Αρχική σελίδα → Λογοτεχνία → Πεζογραφία

Στη ζυγαριά του χρόνου

Μάρη Θεοδοσοπούλου, εφ. Το Βήμα, 24/11/2002

Ένας πρωτεργάτης του δημοτικισμού και τα καλά της εντοπιότητας


Ο Αργύρης Εφταλιώτης

Και πάλι ο λόγος για τα καλά της εντοπιότητας. Αν η Αθήνα επικεντρώνεται στη μνημόνευση των κορυφαίων και μόνο συγγραφέων, οι επί μέρους τόποι φροντίζοντας τα επιφανή τέκνα τους συμβάλλουν, άλλος λίγο και άλλος περισσότερο, σε μια πληρέστερη εικόνα της νεοελληνικής γραμματείας. Αλίμονο στους ελάσσονες πρωτευούσης, όπως μεταξύ πολλών άλλων και ο Αλέξανδρος Πάλλης, από τη γέννηση του οποίου συμπληρώθηκαν πέρυσι 150 χρόνια, καθ' όσον ομήλικος του Παπαδιαμάντη, χωρίς κανένας να θυμηθεί το θαυμάσιο ταξιδιωτικό του, τον Μπρουσό. Αν και τελικά ο Πάλλης έζησε στην Αθήνα και συγκεκριμένα στη συνοικία της Πλάκας μόλις 18 χρόνια. Τόσα όμως έμεινε και ο φίλος του Κλεάνθης Μιχαηλίδης, γνωστός με το ψευδώνυμο Αργύρης Εφταλιώτης, στο νησί του και οι συντοπίτες του, προπάντων οι συγχωριανοί του από τον Μόλυβο, τον τίμησαν με συνέδριο και μάλιστα εξέδωσαν χωρίς χρονοτριβή τα πρακτικά σε μια άρτια τυποτεχνικά τοπική έκδοση.

Πιστεύουμε πως τα πρακτικά ενός συνεδρίου, παρά τη σχεδόν αναπόφευκτη μεγαληγορία των ομιλιών, προσφέρονται για την καλύτερη γνωριμία με έναν συγγραφέα και την κληρονομιά του, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για μια συμβολή όπως αυτή του Εφταλιώτη στο κίνημα του δημοτικισμού και όχι για ένα αμιγώς λογοτεχνικό έργο. Η ανάγνωση των πρακτικών θα μπορούσε να ξεκινήσει από την ομιλία του Στ. Ι. Αναγνώστου που σκιαγραφεί τον Μόλυβο στα μέσα του 19ου αιώνα, όπου και μεγάλωσε ο Εφταλιώτης, μαθητής στο σχολείο του πατέρα του, ακούγοντας στο σπίτι τις διηγήσεις της μητέρας του, της Λενίτσας Κέπετζη· προικισμένη λαϊκή αφηγήτρια, στητή ως τα 96 της που πέθανε, τρία χρόνια μετά τον γιο της, όπως μαθαίνουμε από την πολύτομη ιστορία της λεσβιακής γραμματείας του Κ. Γ. Μίσσιου. Μετά έρχεται η ιστορία της ψευδωνυμίας του και ως προκάλυμμα για τον υπάλληλο στην Εμπορική Επιχείρηση Ράλλη «με τις φιλελεύθερες και αντιτουρκικές απόψεις». Ο Π. Σ. Παρασκευαΐδης αναζητεί τις συναισθηματικές και ετυμολογικές ρίζες αυτού του εύηχου «καινούργιου ονόματος» εμπνευσμένου από «τη χαριτωμένη εξοχή της πατρίδας του», την Εφταλού.

Το συνέδριο απασχόλησε ο άνθρωπος Εφταλιώτης (Τ. Χατζηαναγνώστου), προπαντός ο δημοτικιστής όπως προβάλλει μέσα από την αλληλογραφία του με τον Ψυχάρη (Π. Δ. Μαστροδημήτρης), τον φίλο του Πάλλη και την οικογένειά του (Η. Β. Παπαγεωργίου), αλλά και με πολλούς μαχόμενους δημοτικιστές, όλοι φίλοι «από την εκλεχτή Δημοκρατία της Φιλολογίας» (Γ. Παπακώστας), με ιδιαίτερη αναφορά στη γλώσσα του (Γ. Χατζηβασιλείου). Μια κατά το δυνατόν καθαρότερη δημοτική, και ας έζησε ο Εφταλιώτης ως ενήλικος, 55 συναπτά έτη, αποκλειστικά εκτός Ελλάδος. Σε αυτή τη ζωντανή γλώσσα του τόπου του έγραψε για «την οδύσσεια της μετανάστευσης», αποτυπώνοντας τον καημό του στα ποιήματά του (Μ. Γ. Μερακλής), όπως επίσης στο θεατρικό του Ο Βουρκόλακας και στο μοναδικό μυθιστόρημά του Ο Μανόλης ο Ντελμπεντέρης (Κ. Βαλέτας). Ειδική αναφορά στο πεζογραφικό έργο του Εφταλιώτη έκαναν η Α. Δανιήλ για τις γεμάτες νοσταλγία Νησιώτικες ιστορίες του και ο Ερ. Γ. Καψωμένος για τη μοναδική Μαζώχτρα του.

Ωστόσο τελικά οι λογοτεχνικές αρετές του Εφταλιώτη έμειναν ως ένα εν πολλοίς αδιατύπωτο ερώτημα που πλανήθηκε στο συνέδριο. Ο Π. Σκορδάς, ανακεφαλαιώνοντας την αρνητική στάση παλαιότερων και νεότερων κριτικών απέναντι στην ηθογραφία, υποστηρίζει πως τα διηγήματα του Εφταλιώτη υπερβαίνουν το στενά ηθογραφικό πλαίσιο χάρη «στο άρωμα ενός τόπου και μιας εποχής» που αναδίδουν. Ενώ ο Λ. Κούσουλας, αναφερόμενος στα 43 σονέτα του Εφταλιώτη, κάνει λόγο για «αληθινά ποιήματα... όλα τους ενός κάποιου επιπέδου και μερικά πρώτης γραμμής».