Αρχική σελίδα → Λογοτεχνία → Πεζογραφία

Ο αντισυμβατικός Mαρκ Tουέιν δεν μασά τα λόγια του

Σοφία Νικολαΐδου, εφ. Τα Νέα, 22/7/2006

«Διακόσια δολάρια για το πτώμα του»

«TIΠΟTE ΔEN XPEIAZETAI ΣE TETΟIΟ BAΘMΟ ANAMΟPΦΩΣH ΟΣΟ ΟI ΣYNHΘEIEΣ TΩN AΛΛΩN». «TA PΟYXA KANΟYN TΟN ANΘPΩΠΟ. ΟI ΓYMNΟI EXΟYN EΛAXIΣTH EΩΣ KAΘΟΛΟY EΠIPPΟH ΣTHN KΟINΩNIA». Ο ΔIAΣHMΟΣ ΣYΓΓPAΦEAΣ TΟY XOK ΦIN KAI TΟY TΟM ΣOΓIEP ΣXΟΛIAZEI TA ΠANTA, ANEΛEHTA. IΔΟY ENAΣ EKKENTPIKΟΣ ΟΔHΓΟΣ ΣYMΠEPIΦΟPAΣ, AΣEBHΣ ΟΣΟ KI Ο ΣYΓΓPAΦEAΣ TΟY

Εργάτης τυπογραφείου, πλοηγός ποταμόπλοιου, χρυσωρύχος, κερδοσκόπος στο χρηματιστήριο, δημοσιογράφος. Ο Σάμιουελ Λάγκχορν Κλέμενς γίνεται ο διάσημος «ηθικολόγος των πολλών» (The moralist of the main). Υπογράφει με το ψευδώνυμο Μαρκ Τουέιν. Λίγοι συγγραφείς έχουν διαβαστεί και σχολιαστεί, αγαπηθεί και μισηθεί, όσο αυτός. Ξεχώριζε στο ντύσιμο και στη συμπεριφορά, όπως οι σύγχρονοί του Ουίτλερ και Ουάλντ. Τα εκκεντρικά ρούχα και η μακρόσυρτη ομιλία του προκαλούσαν τους συνομιλητές του. Ο Τουέιν δεν δίσταζε να φορέσει το πανωφόρι του ανάποδα, με την επενδεδυμένη γούνα απέξω. Τρελαινόταν για χρώματα. «Αν ήμουν αρχαίος Βρετανός», δήλωσε το 1907, «δεν θα περιοριζόμουν στην μπλε μπογιά, θα εξαντλούσα το ουράνιο τόξο». Και αλλού: «Μου αρέσει το παρδαλό ντύσιμο. Γεννήθηκα για άγριος. Για μένα δεν υπάρχει χρώμα που να είναι υπερβολικά ζωηρό και έντονο».

Ένας άνθρωπος του 19ου αιώνα που δεν χωράει στον κορσέ της ηθικολογίας και αναπτύσσει τη δική του ηθική. Ένας διάσημος συγγραφέας που δεν διστάζει, όταν τον καλούν το 1888 να μιλήσει σε μια λέσχη νέων, με την οδηγία να πει κάτι διδακτικό, παιδαγωγικό, με τον χαρακτήρα μιας καλής νουθεσίας, να αναφερθεί στην υψηλή τέχνη του ψέματος: «Οι νέοι θα πρέπει να επιδίδονται με μετριοπάθεια σ' αυτήν την σπουδαία τέχνη, μέχρι ν' αποκτήσουν, με την πρακτική και την πείρα, εκείνη την αυτοπεποίθηση, την κομψότητα και την ακρίβεια που μπορούν να καταστήσουν το εγχείρημα αξιοπρεπές και επωφελές». Ο Τουέιν έγινε διάσημος, γιατί δεν μασούσε τα λόγια του και υπήρξε ανεπιτήδευτα ασορτί με τον εαυτό του.

Είχε το ακονισμένο βλέμμα του πεζογράφου και τον ξηρό, λεπταίσθητο κυνισμό του ευφυούς μισανθρώπου. Έγραφε πολύ, συγχρόνως είχε ατελείωτες επιχειρηματικές δραστηριότητες, που τον κατέστρεψαν οικονομικά και τον οδήγησαν στη χρεοκοπία. Εξαναγκάστηκε να κάνει τον γύρο του κόσμου (1895-9) δίνοντας διαλέξεις, ακόμα και στην Αυστραλία και την Ινδία. Με τις εισπράξεις πλήρωσε τα χρέη του.

Εξήντα εννέα κείμενα

Ο Τουέιν ξέρει να απομονώνει ένα περιστατικό που θα περνούσε ασχολίαστο και να υπογραμμίζει τον αστείο παραλογισμό της καθημερινότητας

Το συγκεκριμένο βιβλίο αποτελείται από εξήντα εννέα κείμενα, επιλεγμένα από προσωπικές επιστολές, αυτοβιογραφικά γραπτά, ομιλίες, μυθιστορήματα, σημειώματα του Μαρκ Τουέιν. Αντικρύζονται με τριάντα έξι φωτογραφίες, γκραβούρες, χειρόγραφα σημειώματα, ορισμένα από τα οποία δημοσιεύονται για πρώτη φορά. H ευθύνη της επιλογής και της οργάνωσης του υλικού σε κεφάλαια που συνθέτουν έναν ιδιόρρυθμο οδηγό επιβίωσης και ένα εκκεντρικό μάθημα καλής συμπεριφοράς για το ανθρώπινο γένος ανήκει στους μελετητές Lin Salamo, Victor Fischer και Michael Β. Frank του Ιδρύματος Μαρκ Τουέιν. Πρόκειται για ένα βιβλίο, το οποίο ανασυνθέτει και παρουσιάζει τον ασεβή και αντισυμβατικό στοχασμό του Αμερικανού συγγραφέα με τέτοιον τρόπο, ώστε να τον καταστήσει ελκυστικό στον σύγχρονο αναγνώστη.

