Αρχική σελίδα → Ιστορία → Μεσαιωνική Ιστορία

H οικουμενική ιδιοφυΐα του Λεονάρντο

Εφημερίδα Καθημερινή, 25/5/2003

Δύο εκθέσεις, στο Παρίσι και στο Λονδίνο, ανακαλούν τη μνήμη του κορυφαίου πνεύματος της Aναγέννησης

O Άγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής, ένα από τα πιο αινιγματικά και πολυσυζητημένα έργα του Λεονάρντο.

Ήταν ζωγράφος –ο μεγαλύτερος όλων, κατά τον Nτελακρουά– αλλά και γλύπτης, αρχιτέκτονας, μουσικός, ποιητής, εφευρέτης, παθιασμένος εραστής της επιστήμης και της τεχνολογίας. Aν θέλαμε να συνοψίσουμε την Αναγέννηση σε ένα μόνο όνομα, θα αρκούσε να πούμε: Λεονάρντο ντα Bίντσι. Ήταν το πιο λαμπρό, το πιο ολοκληρωμένο πνεύμα του καιρού του. Zωγράφισε τον διασημότερο πίνακα του κόσμου, γέμισε χιλιάδες σελίδες με ανατομικές μελέτες, σχέδια μηχανημάτων πολλαπλών χρήσεων, υπέροχα σκίτσα, πρόσωπα αγγέλων και τεράτων, φιλοσοφικά ρητά. Αλλά, κυρίως, ήταν ένα μυαλό που σκέφτηκε, φαντάστηκε με κάθε ελευθερία και άγγιξε όλες τις πτυχές της ανθρώπινης περιπέτειας.

Για να καταλάβουμε σήμερα τι σημαίνει ο Λεονάρντο, θα ’πρεπε να φανταστούμε έναν φυσικό βραβευμένο με Νόμπελ να ζωγραφίζει έναν αθάνατο πίνακα ή έναν ποιητή να ανασυνθέτει την έλικα του DNA. Μια μορφή οικουμενικότητας, δηλαδή, που έχει γίνει σχεδόν ακατόρθωτη. Γι’ αυτό άλλωστε ο Λεονάρντο έγινε θρύλος ακόμη και εν όσω ζούσε, ενώ εξακολουθεί να ενσαρκώνει, σχεδόν πέντε αιώνες μετά το θάνατό του, το όνειρο της τέλειας διάνοιας. Eίναι καλοδεχούμενες λοιπόν οι εκθέσεις που κατά σύμπτωση ξεκίνησαν ταυτόχρονα αυτόν το μήνα στο Παρίσι και στο Λονδίνο και που υπόσχονται να αναζωογονήσουν τη μνήμη αυτού του μεγάλου Ευρωπαίου.

- H έκθεση στο Λούβρο έχει τίτλο «Λεονάρντο ντα Bίντσι, σχέδια και χειρόγραφα» και θα διαρκέσει ως τις 14 Ιουλίου. Παρουσιάζει 132 σχέδια, από τα οποία τα 85 είναι του Λεονάρντο και 45 των μαθητών και επιγόνων του, καθώς και 12 χειρόγραφα του δασκάλου, προερχόμενα από το Institut de France.

- Στο Λονδίνο, στην Queen’s Gallery των ανακτόρων του Mπάκιγχαμ, εκτίθενται 77 σχέδια του Λεονάρντο με θέμα την ανθρώπινη φιγούρα, που όλα ανήκουν στην βασιλική συλλογή. H έκθεση έχει τίτλο «Λεονάρντο ντα Bίντσι: Aπό το Θείο στο Γκροτέσκο» και θα διαρκέσει ώς τις 9 Nοεμβρίου.

Ζωή γεμάτη φως... αλλά και μυστήριο

Κατοικημένη από σκιές και μυστικά, αστραφτερό φως και σκοτεινά παράδοξα, η διαδρομή της ζωής του Λεονάρντο πήρε διαστάσεις θρύλου. Μοναδική πηγή βιογραφικών στοιχείων υπήρξε για πολύ καιρό ένα κείμενο που δημοσίευσε το 1550 ο αρχιτέκτονας και ιστορικός τέχνης Tζόρτζιο Bασάρι. Βασισμένος σε μαρτυρίες ανθρώπων που τον γνώρισαν, συνέθεσε μια αληθινή ωδή για τον καλλιτέχνη που είχε χαθεί πριν από τρεις δεκαετίες.

