μέσων παραγωγής και κυριαρχίας θα δώσουν τη θέση τους σε πολέμους, που έχουν ως βάση διάφορες θρησκευτικές πολιτισμικές κοσμοθεωρίες πάνω στο νόημα της ζωής, του θανάτου και στη σχέση του ανθρώπου με το σύμπαν και το θείο.

Ο μετασχηματισμός των κονωνικοοικονομικών συγκρούσεων

Το τρίτο σενάριο, που έχει κυρίως αναπτυχθεί από στοχαστές του κεντροαριστερού χώρου απορρίπτει τις προβλέψεις του Φουκουγιάμα και αυτές του Χάντινγκτον. Η αμερικανική ηγεμονία και ο φιλελεύθερος καπιταλισμός, που προωθεί, θα αμφισβητηθούν τις επόμενες δεκαετίες και από τον πιο αυταρχικό ασιατικό καπιταλισμό και από τον κοινωνικά πιο ευαίσθητο ευρωπαϊκό (Μουζέλης, 2001).

Η ιστορική εξέλιξη

Με βάση τα τρία σενάρια τι μπορεί να πει κανείς για την τωρινή κατάσταση; Έχει δίκιο τελικά ο Χάντινγκτον; Μπορεί να δει κανείς τα τραγικά γεγονότα της 11ης Σεπτεμβρίου ως την απαρχή μιας περιόδου πολιτισμικών πολέμων;

Κατ’ αρχήν, το σίγουρο είναι, ότι η θεωρία του Φουκουγιάμα δεν είναι πλέον πειστική. Η Ιστορία θα εξακολουθήσει να εκτυλίσσεται στη βάση ανταγωνιστικών συγκρούσεων, όπου θα κυριαρχεί το κοινωνικοοικονομικό ή το πολιτισμικό στοιχείο. Βεβαίως, επειδή δεν υπάρχουν ''σιδηροί νόμοι'' της ιστορικής έξέλιξης, το αν θα δικαιωθεί ο Χάντινγκτον εξαρτάται από την στρατηγική, που θα ακολουθήσει η αμερικανική υπερδύναμη τους μήνες και τα χρόνια που έρχονται. Αν π.χ. η στρατηγική της εξακολουθήσει να είναι τόσο μονοδιάστατη όσο φαίνεται αυτή τη στιγμή, αν, δηλαδή, όλο το βάρος εξακολουθήσει να δίνεται στα αστυνομικά και στρατιωτικά μέτρα καταπολέμησης της τρομοκρατίας, τότε το σενάριο περί πολέμου πολιτισμών (τουλάχιστον εν μέρει) θα γίνει πραγματικότητα. Γιατί τα στρατιωτικά μέτρα, αν δε συνδυαστούν με μια ριζική αναθεώρηση της αμερικανικής πολιτικής στα θέματα του Μεσανατολικού και της παγκόσμιας φτώχειας μπορούν κάλλιστα να οδηγήσουν σε μια κατάσταση όπου: οι ''μάρτυρες του Αλλάχ'' θα πολλαπλασιαστούν γεωμετρικά, τα λαϊκά στρώματα στον αραβικό κόσμο θα εντείνουν την υποστήριξή τους σε ''ήρωες'' τύπου Μπιν Λάντεν, τα φιλοδυτικά καθεστώτα στο Πακιστάν, στη Σαουδική Αραβία και στον Κόλπο θα μπουν σε μια διαδικασία αποσταθεροποίησης.

Από τη άλλη μεριά, αν υπό τη πίεση της Ευρώπης καθώς και των προοδευτικών παραγόντων - δυνάμεων μέσα στις ΗΠΑ, η αμερικανική κυβέρνηση ακολουθήσει μια πιο δίκαιη πολιτική έναντι των Παλαιστινίων και μια πιο κοινωνική ευαίσθητη πολιτική έναντι των περιθωριοποιημένων πληθυσμών του πλανήτη (αραβικών και μη), μπορεί μακροπρόθεσμα οι τρομοκράτες τύπου Μπιν Λάντεν να χάσουν τη λαϊκή υποστήριξη, που απολαμβάνουν σήμερα (Μουζέλης, 2001).

