Αρχική σελίδα → Λογοτεχνία → Πεζογραφία

Το μανιφέστο του Βάνια

Φραγκίσκη Αμπατζοπούλου, εφ. Τα Νέα, 6/11/2004

Τι έχει μείνει σήμερα ζωντανό από τον Γιάννη Ψυχάρη;

Ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον συνέδριο με τίτλο «Ο Ψυχάρης και η εποχή του» έφερε στην επικαιρότητα ξανά τη μεγάλη φυσιογνωμία του αρχηγού του δημοτικισμού στην Ελλάδα, εκείνου που χαρακτηρίστηκε «ο τελευταίος διδάσκαλος του γένους πλάϊ στον Σολωμό και τον Παλαμά»

H πλατεία Συντάγματος του 1890. Στη σκιά των δέντρων οι δημοτικιστές και καθαρευουσιάνοι διανοούμενοι της εποχής συναντιούνταν και συζητούσαν για το γλωσσικό ζήτημα στην Ελλάδα

Σήμερα που η δημοτική καθιερώθηκε επίσημα και οι νεώτεροι αγνοούν τους αγώνες των δημοτικιστών και δεν έζησαν την τραγική κατάσταση της διγλωσσίας, τι έχει μείνει ζωντανό από τον Ψυχάρη; Ποια έργα του, μεταξύ των οποίων και πολλά μυθιστορήματα, διαβάζονται με ενδιαφέρον σήμερα; Αυτό το επίμονο ερώτημα κυριάρχησε στο συνέδριο για τον Ψυχάρη που οργάνωσε ο Τομέας Νεοελληνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.

Αγωνιστικός

Σύμφωνα με την πιο έγκυρη φωνή που ακούστηκε στο συνέδριο, του σεβάσμιου καθηγητή Εμμανουήλ Κριαρά, του εμβριθέστερου και συστηματικότερου «ψυχαρολόγου», το έργο του Ψυχάρη είναι ανεξάντλητο και μένει ακόμη πολλή δουλειά να γίνει στο μέλλον. Κι αυτό πράγματι φάνηκε από τις ανακοινώσεις των σαράντα ομιλητών από ελληνικά και ξένα πανεπιστήμια.

Ο Κριαράς, που πρόφτασε να γνωρίσει τον Ψυχάρη όταν ήταν φοιτητής στο Παρίσι, θύμισε γνωρίσματα του χαρακτήρα του Ψυχάρη, που συχνά τον έβλαψαν. Παίζοντας «άκαμπτο στρατηγικό ρόλο στο δημοτικισμό», ήθελε «να κλαδέψει» και «να κανονίσει» την ελληνική γλώσσα, συχνά με ακρότητες, και να βάλει «κορσέ στο γραπτό λόγο», σύμφωνα με τη δεσποτεία του κανόνα. Μαχητικός, αγωνιστικός, σκληρός για τους αντιπάλους του, αφοσιωμένος απόλυτα στον στόχο του, ειλικρινής έως τη βιαιότητα, ο Ψυχάρης υπέταξε την πληθωρική λογοτεχνική ιδιοσυγκρασία του, τη λυρική ψυχή του, στον γλωσσικό αγώνα, όμως παράλληλα ανανέωσε με τρόπο μοναδικό τα εκφραστικά μέσα στη λογοτεχνία.

Ένα μεγάλο μέρος της συνάντησης ήταν αφιερωμένο σε γλωσσολογικά ζητήματα. Οι ομιλητές και οι ομιλήτριες εκόμισαν νέα στοιχεία για την παρουσία του στα γαλλικά γράμματα, την πλούσια αλληλογραφία του, πολύτιμη για τη γνώση του ίδιου του Ψυχάρη αλλά και για την έρευνα της πνευματικής ζωής της εποχής του. Ιδιαίτερα τονίστηκε η σημασία της γαλλοελληνικής του ταυτότητας και των επιδράσεών του από τη γαλλική λογοτεχνία, οι νεωτερικές τάσεις του, που τον έκαναν να αγαπά ποιητές όπως ο Jules Laforgue, ενώ ξεκίνησε από τον παρνασσισμό.

