Αρχική σελίδα → Ιστορία → Μεσαιωνική Ιστορία

Στ' Οικουμενική Σύνοδος

Ιωάννα Ζούλα, εφ. Το Βήμα, 7/9/2003

Κωνσταντινούπολη 680-1

Την αίρεση που είναι γνωστή ως μονοθελητισμός - μονοενεργητισμός είχε να αντιμετωπίσει η Στ' Οικουμενική Σύνοδος την οποία συνεκάλεσε το 680-1 στην Κωνσταντινούπολη ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Δ' ο Πωγωνάτος. Για τις ακριβείς συνθήκες δημιουργίας της αίρεσης και για τους πρωτεργάτες της δεν υπάρχει ομοφωνία των ειδικών. Οι γνώμες ωστόσο συγκλίνουν στην παραδοχή ότι επρόκειτο για παρακλάδι του μονοφυσιτισμού. Κυριότεροι εκπρόσωποί της θεωρούνται οι πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως Σέργιος, Πύρρος, Παύλος και Πέτρος, ο πατριάρχης Αλεξανδρείας Κύρος, ο πατριάρχης Αντιοχείας Μακάριος, ο επίσκοπος Φαράν Θεόδωρος, ο Πάπας Ονώριος A' και άλλοι.

Το κυριότερο δόγμα του μονοθελητισμού - μονοενεργητισμού εκφράζεται στον συλλογισμό ότι αν ο Χριστός είχε μία φύση, τη θεϊκή, όπως δίδασκαν οι μονοφυσίτες, άρα δεν μπορούσε να έχει επίσης παρά μία θέληση και μία ενέργεια, τη θεϊκή.

Λόγοι πολιτικοί και αμυντικοί της Αυτοκρατορίας οδήγησαν στην επικράτηση αυτής της αιρετικής διδασκαλίας, γεγονός που προκάλεσε τεράστια αναστάτωση όχι μόνο στην εκκλησία αλλά και στους πιστούς. Μπροστά στον κίνδυνο να προσεταιριστούν πρώτα οι Πέρσες και μετά οι Αραβες τους πληθυσμούς των εκτεταμένων μονοφυσιτικών επαρχιών του κράτους, και στην προσπάθειά τους να αποκαταστήσουν την ενότητα της αυτοκρατορίας, οι αυτοκράτορες Ηράκλειος A' και Κώνστας B' επέβαλαν τον μονοθελητισμό - μονοενεργητισμό. Παρ' όλα αυτά οι πολιτικοί - αμυντικοί στόχοι δεν επιτεύχθηκαν, και οι Άραβες κατέλαβαν τις επίμαχες επαρχίες, τη Μεσοποταμία, την Παλαιστίνη, την Αίγυπτο. Στην αυτοκρατορία απέμεινε η πικρή διχόνοια που την ταλάνισε για μεγάλο διάστημα.

Επιφανέστεροι πολέμιοι του μονοθελητισμού - μονοενεργητισμού και υπέρμαχοι της ορθοδοξίας αναδείχθηκαν ο Πάπας Μαρτίνος A' και ο διαπρεπής θεολόγος Μάξιμος ο Ομολογητής. Είχαν και οι δύο κακό τέλος. Διατάχθηκε η σύλληψη και η μεταφορά τους στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί δικάστηκαν και καταδικάστηκαν σε εξορία, ο Πάπας Μαρτίνος στη Χερσώνα, ο Μάξιμος στη Λαζική, όπου πέθαναν και οι δύο από τις κακουχίες και την κακομεταχείριση.

Ο Κωνσταντίνος Δ' δεν ενδιαφερόταν ιδιαίτερα για τα θεολογικά ζητήματα. Ήθελε όμως να τερματιστεί η διχόνοια που είχε προκαλέσει ο μονοθελητισμός και να αποκατασταθεί η ομόνοια και η ενότητα στην εκκλησία και στο κράτος. Με αυτόν τον σκοπό, και πεπεισμένος από τα διδάγματα του παρελθόντος ότι κάθε προσπάθεια συμβιβασμού με τον μονοφυσιτισμό και τα παρακλάδια του ήταν μάταιη, συνεκάλεσε την Στ' Οικουμενική Σύνοδο. Πήραν μέρος σε αυτήν 174 ιεράρχες, μεταξύ των οποίων και αντιπρόσωποι από τη Δύση.

H σύνοδος καταδίκασε τον μονοθελητισμό και αναθεμάτισε τους πρωτεργάτες του.

ΑΓΙΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ο ΜΕΓΑΣ (293-373)

Ο Άγιος Αθανάσιος γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια όπου και έλαβε φιλοσοφική και θεολογική παιδεία. Το 325, ως νεαρός διάκονος, συνόδευσε τον επίσκοπο Αλεξανδρείας Αλέξανδρο στην A' Οικουμενική Σύνοδο της Νίκαιας. Εκεί ο Αθανάσιος διακρίθηκε για τη δραστηριότητα που ανέπτυξε κατά της αίρεσης του αρειανισμού και για τη συμβολή του στη σύνταξη του Συμβόλου της Πίστεως. Το 328 ο Αλέξανδρος πέθανε και τον διαδέχθηκε ο Αθανάσιος.

Ακλόνητος υπερασπιστής της Ορθοδοξίας, ο Αθανάσιος γνώρισε πολλούς διωγμούς. Το 336, με αβάσιμες κατηγορίες και χωρίς δίκη, ο Μέγας Κωνσταντίνος τον εξόρισε στη Ρηνανία. Το 337, μετά τον θάνατο του Κωνσταντίνου, ο Αθανάσιος επέστρεψε στην Αλεξάνδρεια. Ακολούθησαν όμως άλλες διώξεις, από τον φιλαρειανό Κωνστάντιο B', γιο του Κωνσταντίνου και αυτοκράτορα της Ανατολής πρώτα και όλης της Αυτοκρατορίας κατόπιν. Τον Αθανάσιο εξόρισαν επίσης οι αυτοκράτορες Ιουλιανός ο Παραβάτης και Ουάλης, φιλαρειανός και αυτός.

Στα διαλείμματα ανάμεσα στις εκτοπίσεις του ο Αθανάσιος επέστρεφε στην Αλεξάνδρεια. Το μακροχρονιότερο από αυτά τα διαλείμματα ήταν η δεκαετία 346-356, η ευτυχέστερη ίσως περίοδος της ζωής του και η πιο αποδοτική.

Με το πλούσιο έργο και τη διδασκαλία του ο Αθανάσιος συνέβαλε αποφασιστικά στη διαμόρφωση και στην εδραίωση της ορθόδοξης πίστεως.

Τα λίγα τελευταία χρόνια της ζωής του ο Αθανάσιος κατόρθωσε να τα περάσει ειρηνικά στην Αλεξάνδρεια, όπου και πέθανε.