2.3 Κάποιο συμπέρασμα…

Είναι φανερό ότι η σύλληψη, τα κριτήρια και ο τρόπος λειτουργίας του όλου συστήματος έχουν στηριχθεί στον δυτικό καπιταλισμό, στη λογική της ελεύθερης οικονομίας, της οποίας η δυναμική στηρίζεται στη διαρκή κερδοφορία. Η παγκοσμιοποίηση δεν είναι μόνο οικονομική διαδικασία. Πρόκειται για άμεση ή έμμεση επιβολή ενός συστήματος σκέψεως που αγνοεί ή και καταστρέφει τις ιδιαιτερότητες των επί μέρους λαών και ανθρώπων και παραμερίζει ή διαλύει αξίες όπως η φιλία, η εντιμότητα, η εγκράτεια, προβάλλοντας ένα καταναλωτικό πρότυπο με αδιάκοπη επιδίωξη κέρδους, υπό την επίδραση του οποίου συνθλίβονται οι ανθρώπινες σχέσεις.

Στο τελευταίο του βιβλίο που κυκλοφόρησε προ μηνών ‘‘Η παγκοσμιοποίηση’’, ο Philippe Moreau Defarges, καταλήγει: ''Η παγκοσμιοποίηση φαίνεται να ανοίγει στην ανθρωπότητα δύο δρόμους ακραίους: Δίνει στους ανθρώπους την αίσθηση ότι είναι κλεισμένοι μέσα στη φυλακή, τη γη…ή γεννά τη συνείδηση της ενότητας, της ανθρωπότητας… Η παγκοσμιοποίηση δεν δίνει τέλος ούτε στον άνθρωπο ούτε στην ιστορία του. Δεν είναι παρά ένα υποπροϊόν της τεχνικής προόδου. Ασφαλώς δεν είναι τυχαίο ότι η παγκοσμιοποίηση πραγματοποιείται τη στιγμή, που ο άνθρωπος βυθίζεται σε δύο άπειρα: στο απείρως σμικρό της ύλης και στο απείρως μεγάλο των άστρων’’ (Ph. Moreau, 1997, σελ. 124-125).

Πηγαία και εμφιαλωμένα νερά

Κώστας Γεωργουσόπουλος, εφ. Τα Νέα, 15/9/1998

Δεν γνωρίζω τι κόστος θα έχει μακροχρονίως στην οικονομία των κρατών η παγκοσμιοποίηση, οι οιωνοί πάντως, παρ’ όλες τις διακηρύξεις για μια δήθεν νομοτελειακή μονόδρομη πορεία, δεν φαίνονται ευοίωνοι. Εκείνο που αντιλαμβάνεται ο απλός άνθρωπος είναι πως όταν φυσάει στο Τόκιο συναχώνεται ο μισθοσυντήρητος στην Αθήνα και όταν μοιχεύεται ο πρόεδρος της Αμερικής ο ζητιάνος της Βαγδάτης με τις ίδιες δεκαρίτσες της χθες αγοράζει σήμερα μισό κουλούρι.

Πιθανόν οι νόμοι της οικονομίας, αφού ανάγονται στα μαθηματικά και στις πιθανότητες, να έχουν πράγματι μια παγκόσμια ισχύ και να λειτουργούν όπως οι φυσικοί νόμοι, οι σεισμοί, οι κυκλώνες, το φαινόμενο του θερμοκηπίου και οι κινήσεις των παγετώνων. Τώρα με τις δορυφορικές συνδέσεις, με το δίκτυο των τηλεοπτικών μεταδόσεων, τα τηλέτυπα, τα φαξ, αλλά κυρίως με το Διαδίκτυο πάνε να μας πείσουν πως οφείλουμε να υποταχτούμε και στην παγκοσμιοποίηση της κουλτούρας. Ήδη η μόδα και ιδιαιτέρως τα ετοιματζήδικα προϊόντα ενδύσεως επιβάλλουν ένα ομοιόμορφο ύφος· ο δίσκος και τελευταίως ο δίσκος ακτίνος επιβάλλουν ένα πανομοιότυπο τραγούδι, έναν έμμονο ρυθμό και προκαλούν μια αδιάφορη, πληκτική και απλοϊκή επαναλαμβανόμενη ρυθμική κίνηση.

