Αρχική σελίδα → Ιστορία → Νεότερη ελληνική ιστορία

«Αριστοκράτες» και «αγροίκοι» του '21

Μαίρη Παπαγιαννίδου, εφ. Το Βήμα, 24/3/2002

Τα πρόσωπα πίσω από τον αγώνα για την ανεξαρτησία

Στις 13 Μαρτίου 1821 ο Παλαιών Πατρών Γερμανός υψώνει το λάβαρο της Επανάστασης - το πέτασμα της Ωραίας Πύλης του ναού - στη Μονή της Αγίας Λαύρας. Δώδεκα ημέρες αργότερα, στις 25 Μαρτίου, ευλογεί τους επαναστάτες που ξεκινούν για τα Καλάβρυτα. Η ημερομηνία αυτή έμελλε να οριστεί ως η επίσημη επέτειος έναρξης του Αγώνα. Τι είχε προηγηθεί; Πώς έγινε και ξεκίνησε η Επανάσταση στην Πελοπόννησο εκείνη ακριβώς τη στιγμή; Πώς αποτινάχτηκε μέσα σε λίγα χρόνια ένας ζυγός τεσσάρων αιώνων; Ποιοι ήταν οι ήρωες αυτού του πολέμου και ποιοι οι αποδιοπομπαίοι τράγοι του; Σκοτεινές πτυχές του 1821, κυρίως αυτές που αφορούν την εμφύλια διαμάχη που είχε ξεσπάσει μεταξύ κλεφτών και κοτζαμπάσηδων, κοτζαμπάσηδων και Φαναριωτών, αντίπαλων οικογενειών και αρχόντων της κάθε επαρχίας, έχουν αποσιωπηθεί στις διάφορες Ιστορίες της Ελληνικής Επανάστασης. Προϊόντος του χρόνου παρεξηγημένες μορφές και σφάλματα άρχισαν να έρχονται στην επιφάνεια. Την επίσημη ιστορία αναθεώρησε μεταξύ των πρώτων ο Γιάννης Σκαρίμπας, με το θεωρούμενο αιρετικό τρίτομο έργο του Το '21 και η Αλήθεια και στη συνέχεια με το ιστορικό δοκίμιό του Το '21 και η Αριστοκρατία του.

Ανάμεσα σε αυτούς τους «αριστοκράτες» συγκαταλεγόταν και ο Κανέλλος Δεληγιάννης, 41 ετών το '21, που σκιαγραφείται με όλα τα κληροδοτημένα χαρακτηριστικά της φατρίας του («κοτζαμπάσικη δολιότητα» όπως προκύπτει από την αφήγηση), αλλά και με την αδυναμία του να αντιληφθεί τις απαιτήσεις της εποχής, όπως τουλάχιστον παρουσιάζεται στο βιβλίο του Κωστή Παπαγιώργη. Ενας άλλος - για τον οποίο μαθαίνουμε από το βιβλίο του Αθανάσιου Θ. Φωτόπουλου - ήταν ο Παναγιώτης Γιατράκος, γόνος οικογενείας που θεωρούσε ότι καταγόταν από τους Μεδίκους της Φλωρεντίας! Και οι δύο προσέφεραν στον Αγώνα τις τεράστιες περιουσίες τους και πρωτοστάτησαν σε αυτόν - ο πρώτος δεν μπήκε ποτέ στη μάχη, ο δεύτερος αναδείχθηκε σε έναν από τους πιο φημισμένους οπλαρχηγούς της Πελοποννήσου. Ενα σοβαρό βέβαια ερώτημα είναι πώς σχηματίστηκαν αυτές οι τεράστιες περιουσίες, προτού προσφερθούν στην Επανάσταση. Η μελέτη των γεγονότων δίνει τη λύση στους γρίφους της ιστοριογραφίας.

