Αρχική σελίδα → Ιστορία → Νεότερη ελληνική ιστορία

15 Αυγούστου 1940

Η έκρηξη που συγκλόνισε την Ελλάδα

Φωτεινή Τομαή*, εφ. Το Βήμα, 12/8/2007

Ο τορπιλισμός του ευδρόμου «Έλλη», ο διαβόητος τύραννος των Δωδεκανήσων Ντε Βέκι και η αλλαγή πλεύσης του Ιωάννου Μεταξά

«Χθες πρωίαν, περί ώραν 8.30, το σκάφος του ημετέρου πολεμικού στόλου "Ελλη", ενώ ευρίσκετο ηγκυροβολημένον εν μεγάλω σημαιοστολισμώ και εις απόστασιν 800 περίπου μέτρων έξωθεν του λιμενοβραχίονος Τήνου, όπου είχε μεταβή επ' ευκαιρία της μεγάλης θρησκευτικής εορτής της Παναγίας, ετορπιλλίσθη αιφνιδίως παρ' υποβρυχίου αγνώστου εθνικότητος ευρισκομένου εν καταδύσει. Τρεις τορπίλλαι εξεσφενδονίσθησαν κατά της "Ελλης", εκ των οποίων η μία έπληξε το πλοίον εις το μέσον, αι δε δύο άλλαι ηστόχησαν του σκοπού και εξερράγησαν επί του λιμενοβραχίονος. Το υποβρύχιον παρέμεινεν εν καταδύσει και εξηφανίσθη. Η τορπίλλη η οποία έπληξε την "Ελλην" εξερράγη κάτωθεν ακριβώς του εν ενεργεία λεβητοστασίου. Εκ της εκρήξεως ο εν ενεργεία λέβης του πλοίου εξερράγη. Ωσαύτως η καύσιμος υγρά ύλη του πλοίου εξεχύθη και ανεφλέγη. Τούτου αποτέλεσμα υπήρξεν ότι το πλοίον εστερήθη παντός μέσου προώσεως. Το πλήρωμά του προσεπάθησε παρ' όλα ταύτα να το ρυμουλκήση εις τα αβαθή με την βοήθειαν των ηγκυροβολημένων εις τον λιμένα εμπορικών πλοίων. Ατυχώς τα ρυμούλκια εθραύσθησαν και η πυρκαϊά η οποία μετεδόθη εις το εσωτερικόν του πλοίου εξηνάγκασε το πλήρωμα να το εγκαταλείψη αφού εξήντλησε παν μέσον προς διάσωσίν του. Ο κυβερνήτης και οι αξιωματικοί αφήκαν τελευταίο το σκάφος φλεγόμενον, το οποίον και εβυθίσθη την 9.45΄. Τα θύματα ανέρχονται εις ένα νεκρόν, τον κελευστήν μηχανικόν Παπανικολάου, και 29 τραυματίας. Μεταξύ του αστικού πληθυσμού που ευρίσκετο επί της προκυμαίας τινές εμωλωπίσθησαν, μία δε γυνή αρμενικής καταγωγής απέθανεν εκ συγκοπής. Μέχρι της ώρας ταύτης ουδέν στοιχείον περί της εθνικότητος του επιτεθέντος υποβρυχίου κατωρθώθη να εξακριβωθή.»

(έγγραφο 120, σ. 95 της επίσημης εκδόσεως του Βασιλικού Υπουργείου Εξωτερικών «Διπλωματικά έγγραφα. Η ιταλική επίθεσις κατά της Ελλάδος. Αθήναι 1940»)

Τεμάχια από τις δύο τορπίλες, η μία 45 εκατοστών που προκάλεσε το ρήγμα στον λιμενοβραχίονα της Τήνου και η άλλη 53 εκατοστών, τύπου Ουάιτχεντ, που εξερράγη τρίτη κατά σειράν προσκρούοντας σε ύφαλο πλησίον του λιμενοβραχίονος. Διακρίνονται με ευκολία οι ιταλικές αναγραφές UNIONE ΤΙΜ VERT και οι αριθμοί μητρώου κατασκευής. Οι τορπίλες ήσαν τρεις. Η πρώτη είχε πλήξει την «Ελλη», με την οποία είχε παρασυρθεί σε «μέγα βάθος και δεν υπήρχαν ούτε κατάλληλα μέσα ούτε χρόνος» για την ανέλκυσή της

