Αρχική σελίδα → Λογοτεχνία → Ποίηση


Μια διαρκής επανάσταση

Ευριπίδης Γαραντούδης, εφ. Τα Νέα, 16/6/2006

H ποίηση του Μιχάλη Κατσαρού αντέχει ως έκφραση του εξεγερμένου Εγώ του δημιουργού της

H EΠANEKΔΟΣH TΩN TPIΩN ΠPΩTΩN ΠΟIHTIKΩN BIBΛIΩN TΟY KATΣAPΟY, AYTΩN ΠΟY ΣYΓKPΟTΟYN THN ΠPΩTH, METAΠΟΛEMIKH ΠEPIΟΔΟ TΟY EPΓΟY TΟY, ΦANEPΩNEI THN ANTΟXH THΣ ΠΟIHΣHΣ TΟY ΣTΟN XPΟNΟ, KYPIΩΣ EΠEIΔH TΟ MHNYMA TΟY EΞEΓEPMENΟY EΓΩ AΠENANTI ΣE KAΘE MΟPΦHΣ EΞΟYΣIA ΠAPAMENEI EΠIKAIPΟ

H κασετίνα με τα Ποιήματα του Μιχάλη Κατσαρού περιλαμβάνει νέες αυτοτελείς εκδόσεις των τριών πρώτων ποιητικών βιβλίων του, Μεσολόγγι (1949), Κατά Σαδδουκαίων (1953) και Οροπέδιο (1956), με εξώφυλλα εικονογραφημένα από τον Αλέκο Φασιανό, καθώς και ένα φυλλάδιο με ένθετο το DVD-ντοκιμαντέρ «Ο ηρωικός ποιητής Μιχάλης Κατσαρός» (1982). Το ντοκιμαντέρ αυτό, σκηνοθετημένο από τον γιο του Κατσαρού, Στάθη, γυρίστηκε για τη γνωστή σειρά «Παρασκήνιο».

Τα τρία πρώτα βιβλία του Κατσαρού αποτελούν το σύνολο της μεταπολεμικής ποιητικής παραγωγής του, καθώς είναι γνωστό ότι μετά το 1956 ο ποιητής εισήλθε σε μια οδυνηρή, σχεδόν δεκαπεντάχρονη, περίοδο σιωπής, διωκόμενος πολλαπλά και χτυπημένος από τη φυματίωση και την ψυχασθένεια.

Το ερώτημα που θέτει η νέα έκδοση του μεταπολεμικού έργου του Κατσαρού είναι πώς αυτό διαβάζεται σήμερα, σε απόσταση σχεδόν μισού αιώνα από την εμφάνισή του και οκτώ χρόνων από τον θάνατο του ποιητή (21 Νοεμβρίου 1998); Στο επίκεντρο της ανάγνωσης του έργου του παραμένει η συλλογή Κατά Σαδδουκαίων και ιδίως το ποίημα «H διαθήκη μου», πασίγνωστο πλέον για τη σταθερή προτροπή προς τους αναγνώστες: «Αντισταθείτε».

Με το πέρασμα του χρόνου, ο Μιχάλης Κατσαρός μετασχηματίστηκε από απόβλητο της Αριστεράς σε ποιητή - έμβλημα της αδούλωτης αριστερής πολιτικής συνείδησης, για να καταλήξει να προσλαμβάνεται ως ιδεολογικά ανένταχτος επαναστάτης

H κριτική έχει επισημάνει εκείνο το στοιχείο που κυρίως στηρίζει την αντοχή της ποίησης του Κατσαρού στον χρόνο: ο αλληγορικός χαρακτήρας των ποιημάτων της συλλογής Κατά Σαδδουκαίων εμμέσως καταγγέλλει τις τότε σύγχρονες (1953) ελληνικές και διεθνείς συνθήκες ανελευθερίας και υποταγής της συνείδησης. Αλλά ο τρόπος με τον οποίο ο Κατσαρός χειρίζεται το αναφερόμενο στην εξωτερική πραγματικότητα υλικό των ποιημάτων του, όσο κι αν επιφανειακά θυμίζει το ύφος των καβαφικών ιστορικών ποιημάτων, χαρακτηρίζεται από έναν εκφραστικά αναρχίζοντα ρομαντισμό, τροφοδοτημένο από υπερρεαλίζουσα και υψηλόφρονα διάθεση παραδοξολογίας. Έτσι οι αναφορές σε λαούς, ιστορικά πρόσωπα, θεσμούς και φορείς εξουσίας αποκόπτονται από κάποιο συγκεκριμένο ιστορικό περίγραμμα. Ίσως γι' αυτό διατηρούν μέχρι σήμερα την ποιητική δραστικότητά τους. Επίσης στο Οροπέδιο ο Κατσαρός εξακολούθησε να θέτει το βροντόφωνο, υπερβατικό και απομονωμένο ποιητικό εγώ του στο κέντρο του οροπεδίου για να προσφέρει όραμα σε όλους τους άλλους, σε μια εποχή που οι αριστεροί ποιητές της γενιάς του υιοθετούσαν, ολοένα και περισσότερο, τον χαμηλό τόνο και τη σκεπτικιστική διάθεση. Ο Κατσαρός, ως άλλος προφήτης ή μεσσίας, θυσιαζόταν εξαγγέλλοντας μια διαρκή επανάσταση. Για να μιλήσουμε με την ποιητική γλώσσα της εποχής, ήταν μια αρχηγετική μορφή που δεν παραδέχτηκε την ήττα και όρθωσε, απέναντι στο κυρίαρχο κλίμα της διάψευσης και των ιδεολογικών καταναγκασμών, το ανάστημα του καθολικά εξεγερμένου εγώ του. Αν το όραμά του παραμένει ποιητικά ανθεκτικό είναι ακριβώς επειδή, κρινόμενο με ιδεολογικούς όρους, ήταν απροσδιόριστο.