Εικόνες χωρίς σχόλια

Αν θελήσουμε να σχηματίσουμε μια άποψη για τα πραγματικά γεγονότα, συνωμοσίες και υπαναχωρήσεις των προυχόντων, πράξεις γενναιότητας αλλά και αγριότητας των κλεφτών και των αρματολών, το βιβλίο του Βάσου Τσιμπιδάρου περιλαμβάνει ένα απάνθισμα κειμένων και μαρτυριών της εποχής. Τα αποσπάσματα στο βιβλίο του θα μπορούσαν να είναι λήψεις του CNN, αν υπήρχε το κανάλι εκείνη την εποχή. Εικόνες που εντυπώνονται στη μνήμη, αλλά λείπει η ερμηνεία και η ένταξή τους στις συνθήκες της εποχής, που θα μπορούσε να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα: βαρβαρότητες, θηριωδίες, προδοσίες. Ορισμένα περιστατικά προξενούν τέτοιον αποτροπιασμό που σίγουρα θα κόβονταν από τη σημερινή τηλεόραση ή θα προβάλλονταν με θολή εικόνα. Ο βετεράνος δημοσιογράφος αφήνει τον αναγνώστη να βγάλει μόνος του συμπεράσματα διαβάζοντας τι έγραψε ο Παπαρρηγόπουλος και ο Finley, ο Παλαιών Πατρών Γερμανός και ο Κανέλλος Δεληγιάννης, ο Φ. Φωτάκος και ο Μακρυγιάννης, ο Βυζάντιος και ο Πιπινέλης, αλλά πάντα μέσα από επιλεγμένα αποσπάσματα από τα έργα (των οποίων μάλιστα δεν αναφέρεται η έκδοση) απ' όπου αντλήθηκαν. Διαβάζουμε, λόγου χάρη, όσα γράφει ο Finley για τη Μάνη, ότι δηλαδή είναι λάθος η διαδεδομένη άποψη πως δεν υποτάχτηκε ποτέ σε ξένο κατακτητή. «Το γεγονός είναι πως η Μάνη υποτάχτηκε στην κυριαρχία των Ρωμαίων, των Βυζαντινών αυτοκρατόρων, των Σλάβων, των Φράγκων, των Βενετών και των Οθωμανών σουλτάνων. Ποτέ όμως δεν ήταν δουλική, σπάνια δε μια υπάκουη επαρχία». Θα το θυμηθούμε αυτό, όταν θα παρακολουθούμε τα έργα και τις ημέρες της οικογένειας των Γιατράκων στην περιοχή της Μάνης και της Λακωνίας.

Η πολιτική σκηνή της εποχής


Σωτήριος Χρηστίδης, «Το ηρώον της Ελληνικής Επαναστάσεως». Από το λεύκωμα του Απόστολου Δούρβαρη «Σωτήριος Χρηστίδης (1858-1940)»