Με το δραματικό αυτό επίσημο ανακοινωθέν που εξεδόθη στις 16 Αυγούστου 1940, η κυβέρνηση Μεταξά αναφερόταν, διατηρώντας μυστικότητα για την προέλευση της επίθεσης, στο γεγονός τορπιλισμού του ευδρόμου «Ελλη» στον αγανακτισμένο ελληνικό λαό. Αν και εξ αρχής σχεδόν βέβαιη (η κυβέρνηση) ότι επρόκειτο περί ιταλικού υποβρυχίου το οποίο τόσο άνανδρα - και ενώ δεν είχε κηρυχθεί επισήμως πόλεμος, παρά την έκδηλη διά του Τύπου επί σειρά μηνών ανθελληνική επιθετικότητα της Ιταλίας - είχε επιτεθεί εισερχόμενο, κατά παραβίαση των αρχών του διεθνούς δικαίου, στην ελληνική επικράτεια, προσβάλλοντας πλην άλλων και το θρησκευτικό συναίσθημα που επικρατούσε την ημέρα του εορτασμού της Μεγαλόχαρης στο νησί της, την Τήνο, τήρησε άκρα μυστικότητα και, προκειμένου να καθησυχάσει τα ερεθισμένα πνεύματα, απέδωσε τον τορπιλισμό σε άγνωστο υποβρύχιο.

Την ίδια ημέρα, εξάλλου, η ιταλική επιθετικότης επανεμφανιζόταν με νέα, απροκάλυπτη αυτή τη φορά, επίθεση κατά του επιβατικού ατμοπλοίου «Φρίντων» στις ακτές της Κρήτης από δύο ιταλικά αεροσκάφη. Την επίθεση περιέγραφε ως εξής ο πλοίαρχος του σκάφους, στις 17 Αυγούστου, ενώπιον του αντιπλοιάρχου Σ. Πατσιφά και του πλωτάρχη Β. Βασιλάκη του Γενικού Επιτελείου Β. Ναυτικού.

«Περί ώραν 18.20 της 15 Αυγούστου 1940 ευρισκόμεθα εις θέσιν Μπάλι Κρήτης 7 μίλια ανατολικώς της Πανόρμου και εις απόστασιν 2 μιλίων από της ακτής ότε υπέστημεν δύο διαδοχικάς προσβολάς από δύο αεροσκάφη. Η προσπέλασις των αεροσκαφών εγένετο πρύμνηθεν, δηλ. των αεροσκαφών ακολουθούντων την ιδίαν με το πλοίον πορείαν. Το πλοίον προς αποφυγήν έστρεψε δεξιά καθέτως επί την αρχικήν πορείαν. Διά των διοφθάλμων διέκρινον ευκρινώς επί της ουράς των αεροσκαφών τα ιταλικά χαρακτηριστικά» (έγγραφο αρ. 124, σ. 97, όπ.π.)

