Αρχική σελίδα → Ιστορία → Αρχαία ελληνική ιστορία

Μινωικοί πλόες τον 21ο αιώνα

Μαρία Θερμού, εφ. Το Βήμα, 20/1/2002

Ένα ερευνητικό πρόγραμμα το οποίο αποσκοπεί στην ανακατασκευή ενός πλοίου από την εποχή της κρητικής θαλασσοκρατορίας στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο υλοποιείται από το Ναυτικό Μουσείο Χανίων


Τοιχογραφία από το Ακρωτήρι της Θήρας με παράσταση πλοίου της εποχής


Με τους είκοσι τέσσερις κωπηλάτες του, τον κυβερνήτη και τους δύο πηδαλιούχους, είχε τη δυνατότητα να αναπτύξει ταχύτητα ως 4 μίλια την ώρα. Ηταν ένα ταξίδι επικίνδυνο, που γινόταν μόνο την ημέρα σε μια πορεία που απέφευγε την ανοικτή θάλασσα, ακολουθώντας τη γραμμή των παραλίων. Πριν από τρεισήμισι χιλιάδες χρόνια η ναυσιπλοΐα καθοριζόταν από παράγοντες αδιανόητους σήμερα. Πρωταγωνιστές ήταν αυτά τα μικρά σκάφη, που οι απεικονίσεις τους έχουν φθάσει ως εμάς μέσα από κάποιες παραστάσεις μόνο, όπως αυτές του Ακρωτηρίου της Θήρας. Και ένα τέτοιο σκάφος, που όμοιά του αποτελούσαν τον στόλο του Μίνωα, πρόκειται να κατασκευάσει το Ναυτικό Μουσείο Χανίων στο πλαίσιο ενός προγράμματος, το οποίο έχει αναλάβει ειδική ομάδα ερευνητών της αρχαίας ναυπηγικής. Απώτερος στόχος το παρθενικό ταξίδι του πλοίου να γίνει το 2004, την εποχή των Ολυμπιακών Αγώνων, ακολουθώντας μια πορεία παραπλήσια με εκείνες της μινωικής εποχής: Από την Κρήτη στην Πελοπόννησο - τη Μονεμβασία συγκεκριμένα -, από εκεί στη Σαλαμίνα και τέλος στον Πειραιά.

«Πρόκειται για μια πιστά ανακατασκευασμένη και τεκμηριωμένη από όλες τις απόψεις εκδοχή ενός μινωικού πλοίου, για την οποία θα επιδιωχθεί ο μέγιστος, επιστημονικά δυνατός βαθμός αυθεντικότητας» λέει ο διευθυντής του προγράμματος, πλοίαρχος κ. Απόστολος Κούρτης, καθηγητής στην έδρα Ναυτικής Ιστορίας της Σχολής Ναυτικών Δοκίμων. Αν λοιπόν τα αρχαιολογικά ευρήματα - απεικονίσεις των πλοίων αλλά και πινακίδες της Γραμμικής Β´ γραφής από τις Μυκήνες, όπου αναφέρεται η λέξη ΝΑ-U-DO-ΜΟ δηλαδή ναυπηγός - αποτελούν τις πηγές της έρευνας, η εφαρμογή μιας σύγχρονης μεθοδολογίας εμπειρογνωμικής προσέγγισης, όπως χαρακτηρίζεται, αποσκοπεί στην εξαντλητική έρευνα όλων των παράλληλων παραμέτρων που έχουν σχέση με το περιβάλλον της εποχής και τις συνθήκες του, οι οποίες παραμένουν αμετάβλητες ως σήμερα. Οι πρώτες ύλες - το ξύλο, το σχοινί, το ύφασμα για τα πανιά - δεν αλλάζουν. Ούτε ο άνεμος, ο κυματισμός της θάλασσας ή η τοπογραφία. «Γνωρίζουμε επομένως με βεβαιότητα τον στίβο μέσα στον οποίο δοκιμαζόταν και επιβίωνε το μινωικό πλοίο» λέει ο κ. Κούρτης.

Η χρήση της τεχνολογίας της εποχής κατά την οποία διαμορφώθηκε ο συγκεκριμένος τύπος πλοίου είναι η επόμενη δέσμευση των ερευνητών, που κατασκεύασαν ήδη από ορείχαλκο τα πέντε βασικά εργαλεία που θα χρησιμοποιηθούν, τον πέλεκυ, το πριόνι, την αξίνη, το τοξοτρύπανο και το κοπίδι. Με αυτά θα κατασκευαστεί το πλοίο από ξύλο κυπαρισσιού, που αφθονούσε την εποχή εκείνη σε όλο το Αιγαίο. Χαρακτηριστικό του, το ίδιο δακρυόσχημο σκαρί που υπολογίζεται ότι είχε κατά την προϊστορική εποχή, ενώ το μήκος του θα είναι 16 μέτρα, το πλάτος 4 και το ύψος του κύτους του μόλις 1,5 μέτρο. Καρφιά δεν πρόκειται να χρησιμοποιηθούν δεδομένου ότι ο χαλκός ήταν δυσεύρετο ακόμη υλικό, έτσι για τη συνδεσμολογία των ξύλων μεταξύ τους θα χρησιμοποιηθεί υποχρεωτικά ο πολύ διαδεδομένος στη Μεσόγειο τρόπος του «ραψίματος» με σχοινιά.

«Τα μινωικά πλοία δεν είχαν τον συμβατικό σκελετό που γνωρίζουμε σήμερα, αλλά διέθεταν μια πολύ ασυνήθιστη δομή, που στηριζόταν σε προεντεταμένα στοιχεία, δηλαδή λυγισμένα ξύλινα τόξα, που η απόληξή τους δημιουργεί το χαρακτηριστικό πρυμναίο έμβολο των πλοίων αυτής της τυπολογίας» επεξηγεί ο κ. Κούρτης. Τα θεωρητικά συμπεράσματα της έρευνας άλλωστε είναι ήδη έτοιμα και μέσω αυτών η ομάδα οδηγήθηκε σε ένα ακριβές ηλεκτρονικό μοντέλο, το οποίο και παρουσιάζεται σήμερα σε ειδική εκδήλωση στο Πολεμικό Μουσείο. Ακολουθούν το στάδιο της κατασκευής ενός δοκιμαστικού μοντέλου, μήκους 3 μέτρων, εν συνεχεία η ναυπήγηση του πλοίου στην Κρήτη, η οποία υπολογίζεται να ολοκληρωθεί σε 15 μήνες και, τέλος, οι δοκιμαστικοί πλόες.