Η περίπτωση της οικογένειας του Κανέλλου Δεληγιάννη από τα Λαγκάδια, όπως φωτίζεται στο δοκίμιο του Κωστή Παπαγιώργη, είναι ενδεικτική για τον πολυσύνθετο χαρακτήρα του '21, τους φατριασμούς και την αλληλοϋπονόμευση. Η εξιστόρηση των γεγονότων του Αγώνα στο βιβλίο του Παπαγιώργη βασίζεται στα Απομνημονεύματα του προκρίτου, που ήπιε πολύ φαρμάκι στα χρόνια που ακολούθησαν την Απελευθέρωση και κάθησε να γράψει τη δική του εκδοχή 45 χρόνια αργότερα, σαν να αποφάσισε ξαφνικά ότι έπρεπε να μιλήσει και εκείνος. Εχει κάποιο δίκιο σε αυτά που λέει ο τουρκογέροντας, που είδε τη θέση του να κλονίζεται από την Επανάσταση αλλά συγχρόνως ήταν αυτός που διέταξε την εν ψυχρώ σφαγή όλων των λαγκαδινών Τούρκων; Ο Κανέλλος άντεξε να παραχωρήσει όλη την περιουσία του στον Αγώνα, να ρισκάρει το κεφάλι του αν κάτι πήγαινε στραβά, αλλά δεν άντεχε να βλέπει τον πρώην κάπο του, τον Κολοκοτρώνη, να του κλέβει τη δόξα και την αρχιστρατηγία. Ούτε τον Κολοκοτρώνη ούτε τον Ζαχαριά ούτε κανέναν απο τους κλέφτες που ηρωοποιήθηκαν ήδη από τον καιρό της Επανάστασης μπορούσε να ανεχτεί. Αυτοί δεν κρατούσαν από γένος, αλλά για τον λαό είχαν το γόητρο του απροσκύνητου και του ατρόμητου. Αυτοί στάθηκαν απέναντι στους Τούρκους με το σπαθί στο χέρι. Για τον Ζαχαριά ακόμη και οι Τούρκοι έλεγαν ότι τέτοιος άνδρας δεν υπήρχε άλλος. Ο Κανέλλος ήταν σίγουρα ηττημένος όταν έγραψε τα Απομνημονεύματά του προς το τέλος της ζωής του. Οι κλέφτες είχαν πιάσει όλα τα πόστα, είχαν αφήσει σε μαρτυρίες τη δική τους εκδοχή των πραγμάτων και αυτός είχε παροπλιστεί. Απέδωσε σε όλους δικαιοσύνη η Ιστορία; Εχουν γίνει κατανοητές όλες οι παράμετροι της υπόθεσης; Ο συγγραφέας επιχειρεί να κατοπτεύσει τον Μοριά του 1821 με το μάτι του γερακιού.

Δεν έχει ξεσπάσει ακόμη ο Αγώνας, αλλά ούτε έχουμε πληροφορηθεί τις συνθήκες που οδήγησαν ως εκεί. Η αυλαία ανοίγει με τη μυστικοσυνέλευση της Βοστίτσας (σημερινό Αίγιο) στα τέλη Ιανουαρίου του 1821, όπου έχουν μαζευτεί μια χούφτα προεστοί για να πληροφορηθούν τα νέα από τον απεσταλμένο της Φιλικής Εταιρείας. Βρίσκουμε εκεί την ντόπια πολιτική, θρησκευτική και οικονομική εξουσία να έρχεται αντιμέτωπη με έναν απόστολο της Εταιρείας, τον Παπαφλέσσα. Ακόμη δεν γνωρίζουμε ποια ήταν η φήμη του Παπαφλέσσα, πόσο ήταν παραλλαγμένα τα μηνύματα της Φιλικής Εταιρείας, ποια ήταν η πραγματική άποψη του Υψηλάντη, αν έκρυβαν καμιά αλήθεια οι υποσχέσεις. Ενα ένα πέφτουν τα προσωπεία καθώς προχωρά η αφήγηση, και εμείς δεν ξέρουμε ποιον να πιστέψουμε: Οι προεστοί ήταν επιφυλακτικοί, αλλά μήπως αυτοί δεν ζούσαν σαν ίσοι προς ίσους με τους Τούρκους; Ο Παπαφλέσσας είχε τη φλόγα της επανάστασης, αλλά μήπως αυτός δεν ήταν ένας «έκδοτος στις ηδονές, με μανιώδη ροπή προς τον έκλυτο βίο»; Γιατί έπρεπε να τον πιστέψουν χωρίς καμία απόδειξη ότι υπήρχε πράγματι ρωσικός στόλος που θα κατέπλεε για να βοηθήσει τον Αγώνα; Αν έπαιρναν τον λαό στο λαιμό τους; Και έπειτα ποιος θα έκανε τον πόλεμο; Οι βοσκοί που δεν είχαν ψωμί να φάνε; Γιατί η ντόπια ολιγαρχία να παραχωρήσει την ηγεσία σε μια ξένη ολιγαρχία; Διαφορετική η θέση του καθενός, διαφορετικά τα συμφέροντα που έπρεπε να προστατευθούν.