Η θεωρητική ιδέα του παγκόσμιου χωριού τείνει να γίνει επιθυμητή και επιδιωκτέα πραγματικότητα. Όπως τα μεγάλα χρηματιστήρια και οι κεντρικές τράπεζες των κρατών που κυριαρχούν στο πεδίο της εξουσίας, έτσι και τα μεγάλα βιομηχανικά κέντρα παραγωγής κουλτούρας ανεβοκατεβάζουν τις μόδες, τα γούστα και καθορίζουν τις αξίες και τα κριτήρια διάδοσης και δημιουργίας των πολιτισμικών προϊόντων.

Τα «κυλιόμενα κοτρώνια» που βρίσκονται ήδη εδώ, φαινόμενα όπως ο «Τιτανικός», τηλεοπτικά σίριαλ όπως η «Δυναστεία», τα μπλου τζιν του κ. Κλάιν και τα λογοτεχνικά μπεστ σέλερ διαμορφώνουν τον σύγχρονο αισθητικό κανόνα. Δεν υπάρχει μόνον η Διεθνής των Ναρκωτικών, υπάρχει και το όπιο της ομογενοποιημένης, παγκοσμιοποιημένης κουλτούρας, ετοιματζήδικο βιομηχανικό τραγούδι, σινεμά, βιβλίο, χορός, θέατρο.

Αν θέλετε απόδειξη πως αυτά τα διεθνή κέντρα παραγωγής ετοιμοπαράδοτων καλλιτεχνικών μοντέλων απεργάζονται την εξαφάνιση των τοπικών ιδιομορφιών στην καλλιτεχνική έκφραση, την αυθεντία του ιθαγενούς (και ιθαγενές σημαίνει την αναγκαία μορφή που παίρνει ακόμη και το δάνειο, ώστε να εκφράσει έναν συγκεκριμένο λαό σε μια ορισμένη στιγμή), δεν έχετε παρά να δείτε με τι περιφρόνηση αντιμετωπίζουν την παράδοση, την ιδιοπροσωπία ενός λαού, την ιστορία των καλλιτεχνικών μορφών που καλλιέργησε. Δείτε πώς εξευτελίζουν, όταν δανείζονται δόκιμες μορφές και πρακτικές, τα εθνικά γνωρίσματα μιας καλλιτεχνικής έκφρασης.

Εξευτέλισαν το ιαπωνικό ζεν για να υποκαταστήσουν τη φθαρμένη ψυχανάλυση· ταπείνωσαν τη μέθοδο των Ινδών γιόγκα για να αδυνατίσουν, χρησιμοποίησαν τους θρησκευτικούς ρυθμούς των νέγρων για να «φτιαχτούν».

Η μόδα τώρα είναι «έθνικ», δηλαδή κατεξευτελισμός των βαθύρριζων εθνικών καλλιτεχνικών μορφών, ξεριζωμένων από το έδαφός τους για να χρησιμοποιηθούν ως ράκη μιας μεταμοντέρνας κουρελούς, όπου αιώνων συμπεριφορές, αιώνων τελετουργικές μυσταγωγίες αποσπώνται από τον φυσικό, κοινωνικά λειτουργικό και μεμετρημένο αισθητικά χώρο τους και γίνονται γρανάζια μιας τερατώδους μηχανής που θύει και απολύει τάχα στην πολυπολιτισμικότητα. Η πολυπολιτισμικότητα, ενώ παρουσιάζεται ως αντίδοτο στην παγκοσμιοποίηση, είναι ο τροφοδότης της. Η παγκοσμιοποίηση του πολιτισμού είναι σαν τα κρεματόρια, που για να δουλέψουν χρειάζονται πτώματα και παραδίδουν στάχτη.

Δείτε τα σίριαλ που γίνονται διεθνή μπεστ σέλερ. Για να σαγηνεύσουν ταυτόχρονα χριστιανούς και μουσουλμάνους, βασιλόφρονες και μαρξιστές, φτωχούς και πλούσιους, αναλφάβητους και πτυχιούχους, μικρούς και μεγάλους, άνδρες και γυναίκες δεν έχουν ίχνος ιδεολογίας, ηθικής, παράδοσης, φιλοσοφίας, ιστορικής μνήμης, έχουν μόνο ευθύγραμμη πλοκή, παράδοξα, απροσδόκητα, ανατροπές για να συντηρούν το ενδιαφέρον. Για να μπορεί να συγκινηθεί την ίδια στιγμή όλο αυτό το ετερόκλητο τηλεκοινό, πρέπει να οδηγηθεί στα σπηλαία αισθήματα, στους φόβους, στους τρόμους και στις υπογάστριες χαρές των εποχών πριν από τον λόγο. Και προσφέρουν εικόνες.

