Αρχική σελίδα → Λογοτεχνία → Ποίηση


Η Κική ∆ηµουλά στα 80

∆ηµήτρης Πολιτάκης, εφ. Τα Νέα, 4/6/2011

Ζούµε σε µια έπαρση βαθύτατης άγνοιας

Με αφορµή την εκδήλωση στον κήπο του Μεγάρου τη ∆ευτέρα το βράδυ αλλά και τα ογδοηκοστά της γενέθλια - την ίδια ηµέρα - η κορυφαία µας ποιήτρια και ακαδηµαϊκός µίλησε για την ωριµότητα, τη λήθη αλλά και τους απελπισµένους και αγανακτισµένους - εντός και εκτός εισαγωγικών. 

Ογδόντα χρόνια στη ζωή και πάνω από πενήντα στην ποίηση συµπληρώνει αυτές τις ηµέρες η πιο δηµοφιλής (πάντα κολακευτικός προσδιορισµός όταν πρόκειται για το «δύσκολο», υποτίθεται,είδος της ποίησης) ποιήτρια της σύγχρονης εποχής στον τόπο µας. 

Γεννηµένη στην Αθήνα στις6 Ιουνίου 1931, η Κική ∆ηµουλά θεωρεί «ανώτερες σπουδές» της τη µακρά ζωή κοντά στο σύζυγο της, τον ποιητή Αθω ∆ηµουλά: 

«Χωρίς εκείνον είµαι σίγουρη ότι θα είχα αρκεστεί σε µια ρεµβαστική, αµαθή τεµπελιά, προς την οποίαν, ίσως και σοφά, ακόµη ρέπω». Το παραπάνω απόσπασµα βρίσκεται σε ένα (εξαιρετικά χρήσιµο) «βιογραφικό σηµείωµα» που έγραψε η ίδια πριν από µερικά χρόνια. Στο ίδιο σηµείωµα γράφει επίσης: «Αυταπαρνητική, παραχωρήθηκα στον ρόλο της µητέρας και µε τρυφερή γενναιότητα άκουσα να προσφωνούµαι «γιαγιά». Κυλώ τώρα µε ψυχραιµία και χωρίς βλέψεις διαιωνίσεως µέσα σ' αυτές τις νέες παρακαµπτήριες του αίµατός µου. Κυλώ, και όσο πλησιάζω στις εκβολές, όλο και ονειρεύοµαι ότι θα µου πετάξει η ποίηση ένα σωσίβιο ποίηµα… Φύσει ολιγογράφος, εξέδωσα οκτώ ποιητικές συλλογές µέσα σε σαράντα πέντε χρόνια. Η σηµασία τους είναι ακόµα συµβατική. Είναι γραµµένη στη λίστα αναµονής των µεγάλων επερχόµενων κυµάτων του µετα-κριτή χρόνου». Η Κική ∆ηµουλά απάντησε σε κάποιες ερωτήσεις µας µε ερωτήσεις που έµειναν να αιωρούνται, όχι απειλητικά αλλά ως τροφή για τη σκέψη, και µε τη γνώση ότι έτσι κι αλλιώς απολύτως σίγουρες απαντήσεις δεν υπάρχουν. Κλείνετε τα 80 χρόνια σας αυτές τις ηµέρες. Θεωρείτε ότι πρόκειται για οριακή, «στρογγυλή» ηµεροµηνία; 

Όχι δικαιωµατικά, δεν τη διεκδίκησα την ωριµότητα. Μου επεβλήθη από τον χρόνο. Μια ωριµότητα που δεν έχει, βέβαια, καµιά σχέση µε εκείνη των φρούτων. Τότε τρώγονται τα φρούτα, όταν ωριµάσουν. Ενώ αυτή η δική µου δεν τρώγεται, τρώει… Έχει τηναίσθηση κανείς ότι βρισκόµαστε ως Ελληνες τον τελευταίο καιρό µεταξύαντιδραστικής έπαρσης και αλύπητης αυτοµαστίγωσης. Ποια είναι η γνώµη σας;Νοµίζω ότι βρισκόµαστε σε µιαν έπαρση βαθύτατης άγνοιας µε συµπτώµατα απόγνωσης. Όσο για την αυτοµαστίγωση, λέω πως επιδιώκει ό,τι και ο αυτοσαρκασµός. Και το ένα και το άλλο είναι µια γενναία υπερηφάνεια. 

Θέλεις να έχεις εσύ την πρωτιά, στην όποια κακοµεταχείριση σου επιφυλάσσεται. 

Τα πράγµατα είναι από µόνα τους τόσο σοβαρά που κάθε σχόλιο επ' αυτού µόνο ελαφρύ θα µοιάζει. Το θέµα είναι ότι µόνο ένα κοµµάτι της ανθρωπότητας έχει «καθήσει» για τα καλά. Το µεγαλύτερο µέρος παρατηρεί όρθιο. 

∆εν µπορώ να µαντέψω αν παρατηρώντας, ενθουσιάζεται ή απλώς συµπαραστέκεται, ή ζηλεύει που δεν έχει την ευκαµψία ώστε να καθήσει και αυτό, ή αν η πείρα του κουνάει µελαγχολικά το κεφάλι της. 