Ο Παναγιώτης Γιατράκος


Για να αντιληφθούμε την ιδιάζουσα κοινωνική και διοικητική κατάσταση στην Πελοπόννησο γίνεται εδώ ένα φλας μπακ. Πώς βρέθηκε η Πελοπόννησος να διοικείται δημοκρατικά επί έναν αιώνα, από το 1714 ως το 1821, και πώς το πασαλίκι δέχτηκε να παραχωρήσει ειδικά προνόμια στους εκεί ραγιάδες. Αυτά τα προνόμια θα τα εκμεταλλευθούν εκείνοι στη διάρκεια του Αγώνα, αλλά θα τα χρησιμοποιήσουν και προς ίδιον όφελος. Για τους ντόπιους άρχοντες της εποχής οποιοσδήποτε μη μοραΐτης, ακόμη και ο ρουμελιώτης, ήταν ξένος. Η περιγραφή από τον Δεληγιάννη της υποδοχής του Δημητρίου Υψηλάντη, του αναμενόμενου αρχιστράτηγου από την Ευρώπη, προκαλεί θυμηδία: «κοντός το ανάστημα, ισχνός, αδυνάτου κράσεως και φαλακρός την κεφαλήν, ωσάν κολοκύνθα». Μπορούσε αυτός να γίνει αρχιστράτηγος στη θέση ενός Κολοκοτρώνη; Φήμες διέδιδαν ότι θα είχε τη στήριξη του αδελφού του «και άλλας τοιαύτας ανοησίες και ξεράσματα». Μπορούσε ο Κολοκοτρώνης, που έπαιρνε τις νίκες αποσυρόμενος στις κορυφές των βουνών για να ελέγχει τις κινήσεις του εχθρού ενάντια στα κλέφτικα σώματα, να πολεμήσει με την εισαγόμενη ναπολεόντειο τακτική; Όσοι το επιχείρησαν απέτυχαν. Και όσοι κατηγόρησαν τον Κολοκοτρώνη για «φυγόμαχο» διαψεύσθηκαν από την Ιστορία. Σύμφωνα με ένα περιστατικό, ο Κολοκοτρώνης, όταν έμαθε ότι ο Καραϊσκάκης στη Ρούμελη πολεμούσε στην πρώτη γραμμή μαζί με τα παλικάρια του, του έστειλε συμβουλευτική επιστολή να μην το κάνει αυτό γιατί μπορεί να χάσει τη ζωή του και ο αρχηγός είναι απαραίτητος στο στράτευμα. Η επιστολή έφτασε στα χέρια του Καραϊσκάκη όταν αυτός ψυχορραγούσε.

Οι Φιλικοί, παρ' ότι ευρωπαϊκής παιδείας, εμφανίζουν την ίδια ροπή προς τις μηχανορραφίες και το παρασκήνιο. Χώρια που είναι και «φερέοικοι», δηλαδή χωρίς εστίες, συντοπίτες κανενός. Κάποια στιγμή καταφθάνει σε ελεύθερο ελληνικό έδαφος και άλλος «ξενομερίτης», ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος. Πολύγλωσσος, στρατιωτικά και πολιτικά καταρτισμένος και αυτός, αλλά δυστυχώς της αντίπαλης ισχυρής οικογενείας από εκείνη των Υψηλάντηδων. Το βιβλίο μάς μεταφέρει στο τέλος της Επανάστασης μέσα από μια συνεχή ροή αντιπαραθέσεων προσώπων και συμφερόντων μεταξύ φατριών και μελών της κάθε φατρίας. Εγωπαθείς οι Ελληνες και τοπικιστές, ήταν ανέτοιμοι να οργανωθούν σε μια εποχή όπου η έννοια του έθνους-κράτους ήταν ακόμη εισαγόμενη. Υπήρχε όμως η έννοια του Γένους και, παρά την αλληλοεξόντωση, μέσα σε επτά χρόνια είχε κερδηθεί η πολυπόθητη νίκη.