Αν η κρίση στο Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης αδειάζει τις τσέπες σας χωρίς να υπολογίσει τον ιδρώτα που χύσατε, συχνά το αίμα και τον μόχθο που αδειάζει την ψυχή σας και σαν μπαλόνια πετώντας έχετε την ψευδαίσθηση ότι αποκτήσατε την ελευθερία σας από τις βαθιές σας ρίζες, ενώ σας έχουν ρυθμίσει μεθοδικά το πότε και πώς θα ξεφουσκώσετε.

Ο Μιχάλης Κατσαρός μάς προειδοποίησε πριν από σαράντα χρόνια: «Πάρτε μαζί σας νερό· το μέλλον μας έχει πολλή ξηρασία»!

Ποιος φοβάται την παγκοσμιοποίηση;

Δημήτρης Δημητράκος, εφ. Το Βήμα, 22/2/1998

Τον τελευταίο καιρό πολλοί είναι που εκστρατεύουν εναντίον της παγκοσμιοποίησης χωρίς να διευκρινίζουν ποτέ τι ακριβώς σημαίνει αυτός ο όρος. Δεκάδες δημοσιεύματα ειδημόνων και μη αναφέρονται σε αυτήν σαν να ήταν γενικώς γνωστό και διαδεδομένο το νόημά της και σαν να ήταν παγκοίνως αποδεκτό το ότι έχει τεράστιες βλαπτικές συνέπειες για την ανθρωπότητα. Χειρότερο ακόμη: είναι διάχυτη η νεφελώδης ιδέα ότι η παγκοσμιοποίηση αποτελεί μια τάξη πραγμάτων που επιβάλλει κάποια πλουτοκρατική συνωμοσία.

Οπως όλες οι συνωμοτικές αντιλήψεις της ιστορίας και της κοινωνικής πραγματικότητας, η αντίληψη αυτή είναι αφελής. Περιέχει, όμως, κάποια αλήθεια. Το περιεχόμενο αλήθειας της βρίσκεται στο ότι τωόντι ευνοούνται με την παγκοσμιοποίηση οι οικονομικώς και τεχνολογικώς προηγμένοι και ασφαλώς πλήττονται καίρια από αυτήν πολλοί από εκείνους που ανήκουν στις ασθενέστερες οικονομικές ομάδες, ενώ ορισμένες μορφές πολιτισμού περιθωριοποιούνται και απειλούνται με εξαφάνιση. Η παγκοσμιοποίηση όμως, όπως όλα τα μεγάλα ιστορικά διακυβεύματα, δεν αποτελεί «παίγνιο μηδενικού αθροίσματος»: το όφελος του ενός δεν ισοδυναμεί ούτε απόλυτα ούτε αναγκαία με την απώλεια του άλλου. Ούτε πραγματοποιείται προγραμματισμένα κατόπιν συγκεκριμένου σχεδίου των εχθρών της ανθρωπότητας.

Είναι νέο φαινόμενο;

Κατ' αρχήν, η παγκοσμιοποίηση δεν είναι καθόλου καινούργιο φαινόμενο. Η καθαρά οικονομική πλευρά της παγκοσμιοποίησης υπάρχει από τότε που ο καπιταλισμός γίνεται διεθνές φαινόμενο και χρειάστηκε η ιδιοφυΐα του Μαρξ για να το αναλύσει. Ο καπιταλισμός ως τρόπος παραγωγής επέφερε θέλοντας και μη ορισμένες ομοιομορφίες στην κοινωνική και πολιτική οργάνωση, ακόμη και στον πολιτισμό.