Τα κείμενα του Τουέιν καταχωρίζονται στις ακόλουθες κατηγορίες: Το πρωτόκολλο της καθημερινότητας, Μετριοπαθείς προτάσεις και δικαιολογημένα παράπονα, Το αμερικάνικο τραπέζι, Ταξιδιωτική συμπεριφορά, Υγεία και διατροφή, Οι γονείς και το ηθικό παιδί, Αμφίεση, μόδα και στυλ, Σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης. Οι λεζάντες στις φωτογραφίες και τις εικόνες είναι λεπτομερώς επεξηγηματικές. Τα κείμενα κυκλώνονται από διαφωτιστική εισαγωγή και σχετικές σημειώσεις, οι οποίες αναφέρονται στις πηγές τους και δίνουν πληροφορίες για το ιστορικό και εργοβιογραφικό πλαίσιο τόσο των κειμένων όσο και του οπτικού υλικού. Ο εκδοτικός οίκος του βιβλίου (University of California Press) ανακοίνωσε πως ο συγκεκριμένος τόμος βρίσκεται τρίτος στη λίστα των ευπώλητων βιβλίων του οίκου. Στην ίδια λίστα φιγουράρουν, όπως είναι αναμενόμενο, και τα αιώνια μπεστ σέλερ «Οι περιπέτειες του Χόκλμπερι Φιν» και «Οι περιπέτειες του Τομ Σόγιερ». Ο Μαρκ Τουέιν έχει περάσει επιτυχώς - και μετά πολλών επαίνων - το πιο ανελέητο κρας τεστ: αυτό του χρόνου.

NA AKOYTE ΤΟΥΣ ΓΟΝΕΙΣ, OTAN EINAI ΠΑΡΟΝΤΕΣ

Ο Χόκλμπερι Φιν, ο μικρός «αντάρτης» ήρωας του Τουέιν φιγουράρει ακόμη στις λίστες με τα... αιώνια μπεστ σέλερ

«Να ακούτε πάντα τους γονείς σας, όταν είναι παρόντες. Αυτή είναι μακροπρόθεσμα η καλύτερη πολιτική. Γιατί αν δεν τους ακούτε, θα σας αναγκάσουν να τους ακούτε. Οι περισσότεροι γονείς πιστεύουν ότι γνωρίζουν κάτι παραπάνω από σας. Και κατά κανόνα, θα επιτύχετε περισσότερα αν καλλιεργήσετε αυτήν την προκατάληψη, παρά αν δράσετε με τη δική σας καλύτερη κρίση»

(απόσπασμα από τις «Νουθεσίες προς τους νέους», σελ. 166)

H ΤΑΞΗ ΤΗΣ ΑΤΑΞΙΑΣ

Όσοι έχετε διαβάσει τα μυθιστορήματα του Τουέιν θα εκπλαγείτε από την ευρεία γκάμα των δημοσιευμένων κειμένων και ομιλιών που απανθίζονται στο βιβλίο. Θα χαρείτε την παιγνιωδώς μισάνθρωπη σάτιρα. Θα απολαύσετε ένα αντισυμβατικό πνεύμα που δεν χαρίζεται πουθενά. Έναν στοχαστή που ασκεί κριτική χωρίς να γκρινιάζει ­ τις περισσότερες φορές. Ο Τουέιν ξέρει να απομονώνει ένα περιστατικό που θα περνούσε ασχολίαστο και να υπογραμμίζει τον αστείο παραλογισμό της καθημερινότητας. Ξέρει να μιλά για φαγητό, για ρούχα, για συνήθειες υγιεινής, για την ανατροφή των παιδιών με τη βαθιά σοβαρότητα του χιούμορ και της σάτιρας και όχι με βαρύγδουπη σοβαροφάνεια. Ο Τουέιν κατανοεί τα ανθρώπινα, ενστερνίζεται την τάξη της αταξίας, σιχαίνεται τις νουθεσίες και ξέρει να γράφει τις πιο ενδιαφέρουσες αγγελίες. Όπως αυτή για την κλεμμένη ομπρέλα του, που δημοσιεύτηκε το 1875. Ο συγγραφέας πρόλαβε να δει το μικρό αγόρι που σούφρωσε την αγγλικής κατασκευής μεταξωτή καφετιά ομπρέλα του. Ανακοινώνει λοιπόν πως πληρώνει πέντε δολάρια για την επιστροφή της ομπρέλας στο σπίτι του. Και κλείνει την αγγελία ως εξής: «Δεν θέλω το αγόρι (σε κατάσταση εγρήγορσης) αλλά πληρώνω διακόσια δολάρια για το πτώμα του». Καθόλου πολίτικαλ κορέκτ, ε;