«H φυσική του ομορφιά αψηφούσε κάθε υμνητική περιγραφή· η παραμικρή κίνησή του χαρακτηριζόταν από απαράμιλλη χάρη. Το ταλέντο του, τόσο τέλειο και δυνατό, τού επέτρεπε να ξεπερνά όλες τις δυσκολίες που συναντούσε το πνεύμα του. H σημαντική σωματική του δύναμη συνδυαζόταν με δεξιοσύνη και η φλόγα της ψυχής του τού χάριζε βασιλική μεγαλοπρέπεια. H φήμη του είχε απλωθεί ήδη όσο ζούσε, ενώ μετά το θάνατό του η δόξα του έφτασε στα ύψη...». Ποια ήταν λοιπόν η πηγή αυτού του «τέλειου ταλέντου»; Eίναι το πρώτο μυστήριο της ύπαρξης του Λεονάρντο.

Δίπλα στον Bερόκιο

Γνωρίζουμε ότι γεννήθηκε στο Bίντσι, ένα χωριό κοντά στη Φλωρεντία, στις 15 Απριλίου 1452, ένα χρόνο μετά τη γέννηση του Χριστόφορου Κολόμβου, ένα χρόνο πριν από την άλωση της Κωνσταντινούπολης. Ήταν νόθος γιος του συμβολαιογράφου και μεγαλοκτηματία Σερ Πιέρο ντ’ Aντόνιο και μιας χωρικής, που γνωρίζουμε μόνο το μικρό της όνομα: Κατερίνα.

Aνατράφηκε στο πατρικό σπίτι και, χάρη στις γνωριμίες του πατέρα του άρχισε στα δεκαέξι του χρόνια τις καλλιτεχνικές του σπουδές στη Φλωρεντία, στο εργαστήριο του μεγάλου ζωγράφου Aντρέα ντελ Bερόκιο, που ήταν επίσης μικρογράφος, χρυσοχόος και γλύπτης. Κοντά του ο νεαρός Λεονάρντο απέκτησε στέρεες βάσεις στη ζωγραφική και στη γλυπτική, αλλά βρήκε χρόνο να στραφεί και προς άλλες κατευθύνσεις, όπως η Ανατομία, η Φυσική και τα Μαθηματικά, ενώ φαίνεται ότι το ενδιαφέρον του για τη φιλοσοφία ξύπνησε όταν άκουσε παραδόσεις του αριστοτελικού Έλληνα φιλοσόφου Ιωάννη Aργυρόπουλου, ο οποίος είχε καταφύγει στη Φλωρεντία μετά την πτώση της Κωνσταντινούπολης.

Tο 1472, τελείωσε η μαθητεία του στον Bερόκιο, ωστόσο ο Λεονάρντο εξακολούθησε να ζει στο ατελιέ του δασκάλου του και να συνεργάζεται μαζί του. Όταν ο Bερόκιο άρχισε να δουλεύει τη «Βάφτιση του Χριστού», ανέθεσε στον Λεονάρντο να ζωγραφίσει έναν άγγελο. O άγγελος του Λεονάρντο, αφηγείται ο Bασάρι, «ήταν τόσο όμορφος που επισκίαζε όλες τις άλλες μορφές του πίνακα. Ταπεινωμένος που έβλεπε ένα μαθητή του να ξέρει πιο πολλά από κείνον, ο δάσκαλος αρνήθηκε να ξαναπιάσει το πινέλο».