Επέλεξε για τον εαυτό του την εικόνα του σοφού - τρελού

Σκίτσο του M. Κατσαρού από τον Φασιανό

Το ντοκιμαντέρ του Στάθη Κατσαρού έχει ενδιαφέρον να ιδωθεί παράλληλα με την ανάγνωση των τριών ποιητικών βιβλίων, επειδή μας μεταφέρει σε εντελώς διαφορετικό χρόνο, εκείνον της μεταπολιτευτικής πρόσληψης του μεταπολεμικού έργου του Κατσαρού. Θα είχε μάλιστα μεγαλύτερο ενδιαφέρον αν συνοδευόταν και από το νεώτερο ντοκιμαντέρ, «Μιχάλης Κατσαρός, Σκοτεινός συνωμότης», που σκηνοθέτησε ο ποιητής Λευτέρης Ξανθόπουλος το 1998, επίσης στη σειρά του «Παρασκηνίου». Και τα δύο ντοκιμαντέρ συνιστούν πολύτιμες μαρτυρίες της μεταπολιτευτικής τύχης της ποίησης του Κατσαρού. Από το 1971, όταν άρχισαν οι επανεκδόσεις των παλαιών βιβλίων του, και με το πέρασμα του χρόνου ο Κατσαρός μετασχηματίστηκε από απόβλητο της Αριστεράς σε ποιητή-έμβλημα της αδούλωτης αριστερής πολιτικής συνείδησης, όπως δείχνει, π.χ., η απαγγελία του «Υστερόγραφου» (στο ποίημα «H διαθήκη μου») στην ταινία του Θόδωρου Αγγελόπουλου Ο θίασος (1975). Στη συνέχεια, στις δεκαετίες του 1980 και του 1990, ο Κατσαρός ανακαλύπτεται από διάφορους λογοτεχνικούς κύκλους και το νεώτερο αναγνωστικό κοινό ως ένας παλαιός αριστερός, ιδεολογικά ανένταχτος αλλά σταθερά επαναστάτης ποιητής. Παράλληλα, από το 1973 μέχρι τον θάνατό του, η έκδοση ενός διψήφιου αριθμού ποιητικών και πεζογραφικών βιβλίων συγκρότησε τη μεταπολιτευτική περίοδο του λογοτεχνικού έργου του. H καταξίωσή του κορυφώθηκε με την απονομή του κρατικού βραβείου ποίησης στο βιβλίο του 4 Μαζινό (1982).

Με διακριτικότητα

Το ντοκιμαντέρ του Στάθη Κατσαρού, όπως και εκείνο του Ξανθόπουλου, προβάλλει με διακριτικότητα την εικόνα που ο ίδιος ο Κατσαρός φαίνεται να είχε επιλέξει για τον εαυτό του, εκείνη του σοφού τρελού που παραδοξολογεί προκλητικά, κρατώντας, κατά βάθος, απόσταση από την τρέλα. Ίσως αυτή η εικόνα ήταν η άμυνα του Κατσαρού απέναντι σε μια κατάσταση του εαυτού του και της ποίησής του, στην οποία οδηγήθηκε εκών-άκων. Με άλλα λόγια, ο Κατσαρός ίσως αντιλαμβανόταν αλλά δεν ήθελε να παραδεχτεί ανοικτά ότι η μεταπολιτευτική προβολή του ήταν αποτέλεσμα όχι και τόσο αγαθών σκοπιμοτήτων που χαρακτήρισαν γενικότερα την πνευματική ζωή της μεταπολίτευσης. Σχηματοποιώντας, οι παλαιότεροι προσπαθούσαν να εξιλεωθούν για τα ιδεολογικά λάθη του παρελθόντος, ενώ οι νεώτεροι να προσποριστούν κάτι από τη δόξα ενός μυθοποιημένου ποιητικού-ιδεολογικού προγόνου.

Αυτοί οι όροι προβολής προδιέγραψαν και την τύχη του νεώτερου ποιητικού έργου του Κατσαρού.

ΠΡΟΚΛΗΣΗ KAI ΑΝΑΤΡΟΠΗ

Το δυνατό φως της συλλογής Κατά Σαδδουκαίων αλλά και η μεταπολιτευτική μυθοποίηση του βιβλίου διατήρησαν στη σκιά τη μεταπολιτευτική ποίησή του, η οποία περιμένει ακόμη τη νηφάλια και απροκατάληπτη αποτίμησή της, καθώς αντιμετωπίζεται, ομολογημένα ή ανομολόγητα, ως προϊόν ενός σαλεμένου μυαλού. Ωστόσο πίσω από τον εμφανώς πρωτεϊκό, παραδοξολογικό ή και ενίοτε παραληρηματικό ποιητικό λόγο του νεώτερου Κατσαρού διαφαίνονται τα ίχνη ενός σύνθετου ποιητικού σχεδίου που στηρίζεται στην πρόκληση και την ανατροπή. Ίσως αυτό συμβαίνει επειδή το σύνολο της οραματικής και εξαγγελτικής, μεταπολεμικής και μεταπολιτευτικής ποίησης του Κατσαρού γράφτηκε κάτω από το βάρος της δραματικής διαπίστωσης με την οποία καταλήγει το «Υστερόγραφο»: «Ελευθερία ανάπηρη πάλι σου τάζουν». Αυτός όμως, είναι, ο πυρήνας της δύναμης και της ομορφιάς που διατηρεί η ποίηση του Κατσαρού: Ένα επαναστατικό όραμα που διασώζεται παρά τη διάψευσή του.