Προσεγγίσεις

Ο Ψυχάρης χαρακτηρίστηκε «ο τελευταίος διδάσκαλος του γένους πλάι στον Σολωμό και τον Παλαμά»

Θα σταθώ στην εξέταση του Ψυχάρη ως λογοτέχνη, γιατί σ' αυτόν κυρίως τον τομέα επιχειρήθηκαν νέες και πρωτότυπες προσεγγίσεις και επέτρεψαν μια νέα αποτίμηση του Ψυχάρη μυθιστοριογράφου. Ας σημειώσουμε ότι ορισμένοι παλιότεροι κριτικοί, όπως ο Άλκης Θρύλος και ο Απόστολος Σαχίνης, είχαν εκφραστεί με ιδιαίτερη αυστηρότητα για τα μυθιστορήματά του: μακροσκελή, χωρίς σκηνική δράση και υποβλητικότητα, ήσαν έργα που προσπαθούσαν να χειραγωγήσουν τον αναγνώστη και κυρίως υπέτασσαν την τέχνη στην ιδεολογία - εδώ τη μεγάλη ιδέα του δημοτικισμού.

Όμως αντίθετη γνώμη είχαν οι λογοτέχνες. Εκτός από τον Κωστή Παλαμά, που ύμνησε τα μυθιστορήματά του, όλοι οι σημαντικοί μυθιστοριογράφοι, όπως ο Καζαντζάκης και αργότερα οι εκπρόσωποι της γενιάς του '30, αναγνώρισαν το χρέος τους στον Ψυχάρη, και όχι μόνο για τη γλωσσική ανανέωση. Κι αυτοί επεσήμαναν τον προγραμματικό χαρακτήρα των μυθιστορημάτων του, αλλά υπογράμμισαν τη μεγάλη οφειλή τους σ' αυτόν τον ένθερμο πατριώτη με τη γαλλική φιλελεύθερη συνείδηση, που επιθυμούσε την ένωση ολόκληρου του ελληνισμού και συνέδεε την έννοια της ελευθερίας με την έννοια της λαϊκής γλώσσας.

«Αν έλειπαν ένας ή δυο καλοί λογοτέχνες από το πάνθεό μας, θα μπορούσαμε πάλι να υπάρξουμε. Δίχως τον Ψυχάρη, όχι», έγραψε ο Άγγελος Τερζάκης. Πράγματι ο Ψυχάρης βοήθησε τους νέους να πλατύνουν τα πνευματικά τους σύνορα, ακόμη και με τα μυθιστορήματά του, και σύμφωνα με τον Γιώργο Θεοτοκά ήταν αυτός που εισήγαγε το αστικό μυθιστόρημα και την ψυχολογική ανάλυση. Στα ελληνικά έγραψε τα μυθιστορήματα «Το όνειρο του Γιαννίρη», «Ζωή και αγάπη στη μοναξιά», «Ιστορικά ενός καινούργιου Ρομπινσώνα», «Η άρρωστη δούλα», «Τα δυο αδέλφια», «Στον ίσκιο του πλατάνου», «Αγνή», καθώς και το «Ρόδα και μήλα», όπου συνδυάζονται οι αφηγηματικές αρετές του με τους γλωσσικούς και μεταρρυθμιστικούς προβληματισμούς του.

Ο αγώνας για τη δημοτική γλώσσα

Στο σπίτι του τον φώναζαν Βάνια. Ο Γιάννης Ψυχάρης υπέγραφε όμως μόνο με το επίθετό του. Έλληνας της διασποράς με καταγωγή από τη Χίο, γεννήθηκε στην Οδησσό το 1854 από πατέρα Κωνσταντινουπολίτη, σημαντική φυσιογνωμία του ελληνισμού της Πόλης. Μεγάλωσε στην Πόλη, ορφανός από μητέρα, και από τα δέκα του χρόνια έζησε με τη γιαγιά του στη Γαλλία. Κι ενώ διέπρεπε στις κλασικές σπουδές, πήγε να σπουδάσει Νομικά στη Βόννη, αλλά μετά την επιστροφή του αφοσιώθηκε ολοκληρωτικά στη φιλολογία. Δάσκαλοί του ήσαν ο Renan και ο Taine. Παντρεύτηκε την κόρη του Renan, τη Νοεμί, και έζησε στο πνευματικό περιβάλλον διακεκριμένων πνευματικών ανθρώπων και συγγραφέων όπως ο Zola και ο Anatole France. Υπήρξε μάλιστα δραστήριο μέλος της δημοκρατικής παράταξης στην υπόθεση Ντρέυφους.