Εν τω μεταξύ ο Μεταξάς θα παραγγείλει αμέσως με την αρ. 407 απόρρητη διαταγή του, στις 16 Αυγούστου, τη σύσταση επιτροπής για τη διερεύνηση όλων των λεπτομερειών καθώς και των υπολειμμάτων που έμειναν στον τόπο της τραγωδίας από τα βλήματα της επίθεσης στην Τήνο. Πράγματι, στις 21 Αυγούστου, πολύ λίγες μέρες μετά, τα μέλη της επιτροπής, ήτοι ο Αρχηγός Στόλου, υποναύαρχος Ε. Καββαδίας, και οι αξιωματικοί του Βασιλικού Ναυτικού πλοίαρχος Α. Χατζόπουλος, πλωτάρχης Κ. Δούσης, υποπλοίαρχος Α. Στεριόπουλος και ο ανθυποπλοίαρχος Χ. Λεβαντίνος υπέγραφαν επί του θωρηκτού «Αβέρωφ» πρωτόκολλο με το οποίο περιέγραφαν τεχνικές λεπτομέρειες της επίθεσης, τους αριθμούς μητρώου και την προέλευση των τορπιλών που ήσαν ιταλικές προοριζόμενες για ιταλικά υποβρύχια και κατέληγαν ως εξής «Τα ανωτέρω αποτελούν αναμφισβήτητον γεγονός ότι το εύδρομόν μας "Ελλη" εβυθίσθη παρά ιταλικών τορπιλλών βληθεισών υπό ιταλικού υποβρυχίου» (Πρωτόκολλον αρ. εγγράφου 129, όπ.π., σ. 99). Στην αποκάλυψη της ταυτότητας του κράτους που διενήργησε την επίθεση, η ελληνική κυβέρνηση θα προέβαινε μετά την εκδήλωση της ιταλικής επιθέσεως εναντίον της χώρας μας, τον Οκτώβριο του 1940. Ετσι, σε ανακοινωθέν του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού, στις 30 Οκτωβρίου, που αναφέρεται λεπτομερώς στα της καταβυθίσεως της «Ελλης» για πρώτη φορά γνωστοποιείται στον ελληνικό λαό ότι το στρατιωτικό πρωτόκολλο της 21ης Αυγούστου «κατόπιν αυστηρών διαταγών του κ. Πρωθυπουργού εκρατήθη μυστικόν» και παρακάτω «το γεγονός τούτο δεν ανεκοινώθη μέχρι τούδε επισήμως διά λόγους πολιτικής σκοπιμότητος, οίτινες βεβαίως εξέλιπον ήδη», υπονοώντας την επίσημη πλέον κήρυξη του πολέμου από την Ιταλία εναντίον της Ελλάδας (σ. 104 - 105, όπ.π.). Το ιταλικό υποβρύχιο που προκάλεσε την επίθεση απομακρύνθηκε «εν καταδύσει» και όπως αποκαλύφθηκε αργότερα είχε αποπλεύσει από την ιταλοκρατούμενη Λέρο με εντολή του δεύτερου κατά σειρά, και τελευταίου ιταλού κυβερνήτη της «Ιταλικής Διοικήσεως των Νήσων του Αιγαίου», του διαβόητου Ντε Βέκι, ο οποίος ονειρευόταν τη Μεγάλη Ιταλία μέσω Ελλάδας και Αιγαίου να εξαπλώνεται στη Β. Αφρική και έγραφε το 1937 στον Τσιάνο αναφερόμενος στο αδάμαστο φρόνημα του δωδεκανησιακού λαού εξαιτίας του οποίου έμεινε αλησμόνητος για τα σκληρά μέτρα διοίκησης και βασανιστηρίων που εφάρμοσε: «Η άποψη πως ο λαός αυτός θα αντιστέκεται διαρκώς και επιμόνως είναι επιπόλαιη» και παρακάτω: «Σε κάθε λαό μπορείς ν' αφήσεις τη σφραγίδα σου, αρκεί να είσαι αποφασισμένος!..» (Archivio Storico Diplomatico, Affrari Politici Bustano 131937 Dodecanese Ι, ιταλικό ΥΠΕΞ).