Η διεθνοποίηση του εμπορίου επέφερε και την αλληλεξάρτηση των οικονομιών, των τεχνολογιών και ως ένα βαθμό της πολιτικής. Οι μεγάλες χώρες, αρχικά, και πολλές μικρές αργότερα μεγάλωσαν το δίκτυο των διασυνδέσεων και των συμφερόντων πολύ πιο πέρα από τα σύνορά τους. Το κυριότερο, όμως, είναι ότι η ανάπτυξη της επιστημονικής γνώσης και της τεχνολογικής προόδου που συνδέθηκε μαζί της, σε συνδυασμό με την απελευθέρωση και την επέκταση του παγκόσμιου εμπορίου, συνέβαλαν στη δημιουργία ενός νέου και παγκόσμιας εμβέλειας τρόπου πολιτικής και οικονομικής οργάνωσης, γνώσης και νομικής τάξης. Αυτός ο τρόπος ζωής απέκτησε τη δική του δυναμική. Η ραγδαία του επικράτηση υπογράμμισε τον ενιαίο και αδιαίρετο χαρακτήρα της επιστημονικής και τεχνολογικής προόδου, καθώς και τη δυναμική της σύνδεση με την ελευθερία των συναλλαγών.

Το σημαντικό σε αυτή τη διαδικασία είναι ότι όταν απέκτησε συγκεκριμένο σχήμα και οι ιθύνοντες αντιλήφθηκαν το νόημά του, ουδείς θέλησε να μείνει εκτός της. Ιδιαίτερα στη σημερινή εποχή είναι ζήτημα ζωής και θανάτου για ένα κοινωνικό σύνολο να προσαρμοστεί σε αυτήν. Ενα από τα πιο τραγικά προβλήματα της εποχής μας είναι ακριβώς η ύπαρξη της Μεγάλης Τομής ανάμεσα σε χώρες που δεν μπορούν εύκολα να εκσυγχρονισθούν και να απολαύσουν τα αγαθά της νεωτερικότητας και της παγκοσμιοποίησης και στις άλλες που είναι προηγμένες και συμμετέχουν σε αυτές ενεργώς και επωφελώς γι' αυτές.

Ποικίλες αντιρρήσεις

Βέβαια οι αντιδράσεις στην παγκοσμιοποίηση είναι ποικίλες και όχι πάντα αβάσιμες, και προέρχονται τόσο από τη συντηρητική όσο και από τη ριζοσπαστική μερίδα της κοινωνίας. Είναι γεγονός ότι ο κόσμος της νεωτερικότητας, του παγκόσμιου εμπορίου και των κεφαλαιοκρατικών σχέσεων παραγωγής απομάκρυνε τον άνθρωπο, για το καλύτερο ή για το χειρότερο, από τη θαλπωρή που του πρόσφερε ο κόσμος της παράδοσης, ο οποίος «απομαγεύτηκε» όπως λέει ο Μαξ Βέμπερ. Μαζί του αποδυναμώθηκε και η συνεκτικότητα της κοινωνίας, όπως τονίζουν οι συντηρητικοί κριτικοί της νεωτερικότητας. Επιπλέον, η τάξη πραγμάτων που επιβάλλει αλλά και τα συμφέροντα που εξυπηρετεί η νέα παγκοσμιοποιημένη τάξη πραγμάτων βλάπτουν σοβαρά τις ασθενέστερες ομάδες στην κοινωνία. Και αυτό κινητοποιεί όχι τις συντηρητικές αλλά τις ριζοσπαστικές δυνάμεις της κοινωνίας, δηλαδή όλους όσοι υποστηρίζουν τον ασθενέστερο έναντι του ισχυρότερου ­ μια ροπή που αποτελεί τη βάση της κοινωνικότητας και της ηθικής σε οποιαδήποτε ανθρώπινη κοινωνία.

Με αυτή την έννοια οι αντιρρήσεις στην παγκοσμιοποίηση και στη νεωτερικότητα, με την οποία είναι σύμφυτη, είναι απόλυτα φυσιολογικές. Οπως απόλυτα εύλογη είναι οποιαδήποτε επιφύλαξη στην ιδέα ότι η παγκοσμιοποίηση αποτελεί κάποιου είδους πανάκεια που λύνει όλα τα προβλήματα. Οι συνήθως όμως εκφραζόμενες αντιρρήσεις στην παγκοσμιοποίηση εκφυλίζονται σε δαιμονολογίες ή ­ στην καλύτερη περίπτωση ­ σε εξηγήσεις που παίρνουν ως δεδομένο ότι όλες οι ανθρώπινες σχέσεις ανάγονται τελικά σε σχέσεις σύγκρουσης: όλες θεωρούνται παίγνια μηδενικού αθροίσματος, δηλαδή ό,τι κερδίζει ο ένας αντιστοιχεί απόλυτα με αυτό που χάνει ο άλλος. Αυτό μπορεί κάλλιστα να συμβαίνει σε ορισμένες περιπτώσεις. Αλλά δεν είναι αναγκαίο να συμβαίνει. Μπορεί σε μια συναλλαγή να ωφελούνται και οι δύο συναλλασσόμενοι, έστω και αν το όφελος του ενός είναι μεγαλύτερο από του άλλου. Και η παγκοσμιότητα σημαίνει μεταξύ άλλων τη βαθμιαία επικράτηση και ενός ήθους που καταξιώνει ως επιβιωτικά συμφερότερη την ειρηνική συναλλαγή έναντι της μεθόδου της σύγκρουσης ­ εφόσον η επιλογή είναι δυνατή.