Το 1885, ο Ψυχάρης έγινε υφηγητής της Νεοελληνικής Φιλολογίας στη Ecole Pratique des hautes etudes. Το 1886 έρχεται για επιστημονική αποστολή στην Ελλάδα, έχοντας συλλάβει το σχέδιο να φτιάξει μια νέα γλώσσα, στηριγμένη αποκλειστικά στη γλώσσα του λαού. Το 1888 δημοσιεύει το πιο σπουδαίο βιβλίο του, «Το ταξίδι μου», το περίφημο μανιφέστο της δημοτικής γλώσσας, που έπεσε κυριολεκτικά σαν αστραπή στον ορίζοντα της πνευματικής μας ζωής. Με αυτό το βιβλίο, όπου η λογοτεχνία ή και η αυτοβιογραφία συναντιέται με την επιστήμη, ήταν ο πρώτος μετά τον Σολωμό που κήρυσσε με τόση θέρμη αλλά και επιστημονικά επιχειρήματα την καθιέρωση της γλώσσας που μιλάει ο λαός. Το 1904 ο Ψυχάρης γίνεται καθηγητής στη Σχολή Ανατολικών Γλωσσών στο Παρίσι.

Μετά τον θάνατο των δυο γιων του στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Ψυχάρης στράφηκε στη θρησκεία και ασπάστηκε πιο συντηρητικές ιδέες. Συνέχισε ωστόσο να δουλεύει πυρετωδώς για τη μεγάλη γραμματική της δημοτικής ως το 1929 που πέθανε.

ΤΟΛΜΟΥΣΕ NA ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΣΤΕΙ

O θετικιστής Ψυχάρης, αυτός ο οπαδός του ορθολογισμού και φανατικός υποστηρικτής της προόδου, προσπάθησε με κάθε τρόπο να συνδυάσει την ποίηση με την επιστήμη και να καθυποτάξει την πληθωρική, λυρική ψυχή του, στον αγώνα για τη γλώσσα.

Πιστεύω πως η πιο τολμηρή του λογοτεχνική προσπάθεια στη μυθιστοριογραφία, αλλά και το πιο «αποτυχημένο» του μυθιστόρημα, ήταν «Η άρρωστη δούλα», που δημοσιεύτηκε το 1907 σε συνέχειες στο περιοδικό «Νουμάς», αλλά δέχθηκε τα πυρά της κριτικής και δεν τυπώθηκε ποτέ σε βιβλίο. Πρόκειται για ένα νατουραλιστικό, «ιατρικό» μυθιστόρημα, κατά τα γαλλικά πρότυπα, στηριγμένο σε προσωπικά βιώματα του Ψυχάρη - την αρρώστια της αγαπημένης υπηρέτριας της οικογένειας Ψυχάρη, με την οποία διατηρούσε ερωτική σχέση. Ο γλωσσοπλάστης Ψυχάρης στο μυθιστόρημα αυτό προσπάθησε να αφηγηθεί μια ιστορία με βαθιά ανθρωπιστικό και κοινωνικό περιεχόμενο και παράλληλα να αποδώσει ιατρικούς όρους στη δημοτική. Πράγματι, ο Ψυχάρης συνεχώς πειραματιζόταν και προσπαθούσε να εισαγάγει νέα λογοτεχνικά είδη, ενώνοντας και συνταιριάζοντας ιδιότητες, τις οποίες συνηθίσαμε να συναντούμε σε διαφορετικά κείμενα, όπως παρατηρούσε ο Γιώργος Θεοτοκάς, και γι' αυτό ξενίζοντας τον αναγνώστη. Όμως γι' αυτό ακριβώς προσφέρει σήμερα νέα ερεθίσματα σε ένα κοινό εξοικειωμένο με τολμηρούς πειραματισμούς και είδη, όπως η αυτοβιογραφική, εξομολογητική γραφή και η επιστημονική φαντασία, τις οποίες συνηθίσαμε να συναντούμε σε διαφορετικά κείμενα.