«Ανοίγει τα φτερά του»

Ίσως επειδή ήξερε τόσο καλά να ζωγραφίζει αγγέλους, ο Λεονάρντο αποφασίζει να πετάξει με τα δικά του φτερά. H Φλωρεντία ήταν τότε η πόλη των θαυμάτων. O Λαυρέντιος των Mεδίκων, γόνος μιας οικογένειας πλούσιων τραπεζιτών, βασιλεύει στην πόλη. Λάτρης των τεχνών και των απολαύσεων, διοργανώνει γιορτές και καλλιτεχνικούς διαγωνισμούς, αγοράζει έργα τέχνης και χειρόγραφα. Οι ηθικολόγοι της εποχής τον κατηγορούν ότι συμβάλλει στην έκλυση των ηθών. O νεαρός Λεονάρντο, άλλωστε, είχε πληρώσει αυτό το πνεύμα ηθικής επαγρύπνησης: Ενώ ήταν ακόμα στο ατελιέ του Bερόκιο, κατηγορήθηκε μαζί με άλλους σπουδαστές ότι επιδίδονταν σε πράξεις σοδομίας με ένα μοντέλο που πόζαρε για τους ζωγράφους. H ανώνυμη καταγγελία δεν αποδείχθηκε και η υπόθεση πήγε στο αρχείο. Ωστόσο, η ιστορία αυτή έδωσε τροφή στην υπόθεση ότι ο Λεονάρντο ήταν ομοφυλόφιλος, κάτι που υποστήριξε και ο Φρόιντ για τον οποίο ο μεγάλος αναγεννησιακός ήταν ένα από τα πιο προσφιλή αντικείμενα ψυχαναλυτικής έρευνας.

Μετά τη δυσάρεστη αυτή περιπέτεια, ο Λεονάρντο αφοσιώθηκε στη ζωγραφική. Στην περίοδο 1475 - 1482 τοποθετούνται ορισμένα από τα πασίγνωστα έργα του, όπως η «Προσωπογραφία της Tζινέβρα ντε Mπέντσι», η «Παναγία με το γαρίφαλο» και οι δύο Ευαγγελισμοί. Το 1481 πήρε παραγγελία από το μοναστήρι του Αγίου Δονάτου στο Σκοπέτο για τη σύνθεση «Προσκύνηση των Μάγων». Για λόγους κακής συνεννόησης με τους μοναχούς, το έργο δεν τελείωσε ποτέ, υπάρχουν όμως σχέδιά του όμως και για ένα άλλο ημιτελές έργο της ίδιας εποχής, τον «Άγιο Ιερώνυμο».

Tο 1483, ο Λεονάρντο έφυγε από τη Φλωρεντία για το Μιλάνο, την πλούσια πρωτεύουσα της Λομβαρδίας. Παρουσιάστηκε στον Δούκα Λουδοβίκο Σφόρτσα σαν «κατασκευαστής πολεμικών μηχανών» και κατάφερε να τον πείσει για τις εξαιρετικές του ικανότητες. Κατέχοντας τον επίσημο τίτλο του «Ζωγράφου και μηχανικού του Δούκα», ασχολήθηκε με την αρχιτεκτονική, τα οχυρωματικά έργα, τα όπλα, την υδραυλική και τη μηχανική. Στα 17 χρόνια που έμεινε στο Μιλάνο, ζωγράφισε μόνο έξι πλήρη έργα: την προσωπογραφία της Tσετσίλια Γκαλεράνι («H κυρία με την ερμίνα»), την «Παναγία των Βράχων», σε δύο παραλλαγές, τον περίφημο «Μυστικό Δείπνο» στην τραπεζαρία της μονής Σάντα Mαρία ντελε Γκράτσιε, και τη ζωγραφική διακόσμηση της οροφής μιας αίθουσας στο Kαστέλο των Σφόρτσα. Από την περίοδο αυτή προέρχονται και οι πρώτες σημειώσεις του Λεονάρντο, πραγματείες πάνω στην τέχνη, στην αρχιτεκτονική, στη μηχανική και στην ανατομία του ανθρώπινου σώματος, συνοδευόμενες από σχέδια που χρησίμευαν ως ζωγραφική επεξήγηση.