Τα επιβιωτικά ωφελήματα

Η επικράτηση αυτού του ήθους είναι ένα άλλο στοιχείο της παγκοσμιότητας που δεν λαμβάνουν υπόψη τους οι επικριτές της. Μιλώντας για «αδιαφανή κέντρα» και για «καπιταλισμό του καζίνου», φαινόμενα που συσχετίζουν με την παγκοσμιότητα, παραθεωρούν ότι αυτή συνδέεται με την αναπόφευκτη συσσωμάτωση όχι μόνο των εθνικών οικονομιών αλλά και των θεσμικών πρακτικών σε μια ενιαία τάξη πραγμάτων. Δεν είναι νοητό πλέον να επικαλείται μια χώρα ή μια περιοχή την εθνική κυριαρχία της ή την πολιτιστική της ιδιαιτερότητα για να διατηρήσει τον θεσμό της δουλείας ή την παράδοση της κλειτοριδεκτομής. Η βαθμιαία επικράτηση των αρχών του διεθνούς δημοσίου ­ και όχι μόνο ιδιωτικού, δηλαδή εμπορικού - δικαίου είναι και αυτή αποτέλεσμα της παγκοσμιότητας.

Οι αντίπαλοι της παγκοσμιότητας δεν θέλουν να εννοήσουν ούτε τον ανεπίστρεπτο ούτε τον αναγκαίο χαρακτήρα της. Κυρίως δεν αντιλαμβάνονται ότι στην εποχή του κυβερνοχώρου η ίδια η έννοια του «κρατικού ελέγχου» πάνω σε ορισμένες διαδικασίες είναι αναχρονιστική. Το κράτος δεν μπορεί να ελέγξει τις παγκοσμιοποιητικές διαδικασίες.

Ιδιαίτερα για την Ελλάδα, οι αντιτιθέμενοι στην παγκοσμιότητα αγνοούν τα πλεονεκτήματα που μπορεί να αποκτήσει η χώρα μας με την ένταξη στο ευρώ το 2001, ίσως διότι τους φοβίζουν οι διαρθρωτικές αλλαγές που επιβάλλει η ανταγωνιστικότητα και η νομισματική ένωση. Ο συντηρητικός πάντα φοβάται αυτό που δεν μπορεί να ελέγξει. Ιδίως όταν αυτό δεν είναι καν οι αυτόνομες δυνάμεις εσωτερικές στην κοινωνία που ζει και η οποία του είναι γνώριμη, αλλά ο ανοιχτός, διάπλατος χώρος της οικουμένης που επιβάλλει την απόκτηση νέων νοοτροπιών.

Είναι βέβαιο ότι υπό τις παρούσες συνθήκες ταχύτατης πληροφόρησης και επεξεργασίας βάσεων δεδομένων οι κραδασμοί που επιφέρει η κερδοσκοπία σε παγκόσμια κλίμακα είναι πιο έντονοι από ό,τι ήταν στο παρελθόν. Η νομισματική κρίση στην Απω Ανατολή μαρτυρεί γι' αυτό. Το κόστος όμως της προσαρμογής στη νέα κατάσταση είναι δυνατόν να μειωθεί και να αποφευχθούν στο μέλλον αυτοί οι κραδασμοί. Εκείνο που είναι αδύνατον να επέλθει είναι η επιστροφή στη μη παγκοσμιότητα.

*Ο κ. Δημήτρης Δημητράκος είναι καθηγητής της Πολιτικής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.

Γ'. Βιβλιογραφία