Από την πρώτη στιγμή που η Ιταλία εισήλθε στο πλευρό της Γερμανίας στον πόλεμο, στις 10 Ιουνίου 1940, η φασιστική κυβέρνηση της γείτονος δεν έκρυβε τις διαθέσεις της. Η εκστρατεία του ιταλικού Τύπου κατά της Ελλάδος και η πρόσκληση που απηύθυνε, τρεις φορές μέσα σε έναν μήνα, ο Τσιάνο προς τον έλληνα πρεσβευτή Ι. Πολίτη να μεταβεί στο ιταλικό ΥΠΕΞ προκειμένου να παραλάβει διαβήματα διαμαρτυρίας σχετικά με την ελληνική στάση στην Ηπειρο και τη δολοφονία του διαβόητου Νταούτ Χότζα, είναι ενδεικτικά. Κι όλα αυτά παρά την προσεκτική ουδετερότητα που τήρησε η Ελλάδα - ενημερώνοντας, όμως, διαρκώς για τη στάση της τον βρετανό πρεσβευτή στην Αθήνα σερ Μάικλ Πάλαιρετ και το Φόρεϊν Οφις αφού η συμπαράταξή της με το μέρος της Μ. Βρετανίας εθεωρείτο δεδομένη («εκατόν τοις εκατόν, χωρίς επιφυλάξεις και χωρίς παζαρέματα είμεθα παρά το πλευρόν της Αγγλίας» σημείωνε στο ημερολόγιό του στις 15 Αυγούστου, μετά τον τορπιλισμό της «Ελλης», ο Μεταξάς).

Ο τορπιλισμός της «Ελλης» δεν ήταν παρά η κορυφή του παγόβουνου που θα αποκαλυπτόταν πολύ σύντομα στα μάτια της διεθνούς κοινότητας η οποία παρακολουθούσε με κομμένη την ανάσα τις πολεμικές πρωτοβουλίες του Αξονα να μεταφέρονται από την Κεντρική Ευρώπη στα Βαλκάνια. «Μου ήρθαν δάκρυα στα μάτια» έγραφε για το συμβάν την ημέρα της Παναγίας ο Μεταξάς και παραδεχόταν πλέον ότι η πολιτική των υποχωρήσεων που ακολουθούσε ως τότε με παραίνεση των Βρετανών «δεν φέρει πουθενά». Επρεπε γι' αυτό να αναθεωρηθεί άρδην. Αλλωστε οι κινήσεις των ιταλικών στρατευμάτων στα ελληνοαλβανικά σύνορα στα τέλη Αυγούστου και η συμπαράταξή τους κατά μήκος της ίδιας συνοριακής γραμμής ήδη από τα τέλη Σεπτεμβρίου δεν άφηναν καμία ελπίδα ότι ο πόλεμος μπορούσε να αποφευχθεί. Η φράση του Μεταξά «Donc, Monsieur c'est la guerre» - αυτό που έμεινε στην ελληνική ιστορία ως το ηρωικό «ΟΧΙ» μπροστά στον αμήχανο ιταλό πρεσβευτή Γκράτσι στις 3.00 το πρωί της 28ης Οκτωβρίου - σήμανε την αρχή του.

Η ιστορία του καταδρομικού

Στο εύδρομο «Ελλη» - το οποίο αρχικά είχε ναυπηγηθεί για λογαριασμό της Κίνας στα ναυπηγεία της Φιλαδέλφειας την περίοδο 1912-1913, αγοράστηκε όμως το 1914 από την ελληνική κυβέρνηση για την ενίσχυση του ελληνικού στόλου - είχε δοθεί η ονομασία σε ανάμνησης της ομώνυμης ναυμαχίας στα Δαρδανέλια τον Δεκέμβριο του 1912, της πρώτης από την εποχή του Αγώνα της Ανεξαρτησίας αναμέτρησης του ελληνικού και τουρκικού στόλου κατά τον Α' Βαλκανικό πόλεμο που έληξε με νίκη του ελληνικού στόλου. Η «Ελλη» ανέπτυσσε ταχύτητα 20 κόμβων και είχε οπλισμό δύο πυροβόλα των 152 χιλιοστομέτρων, τέσσερα των 102 και δύο των 76 χιλιοστομέτρων. Το 1925-1927 επισκευάστηκε ριζικά στα γαλλικά ναυπηγεία της La Seyne. Τότε ανανεώθηκε ο οπλισμός του και μετατράπηκε σε ένδρομη ναρκοθέτιδα.

* Η κυρία Φωτεινή Τομαή είναι προϊσταμένη της Υπηρεσίας Διπλωματικού και Ιστορικού Αρχείου του υπουργείου Εξωτερικών.