Αρχική σελίδα → Λογοτεχνία → Ποίηση


Εξομολογήσεις μιας «αθάνατης»

Μικέλα Χαρτουλάρη, εφ. Τα Νέα, 12/11/2003

Ενάμιση σχεδόν χρόνο στην Ακαδημία Αθηνών συμπλήρωσε η Κική Δημουλά και ακόμα δεν έγινε επισήμως δεκτή στις τάξεις της. H πανηγυρική τελετή της υποδοχής της είχε προγραμματιστεί για τον περασμένο Μάιο, αλλά μια εγχείρηση την αποδιοργάνωσε, οπότε όλα μετατέθηκαν για τον Νοέμβριο, χωρίς όμως να έχει ακόμα οριστεί η σχετική ημερομηνία. Αυτό μάλλον την ανακούφισε, έλεγε τις προάλλες, καθώς η ιδέα ότι θα πρέπει να εκφωνήσει λόγο μπροστά στους «αθανάτους» σχεδόν την μπλοκάρει. Άραγε έγινε πιο σοφή, από τη συναναστροφή μαζί τους; «Πιο φοβισμένη σίγουρα. Βρήκα τρόπο να μετρήσω τις ελλείψεις μου». Αυτό δεν την εμπόδισε φυσικά να καθήσει σαν καλή μαθήτρια στα έδρανα της Ακαδημίας και να μάθει την τέχνη της... αθανασίας μετέχοντας στις εβδομαδιαίες συνεδριάσεις της Ολομέλειας ή της Τάξης των Γραμμάτων και των Τεχνών και παρεμβαίνοντας σε σειρά συσκέψεων ως μέλος του Δ.Σ. των Λογοτεχνικών Βραβείων Ουράνη. Δεν ξέχασε όμως και τους δικούς της «μαθητές», τα λυκειόπαιδα που διδάσκονται τα ποιήματά της, κι έτσι δέχθηκε αρκετές φορές να μιλήσει σε σχολεία. Τι «δίδαξε» στα παιδιά; Να μη μυθοποιούν. Κανέναν και τίποτα. Ούτε ιδέες ούτε καταστάσεις ούτε την ίδια - αν και, κατέληξε σαρκαστικά, «η απομυθοποίηση των ποιητών είναι μοιραία, και μόνο από το πλήθος τους...».

Ο σαρκασμός και ο αυτοσαρκασμός ήταν πάντα το φόρτε τής Δημουλά. Όχι μόνο στα ποιήματά της αλλά και στις εκ βαθέων εξομολογήσεις της. Ξεκινά συνήθως από μικρά καθημερινά ζητήματα που καταφέρνει να τα αναδεικνύει σε μεγάλα θέματα. Μιλάει για τη φθορά, την προδοσία, την εγκατάλειψη, τον θάνατο, τη μνήμη, τη λήθη, τον έρωτα, την έμπνευση. Πάντα με μια δόση αμφισβήτησης. Αυτή είναι η άμυνά της απέναντι στο ψέμα και στην υποκρισία που παντού ελλοχεύουν. «Είμαι δύσπιστος άνθρωπος», παραδέχεται. «Δεν πιστεύω ούτε σ' αυτό που λέμε "καλές προθέσεις". Απλώς δουλεύοντας ο καθένας για τον εαυτό του, μπορεί να αποβεί ωφέλιμος και για τους άλλους». Και ο ποιητής; Για τον εαυτό του γράφει; «Πάντως όχι για να επικοινωνήσει, αφού, συνήθως, άλλα θέλει να πει κι άλλα εισπράττει ο κάθε αναγνώστης. Όχι. Γράφουμε για να αρέσουμε. Και μάλιστα δεν μας φθάνει να αρέσουμε σε έναν...».

«Ο έρωτας δεν είναι κάτι που συμβαίνει εκτάκτως», λέει η Δημουλά. «Είναι κάτι που συμβαίνει μονίμως. Απλώς ψάχνεις να το ακουμπήσεις κάπου. Είναι πολύτιμος ακόμα κι αν τον αισθανθείς μόνος. Δεν θεωρώ απαραίτητη την ανταπόκριση. Άλλωστε ποτέ δεν είναι εύκολη... Είναι μεγάλο φάρμακο ο έρωτας. Για όλες τις αρρώστιες. Και προπαντός για την αρρώστια της αγωνίας».

H αμφιβολία αγγίζει άραγε τους «αθανάτους»; Μακάρι. Τώρα που οι βεβαιότητες σκάνε σαν φούσκες, θα ήταν σε όλους χρήσιμη. Τη Δημουλά πάντως, μερικές φορές την κατακυριεύει, αφήνοντας να διαφανούν οι αγωνίες της. «Αν υπάρχει η έμπνευση, τότε γιατί ένας ποιητής που γράφει καλά ποιήματα γράφει και μέτρια; Αν ο οίστρος έχει να κάνει και με την ακμή της ηλικίας, τότε πώς ο Ελύτης έγραψε τα καλύτερα ποιήματά του σε προχωρημένη ηλικία; Αν η ειλικρίνεια είναι αρετή, τότε γιατί ο ειλικρινής γίνεται επιθετικός;». Και τι δεν έλεγε σ' αυτή την απρόσμενη συνάντησή μας, για να φθάσει στο μεγάλο ερώτημα που, σήμερα περισσότερο από ποτέ, μοιάζει και πάλι ανοιχτό σε πολλές απαντήσεις: «Τι είναι ηθικό; Δεν ξέρω. Τείνω να θεωρήσω πως είναι ηθικό ό,τι μας βοηθάει να μη στενοχωριόμαστε. Άρα και τα μικρά αμαρτήματα επιτρέπονται και μόνο από το γεγονός ότι η ζωή είναι σύντομη και ο θάνατος θα τα συγχωρήσει».

«H ποίηση είναι το ανάποδο της αλήθειας», κατέληξε εκείνη την ημέρα η Κική Δημουλά. Μια κρυψώνα για να ξεφύγεις από αυτό που υποπτεύεσαι ότι σε κατασκοπεύει: μια μοίρα, π.χ., αλλά κυρίως η ιδιοσυγκρασία σου. Εχθρός μας είναι πρώτα πρώτα ο εαυτός μας, η φτιαξιά μας. Ή... φίλος μας». Άρα, τις απαντήσεις ας τις ψάξουμε μέσα μας και όχι στους άλλους.