Μια μανιάτικη οικογένεια


Ο Κανέλλος Δεληγιάννης


Η οικογένεια των Γιατράκων, εξίσου μεγάλη και ισχυρή με τους Δεληγιάννηδες, είχε μετακινηθεί στα προεπαναστατικά χρόνια από τη Μάνη στην άλλη Λακωνία και άσκησε επιρροή τα χρόνια της Επανάστασης στα Βαρδουνοχώρια του Ταϋγέτου, περιοχή με στρατηγικό ενδιαφέρον για τους Τούρκους καθώς προφύλασσε τη Λακωνία από τα άλλα μέρη του Μοριά. Το δίτομο έργο του Αθανάσιου Θ. Φωτόπουλου αξιοποιεί το οικογενειακό αρχείο των Γιατράκων και ένα πλήθος ιστορικές πηγές για να παρακολουθήσει την πορεία της οικογένειας που διαδραμάτισε ιδιαίτερο ρόλο στον Αγώνα. Πρωταγωνιστική μορφή της οικογένειας ο Παναγιώτης Γιατράκος, οπλαρχηγός ντόπιου πολεμικού σώματος και ένας από τους τέσσερις πρωτοκαπεταναίους του Μοριά, όπως εικονίζονται σε λιθογραφία του 1932: ο Κολοκοτρώνης, ο Γιατράκος, ο Πετρόμπεης και ο Νικήτας. Αυτός έγραψε τα απομνημονεύματά του σχεδόν αμέσως μετά την Απελευθέρωση, το 1833. Για τρίτη φορά σε αυτή την περιήγηση στα γεγονότα του Εθνικοαπελευθερωτικού Αγώνα μέσα από διαφορετικές οπτικές γωνίες φθάνουμε στις ιστορικές στιγμές που καθόρισαν την πορεία της Επανάστασης και τη δημιουργία του ελληνικού κράτους. Τις βλέπουμε όμως υπό το πρίσμα των Γιατράκων που ήταν αρχικά οικογένεια γιατρών, όπως οι Δεληγιάννηδες ήταν οικογένεια γραμματικών.

Ερωτήματα για το γενεαλογικό δέντρο της οικογένειας, υπόθεση που απασχολεί ακόμη και σήμερα τους απογόνους της, μας οδηγούν τρεις αιώνες νωρίτερα από την εποχή που συναντήσαμε τους πρώτους Δεληγιάννηδες στη Μάνη, στο βιβλίο του Κωστή Παπαγιώργη. Διότι οι Γιατράκοι θεωρούν ότι οι προ-προπάπποι τους ήταν Μέδικοι της Φλωρεντίας που μετοίκησαν στην Πελοπόννησο, σε τοποθεσίες της Μάνης, και σιγά σιγά εξελλήνισαν το όνομά τους. Ελέγχεται ωστόσο η παράδοση που πρώτη έκανε λόγο για αυτή τη συγγένεια μεταξύ οικογενειών Μεδίκων και Γιατράκων ως μη τεκμηριωμένη ιστορικά. Ακολούθησαν μεταναστεύσεις και μετοικεσίες και αναζητήσεις μεταγενέστερων ιστορικών σε αρχεία που έφεραν στο φως έγγραφα και χειρόγραφα, ώστε έγινε λόγος και για αρχική προέλευση της οικογένειας των Μεδίκων από τη Μάνη. Η διακλάδωση του γενεαλογικού δέντρου των Γιατράκων, που απλώνεται και στο Ναύπλιο και στην Αθήνα, μπορεί να χρησιμεύσει στον αναγνώστη σαν ένα όχημα για να πλησιάσει την ιστορία της Μάνης από τον 14ο ως τον 19ο αιώνα, με πολέμους, με μεταναστεύσεις άγνωστες εν πολλοίς, που δικαιολογούν και τις ιδιαιτερότητες του Αγώνα στις επαρχίες της Πελοποννήσου. Ο Αγώνας του 1821 ήταν προϊόν αυτοθυσίας και γενναιότητας από τη μια πλευρά και ενός πολέμου παρασκηνίων από την άλλη.