Μέσα στον καθένα µας εκκρεµεί µιαεπανάσταση.Πολλές ξεσπούν, αλλά βρίσκονται στο αθόρυβο _ που λέµε µε τα κινητά _ και δεν τις παίρνει είδηση η Ιστορία. ∆ιαφωτίστρια της επανάστασηςείναι ηελπίδα. 

Επαναστατώ σηµαίνει ότι ελπίζω πως θα ανατρέψω αυτό που µε απειλεί. Είµαι υπέρ του να ελπίζουµε, αλλά πάντα µε τον φιλειρηνικό τρόπο που καταγράφεται σήµερα και χθες και προχθές, µε υποµονή και επιµονή στις πλατείες του κόσµου. Φιλειρηνικά να ελπίζουµε, κυρίως όµως εν ειρήνη να απελπιζόµαστε. 

Πολλοί σας θεωρούν ιδανικό αντίδοτο σε µια πιο… επική αντίληψη για την ποίησηπου κυριάρχησε στη νεοελληνική κουλτούρα (Ελύτης, Ρίτσος…). Τι λέτε γι αυτό;Προσωπικά δεν µε θίγει καθόλου να είµαι ένα «εύκολο» και άρα «ιδανικό» αντίδοτο, αλλά µήπως αυτό θίγει αυτούς τους «πολλούς» που λέτε; 

∆εν ξέρω αν πρέπει να εκλάβω το «δηµοφιλής» ως έπαινο ή ως… αντι-επική ποίηση. 

Έτυχε να έχω σύντροφο έναν µάλλον βαθυστόχαστο άνθρωπο. 

Επειδή δεν ζει, δεν µπορώ να µετανιώσω που δεν ήταν «άγκυρα». 

∆ιέπραξα πράγµατι τέτοιους τερατώδεις νεολογισµούς; Σαχλά λογοπαίγνια τα θεωρώ και δεν συγχωρούµαι. Και το χειρότερο; Αν µε ρωτήσετε τι εννοούσα µε το «υποσυνειδίζονται», σίγουρα δεν θα ξέρω τι να απαντήσω. Τόσο πολύ δεν το αναγνωρίζω, που είµαι έτοιµη σχεδόν να αµφισβητήσω ότι το έγραψα εγώ. ∆εν είναι σπάνιο πάντως να επιχειρεί κανείς να συγκαλύψει κάποιες αδυναµίες, εφαρµόζοντας οικτρές αποτυχίες. Βλέπετε, δεν τον κρύβει τον ανεξάντλητο πλούτο της η γλώσσα µας. Εµείς ευρέως την ταπεινώνουµε µε το να τη µεταχειριζόµαστε σαν να είναι φτωχή. 

Έχετε χρησιµοποιήσει αρκετά συχνά την ιδέα της φωτογραφίας στα ποιήµατά σας,αλλά µάλλον ως κάτι πιο «συµπαγές» από τον κατακλυσµό ψηφιακών εικόνων στις µέρες µας. Τι λέτε γι' αυτό; 

Αγαπώ τις φωτογραφίες επειδή δίνουν σάρκα στις σκιές. Και αυτό τις εµποδίζει να διαλύονται και να φεύγουν αµέσως. Η φωτογραφία είναι πολλές παλιές ειλικρίνειες και πολλές σηµερινές ανειλικρίνειες, είναι η ελπίδα της µνήµης, είναι το ορθογραφικό λεξικό που χρησιµοποιεί η µνήµη όταν θέλει να δει πώς γράφονται οι λέξεις:  στιγµή, ποτέ, εκείνο, εκείνος, ταξίδι, λήθη και γιατί. 

Ξεχνάµε ό,τι χάνει την ωφέλεια να µας πονά. Ξεχνάµε ό,τι µας φοβίζει, ό,τι µας ντροπιάζει. Αλλά νοµίζω ότι δεν θέλουµε ποτέ να ξεχάσουµε πως κάποτε µπορούσαµε να αγαπάµε εξαντλητικά και να το θυµόµαστε τόσο έντονα, σαν να µην έπαψε ποτέ να συµβαίνει. ∆εν ξεχνώ ότι είµαι 80 ετών, ξεχνώ όµως συχνά ότι αυτό είναι απολύτως βέβαιο… Ποια είναι η άποψή σας για τη µελοποίηση της ποίησης; Η ποίησή µου δεν είχε θαυµάστριά της τη µελοποίηση. ∆ικαίως. 

Ίσως επειδή αφηγείται, ήτοι πεζολογεί: µακραίνει και ξεµακραίνει από το αµέσως αντιληπτό. Ασχετα από µένα, θεωρώ ότι η µουσική θέλγει τόσο έντονα το αίσθηµα, το οποίο είναι πρόθυµο _ και χωρίς σκέψη _ να δονείται ώστε ο λόγος πηγαίνει κάπως στα πίσω καθίσµατα, εκεί όπου δεν καλοακούγεται. 

Είναι καλός οιωνός η φθορά, την οποία µε βιαστική πράγµατι ανησυχία προβλέπω; Όχι βέβαια. 

Αλλά µήπως µε το να υπενθυµίζω το ανυπέρθετό της, προτρέπω την ακµή να µην τεµπελιάζει, αλλά να αποταµιεύει όσες περισσότερες χαρές της δίνεται η ευλογία να γνωρίσει;