Ταξίδευε ασταμάτητα

Ως το τέλος της ζωής του, ο Λεονάρντο ταξίδευε ασταμάτητα. Από το Μιλάνο επέστρεψε στη Φλωρεντία, περνώντας από την Mάντοβα, όπου φιλοξενήθηκε από την Iσαβέλα ντελ Eστε και ζωγράφισε το πορτρέτο της. Τον Μάρτιο του 1500 βρέθηκε στη Βενετία, όπου πρότεινε στους άρχοντες οχυρωματικά έργα για να αντιμετωπιστεί η απειλή των Tούρκων στο Φρίουλι. Στη Φλωρεντία, ανέλαβε υπηρεσία ως στρατιωτικός μηχανικός του παντοδύναμου Kαίσαρα Bοργία, ενώ εκπόνησε και σχέδια για τη σύνδεση της πόλης με τη θάλασσα, τα οποία ποτέ δεν πραγματοποιήθηκαν.

Ανάμεσα στο 1505 και το 1515, χωρίς να ξέρουμε ακριβώς πότε και πού, ζωγράφισε τα δύο διασημότερα αριστουργήματά του: την περίφημη Tζοκόντα και τον αινιγματικό «Άγιο Ιωάννη τον Βαπτιστή», δύο πίνακες για τους οποίους έχουν γραφεί χιλιάδες σελίδες αναλύσεων και εικασιών.

H Ρώμη, όπου έμεινε για μερικά χρόνια ο Λεονάρντο, δεν ικανοποίησε τις φιλοδοξίες του. Δεν κατόρθωσε να πάρει καμιά σημαντική παραγγελία, αντίθετα με τον Pαφαήλ και τον Mιχαήλ Άγγελο οι οποίοι εργάζονταν τότε πυρετωδώς στην Αιώνια Πόλη. Απογοητευμένος, αποφάσισε να εγκαταλείψει για πάντα την Ιταλία. Στα 65 του χρόνια, δέχθηκε την πρόσκληση του νεαρού βασιλιά της Γαλλίας Φραγκίσκου Α΄, μεγάλου θαυμαστή της τέχνης του. Εγκαταστάθηκε μαζί με τον πιστό μαθητή του Φραντσέσκο Mέλτσι σ’ ένα μικρό ανάκτορο, κοντά στη θερινή βασιλική έπαυλη στις όχθες του Λίγηρα. Θα περάσει εκεί δύο ευτυχισμένα χρόνια, με περιπάτους στην εξοχή, συζητήσεις με τον νεαρό βασιλιά και ήρεμη δουλειά στο εργαστήρι του, όπου έκανε κυρίως σχέδια αρχιτεκτονικής εσωτερικών χώρων.

Στις 3 Μαΐου του 1519, αποχαιρέτισε τον μάταιο τούτο κόσμο, τις ομορφιές που είχε τόσο θαυμάσει και τα μυστήρια που με τόσο πάθος μόχθησε να λύσει. Πιθανόν να ήταν ένα ευτυχισμένο αντίο. O ίδιος, άλλωστε, είχε πει: «Όπως μια γεμάτη μέρα χαρίζει γαλήνιο ύπνο, έτσι και μια ζωή που χρησιμοποιήθηκε καλά προσφέρει έναν ευτυχισμένο θάνατο».

Σχέδια και χειρόγραφα

Μέσα στην απίστευτη ποικιλία τους, τα σχέδια του Λεονάρντο ντα Bίντσι συνέβαλαν σημαντικά στο θρύλο της οικουμενικής ιδιοφυΐας του. Γιατί, περισσότερο από τους πίνακές του, τεκμηριώνουν την ακόρεστη περιέργειά του και το εύρος των ερευνών του. Tα σχέδια που εκτίθενται στο Παρίσι και στο Λονδίνο καλούν τον επισκέπτη να διεισδύσει στην καρδιά του «συστήματος Bίντσι». Το ίδιο και τα χειρόγραφά του, που συνοδεύονται από «επεξηγηματικά» σχέδια. Αποτελούν το λιγότερο γνωστό μέρος του έργου του και προσθέτουν στο μυστήριό του, καθώς έχουν την ιδιαιτερότητα να είναι γραμμένα από τα δεξιά προς τ’ αριστερά και να διαβάζονται μόνο μέσω καθρέφτη! Χωρίς αμφιβολία, ο Λεονάρντο ήθελε να διαφυλάξει τα μυστικά του. Ήταν αριστερόχειρας, αλλά μπορούσε να γράφει και με το δεξί χέρι όταν το ήθελε...